Ένα χωριό μαρτυρά τη ναζιστική θηριωδία

Ένα χωριό μαρτυρά τη ναζιστική θηριωδία

Ένας Γερμανός ιστορικός και ένας σκηνοθέτης μιλούν για εγκλήματα πολέμου και την ιδεολογία της ακροδεξιάς

Το χωριό Λιγκιάδες βρίσκεται στην Ηπειρο. Δεν είναι τόσο γνωστό όσο το Δίστομο, τα Καλάβρυτα ή το Κομμένο, αλλά είναι ένα ακόμη τεκμηριωμένο ναζιστικό έγκλημα που τα θύματά του δεν έμαθαν ποτέ σε τι έφταιξαν. Xτισμένο σαν αετοφωλιά στη δυτική πλευρά του βουνού Μιτσικέλι, έχει θέα την πόλη των Ιωαννίνων, το κάστρο και τη λίμνη της και φαίνεται απ’ όλη την περιοχή. Την τύχη αυτή της θέσης του όμως πλήρωσε πολύ ακριβά στο παρελθόν, όταν πέρασαν από εκεί οι Γερμανοί. Στην πλατεία του χωριού ένα μνημείο πεσόντων μαρτυρά το χρονικό μιας μεγάλης σφαγής την Κυριακή 3 Οκτωβρίου 1943.

Ύστερα από διαταγή του στρατιωτικού διοικητή Χούμπερτ Λανς προς την 1η Ορεινή Μεραρχία Εντελβάις για αντίποινα σε ακτίνα 20 χιλιομέτρων από τη θέση Ζήτα στην κοιλάδα του ποταμού Λούρου, όπου σκοτώθηκε ο αντισυνταγματάρχης Γιόζεφ Ζάλμινγκερ, ορεινοί καταδρομείς εισβάλλουν στο χωριό, σφάζουν αδιακρίτως βρέφη, παιδιά, γυναίκες, γέροντες και τυλίγουν τα σπίτια στις φλόγες, αφήνοντας πίσω τους 88 θύματα. Οι Λιγκιάδες λεηλατήθηκαν από τους ναζιστές για παραδειγματισμό και επιλέχτηκαν λόγω της γεωγραφικής τους θέσης – ο καπνός ήταν ορατός σε όλη την περιοχή.

Όσοι επέζησαν δεν μιλούσαν για τη φρίκη που έζησαν, βιώνοντας σιωπηλά το πένθος τους. Το 1989 η περίοδος της σιωπής τους έληξε. Ο Γερμανός ερευνητής και καθηγητής Ιστορίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Βρέμης Κριστόφ Σμινκ-Γκουστάβους, που βρίσκεται στην Ήπειρο και ερευνά τις θηριωδίες των ναζί, επισκέπτεται τους Λιγκιάδες και ηχογραφεί μαρτυρίες επιζώντων της καταστροφής. Αφού ολοκλήρωσε την έρευνά του στα γερμανικά κρατικά αρχεία, γράφει μια τριλογία για την Ηπειρο. Το 2011 κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις γιαννιώτικες Εκδόσεις Ισνάφι ο τρίτος τόμος του έργου του «Μνήμες Κατοχής», που αφορά τη σφαγή του χωριού Λιγκιάδες.

Δύο χρόνια αργότερα ο σκηνοθέτης Χρύσανθος Κωνσταντινίδης διαβάζει το βιβλίο του Γερμανού καθηγητή, επιδιώκει να τον συναντήσει και του ζητάει το πολύτιμο υλικό του. Εχει ήδη ξεκινήσει να καταγράφει με τον φακό του μαρτυρίες από τους επιζήσαντες και τους απογόνους τους, ενώ οι κασέτες και το βιβλίο του καθηγητή όσο και ο ίδιος γίνονται οι συνοδοιπόροι του για τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ. Στην ταινία του «Το μπαλκόνι – μνήμες Κατοχής» οι μεταπολεμικές γενιές ακούνε για πρώτη φορά τις μαγνητοφωνημένες μαρτυρίες των προγόνων τους που επέζησαν του ναζιστικού εγκλήματος το 1943 και μιλούν για το πένθος που κληρονόμησαν.

Το Documento συνάντησε τον ιστορικό Κριστόφ Σμινκ-Γκουστάβους και τον σκηνοθέτη Χρύσανθο Κωνσταντινίδη στην πρεμιέρα της ταινίας στο φετινό 20ό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

«Ναζισμός, φασισμός, εθνισμός είναι ένα»

Χρύσανθος Κωνσταντινίδης -Σκηνοθέτης

Πότε άκουσες πρώτη φορά την ιστορία των Λιγκιάδων;

Ο παππούς μου ήταν ανάμεσα σε αυτούς που την ώρα της σφαγής μάζευαν καρύδια πίσω από το Μιτσικέλι, στις Καρυές και επιστρέφοντας το βράδυ βρήκαν απανθρακωμένη την οικογένειά τους. Από μικρό παιδί ακούω και βιώνω τις περιγραφές αυτής της ιστορίας· τα παραμύθια που άκουγα δεν ήταν παραμύθια, ήταν η πρώτη μου επαφή με την έννοια του θανάτου.

Τι σε κινητοποίησε να κάνεις την ταινία;

Η αγωνία μου να προσθέσω ένα λιθαράκι στο αντιφασιστικό κίνημα. Δεν θα βγω στον δρόμο να δείρω τον φασίστα, όμως μάχομαι τον φασισμό με τα εργαλεία της δουλειάς μου και με τις πηγές στις οποίες έχω πρόσβαση. Η ταινία βασίστηκε στο βιβλίο του καθηγητή Κριστόφ Σμινκ-Γκουστάβους. Εικονογράφησα τις άγνωστες στο ευρύ κοινό μαρτυρίες των επιζώντων αυτής της ναζιστικής θηριωδίας και των παιδιών τους που μέχρι σήμερα βιώνουν το πένθος αυτού του πολέμου.

Το πένθος κληρονομείται;

Ναι, διαιωνίζεται και ανακυκλώνεται στις επόμενες γενιές. Ήθελα να μιλήσω για το πώς πέρασε και σ’ εμένα αυτό το πένθος. Αν σήμερα χαρακτηρίζουμε κάποια γεγονότα απάνθρωπα, ας θυμηθούμε –ή ας μάθουμε– ότι έχουν τις ρίζες τους στο παρελθόν μας. Δυστυχώς, την εποχή που ζούμε η αξία της ανθρώπινης ζωής δεν λαμβάνεται πάλι διόλου υπόψη.

Τι σημαίνει για σένα η συμμετοχή της ταινίας στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης;

Ευελπιστούμε από δω να φτάσει όσο μακριά μπορέσει, διαδίδοντας πόσο ακραία είναι η ναζιστική ιδεολογία. Βασικός στόχος της δημιουργίας της είναι όσοι τη δουν να καταλάβουν τι σημαίνει φασισμός, ναζισμός, εθνισμός. Και αυτά τα τρία είναι ένα. Γιατί στην Ελλάδα τελευταία κάποιοι τα διαχωρίζουν. Από την άλλη, επειδή είναι μια ταινία που μνημονεύει τα θύματα του ολοκαυτώματος, ένας φόρος τιμής σε αυτούς, με πρωταγωνιστές τους επιζώντες και τους συγγενείς τους, ανυπομονώ πολύ για τη μέρα της προβολής της στην πλατεία του χωριού.

«Στη Γερμανία δεν ήξεραν ότι η Βέρμαχτ έφτασε στην Ελλάδα»

Κριστόφ Σμινκ-Γκουστάβους – Καθηγητής Ιστορίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Βρέμης

Πότε ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για την Ηπειρο;

Δεν γνώριζα τίποτε για τον πόλεμο προτού την επισκεφτώ το 1978. Ως ιστορικός νιώθω ντροπή, καθώς οι περισσότεροι συνάδελφοι στη Γερμανία δεν ήξεραν ότι η Βέρμαχτ έφτασε στην Ελλάδα. Οσα πρωτάκουσα τότε ήταν τόσο απίστευτα που έγιναν το κίνητρο για να ξεκινήσω μια έρευνα η οποία διήρκεσε τρία χρόνια και κατέληξε σε μια τριλογία για τις θηριωδίες του γερμανικού στρατού στην Ηπειρο.

Ποια είναι η απήχηση των βιβλίων σας στη Γερμανία;

Αν και άργησαν να εκδοθούν στα γερμανικά –καθώς δεν ενδιαφερόταν κανένας εκδότης γι’ αυτό το θέμα–, είναι πολύ καλή. Εχω κάνει και κάνω συχνά πολλές παρουσιάσεις δείχνοντας φωτογραφίες των μαρτύρων από την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Μια από αυτές, ίσως η πιο σπουδαία, για τον τρίτο τόμο που αναφέρεται στους Λιγκιάδες, έγινε στο Βερολίνο, στο Κέντρο Τεκμηρίωσης Τοπογραφία του Τρόμου που έχει ανεγερθεί στον χώρο των αρχηγείων της Γκεστάπο.

Τι σκεφτήκατε όταν μάθατε ότι μια ταινία θα βασιστεί σε αυτό το βιβλίο σας;

Είναι τιμή για μένα. Μια ταινία συνήθως έχει μεγαλύτερη απήχηση από ένα βιβλίο· είναι μια συνέχεια της δουλειάς μου. Ξέρετε, οι ιστορικοί γράφουν βιβλία που συνήθως μένουν στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων. Αυτό όμως δεν με ενδιέφερε ποτέ. Πάντα ήθελα να γράφω βιβλία από τα οποία θα μαθαίνουν όσο περισσότεροι γίνεται τι σημαίνει πόλεμος, τι σημαίνει ναζισμός. Κι όλα τα βιβλία μου έχουν στο κέντρο τον άνθρωπο που μιλάει για τα δεινά της ζωής του. Είναι επιστημονικά βιβλία που βασίζονται στην έρευνα και την τεκμηρίωση, αλλά χρησιμοποιώ από την αρχή μια πηγή που για πολλά χρόνια στους επαγγελματίες ιστορικούς –σήμερα είναι πλέον μόδα– δεν είχε καμία σημασία: την προφορική μαρτυρία του προσώπου. Οχι του «μεγάλου» προσώπου της Ιστορίας αλλά του καθημερινού ανθρώπου. Αυτός με ενδιαφέρει. Και γι’ αυτό με έχουν αποκαλέσει «ξυπόλητο ιστορικό», γιατί κάνω έρευνα τριγυρνώντας τα χωριά.

Πώς βλέπετε το φαινόμενο της ανόδου της ακροδεξιάς στη Γερμανία;

Ανησυχώ και γι’ αυτό συνεχίζω τη δουλειά μου και είμαι ευγνώμων που και άλλοι συνεχίζουν. Είναι αδύνατο να κρατήσουμε το στόμα μας κλειστό. Αυτό το νόημα έχει η δουλειά μας. Αλλά δεν είμαι πολύ αισιόδοξος. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχουμε 93 βουλευτές της AfD στο γερμανικό κοινοβούλιο, ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν νεοναζιστές. Μάλιστα σήμερα αποφεύγουν την επανάληψη των εκλογών γιατί φοβούνται ότι θα αυξηθεί το ποσοστό της AfD.

Έχετε μνήμες από τον πόλεμο;

Το 1944 ο πατέρας μου ήταν στρατιώτης και η μητέρα μου δούλευε ως δικηγόρος στη Φρανκφούρτη τον καιρό που βομβαρδιζόταν. Εγώ με τα αδέρφια μου ζούσαμε μακριά από την πόλη, σε ένα ίδρυμα μαζί με άλλα παιδιά για να είμαστε προστατευμένα από τους βομβαρδισμούς. Μου έλεγε λοιπόν η μητέρα μου ότι κάθε Παρασκευή που ερχόταν για να μας δει, αν και ήταν μεσάνυχτα, με ξυπνούσε –ήμουν ο μικρότερος, δύο χρόνων– και με ρωτούσε: «Ξέρεις ποια είμαι;». Περίμενε όλη την εβδομάδα με αγωνία για να ακούσει την ίδια απάντηση κάθε φορά: «Ναι, είσαι η μαμά μου». Μου το είχε διηγηθεί η ίδια τόσο πολλές φορές και δεν είμαι σίγουρος ότι αν είναι δική της ή δική μου ανάμνηση.

Τι σημαίνει για σας πατρίδα;

Η δική μου πατρίδα είναι η πατρίδα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, της βιομηχανίας που εγκληματεί με το εμπόριο όπλων. Μου έρχονται όμως και άλλα στον νου: Αλμπερτ Σβάιτσερ, Ντίτριχ Μπονχέφερ, τα μεγάλα ονόματα του ανθρωπισμού, αντίσταση ενάντια στη βία, αντίσταση στον ναζισμό – και αυτά αισθάνομαι πατρίδα μου.

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter