26 Οκτωβρίου 1947: Σαν σήμερα γεννήθηκε η Χίλαρι Κλίντον
Η Χίλαρι Κλίντον αποτελεί μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας των ΗΠΑ.

Σαν σήμερα, στις 26 Οκτωβρίου 1947, γεννήθηκε η Χίλαρι Κλίντον (Hillary Clinton). Η Χίλαρι Κλίντον αποτελεί μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας των ΗΠΑ.
Βιογραφικά στοιχεία
Η Χίλαρι Κλίντον γεννήθηκε λίγο μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 26 Οκτωβρίου 1947, στο Σικάγο του Ιλινόις, στις ΗΠΑ. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί των Χιου και Ντόροθι Ρόνταμ.
Είναι δικηγόρος στο επάγγελμα ενώ έχει και ασκήσει πολιτικά αξιώματα, έχοντας διατελέσει γερουσιαστής των ΗΠΑ (2001–2009) και υπουργός Εξωτερικών (2009–2013) κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
Ήταν η πρώτη κυρία κατά τη διάρκεια (1993–2001) της διακυβέρνησης του Μπιλ Κλίντον. Ως υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος για την προεδρία το 2016, αποτέλεσε την πρώτη γυναίκα που ηγήθηκε του προεδρικού ψηφοδελτίου ενός μεγάλου κόμματος στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Πρώιμα χρόνια
Η Χίλαρι Κλίντον μεγάλωσε σε ένα προάστιο του Σικάγο, το Park Ridge, όπου η επιχείρηση υφασμάτων του πατέρα της παρείχε μια άνετη διαβίωση στην οικογένεια. Ως πρότυπα από την οικογένειά της είχε τη σκληρή δουλειά και την ακαδημαϊκή αριστεία, σύμφωνα με τον ιστότοπο Britannica.
Από τα σχολικά χρόνια της, λάμβανε ηγετική στάση και συμμετείχε ενεργά σε διάφορα προγράμματα νεολαίας. Αργότερα, συνδέθηκε με φιλελεύθερους σκοπούς, παρόλο που κατά το διάστημα αυτό προσχώρησε στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα των γονιών της.
Το 1964 έκανε εκστρατεία για τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο για την προεδρία, Barry Goldwater, και προήδρευσε του τοπικού παραρτήματος των Νέων Ρεπουμπλικανών. Το 1964, με την εγγραφή της στο Κολέγιο Wellesley, οι πολιτικές της θέσεις άρχισαν να αλλάζουν. Επηρεασμένη από τις δολοφονίες των Malcolm X, Robert F. Kennedy και Martin Luther King Jr., εντάχθηκε στο Δημοκρατικό Κόμμα, συμμετέχοντας εθελοντικά στην προεδρική εκστρατεία του υποψηφίου Γιουτζίν ΜακΚάρθι, που είχε αντιταχθεί στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Μετά την αποφοίτησή της από το Κολλέγιο το 1969, εισάχθηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Yale.
Η άσκηση της δικηγορίας και το Αρκάνσας
Μετά την αποφοίτησή της από το Yale, η Χίλαρι Κλίντον, εργάστηκε με τον Έλντελμαν στη Μασαχουσέτη για το Ταμείο Προστασίας των Παιδιών. Το 1974, συμμετείχε στην έρευνα για το σκάνδαλο Watergate σχετικά με την πιθανή καθαίρεση του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον.
Μετά τη λήξη της υπόθεσης, έλαβε την απόφαση να μετακομίσει στο Αρκάνσας. Εκεί, δίδαξε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Αρκάνσας και, μετά τον γάμο της με τον Κλίντον στις 11 Οκτωβρίου 1975, εντάχθηκε στο δικηγορικό γραφείο Rose στο Little Rock του Αρκάνσας, όπου αργότερα έγινε συνέταιρος.
Η πρώτη κυρία των Ηνωμένων Πολιτειών
Στην προεκλογική εκστρατεία του συζύγου της, η Χίλαρι Κλίντον , είχε ενεργό ρόλο, αν και είχε δεχθεί έντονη κριτική λόγω της παλαιότερης ενασχόλησης με «φιλελεύθερους σκοπούς».
Παράλληλα, ορισμένες από τις οικονομικές συναλλαγές της Χίλαρι είχαν κινήσει υποψίες για παρατυπίες των δράσεών της, οδηγώντας σε εκτεταμένες έρευνες, αφότου όμως έγινε πρώτη κυρία.
Η επένδυσή της στο Whitewater, ένα συγκρότημα ακινήτων στο Αρκάνσας, και η διακίνηση εμπορευμάτων που πραγματοποίησε την περίοδο 1978-79, μέσω της οποίας φέρεται να μετέτρεψε μια επένδυση 1.000 δολαρίων σε 100.000 δολάρια σε λίγους μήνες, μπήκαν στο μικροσκόπιο των ελεγκτικών αρχών.
Κατά την περίοδο που ήταν η πρώτη κυρία των ΗΠΑ, επικρίθηκε σε μεγάλο βαθμό για τις πρακτικές της. Ειδικότερα, ενέργειες, όπως η ίδρυση προσωπικού της γραφείου στον Λευκό Οίκο, η διακοπή κοινοποίησης των συνεδριάσεων της ομάδας εργασιών του Λευκού Οίκου για το κοινό, τους γιατρούς και άλλους επαγγελματίες υγείας, απόλυση εργαζομένων του Λευκού Οίκου και η συμμετοχή της σε νομικούς ελιγμούς από τον Λευκό Οίκο κατά τη διάρκεια της έρευνας για την υπόθεση Whitewater, είχαν προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια για το πρόσωπό της.
Το 1999, η Χίλαρι Κλίντον έθεσε την υποψηφιότητά της για την έδρα της Γερουσίας των ΗΠΑ από τη Νέα Υόρκη, την οποία και κέρδισε, επικρατώντας του Ρεπουμπλικάνου Ρικ Λάτσιο. Με αυτή την επικράτηση, η Χίλαρι Κλίντον αποτέλεσε την πρώτη κυρία που καταλάμβανε αιρετό αξίωμα.
Γερουσία και υποψηφιότητα για την προεδρία του 2008
Μετά την ορκωμοσία στις 3 Ιανουαρίου 2001, η γερουσιαστής πλέον Κλίντον, άσκησε πιέσεις για μεταρρυθμίσεις της υγειονομικής περίθαλψης, ενώ παρέμεινε υπέρμαχος της μέριμνας για τα παιδιά. Παράλληλα, υπηρέτησε σε διάφορες επιτροπές της Γερουσίας, συμπεριλαμβανομένης της Επιτροπής Ένοπλων Δυνάμεων.
Η θητεία της συνδέθηκε με την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στους Δίδυμους Πύργους, όντας υπέρμαχος της εισβολής στο Αφγανιστάν, αλλά έγινε έντονα επικριτική για τον χειρισμό του πολέμου στο Ιράκ από τον Πρόεδρο Τζορτζ Μπους. To 2006 επανεξελέγη στη Γερουσία.
Το 2007, η Χίλαρι Κλίντον, ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος, για την προεδρία των ΗΠΑ που ήταν το 2008. Σε μία σκληρή μάχη με τον έτερο υποψήφιο, Μπαράκ Ομπάμα, δεν κέρδισε τις εσωκομματικές εκλογές, με τον Ομπάμα μετέπειτα, να εκλέγεται Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Υπουργός Εξωτερικών και υποψηφιότητα για την προεδρία του 2016
Τον Δεκέμβριο του 2008, ο Obama επέλεξε τη Χίλαρι Κλίντον στη θέση του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, στο οποίο υπηρέτησε, μέχρι την παραίτησή της το 2013. Σύμφωνα με τον ιστότοπο Britannica επαινέθηκε για τον ρόλο της ως Υπουργός Εξωτερικών, ωστόσο, το 2015, ένα σκάνδαλο δημιούργησε τριγμούς στην αξιοπιστία της, το οποίο έμελε να την ακολουθεί και στην «κούρσα» για την προεδρία των ΗΠΑ με αντίπαλο τον Ντόναλτ Τραμπ.
Ως προς το σκάνδαλο, αποκαλύφθηκε ότι είχε χρησιμοποιήσει ιδιωτική διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και server (διακομιστή) για απόρρητη επίσημη επικοινωνία κατά τη θητεία της στο Υπουργείο Εξωτερικών, γεγονός που προκάλεσε ανησυχίες τόσο για την ασφάλεια όσο και για τη διαφάνεια της κυβέρνησης. Ως αποτέλεσμα αυτού, ενεπλάκη το FBI, το οποίο ξεκίνησε να ερευνά το θέμα.
Τον Απρίλιο του 2015, η Χίλαρι Κλίντον ανακοίνωσε την υποψηφιότητα της στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ του 2016. Αποτελούσε το φαβορί για το χρίσμα των Δημοκρατικών, ωστόσο, η προεκλογική της εκστρατεία συνάντησε μια απροσδόκητη πρόκληση, αυτή του Bernie Sanders. Η ρεαλιστική ατζέντα της Κλίντον, σε σύγκριση με τις ριζοσπαστικές προτάσεις του Sanders, κατάφερε να διατηρήσει το προβάδισμά της, με συνεχή ερωτήματα όμως προς το πρόσωπό της, ειδικότερα λόγω του σκανδάλου με τα ιδιωτικά email.
Στις 7 Ιουνίου 2016, η Κλίντον έλαβε κι επίσημα το χρίσμα των Δημοκρατικών. Τον Ιούλιο του ιδίου έτους, το FBI ολοκλήρωσε την έρευνά του για τα ηλεκτρονικά μηνύματα, με τον Διευθυντή Τζέιμς Κόμεϊ να συστήνει να μην απαγγελθούν κατηγορίες εναντίον της Κλίντον, δηλώνοντας όμως ότι ήταν «εξαιρετικά απρόσεκτη» στον χειρισμό απόρρητου υλικού. Η απόφαση προκάλεσε έντονο κύμα κριτικής από τους αντιπάλους της. Στις 26 Ιουλίου 2016, στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών, ανακηρύχθηκε και επισήμως υποψήφια του κόμματος.
Ο Ρεπουμπλικάνος αντίπαλος της Χίλαρι Κλίντον ήταν ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο προεκλογικός τους αγώνας χαρακτηρίστηκε από κλιμακούμενες αντιπαραθέσεις, αλληλοκατηγορίες, σε ένα γενικότερο κλίματα έντονης τοξικότητας. Παρά το σημαντικό προβάδισμα που έδειχναν οι δημοσκοπήσεις για την Κλίντον, στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου 2016, ηττήθηκε για την προεδρία. Μάλιστα, το παράδοξο είναι ότι κέρδισε τη λαϊκή ψήφο (2,8 εκατομμύρια), ενώ στο εκλεκτορικό σώμα, ο Τραμπ έλαβε 304 ψήφους εκλεκτόρων, έναντι 227 που έλαβε η Κλίντον.
Μεταγενέστερες δραστηριότητες
Λίγους μήνες μετά την εκλογική ήττα του 2016, τον Μάιο του 2017, η Χίλαρι Κλίντον ίδρυσε την Onward Together, μια πολιτική ομάδα που στόχευε στη χρηματοδότηση και την υποστήριξη προοδευτικών σκοπών. Τρία χρόνια αργότερα, έγινε η πρώτη γυναίκα πρύτανης του Πανεπιστημίου Queen’s στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας.
Στο διάστημα που ακολούθησε, η Κλίντον συνέχισε να εκδίδει βιβλία ενώ παρέμεινε ενεργή στην πολιτική. Το 2024, παρέθεσε ομιλία στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών, προσφέροντας υποστήριξη στην υποψήφια του κόμματος για την προεδρία, Κάμαλα Χάρις, η οποία τελικά έχασε την εκλογική μάχη από τον Τραμπ.
Πηγή άρθρου: britannica.com




















