Η µοναδική πετυχηµένη επιχείρηση πολιτικού rebranding στη σύγχρονη ελληνική ιστορία ήταν αυτή του Κωνσταντίνου Καραµανλή. Κάθε άλλη προσπάθεια αναδιαµόρφωσης πολιτικού προφίλ κατέληξε σε καταστάσεις τύπου Γιάννη Ζίγδη, ΚΟ∆ΗΣΟ (Γιάγκος Πεσµαζόγλου) και ΚΙ∆ΗΣΟ (Γιώργος Α. Παπανδρέου). Σε αυτές τις περιπτώσεις το rebranding δεν ήταν τίποτε άλλο από ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών και αναπόληση κάποιου παλιού µεγαλείου.
Ο Κωνσταντίνος Καραµανλής µπήκε στην ενεργή πολιτική τη δεκαετία του 1950 έπειτα από συµφωνία της βασίλισσας Φρειδερίκης µε τη CIA (έχουν αποχαρακτηριστεί τα σχετικά τηλεγραφήµατα του Αµερικανού πρέσβη στην Αθήνα) και τη δεκαετία του 1960, όντας πρωθυπουργός, ταυτίστηκε µε τη δράση του παρακράτους, τις εκλογές της βίας και της νοθείας, το σχέδιο «Περικλής», τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαµπράκη και τις διώξεις εναντίον αριστερών. Ο Καραµανλής έπειτα από µια σκληρή προσωπική σύγκρουση µε τη Φρειδερίκη, η οποία υπήρξε προστάτιδά του, έφυγε στο Παρίσι, χαρακτηρίζοντας την αποχώρησή του ροµαντικά και ηρωοποιητικά ως «αυτοεξορία». Οσο ήταν στο Παρίσι διατηρούσε σχέση µε τους χουντικούς και άµεσα αλλά και µέσω του Ευάγγελου Αβέρωφ.
Το 1974 ο Καραµανλής ωστόσο επέστρεψε ως εθνάρχης, νοµιµοποίησε το ΚΚΕ, στήριξε τις δηµοκρατικές µεταρρυθµίσεις και προσπάθησε να δείξει ότι δεν έχει σχέση µε τα χουντικά σταγονίδια, ενώ επέλεξε και τον ευρωπαϊκό δρόµο της χώρας. Η στροφή του Καραµανλή δεν ήταν απαραίτητα πίστη στη δηµοκρατία αλλά αποδοχή της νέας πραγµατικότητας. Σε κάθε περίπτωση το rebranding πέτυχε. Ο Καραµανλής αναβαπτίστηκε ως εθνάρχης κάνοντας την παραδοχή εν τοις πράγµασι ότι αφήνει πίσω τον παλιό κακό πολιτικό του εαυτό για χάρη του έθνους, της ενότητας και της ευρωπαϊκής προοπτικής.
Μισό αιώνα µετά ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί το δικό του rebranding. Μια σειρά από εκδηλώσεις και αµέτρητα δηµοσιεύµατα και ψίθυροι οδηγούν στο συµπέρασµα ότι η επιστροφή του είναι αποφασισµένη. Θα βάλει τέλος στην αυτοεξορία του στο Σούνιο και θα πάρει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για να τελειώσουµε µε τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Η πραγµατικότητα βέβαια είναι ότι ο Τσίπρας δεν επιστρέφει γιατί δεν έφυγε ποτέ. Αφησε την αρχηγία του κόµµατος το 2023, έπαιξε ρόλο στην αρχική επιλογή της Εφης Αχτσιόγλου για την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ και, όταν εκείνη έθεσε τους δικούς της όρους, επέλεξε τον Στέφανο Κασσελάκη για την ηγεσία του κόµµατος. (Μέχρι σήµερα δεν έχει διαψευστεί αυτό που αποκάλυψε ο Κασσελάκης ότι του ζητούσε να είναι ο CEO του κόµµατος γιατί πρόεδρος πραγµατικός παρέµενε ο ίδιος). Στη συνέχεια, µε µια κίνηση δήλωσης ανοιχτής παρέµβασης ο Τσίπρας επιχείρησε να εξοστρακίσει τον Κασσελάκη, πράγµα που δροµολόγησε πρακτικά µια διαδικασία ανωµαλίας και (µιας ακόµη) διάσπασης.
Ο Τσίπρας παρέµεινε στον ΣΥΡΙΖΑ και αφού βούτηξε στη στοχαστική σιωπή σκοπεύει να εµφανιστεί ως εναλλακτική λύση. Πώς όµως και γιατί θα επιστρέψει; Ο Τσίπρας είναι αναµφίβολα ένας ικανός πολιτικός, ο οποίος παρότι δεν γεννήθηκε σε χρυσή κούνια κάποιας πολιτικής ή επιχειρηµατικής φαµίλιας κυβέρνησε τη χώρα µε όρους εντιµότητας. Εγραψε ιστορία και είναι θεµιτό να θέλει να ξαναγράψει. Το θέµα όµως δεν είναι αν είναι ικανός ο Αλέξης, αλλά για τι είναι ικανός. Τι είναι αυτό που θέλει να κάνει; Απλώς να κυβερνήσει και να βαφτίσει αυτήν του τη φιλοδοξία ως απελευθέρωση από τον Μητσοτάκη;
Ο πρώην πρωθυπουργός έγραψε ιστορία µε τις αποφάσεις του, αλλά και µε τις αντιφάσεις και τις προφάσεις που επικαλέστηκε για να µην κυβερνήσει όπως είχε εξουσιοδοτηθεί από την κοινωνία. Αντιγράφοντας τον Κωνσταντίνο Καραµανλή στο rebranding προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί από την παλιά κακή πολιτική εικόνα εµφανίζοντας µια καινούργια. Κατασκευάζει όµως µια νέα προσωπική αντίφαση, την οποία µοιραία µετατρέπει και σε πολιτική αντίφαση. Ποιο είναι το κακό από το οποίο αποµακρύνεται; Τι δεν έκανε καλά και τώρα θα το κάνει; Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν πράγµατι κακιά και τώρα που εκπαιδεύεται στη µετριοπάθεια και τη συµπεριληπτικότητα θέσεων που αρέσουν σε όλους θα πετύχει; Και όλα αυτά τα κάνει όταν ξένοι ηγέτες, ανάµεσά τους και η Μέρκελ, αλλά και τα ίδια τα στατιστικά στοιχεία πλέον αποδέχονται ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήταν καλύτερη από το καθεστώς Μητσοτάκη; Θα πετάξει το παιδί του και στη συνέχεια θα ισχυριστεί ότι είναι καλός πατέρας;
Αν στόχος του Τσίπρα είναι να εµφανιστεί ως προϊόν σε νέα συσκευασία, ένα µαλακτικό που µοσχοβολάει σαν την πρώτη ηµέρα της άνοιξης, τότε η τακτική του είναι αποδεκτή. Εάν το ζητούµενο είναι η πολιτική και µάλιστα αυτή που είναι στον αντίποδα της πολιτικής του Μητσοτάκη, τότε πρέπει να υπερασπιστεί όσα έχει κάνει ως πολιτικός και να µην υποκύπτει στον ρόλο του πλασιέ ενός προϊόντος που τα έχει όλα και συµφέρει. Πρέπει να υπερασπιστεί θέσεις και όχι σενάρια εξουσίας. Να επιδιώξει δικαίωση πολιτικής και όχι προσωπική δικαίωση, κάποια ρεβάνς που θα πάρει από τον Μητσοτάκη και θα ικανοποιήσει πολλούς.
Ο Τσίπρας προσπαθεί να απευθυνθεί σε ένα γενικότερο κοινό στο οποίο, επειδή δεν τον προσεγγίζει, προτάσσει µια συµπαθητική µετριοπάθεια για να το πείσει ότι είναι καλός επειδή ακριβώς είναι µετανιωµένος. Την ίδια ώρα ελπίζει και στο ακριβώς αντίθετο κοινό που πιστεύει σε αυτόν ως εκφραστή της πολιτικής των συγκρούσεων για τη δηµοκρατία και την πρόοδο. ∆ηµιουργεί έτσι µια νέα αντίφαση, απέναντι στην οποία θεωρεί ότι έχει την απεριόριστη, σχεδόν θαυµατουργή ικανότητα να σταθεί στρέφοντας τα πράγµατα προς όφελός του. Ενώ εµφανίζεται θεωρητικά ως αυτός που θα µπορέσει να αποκαθηλώσει τον Μητσοτάκη, δεν στρέφεται εναντίον του, αλλά επιχειρεί να πείσει ως φορέας µεταφυσικής πολιτικής καλοσύνης. Η πολιτική όµως δεν είναι ούτε καλοσύνη ούτε µεταφυσική, αλλά µάχη µε το πραγµατικό για το αναγκαίο.
Η µοναδική φορά που ο Τσίπρας θυµήθηκε τον παλιό του εαυτό και τον Μητσοτάκη ως εκφραστή µιας άθλιας πολιτικής ήταν όταν αποφάσισε, τη βδοµάδα που πέρασε, να του απαντήσει σκληρά για όσα υποτιµητικά είπε ο νυν πρωθυπουργός στη Βουλή σε σχέση µε το αίτηµα Τσίπρα να δοθούν στη δηµοσιότητα τα πρακτικά της συνάντησης των πολιτικών αρχηγών το 2015. Η αντιπαράθεση όµως αυτή αποδεικνύει ακριβώς ότι ο Μητσοτάκης, επιλέγοντας να στοχοποιήσει τον Τσίπρα, δείχνει ότι τον προτιµάει/επιθυµεί ως αντίπαλο και γι’ αυτό τον αναδεικνύει. Γιατί απευθύνεται στο δικό του κοινό στο οποίο είναι ενοχοποιηµένος εδώ και χρόνια. Οσο ο Τσίπρας θα εµφανίζεται µε ακαδηµαϊκή πρακτική ως αντίπαλος του Μητσοτάκη, αποφεύγοντας τις συγκεκριµένες αναφορές που αφορούν τα προβλήµατα, τόσο ο Μητσοτάκης θα τον προσδιορίζει πολύ συγκεκριµένα ως εφιάλτη από το παρελθόν, το οποίο ο ίδιος άλλωστε αποποιείται.
Από όλα τα στοιχεία που θα αποτελούσαν εγγύηση για την ηγετική και ευεργετική επιστροφή Τσίπρα τα µόνα που διαθέτει αυτήν τη στιγµή είναι η θέληση και η ικανότητα. Για να θέσω όµως ξανά το ερώτηµα, είναι ικανός, αλλά για τι; Οσο δίνει την εντύπωση ότι περιµένει απλώς την ενθρόνιση διαπράττει το λάθος του 2023, όταν περίµενε τον Μητσοτάκη να πέσει σαν ώριµο φρούτο και θεωρούσε την ηχώ στο δωµάτιο ως νέο κάλεσµα της Ιστορίας. Τελικώς, ήταν διάφοροι έµπιστοι που µίλαγαν στον καθρέφτη και συµφωνούσαν µε τον εαυτό τους.
Διαβάστε επίσης:
Αγρίνιο: Ράγισαν καρδιές στο τελευταίο αντίο στη μικρή Αλεξάνδρα – Τραγική φιγούρα ο πατέρας τη
«Αντίποινα» ετοιμάζει η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την απειλή Τραμπ για δασμούς 30%