Άρειος Πάγος: Σήμερα η συζήτηση αναίρεσης της απαλλακτικής απόφασης Παπαντωνίου για το σκάνδαλο με τις φρεγάτες
Η θεία από τη Νιγηρία και οι νομικές «ακροβασίες» της έδρας

Τη στιγμή που η ελληνική Δικαιοσύνη καλείται να αναμετρηθεί με το κοινό περί δικαίου αίσθημα το οποίο ζητάει «οξυγόνο» κι απαντήσεις για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, μόνο ως ειρωνεία μπορεί να εκλάβει κανείς το γεγονός πως ακόμα δεν έχει ξεμπερδέψει με τις υποθέσεις διαφθοράς του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ.
Στην Ελλάδα λοιπόν, του Κυριάκου Μητσοτάκη και με Υπουργό Δικαιοσύνης τον – Δράκοντα -Γιώργο Φλωρίδη, σήμερα Τετάρτη 15 Οκτωβρίου, το Ζ’ Τμήμα του Αρείου Πάγου θα συνεδριάσει με σκοπό να αποφανθεί για το αν ήταν ή δεν ήταν «ορθή» νομικά η αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, για το σκάνδαλο εκσυγχρονισμού των 6 φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού. Σύμφωνα με την υπό κρίση απόφαση ο άλλοτε Υπουργός Άμυνας – επί κυβερνήσεως Κώστα Σημίτη- Γιάννος Παπαντωνίου, μαζί με τη σύζυγό του Σταυρούλα Κουράκου και τον στενό τους φίλο Ανδρέα Μπάρδη είναι αθώοι, καθώς «το Δικαστήριο ομόφωνα έκρινε ότι η απιστία δεν περιλαμβάνεται στα περιοριστικώς αναφερόμενα βασικά αδικήματα, και παρόλο ότι οι κατηγορούμενοι δεν έδωσαν επαρκείς εξηγήσεις για την προέλευση των χρημάτων, το Δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες. Οι αμφιβολίες είναι υπέρ των κατηγορουμένων, και τους κηρύσσει αθώους».
Υπενθυμίζεται πως ο άλλοτε ισχυρός άνδρας του Σημιτικού ΠΑΣΟΚ αντιμετώπιζε το αδίκημα του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος ύψους 2.437.962 ευρώ, ποσό το οποίο φέρεται να προέρχεται από την εταιρεία «THALES NEDERLAND B.V.», υπό τη μορφή «δώρου», προκειμένου να υπογράψει τη σύμβαση εκσυγχρονισμού των 6 φρεγατών του πολεμικού Ναυτικού το 2003.
Η θεία από τη Νιγηρία… και τα προσχήματα
Η υπερασπιστική γραμμή του πρώην υπουργού Άμυνας, Γιάννου Παπαντωνίου, ήταν ότι τα 2,5 εκατομμύρια που βρέθηκαν στους λογαριασμούς, δεν προέρχονταν όμως από μίζες, αλλά από μια θεία από την Νιγηρία. Η θεία βέβαια μέχρι σήμερα είναι άγνωστη, αγνώστου διαμονής, όμως είναι σίγουρα πλούσια και μεγαλόψυχη.
Στο συγκεκριμένο αφήγημα ο Εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου κακουργημάτων απάντησε λέγοντας πως ο κ. Παπαντωνίου «είπε για κάποια αδελφή του πατέρα του στο Νίγηρα που του είχε αδυναμία, η οποία διέθετε χρήματα τα οποία μετέφερε στη συνέχεια στο Μονακό, και του έδινε. Αυτά τα χρήματα τα αποταμίευε είπε και μπόρεσε να εξοικονομήσει το ποσό αυτό. Βέβαια, δεν έφταναν αυτά τα χρήματα για να συμπληρωθεί όλο το ποσό. Για τα υπόλοιπα είπε πως ήταν από την πρώην γυναίκα του την οποία είχε διευκολύνει και του τα επέστρεψε από το 1993 έως το 1997 που απεβίωσε. Το σύνολο το χρημάτων όπως δικαιολογούνται από τον κατηγορούμενο, είναι υπερδεκαετίας… Δεν μπορεί να υποστηριχθεί με λογική ακολουθία ο ισχυρισμός ότι είχε κρατήσει μετρητά 2,5 εκ. ευρώ σε διάστημα 15 χρόνων. Δηλαδή όταν υπογράφηκε η σύμβαση, θυμήθηκε να τα πάει έξω στην Ελβετία τα χρήματα γιατί ήθελε να τα εξασφαλίσει. Σε έναν τρίτο που ακούει τέτοιο αφήγημα του δημιουργούνται αμφιβολίες και υποψίες ότι κοροϊδευόμαστε. Στην εισαγγελική αρχή δε, δημιουργείται η πεποίθηση ότι αυτό είναι πρόσχημα».
Μια «έωλη» νομική ερμηνεία
Η απόφαση λοιπόν φαίνεται να πατά σε θολές νομικές ερμηνείες τις οποίες έκανε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων καθώς έκρινε πως τα αδικήματα της απιστίας και δωροδοκίας δεν αποτελούν βασικά αδικήματα για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Λόγω αμφιβολιών και νομικών «ακροβασιών» λοιπόν, ο Γιάννος Παπαντωνίου, η σύζυγός του, Σταυρούλα Κουράκου και ο Ανδρέας Μπάρδης έπεσαν στα μαλακά. Και όχι επειδή «το Δικαστήριο ερεύνησε την ουσία των αδικημάτων της φερόμενης απιστίας και δωροδοκίας και ομόφωνα αποφάσισε ότι δεν υπάρχει απιστία, διότι αυτές οι έξι φρεγάτες φυλάττουν ακόμα τα σύνορα της Ελλάδας», όπως ανέφερε στα ΜΜΕ ο ένας εκ των συνηγόρων των κατηγορουμένων.
Μετά το αμφιλεγόμενο αποτέλεσμα της δίκης, ο τότε αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης, αφού μελέτησε την απόφαση, «πρόσβαλε» το σκεπτικό της κρίνοντας ότι ήταν ελλιπές και προσέφυγε στον Άρειο Πάγο, ζητώντας την αναίρεσή της, αφού πρώτα αξιολογηθεί η ορθότητα στην αθωωτική «κρίση» του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων.
Ένα σκάνδαλο… από το 2003
Υπενθυμίζεται πως μιλάμε για ένα «έγκλημα» το οποίο φέρεται να διαπράχθηκε την περίοδο 2002 -2003 και ακόμα σέρνεται στους μηχανισμούς της δικαιοσύνης και μπορεί να βρίσκεται ακόμα στην αρχή. Κι αυτό διότι αν αύριο κριθεί από το Ζ’ τμήμα του Αρείου Πάγου ότι ήταν εσφαλμένη η απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, τότε η υπόθεση επιστρέφει εκ νέου στις δικαστικές αίθουσες και η ελληνική δικαιοσύνη θα ξανακληθεί να μπει στην ουσία.
Πώς φτάσαμε όμως ως εδώ;
Ας πάρουμε τα πράγματα από το σήμερα και να πάμε πάλι πίσω στο χρόνο.
Σήμερα ο Άρειος Πάγος θα κρίνει αν κι εφόσον η απόφαση που πάρθηκε από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ήταν νομικά σωστή- για τυπικούς λόγους-. Κι αυτό διότι η απόφαση απαλλαγής των κατηγορουμένων, εν πολλοίς βασίζεται στην «έωλη» παραδοχή του δικαστηρίου, της παραγραφής των βασικών αδικημάτων τα οποία θα στήριζαν την κατηγορία του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Συγκεκριμένα ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης αφού μελέτησε την απόφαση, προχώρησε στην άσκηση αναίρεσης, καθώς έκρινε πως η απαλλακτική απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη ενώ ταυτόχρονα έχει εντοπίσει μέχρι και εσφαλμένη ερμηνεία νομικών διατάξεων.
Το βασικό νομικό θέμα, το οποίο εντόπισε και ο κ. Ζήσης, είναι ότι λόγω παρέλευσης τόσων ετών τα αδικήματα της παθητικής δωροδοκίας και της απιστίας, τα οποία συνδέονται άρρηκτα με το αδίκημα του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, είναι παραγεγραμμένα. Οπότε με τον τρόπο αυτό συμπαρασύρεται και η κατηγορία του ξεπλύματος μαύρου χρήματος καθώς δεν υφίσταται εν προκειμένω, βασικό… αδίκημα.
Το ενδεχόμενο να δεχθεί ο Αρείου Πάγου να τις ενστάσεις του κ. Ζήση και των νομικών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που παρίστατο προς υποστήριξη της κατηγορίας, σημαίνει ότι ο πρώην υπουργό θα ξανά- κάτσει στο εδώλιο.
Υπό αυτή τη συνθήκη η έδρα που αποφάσισε να αθωώσει τον Γιάννο Παπαντωνίου, τη σύζυγό του και τον κ.Μπαρδή φέρεται να έχει υποπέσει σε πολύ σοβαρό νομικό ατόπημα και μάλιστα κόντρα στην εισαγγελική πρόταση η οποία ήταν καταδικαστική.
Υπενθυμίζεται πως ο εισαγγελέας της έδρας Αλέξανδρος Σπηλιώτης στην πρόταση του είχε αναφέρει χαρακτηριστικά πως «η δωροδοκία προκύπτει ξεκάθαρα από τη ροή των χρημάτων, με χρόνο 31/7/2002 έως 20/10/2003. Το ότι δεν υπάρχει αντιστοιχία στις διακινήσεις χρημάτων στους λογαριασμούς δεν δημιουργεί πρόβλημα στην αποδεικτική διαδικασία». Ενώ εξήγησε πως «είναι αφελές να προσδοκούμε ότι θα φανεί από τις τράπεζες, αλλιώς γίνονται αυτές οι δουλειές, διά του μετρητού χρήματος. Αλίμονο αν είχαμε ταύτιση των ποσών μέσω της τραπέζης, οι αναλήψεις, μετακινήσεις μπορούν να αφορούν οποιαδήποτε αιτία, δεν χρειάζεται να συνδέσουμε και να βγάλουμε συμπέρασμα από την κίνηση των λογαριασμών».
Ο Γιάννος… στη Λίστα Λανγκάρτ
Τις εξελίξεις των δικαστικών ερευνών, όσον αφορά το σκάνδαλο των εκσυγχρονισμό των έξι φρεγατών, είχε δρομολογήσει η αποκάλυψη του περιοδικού Hot Doc και του Κώστα Βαξεβάνη, τον Οκτώβριο του 2012. Συγκεκριμένα στις 28 Οκτωβρίου 2012 όταν το Hot Doc δημοσίευσε τη λίστα Λαγκάρντ με τους καταθέτες της ελβετικής τράπεζας HSBC. Ανάμεσα στα ονόματα ήταν και αυτό της Σταυρούλας Κουράκου, συζύγου του Γ. Παπαντωνίου.
Την ίδια μέρα οι εισαγγελείς Ευγενία Κυβέλου και Ελένη Σίσκου (σ.σ.: εντεταλμενες Ευρωπαιες Εισαγγελεις), που εκείνη την περίοδο διενεργούσαν προκαταρκτική εξέταση, άνοιξαν τους λογαριασμούς όλων των μελών της οικογένειας Παπαντωνίου-Κουράκου, στα οποία περιλαμβάνονταν οι Αλέξανδρος και Στέφανος Ουσταμπασίδης (παιδιά της Κουράκου από προηγούμενο γάμο).
Από το άνοιγμα των λογαριασμών προέκυπτε ότι το 2010 μεταφέρθηκε από τον λογαριασμό της Κουράκου στην τράπεζα HSBC ποσό 1.474.000 ευρώ προς τα δύο παιδιά της, σε λογαριασμούς τους στην Ελλάδα (Eurobank). Μάλιστα για τη μεταφορά πληρώθηκε 5% παρακράτηση ειδικού φόρου που αφορούσε τη νομιμοποίηση επαναπατρισθέντων κεφαλαίων. Δηλαδή οι συναλλασσόμενοι έκαναν την παραδοχή ότι πρόκειται για κεφάλαια που δεν έχουν φορολογηθεί και πληρώνουν το 5% για τη νομιμοποίησή τους με βάση τον νόμο 32842/2010.
Όταν ο πρώην υπουργός αντιλήφθηκε ότι ελέγχονται οι επίμαχοι λογαριασμοί των παιδιών της συζύγου και εμφανίζεται έτσι η ροή χρημάτων, άλλαξε το σενάριο της συνωνυμίας στη λίστα Λαγκάρντ και ξεκίνησε να κάνει τον ανήξερο.
Οι διώξεις και οι «απαλλαγές» λόγω παραγραφής
Βάσει των ευρημάτων της έρευνας ο Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγός του διώχθηκαν για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες σε βαθμό κακουργήματος το οποίο αφορά στη μίζα των 2.835.197 ελβετικών φράγκων που φέρεται να εισέπραξε ο Γιάννος Παπαντωνίου από την THALES NEDERLAND B.V. για την ανάθεση στην γαλλική εταιρεία το 2003 του εκσυγχρονισμού έξι φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού.
Με το ίδιο αδίκημα διώχθηκε και ο Ανδρέας Μπάρδης, στενός φίλους του ζεύγους, ο οποίος έχει παραδεχτεί στην απολογία του ότι το 2002 και το 2003 έβγαλε στο εξωτερικό 2,5 εκατομμύρια ευρώ για λογαριασμό του πρώην υπουργού στην Ελβετία, υποστηρίζοντας όμως σε ότι αφορά τον ίδιο πως δεν γνώριζε την προέλευσή των χρημάτων.
Οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι, κυρίως απόστρατοι αξιωματικοί, κατηγορήθηκαν για το αδίκημα της συνδρομής σε απιστία σε βαθμό κακουργήματος.
Να σημειωθεί ότι για τους περισσότερους από τους εμπλεκόμενους η υπόθεση έκλεισε με παραγραφή. Ειδικότερα 10 από τους 16 συνολικά κατηγορούμενους πρώην στρατιωτικούς, οι οποίοι αποτελούσαν μέλη των επιτροπών που υπέγραφαν τις συμβάσεις και κατηγορήθηκαν για απιστία, απαλλάχτηκαν λόγω παρέλευσης 20ετίας.















