Το «Άρωμα φουζέρ» της Γιούλης Χρονοπούλου είναι ένα μπουκέτο διηγημάτων που αναδίδει έντονα συναισθήματα και δυνατές συγκινήσεις.
Αφότου το πήρα στα χέρια μου, κάθε μέρα που επέστρεφα από τη δουλειά προσπαθούσα να ξεχάσω την επικαιρότητα μυρίζοντας το ιδιαίτερο Άρωμα Φουζέρ που απλωνόταν στο χαρτί. Κι όμως, διάβαζα ή καλούσα στη μνήμη ό,τι πιο επίκαιρο βίωνα ή έχω βιώσει αποδοσμένο με μια φρεσκάδα γραφής. Κι ας είναι το άρωμα κλασικό.
Γιατί αν σήμερα έχουμε διαρκώς στο μυαλό μας τον πόλεμο στην Ουκρανία ή στη Γάζα, έναν πόλεμο πολύ κοντινό μας, με τα παιδιά να κομματιάζονται από τις βόμβες σε παγκόσμια μετάδοση και την πείνα να θερίζει σε απευθείας σύνδεση, η Γιούλη Χρονοπούλου έχει σπαρακτικές εικόνες από πολεμικά μέτωπα. Αδελφός σκοτώνει γονείς και κυνηγά αδελφό.
Κι αν μας προβληματίζει καθημερινά ο ρατσισμός με τα ποικίλα πρόσωπά του, σε αρκετά διηγήματα ο ωμός ρατσισμός είναι παρών και μάλιστα με το πιο αποκρουστικό του πρόσωπο.
Κι αν προβληματιζόμαστε με τις τραγικές αλλαγές στην εκπαίδευση σήμερα, τα περισσότερα διηγήματα τα διαπερνά η εκπαίδευση ως διαδικασία μόρφωσης, κοινωνικοποίησης και συνειδητοποίησης, προβληματισμού και βελτίωσης όχι απλώς ατομικής αλλά προς όφελος του συνόλου. Η συγγραφέας μάλιστα φέρνει στο προσκήνιο και την εκπαίδευση των προσφύγων, αφιερώνοντάς της γλαφυρές και ρεαλιστικές σκηνές στα διηγήματά της.
Αλλά και για την πρόσφατη ιστορία η Γιούλη Χρονοπούλου έχει μεριμνήσει και μας έχει δώσει προσωπικές μαρτυρίες από πρώτο χέρι, από τον παππού της ή την περιπέτεια του δάσκαλου Θανάση Λερούνη στο Αφγανιστάν, χωρίς ούτε μία στιγμή να τις θεωρητικοποιήσει. Τις έχει εντάξει σε ένα πλαίσιο αφήγησης αντιληπτό σε όλη την κοινωνία περνώντας από τη μεριά του ψυχρού παρατηρητή σε εκείνη του δρώντος προσώπου. Ζει την ιστορία, της δίνει πνοή και ψυχή, την αποθεώνει φορτώνοντας αυτά που λείπουν από τα στεγνά συγγράμματα.
Όλο το βιβλίο είναι πλημμυρισμένο συναισθήματα. Κάθε ένα από τα 25 διηγήματα και αναμέτρηση με τον ψυχικό κόσμο. Μια ψηφίδα ιστορίας από έναν καμβά απεριόριστων ιστοριών. Θα μπορούσα να πω τρισεκατομμύρια ιστορίες, αλλά τις περιορίζω καθώς κάθε αναγνώστης θα τις προσεγγίσει ή θα τις βιώσει ως πρωταγωνιστής διαφορετικά. Ένας αριστοτεχνικά τοποθετημένος ενδιάμεσος κρίκος, η Γιούλη Χρονοπούλου, θα τις γεμίσει ζωή μέσα από την απόδοση συναισθημάτων με απεριόριστες εικόνες και προσεκτικές μεταφορές. Γίνεται μεγάφωνο των ηρώων, λέει την ιστορία τους με τόλμη και σθένος. Την ξετυλίγει στην ψυχή μας και το κάνει όπως ακριβώς είναι. Κάποιες φορές, σε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ενίοτε καφκική. Δεν ωραιοποιεί και δεν εξιδανικεύει. Αποδεδειγμένα. Μιλάει για αξίες, ένα ιδιότυπο και ιδανικό χρηματιστήριο ηθικών αξιών. Αποφεύγει το φανταχτερό φως αλλά και το ημίφως. Φέρνει τις ιστορίες κοντά στο φως της λάμπας με την οποία διαβάζουμε. Αντί να στρογγυλοποιεί κινείται γύρω από την ιστορία αποκαλύπτοντας τις φωτεινές και τις σκοτεινές πλευρές της. Τονίζει τις αντιθέσεις γιατί έτσι είναι η ζωή μας. Τις παρουσιάζει διαλεκτικά –όπως κατά τη γνώμη μου πρέπει–, σε όλες τις αποχρώσεις του ασπρόμαυρου:
Τα τσακισμένα όνειρα μιας αταξίδευτης ταξιδιώτισσας, γιατί το ταξίδι το έκανε η βαλίτσα, το αντικείμενο, κι όχι ο υποκείμενο. Μας εκπλήσσει δίνοντας ζωή σε ένα αντικείμενο, προσωποποιώντας τη μοναξιά των τοίχων. Μια στιγμή, χωρίς να προοικονομεί, απρόσμενα μας συνταράσσει στην ακροτελεύτια πρόταση αφήνοντάς μας άφωνους.
Αντιφατικά συναισθήματα με ανατροπές βρίσκουμε κυριολεκτικά πάνω σε ένα στρώμα. Μας κοινωνεί ανέγγιχτες προσδοκίες, ελπίδες ακουμπισμένες στη μοίρα, ανεκπλήρωτα όνειρα και μια ελευθερία σε καταπίεση, την ήττα του έρωτα από το δίκαιο, την ανελέητη επίκυψη της ελευθερίας στην υποταγή της ευθύνης, την ακρότητα της αντίστασης στην ακατάλληλη ίσως στιγμή, την αναγκαιότητα της επιθυμίας, τα μυρωδικά δεσμά του χρόνου, τους περαστικούς από τα μόνιμα μέρη της καταγωγής τους, τη γλυκιά πίκρα της ζωής, τον εκκωφαντικό ήχο της μοναξιάς, τη σωτηρία του χρόνου.
Η αίσθηση της απώλειας συμπλέκεται σαν αγιόκλημα με τη συγγένεια και το σόι. Κάποιους τους επιλέγεις, γίνονται συγγενείς σου επειδή οι ψυχές σας είναι αδελφικές κι όχι επειδή ενώνονται από αίμα. Όπως είναι η σχέση της δασκάλας με τον μαθητή με τα ακουστικά, της νοσοκόμας με τη γηραιά νεότητα.
Από τα πιο αγαπημένα μου είναι τα εμφύλια πάθη, η μεγαθυμία της συγχώρεσης του κατατρεγμένου προς τον βασανιστή. Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να κάνω το ίδιο. Κι όμως η Γιούλη Χρονοπούλου μιλάει με την ανθρωπιά. Μας προσφέρει ένα βιβλίο που ξεχειλίζει ανθρωπιά. Αυτό λείπει από τη ζωή μας, από την αγοραία καθημερινότητά μας. Κάθε φορά που τη συναντάμε δικαίως γίνεται είδηση.
Προσωπικά με άγγιξε ιδιαίτερα η «Φυσαρμόνικα». Γιατί μου έδειξε πως ένα σύμβολο –μια ανάμνηση, μια μυρωδιά, μια εικόνα, ένα χάδι, μια γεύση– μπορεί να μας στηρίξει. Κι ήταν η συγκίνηση που μου πρόσφερε η νοστιμιά ενός κόμπου στον λαιμό.
Info
Γιούλη Χρονοπούλου
«Άρωμα Φουζέρ»
Εκδόσεις Νήσος
Σελ. 118

















