Δικαστές και εισαγγελείς υπερασπίζονται την απόφαση του δικαστηρίου για την αποφυλάκιση του Αριστείδη Φλώρου

Δικαστές και εισαγγελείς υπερασπίζονται την απόφαση του δικαστηρίου για την αποφυλάκιση του Αριστείδη Φλώρου

Εν μέσω πολιτικού σεισμού που φέρνει η αποφυλάκιση του Αριστείδη Φλώρου, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) σπεύδει να ορθώσει ασπίδα προστασίας στους βαλλόμενους πανταχόθεν δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Χαλκίδας για την απόφαση τους να αποφυλακίσουν τον κατάδικο για το σκάνδαλο της Energa! 

Την ίδια ώρα, η διοίκηση του ΕΦΚΑ, υλοποιώντας, σχετική εντολή της υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Ε. Αμπατζόγλου, καλείται να ελέγξει εξονυχιστικά την ορθότητα της συγκεκριμένης απόφασης για τον προσδιορισμό του ποσοστού αναπηρίας από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ).

Ούτε λίγο ούτε πολύ το συνδικαλιστικό όργανο των δικαστικών λειτουργών κάνει λόγο για δέσμια αρμοδιότητα των δικαστών που έλαβαν την απόφαση της υφ’ όρ απόλυσης.

Η ΕΔΕ υπενθυμίζοντας ότι είναι βασική υποχρέωση του Δικαστή να εφαρμόζει το Νόμο, ανεξάρτητα από το εάν συμφωνεί ή όχι με αυτόν στέκεται στο ότι με βάση το άρθρο 110Α, έχουν υποχρέωση οι δικαστές να διατάξουν την υφ’ όρο απόλυση εφόσον:

– Έχει εκτιθεί το 1/5 της ποινής

– Βεβαιώνεται η αναπηρία του καταδίκου σε ποσοστό άνω του 67% από βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α.

Μάλιστα όπως αναγράφεται σχετικά δεν υφίσταται δυνατότητα διεξαγωγής πραγματογνωμοσύνης από την πλευρά του Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Χαλκίδας.

Ακολουθεί όλη η ανακοίνωση της ΕΔΕ

Η παραπληροφόρηση και οι αθεμελίωτες καταγγελίες σε βάρος των δικαστικών λειτουργών που χορήγησαν την υφ’ όρο απόλυση του καταδίκου, Α. Φλώρου, μας υποχρεώνουν να επαναλάβουμε βασικά και αυτονόητα νομικά αξιώματα, όπως την υποχρέωση του Δικαστή να εφαρμόζει το Νόμο, ανεξάρτητα από το εάν συμφωνεί ή όχι με αυτόν. Ο Α. Φλώρος καταδικάστηκε για υπεξαίρεση σε κάθειρξη 21 ετών με απόφαση της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Το Δικαστικό Συμβούλιο κρίνοντας την προηγούμενη εβδομάδα αίτημά του για υφ’ όρον απόλυση εφάρμοσε το άρθρο 110 Α’ του Ποινικού Κώδικα (όπως τροποποιήθηκε με το ν. 4356/2015) το οποίο υποχρεώνει τους Δικαστές –χωρίς τη δυνατότητα διεξαγωγής πραγματογνωμοσύνης- να διατάξουν την υφ’ όρο απόλυση, εάν διαπιστώνεται ο με ευεργετικό τρόπο υπολογισμός του 1/5 της ποινής και η αναπηρία του καταδίκου σε ποσοστό άνω του 67% από βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α. καθιστώντας τους δύο αυτούς παράγοντες αμάχητα τεκμήρια για την υπαγωγή στη ρύθμιση. Στην προκειμένη περίπτωση ο κρατούμενος προσκόμισε στο Δικαστικό Συμβούλιο σχετική βεβαίωση του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) που τον έκρινε ανάπηρο σε ποσοστό 70%. Επομένως δεν υπήρχε καμία άλλη δυνατότητα για το Συμβούλιο από την απόλυση του καταδίκου. Όσοι «οργισμένοι» ψάχνουν τους υπαίτιους για τέτοιες αποφυλακίσεις έχουν τη δυνατότητα είτε να πιέσουν τη νομοθετική και εκτελεστική εξουσία για αλλαγή της σχετικής νομοθετικής διάταξης εάν δεν συμφωνούν μ’ αυτήν, είτε να ζητήσουν διερεύνηση του τρόπου χορήγησης των πιστοποιητικών αναπηρίας εάν κρίνουν ότι αυτά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Ξεπερνάει όμως κάθε όριο φαρισαϊσμού και υποκρισίας να καταγγέλλονται από θεσμικούς φορείς αυτοί που εφάρμοσαν το Νόμο ενεργώντας σύμφωνα με τη συνταγματική τους αποστολή! Η εποχή που Δικαστές και Εισαγγελείς έπαιζαν το ρόλο της «Ιφιγένειας» σιωπώντας σε τέτοιες προκλήσεις, έχει πλέον περάσει. 

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter