Δολοφονία Σαμπάνη: Ένα όχημα είναι το ίδιο επικίνδυνο με επτά όπλα;

Η εισαγγελέας Δήμητρα Μερκούρη υπογράφει στις 16 Σεπτεμβρίου την πρόταση της προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Πειραιά ζητώντας την παραπομπή των επτά αστυνομικών που συμμετείχαν στην καταδίωξη στο Πέραμα για το κακούργημα της ανθρωποκτονίας του 18χρονου Ρομά, Νίκου Σαμπάνη. Η πρόταση αυτή στηρίζεται περισσότερο στις καταθέσεις των αστυνομικών και λιγότερο σε μια σειρά από έγγραφα, πραγματογνωμοσύνες και ιατροδικαστικές εκθέσεις. Σύμφωνα με την πρόταση, οι επτά κατηγορούμενοι αστυνομικοί έδρασαν με δόλο και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Καθοριστικός για την υπόθεση αναμένεται να είναι ο ισχυρισμός των αστυνομικών ότι βρίσκονταν σε άμυνα, γεγονός που προϋποθέτει ότι δέχθηκαν δυνητικά θανατηφόρα επίθεση από το κινούμενο Ηyundai Accent.

Δείτε επίσης: Το Documento σε εκδήλωση της Κομισιόν για την εβδομάδα Ρομά: «Ο Νίκος Σαμπάνης θα ήταν ζωντανός, αν δεν ήταν τσιγγάνος»

Τρεις αστυνομικοί έριξαν 29 σφαίρες

Τόσο από τη βαλλιστική έκθεση, όσο και από τις απολογίες των κατηγορουμένων προκύπτει ότι ο πρώτος, ο έκτος και ο έβδομος κατηγορούμενος έριξαν συνολικά 29 από τις 38 σφαίρες. Ο πρώτος είναι 26 ετών και φέρει το βαθμό του Υπαστυνόμου, ενώ οι άλλοι δυο που πυροβόλησαν 10 και 11 φορές αντίστοιχα, είναι ειδικοί φρουροί, 27 και 25 ετών αντίστοιχα. Οι δυο ειδικοί φρουροί ανήκουν στις τελευταίες προσλήψεις της κυβέρνησης το φθινόπωρο του 2019, οι οποίοι ανέλαβαν υπηρεσία στις αρχές του 2020 έπειτα από μια τρίμηνη εκπαίδευση, εκτός πανελληνίων εξετάσεων. Όπως καταγράφεται έκτοτε, σε πλήθος καταγγελιών, ρεπορτάζ και πρόσφατα από την έκθεση της υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., οι ειδικοί φρουροί του 2019 έχουν εμπλακεί σε μια σειρά από εγκληματικές πράξεις. Τα περιστατικά, σύμφωνα με την έκθεση, αφορούν μεταξύ άλλων, διακίνηση και εμπόριο ναρκωτικών, ληστείες, υπέρμετρη αστυνομική βία και παραβάσεις καθήκοντος κατά τη χρήση υπηρεσιακού όπλου.

Το κρίσιμο ζήτημα του οδηγού

Ο βασικός ισχυρισμός των αστυνομικών είναι ότι βρίσκονταν σε άμυνα, καθώς ο οδηγός του αυτοκινήτου έδρασε με ανθρωποκτόνο πρόθεση, κινούμενος με όπισθεν προς το μέρος τους. Η εισαγγελέας, αφιερώνει στην πρόταση της αρχικά μια σελίδα και αργότερα επιπλέον άλλες δυο, προκειμένου να επιχειρηματολογήσει ότι οδηγός του αυτοκινήτου ήταν ο Νίκος Σαμπάνης. Η άποψη αυτή συμπίπτει με τον ισχυρισμό των αστυνομικών, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να ισχυρίζονται ότι οδηγός ήταν ο Σαμπάνης, καθώς ήταν αυτός ο οποίος βρέθηκε νεκρός. Είναι πιο εύκολο να δικαιολογήσει κανείς τη δολοφονία ενός οδηγού, παρά ενός συνοδηγού. Ο ισχυρισμός αυτός όμως προσκρούει σε μια σειρά από γεγονότα, βίντεο, καθώς και τη βαλλιστική έκθεση.

Τα δυο πρώτα συμβάντα που συνηγορούν ότι οδηγός δεν ήταν ο Νίκος Σαμπάνης, αλλά ο 14χρονος – βαριά τραυματισμένος – φίλος του, αφορούν τους ίδιους τους αστυνομικούς. Συγκεκριμένα, αστυνομικός ακούγεται σε βίντεο λίγα λεπτά μετά τους πυροβολισμούς, να αναφέρει: «ο οδηγός έφυγε». Το ίδιο βράδυ, ο ίδιος και οι υπόλοιποι συνάδελφοι του καταθέτουν ότι ο νεαρός που τράπηκε σε φυγή δε βγήκε από την πόρτα του οδηγού, αλλά από αυτή του συνοδηγού. Ωστόσο σε άλλο βίντεο περίοικου, φαίνεται καθαρά να ανοίγει η πόρτα του οδηγού και ένα άτομο να τρέχει, ενώ οι αστυνομικοί ακόμη πυροβολούν.

Η δολοφονία του Νίκου Σαμπάνη

Η εισαγγελέας για να υποστηρίξει τη θέση της αναφέρει πως στη θέση του οδηγού βρέθηκε λίγο αίμα, συγκριτικά με αυτό που βρέθηκε στη θέση του συνοδηγού, που έπειτα έπεσε σύμφωνα με την ίδια το νεκρό σώμα του Νίκου Σαμπάνη. Παρ’ ότι σε αυτό το σημείο η εισαγγελέας αφιερώνει δυο και πλέον σελίδες από ένορκες καταθέσεις και στοιχεία για να επιχειρηματολογήσει, αγνοεί ένα βασικό στοιχείο που αφορά τις οπές στο αμάξωμα. Όπως προκύπτει από τη βαλλιστική έκθεση, η συντριπτική πλειοψηφία των βολίδων είχαν είσοδο από την πλευρά του συνοδηγού, αλλά καμία από την πλευρά του οδηγού. Παράλληλα, οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί έχουν βγάλει τον Σαμπάνη από την πλευρά του συνοδηγού και όχι από αυτή του οδηγού, στην οποία θα βρισκόταν φυσιολογικά, εάν οδηγούσε το όχημα.


Καταληκτικά, οι δυο επιβαίνοντες και επιζήσαντες αναφέρουν ότι ήταν ο 14χρονος Ε.Μ. ο οδηγός του αυτοκινήτου, και όχι ο Νίκος Σαμπάνης. Απολογία η οποία σε καμία περίπτωση δε συμφέρει τον νεαρό Ε.Μ., καθώς με την ομολογία του αυτή, η απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά των αστυνομικών θα τον βάραινε εξ’ ολοκλήρου και θα αντιμετώπιζε μεγαλύτερη ποινή, σε αντίθεση με την παρούσα δίωξη που κατηγορείται για συνέργεια. Συνεπώς η εισαγγελέας, υιοθετεί πλήρως το αφήγημα των κατηγορούμενων αστυνομικών, συνθέτοντας μια σειρά από στοιχεία και παραθέτοντας υποστηρικτικά και μια μαρτυρία του οδηγού του λεωφορείου που διέκρινε μέσα στη ένταση, τη νύχτα και την ταχύτητα των γεγονότων, ότι ο οδηγός ήταν αξύριστος – άρα θα ήταν ο Σαμπάνης.

Πόσο δολοφονική ήταν η ταχύτητα που ανέπτυξε το αυτοκίνητο;

Η πρόταση αυτή, εκτός από τους αστυνομικούς, περιλαμβάνει και δυο επιπλέον κατηγορουμένους, τους δυο ανήλικους που επέβαιναν στο Ηyundai Accent, μαζί με τον Νίκο Σαμπάνη. Η εισαγγελέας προτείνει την παραπομπή τους σε Δικαστήριο Ανηλίκων για συνέργεια σε απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά των αστυνομικών.

Αναφέρει χαρακτηριστικά για την πρόθεση της ανθρωποκτονίας σε βάρος των αστυνομικών, ότι υπήρξε μεθοδευμένη και με επιλεγμένη εκλογή τόπου και τρόπου δράσης και ότι το όχημα κινούταν με μεγάλη ταχύτητα. Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την αβασάνιστη αυτή πρόταση είναι πολλά:

Πώς γνωρίζουμε την ταχύτητα που ανέπτυξε το αμάξι, για να μπορούμε να υποθέσουμε ότι ήταν τέτοια που μπορούσε να προκαλέσει το θάνατο;

Πόση ταχύτητα μπορεί να αναπτύξει ένα όχημα στα ελάχιστα αυτά μέτρα που διαθέτει σύμφωνα με το χώρο του εγκλήματος, προκειμένου να αποβεί μοιραία για κάποιον;

Αν η ταχύτητα ήταν τόσο μεγάλη που μπορούσε να προκαλέσει θάνατο, πως κατάφερε ελάχιστα ίχνη στην μοτοσυκλέτα που ισχυρίζονται οι αστυνομική ότι εμβόλισε;