Εικόνες από τη Θεσσαλονίκη που χάθηκε στις φλόγες – Ο Γιάννης Επαμεινώνδας μιλά στο Documento

Έπειτα από διεξοδική μελέτη σπάνιων ιστορικών φωτογραφιών και χαρτών ερμηνεύτηκαν και πιστοποιούνται στοιχεία της ιστορίας της Θεσσαλονίκης από την περίοδο της κατεδάφισης των τειχών το 1870 μέχρι τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917. 

Το Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης διοργανώνει και παρουσιάζει στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης από τις 15 Νοεμβρίου μια έκθεση με τίτλο «Το τέλος της παλιάς μας πόλης» που περιλαμβάνει τα εν λόγω τεκμήρια.

Η έκθεση αφηγείται μια ιστορία για την ακμή και την παρακμή της Θεσσαλονίκης στον σχεδόν μισό αιώνα που σημάδεψε τη μετάβασή της από τον μεσαίωνα στη νεωτερική εποχή. Αν και ο τίτλος της παραπέμπει στη συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Χατζή, «Το τέλος της μικρής μας πόλης», ο αρχιτέκτονας και διευθυντής του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ, Γιάννης Επαμεινώνδας, που επιμελείται την έκθεση, εξηγεί στο Documento ότι δεν είναι κυριολεκτικός αλλά περιέχει μια ειρωνεία για τη νοσταλγία της πόλης πριν από την πυρκαγιά. Η κτητική αντωνυμία «μας» στον τίτλο, στοχευμένα δοσμένη, «προδίδει», όπως περιγράφει, «τη ‘γλυκεράδα’ που συνήθως αντιμετωπίζουμε το παρελθόν και το μυθοποιούμε ενώ δε γνωρίζουμε μάλλον ότι δεν ήταν και τόσο ρόδινα τα πράγματα εκείνη την εποχή». Η έκθεση έρχεται για να φωτίσει τα σκοτεινά σημεία της ιστορίας της Θεσσαλονίκης και πιθανόν να μας αποπροσανατολίσει από τις προκατασκευασμένες αντιλήψεις που έχουμε για την πόλη.

Αδιάψευστα τεκμήρια της ιστορίας

Χρονολογικά ξεκινά από τις παλαιότερες φωτογραφίες της πόλης που αποτυπώνουν τη όψη της περίκλειστης Θεσσαλονίκης πριν από την κατεδάφιση του θαλάσσιου τείχους. Τα δύο πανοράματα, του Γιόζεφ Σέκελυ το 1863 που ανήκει στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας, και του Χέρμπερτ Σέυς του 1873 της συλλογής Γιώργου Δέλλιου του ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ που θα εκτεθεί για πρώτη φορά πλήρες, καθώς και τη φωτογραφία των αδελφών Αμπντουλάχ του 1863-67 που εντοπίστηκε πρόσφατα στα Εθνικά Αρχεία της Ουγγαρίας και πρωτοπαρουσιάστηκε στο facebook από την ομάδα «Παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης» πυροδοτώντας μια σειρά αντιπαραθέσεων. «Πρόκειται για μια φωτογραφία πολύ εντυπωσιακή και σπάνια. Τότε οι φωτογράφοι δεν μπορούν να κάνουν λήψεις εν πλω και πιστεύαμε ότι δεν θα δούμε φωτογραφίες των τειχών από τη θάλασσα, όμως δεν είχαμε φανταστεί ότι κάποιος στήθηκε στο Λευκό Πύργο, όπως έκαναν οι Αμπντουλάχ, για να φωτογραφίσει τα τείχη. Η έκπληξη έρχεται πάντα για να ανατρέψει τις πεποιθήσεις μας», σχολιάζει ο Γιάννης Επαμεινώνδας.

«Οι φωτογραφίες, οι χάρτες και ο συνδυασμός τους είναι αδιάψευστα τεκμήρια της ιστορίας», υποστηρίζει. Μέσα από τις φωτογραφίες και τους χάρτες που θα παρουσιαστούν θα έχουμε τη δυνατότητα να ταξιδέψουμε στο παρελθόν της παλιάς μας πόλης και να παρατηρήσουμε, συγκρίνοντάς τα, τις αλλαγές της πριν και μετά την κατεδάφιση τείχους. Οι λήψεις των δύο πανοραμάτων είναι τραβηγμένες από το Μπεχτσινάρ, από γωνία 45 μοιρών, και όλα φαίνονται περίεργα, ικανά να μπερδέψουν το μάτι και να αμφισβητηθεί η γνησιότητά τους. Θα δούμε π.χ. την Αγία Σοφία και μπροστά της τα Λαδάδικα, όμως με τις τεχνικές που κατέχουν οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι έλεγξαν την οπτική που δημιουργεί το μάτι του φωτογράφου υπολογίζοντας μάλιστα και την γωνία που τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες και τα αρχεία τεκμηριώθηκαν.

Εκτός από αυτές τις ιστορικές φωτογραφίες θα παρουσιαστούν πανοράματα και χάρτες της εποχής πριν και μετά την πυρκαγιά που έγινε το 1890, τότε που κάηκε η εκκλησία της Αγίας Σοφίας και παρέμεινε ένα καμένο γιαπί μέχρι το 1911 που αναστηλώθηκε. Σ’ ένα πανόραμα αυτής της περιόδου τραβηγμένο από τον μιναρέ της Αγίας Σοφίας το 1889, προτού καεί η πόλη, όπως μας περιγράφει ο Γ. Επαμεινώνδας, «βρίσκουμε πρώιμα νεοκλασικά κτίρια σε μια εποχή που δεν φανταζόμασταν ότι θα υπήρχαν και ταυτίζονται με δημοσιεύματα σε εφημερίδα της Βιέννης εκείνη την εποχή που δείχνουν τις καινούργιες κατοικίες που χτίζονται στη Θεσσαλονίκη». Στους χάρτες που παρουσιάζονται εδώ θα δούμε και το νέο σχέδιο της οθωμανικής διοίκησης, μια πρώτη απόπειρα ευθυγράμμισης και εξορθολογισμού του πολεοδομικού ιστού μετά από πυρκαγιά, από το αρχείο Αλέκας Γερόλυμπου στο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.

Εικόνες από τον πολύμορφο πληθυσμό της πόλης

Από την μεγάλη πυρκαγιά του 1917 θα παρουσιαστεί φωτογραφικό υλικό περιλαμβάνει ένα

πανόραμα της Ανω Πόλης από τον μιναρέ της Ροτόντας της συλλογής Δέλλιου, πανοράματα και αεροφωτογραφίες πριν και μετά την πυρκαγιά του γαλλικού λευκώματος Vue Αérienne de Salonique από την Τρικόγλεια Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ, φωτογραφίες από το λεύκωμα του αγγλικού στρατού από τη συλλογή της Βρετανικής Σχολής Αθηνών και φωτογραφίες και καρτ ποστάλ της πυρίκαυστης ζώνης που αποκαλύπτουν την έκταση της πυρκαγιάς την κατάσταση των μνημείων και τη δεινή θέση των πληγέντων από διάφορες συλλογές.

Η έκθεση πλαισιώνεται εικαστικά με έργα ζωγράφων, Αγγλων και Γάλλων στρατιωτών, που υπηρέτησαν στο Μακεδονικό Μέτωπο κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου και αποτύπωσαν μνημεία και τοπία της Θεσσαλονίκης αλλά και τους καθημερινούς ανθρώπους της στους δρόμους και τις αγορές, κυρίως αυτούς που επλήγησαν από την πυρκαγιά, όχι τους αστούς, καθώς οι Δυτικοί γοητεύονταν από τον “ανατολίτικο εξωτισμό” των φυλών, των ενδυμασιών και των στάσεων του πολύμορφου πληθυσμού της πόλης. Τα έργα αυτά, που ανήκουν στη συλλογή των Αρσέν & Ρουπέν Καλφαγιάν και στη συλλογή Μάνου Χαριτάτου από το ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ και παρουσιάζονται για πρώτη φορά, θα συνοδεύουν διακριτικά τις φωτογραφίες.

Στο κλείσιμο της έκθεσης, μια αίθουσα θα είναι αφιερωμένη στο σχέδιο Εμπράρ όπου θα εκτεθούν τα πέντε σωζόμενα πρωτότυπα σχέδια του Γάλλου αρχιτέκτονα και αρχαιολόγου, από τη συλλογή Αλέξανδρου και Στέφανου Καλλιγά που αποτυπώνουν το νέο πνεύμα που εισήγαγε η δυτική πολεοδομία, νεότευκτη τότε επιστήμη, στον εκ βάθρων ανασχεδιασμό της Θεσσαλονίκης, οδηγώντας σε οριστικό τέλος την παλιά πόλη, που είχε καταφέρει να επιβιώσει λίγο έως πολύ αλώβητη μέχρι το 1917. Σύμφωνα με τον Γιάννη Επαμεινώνδα, η πολεοδομία, νέα επιστήμη στην Ευρώπη τότε, δεν είναι τυχαίο που εφαρμόζεται πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη και εξηγεί: «ο Εμπράρ είναι από τα ιδρυτικά μέλη της ένωσης των πολεοδόμων της Γαλλίας που εκείνη την εποχή έχει τις καινούργιες διακηρύξεις για μια υγιή πόλη με ευθύγραμμους δρόμους και το πρώτο μέρος που καλείται να τις εφαρμόσει είναι εδώ το 1917. Οι πολεοδόμοι στην Ευρώπη θεωρούν τη Θεσσαλονίκη το πρώτο πείραμα όπου εφαρμόζονται οι απόψεις τους. Οι ιδέες περί αστικού αναδασμού, που δημεύεις τη γη και ξανασχεδιάζεις την πόλη, του σχεδίου Εμπράρ, είναι τα προτάγματα των νέων πολεοδόμων εκείνης της εποχής».

Είναι πάντως γεγονός ότι τη κτητική αντωνυμία «μας» τη χρησιμοποιούμε οι Ελληνες όταν αναφερόμαστε στη Θεσσαλονίκη ενώ δε λέμε π.χ. ο Βόλος μας, η Λάρισα μας. «Κάποιος είπε», συμπληρώνει ο Γιάννης Επαμεινώνδας κλείνοντας τη κουβέντα μας, «ότι βάζουμε αυτό το «μας» γιατί δεν είμαστε εκατό τοις εκατό σίγουροι ότι είναι δική μας. Η Θεσσαλονίκη καθυστέρησε 80 χρόνια μέχρι να ενταχθεί στο ελληνικό κράτος και ενώ τη διεκδικούν και άλλοι έπρεπε να γίνει ελληνική. Και μετά το 1917 είχε τη ευκαιρία να επανασχεδιαστεί και με ελληνική σφραγίδα όχι μόνο ως μια σύγχρονη πόλη με ευρωπαϊκά πρότυπα αλλά και με μια αρχιτεκτονική που αντηχεί στο Βυζάντιο».

INFO

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΜΑΣ ΠΟΛΗΣ, Θεσσαλονίκη 1870-1917

Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ, Βίλα Καπαντζή – Βασιλίσσης Ολγας 108

Από τις 15 Νοεμβρίου ως και τις 18 Φεβρουαρίου

Ετικέτες