Είμαι ο χορηγός, κάνω ό,τι θέλω

Επειδή έχει ενισχύσει οικονομικά το υπουργείο Πολιτισμού ο εφοπλιστής Π. Λασκαρίδης ανέλκυσε αρχαιότητες κατά παράβαση του νόμου για να τις… σώσει.

Πέπλο μυστηρίου καλύπτει την επιχείρηση ανέλκυσης πιθανώς αρχαίων αντικειμένων από τον θαλάσσιο χώρο των Αντικυθήρων. Ως πρωταγωνιστής της σκιώδους προσώρας υπόθεσης, την οποία πρώτη ανέδειξε η «Εφημερίδα των Συντακτών», εμφανίζεται ο Παναγιώτης Λασκαρίδης της γνωστής εφοπλιστικής οικογένειας, τις σχέσεις της οποίας με την εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» και την εταιρεία Zeus & Dione, η οποία ανήκε μέχρι πρόσφατα στη σύζυγο του πρωθυπουργού Μαρέβα Μητσοτάκη-Γκραμπόφσκι, είχε αποκαλύψει το Documento. 

Πρόκειται για την οικογένεια που εμφανίζεται κατά καιρούς ως εθνικός ευεργέτης – ο αδερφός του χορηγεί τα παγουρίνα στα σχολεία. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Documento αλλά και κατά παραδοχή του Π. Λασκαρίδη προς τις αρμόδιες αρχές, το πρωινό της 12ης Αυγούστου 2020 το ιδιωτικό γιοτ «Γλάρος», που κατά δήλωση του κ. Λασκαρίδη ανήκει στον ίδιο και κατά καιρούς έχει συμβάλει στη διενέργεια αρχαιολογικών ερευνών, βρέθηκε στη θαλάσσια περιοχή των Αντικυθήρων όπου πραγματοποίησε ανέλκυση ενός κανονιού και μιας λίθινης άγκυρας. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η διαδικασία ανέλκυσης των ιστορικών ευρημάτων έγινε χωρίς να έχει προηγηθεί ενημέρωση των αρμόδιων εκ του νόμου υπηρεσιών, δηλαδή της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και του Λιμενικού Σώματος, ενώ η υπόθεση δεν γνωστοποιήθηκε –πιθανώς θα παρέμενε άγνωστη για καιρό– προτού κατατεθεί επίσημη καταγγελία από ταξιδιώτη που παρατήρησε το ιδιωτικό σκάφος και φωτογράφισε τους δύτες τη στιγμή που αναδύονταν μαζί με το κανόνι. 

Σύμφωνα με αδιαμφισβήτητες πληροφορίες, Ιταλός πολίτης που φιλοξενούνταν σε σπίτι συμπατριώτη του στα Αντικύθηρα και βρέθηκε νωρίς το πρωί της 12ης Αυγούστου στο μικρό λιμάνι του νησιού παρατήρησε ένα φουσκωτό σκάφος την ώρα που προσέγγιζε το ιδιωτικό γιοτ «Γλάρος» με σκοπό να μεταφέρει σε αυτό ένα κανόνι που μόλις είχε αλιευτεί από δύτες. Σύμφωνα με μαρτυρία του ίδιου στο Documento, στο σημείο εκείνη την ώρα βρισκόταν, εκτός από τον ίδιο, ένας ψαράς που είχε αλλού στραμμένο το βλέμμα του. Οι δύο Ιταλοί ειδοποίησαν τον συνταξιούχο αρχαιολόγο Αρη Τσαραβόπουλο, ο οποίος επί δύο δεκαετίες πραγματοποιούσε ανασκαφές στα Αντικύθηρα, ενώ κατήγγειλαν το περιστατικό στις αστυνομικές αρχές των Κυθήρων και στο Λιμενικό Σώμα. Ο αυτόπτης μάρτυρας προσήλθε στις αρχές τέσσερις μέρες μετά το συμβάν, στις 16 Αυγούστου, και στην αναφορά για το περιστατικό σημείωσε ότι περίπου στις 8 το πρωί της Τετάρτης 12 Αυγούστου παρατήρησε στο λιμάνι των Αντικυθήρων ένα φουσκωτό σκάφος να βγάζει από τη θάλασσα ένα παλιό κανόνι και να το φορτώνει σε ένα μεγαλύτερο που βρισκόταν στο λιμάνι και έφερε την επωνυμία «Γλάρος».

Προσπάθεια κάλυψης του Παναγιώτη Λασκαρίδη

Ταυτοχρόνως ο Αρ. Τσαραβόπουλος, όπως ο ίδιος εξηγεί στο Documento, κατήγγειλε το συμβάν τόσο στη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιά όσο και στον δήμαρχο Κυθήρων Στράτο Χαρχαλάκη. Διαπίστωσε τότε ότι άπαντες πλην του δημάρχου αγνοούσαν όσα έχουν συμβεί. Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Εστειλα email προς τη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιά και με πληροφόρησαν ότι δεν γνώριζαν τίποτε». Προς έκπληξη του Αρ. Τσαραβόπουλου, ο δήμαρχος –o μοναδικός δηλαδή που γνώριζε τι είχε πρόθεση να πράξει ο Π. Λασκαρίδης– του ζήτησε να ανακαλέσει τις –κατά τον ίδιο– συκοφαντίες σε βάρος του εφοπλιστή, τον οποίο χαρακτήρισε έναν από τους μεγαλύτερους δωρητές του υπουργείου Πολιτισμού. Οπως δηλώνει ο αρχαιολόγος στο Documento: «Ο δήμαρχος μου απάντησε ότι ο κ. Λασκαρίδης θα μεταφέρει το κανόνι στο εργαστήριο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. 

Σε κάθε περίπτωση όμως απαγορεύεται οποιαδήποτε ανέλκυση χωρίς την άδεια του Λιμεναρχείου και της Εφορείας Αρχαιοτήτων. Αλλωστε θα έπρεπε τα ευρήματα να έχουν ανελκυθεί από ειδικό σκάφος στο οποίο θα μπορούσαν να συντηρηθούν. Σκεφτείτε ότι με την αφαίρεση της άγκυρας καταστράφηκε ουσιαστικά το αρχαιολογικό τοπίο της περιοχής». Εξάλλου, όπως ο ίδιος ο Στρ. Χαρχαλάκης παραδέχτηκε με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην οποία μας παρέπεμψε αρνούμενος να σχολιάσει περαιτέρω το ζήτημα, ο Π. Λασκαρίδης μπήκε με το σκάφος του «Γλάρος» στο λιμάνι των Αντικυθήρων στις 11 Αυγούστου και το επόμενο πρωί τον ενημέρωσε μέσω γραπτού μηνύματος για την πρόθεσή του να ανελκύσει ένα μικρό κανόνι, το οποίο δεν είχε σε καμία περίπτωση πρόθεση να «κλέψει». Σύμφωνα με τον δήμαρχο, ο Π. Λασκαρίδης έγραφε επί λέξει στο μήνυμά του: «Στράτο, καλημέρα. Αν δεν σε δούμε και δεν μιλήσουμε πριν φύγουμε, να ξέρεις ότι βρήκαμε ένα μικρό παλιό κανόνι στην είσοδο του καταφυγίου. Σ’ το λέω να το ξέρεις μην το μάθεις από τους κατοίκους πρώτα. Αν το σηκώσουμε, χλομό το βλέπω, θα το δηλώσουμε στην Εναλίων φυσικά να το εξετάσει και να μας πει τι να το κάνουμε. Σε φιλώ. Πάνος». 

Ακόμη πάντως κι αν αρκούσε η ενημέρωση του δημάρχου προκειμένου να προχωρήσει κάποιος στην ανέλκυση ενός τέτοιου αντικειμένου, ουδέποτε, όπως φαίνεται, υπήρξε ενημέρωση για την ανέλκυση της αρχαίας λίθινης άγκυρας, γεγονός που δημιουργεί ερωτήματα για τον αριθμό των αντικειμένων που τελικώς βρέθηκαν και δηλώθηκαν. Σε κάθε περίπτωση, βάσει της κείμενης νομοθεσίας ο δήμαρχος δεν έχει απολύτως καμία αρμοδιότητα επί των αρχαιολογικών ευρημάτων ή των ανασκαφών, επομένως όφειλε να ενημερώσει σχετικά τις αρμόδιες αρχές ώστε τουλάχιστον να παρευρεθούν στο σημείο όπου θα γίνονταν οι έρευνες. Τελικά υπό το φως των αποκαλύψεων ο Π. Λασκαρίδης ενημέρωσε επισήμως την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων για την ανέλκυση του κανονιού στις 17 Αυγούστου, δηλαδή πέντε μέρες μετά. Προκύπτει μάλιστα από έγγραφο της εφορείας ότι η επιστολή του, στάλθηκε με κούριερ και παραδόθηκε στις 18 Αυγούστου. 

Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, στην επιστολή του που κοινοποίησε στο γραφείο της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και στην αρχαιολόγο και πρώην προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων με την οποία κατά το παρελθόν είχε συνεργαστεί Αγγελική Σίμωσι (απορίας άξιο είναι γιατί την ενημερώνει αφού ουδεμία αρμοδιότητα έχει εκ της θέσεώς της) ο Π. Λασκαρίδης ανέφερε ότι από το λιμάνι των Αντικυθήρων και από βάθος περίπου πέντε μέτρων ανέλκυσε ένα παλαιό κανόνι, ενώ στον κόλπο Φάρου στις Απολυτάρες Αντικυθήρων και από βάθος περίπου εννέα μέτρων ανέλκυσε αρχαία άγκυρα. Ετσι, αφενός αποκάλυψε ότι στα ευρήματα συμπεριλαμβανόταν μια άγκυρα, αφετέρου δήλωσε ότι τα δύο αντικείμενα είναι αποθηκευμένα στις αποθήκες της εταιρείας του στο Λαύριο, όπου και παρέμειναν τουλάχιστον τέσσερις μέρες, και διατίθενται προς επιθεώρηση.

Παρανομίες βλέπουν οι αρμόδιοι

Οι καλές προθέσεις που επικαλούνται τόσο ο Π. Λασκαρίδης όσο και ο δήμαρχος Κυθήρων αμφισβητούνται από τη μόνη αρμόδια αρχή, την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, που σε επιστολή της προς τον εφοπλιστή, που φέρνει στο φως το Documento, τον ενημερώνει ότι «η ανέλκυση αρχαίων αντικειμένων και ευρημάτων από τον βυθό απαγορεύεται ρητώς» με βάση τις διατάξεις νόμων και κοινών υπουργικών αποφάσεων, όπως επίσης «απαγορεύεται η ανέλκυση, μετακίνηση ή φωτογράφιση αντικειμένων αρχαιολογικής ή άλλης αξίας που βρίσκονται στον βυθό», ενώ «κάθε αυτοδύτης έχει υποχρέωση να ενημερώνει αμέσως και με κάθε πρόσφορο μέσο την αρμόδια λιμενική αρχή αν εντοπίσει αντικείμενα αρχαιολογικού ή αστυνομικού ενδιαφέροντος ή ναυάγια». Παράλληλα, του καθιστά σαφές ότι μόνη αρμόδια υπηρεσία για την προστασία και διαχείριση των ενάλιων ευρημάτων σε όλη την επικράτεια είναι η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, στην οποία θα όφειλε να γνωρίσει τη θέση των αντικειμένων αρχαιολογικού χαρακτήρα που εντόπισε χωρίς καθυστέρηση, ενώ του επισημαίνει ότι τα αντικείμενα αυτά «δεν μεταφέρονται χωρίς άδεια και δεν αποθηκεύονται σε ιδιωτικούς χώρους». Τέλος, τον ενημερώνει ότι «η ανέλκυση των αντικειμένων από τον βυθό χωρίς την άδεια της αρμόδιας Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και με μη επιστημονικό τρόπο, εκτός του ότι είναι παράνομη, επιπλέον αποστερεί τα αντικείμενα από την αρχαιολογική γνώση που φέρουν στον τόπο εύρεσής τους και θέτει σε κίνδυνο τα ίδια τα ευρήματα» και τον καλεί να τα μεταφέρει με δικά του έξοδα στο οικόπεδο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, ως όφειλε να είχε πράξει εξαρχής.

Απειλεί με μηνύσεις ο εφοπλιστής 

Είναι ενδιαφέρον ότι ο Π. Λασκαρίδης απάντησε στην εν λόγω επιστολή-καταπέλτη, ακόμη και στους καταγγέλλοντες, δηλαδή τόσο στον Ιταλό που κατήγγειλε το περιστατικό στις αρχές όσο και στον αρχαιολόγο Αρ. Τσαραβόπουλο που κοινοποίησε το συμβάν στις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες. Κοινό χαρακτηριστικό στις απαντητικές επιστολές του Π. Λασκαρίδη είναι οι προειδοποιήσεις προς όσους τον κατήγγειλαν για σε βάρος τους νομικές κινήσεις που πρόκειται να πραγματοποιήσει αν δεν αποσύρουν τις κατά τον ίδιο συκοφαντίες. Με άλλα λόγια, ενώ η υπόθεση δεν είχε γνωστοποιηθεί στο κοινό, ο εφοπλιστής εμφανίστηκε να προειδοποιεί τους καταγγέλλοντες και την προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων με μηνύσεις. 

Ενδεικτικό είναι ότι απευθύνεται στην επικεφαλής της εφορείας σε πρώτο πρόσωπο καλώντας τη να μην τολμήσει να επαναλάβει τις συκοφαντίες, διότι θα μηνύσει την ίδια και κάθε άλλο στέλεχος της υπηρεσίας για συκοφαντική δυσφήμηση, επιζητώντας τη μέγιστη τιμωρία που προβλέπει ο νόμος. Στο ίδιο σημείωμά του, που αποστάλθηκε στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων στις 20 Αυγούστου, ο Π. Λασκαρίδης εμφανίζεται να κατηγορεί τις αρμόδιες υπηρεσίες για αμέλεια αφού δεν είχαν φροντίσει να ανασύρουν εκείνες τα χαρτογραφημένα ευρήματα, ενώ προσπαθεί να αιτιολογήσει την πράξη του αναφέροντας ότι, πρώτον, ανέσυρε το κανόνι και την άγκυρα για να τα διασώσει, δεύτερον, ότι είχε ειδοποιήσει με γραπτό μήνυμα τον δήμαρχο και, τρίτον, ότι ενημέρωσε τους αρμοδίους κατά την άφιξη του ιδιωτικού σκάφους «Γλάρος» στον Πειραιά. 

Ο εφοπλιστής αναφέρει επιπλέον ότι αγνοεί τον αρχαιολογικό νόμο σε όλες του τις λεπτομέρειες και επικαλείται το άρθρο 24 του συντάγματος σύμφωνα με το οποίο κάθε πολίτης οφείλει να φροντίζει για την προστασία και τη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η άγνοια του νόμου, την οποία επικαλείται, προκαλεί πάντως ερωτήματα αφού, όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει με μια σύντομη αναζήτηση στις σελίδες των ιδρυμάτων της οικογένειας Λασκαρίδη, σε αυτά φιλοξενούνται συλλογές αντικειμένων προηγούμενων αιώνων. Είναι δε ενδιαφέρον ότι στο ίδιο σημείωμά του ο Π. Λασκαρίδης απαριθμεί τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ευεργέτησε τις αρχαιολογικές υπηρεσίες, σημειώνοντας ενδεικτικά ότι έχει διαθέσει χιλιάδες ευρώ για το ναυάγιο των Αντικυθήρων, για τα εργαστήρια της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, έχει προσφέρει εξοπλισμό και έχει οργανώσει εκθέσεις σχετικές με ευρήματα από το γνωστό ναυάγιο. 

Ερωτήματα για τη στάση της υπουργού Μενδώνη 

Σε απάντησή της κατόπιν παρέμβασης των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Πάνου Σκουρολιάκου και Θοδωρή Δρίτσα η υπουργός Πολιτισμού ενημέρωσε ότι η υπόθεση ερευνάται από τις 14.19 της 17ης Αυγούστου. Η απάντησή της αυτή δημιουργεί ωστόσο ερωτήματα, αφού βάσει της επιστολής της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων στον Π. Λασκαρίδη η ίδια εμφανίζεται να ενημερώθηκε με επιστολή –και όχι με email ή sms, όπως έκανε με άλλες αρχές– στις 18 Αυγούστου. Απορίας άξιο είναι παράλληλα το γεγονός ότι στην απάντησή της η Λίνα Μενδώνη επικαλείται το άρθρο 24 του συντάγματος, το οποίο πολλές φορές κατά το παρελθόν έχει χρησιμοποιηθεί από εμπλεκόμενους σε υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας ως παράθυρο έναντι της ισχύουσας αρχαιολογικής νομοθεσίας, η οποία σαφώς ορίζει το πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί κάποιος να προστατεύσει αρχαία και νεότερα μνημεία. Αναπάντητο παραμένει και το ερώτημα αν για την υπόθεση έχει σχηματιστεί δικογραφία από τις αρμόδιες λιμενικές αρχές. Το Documento απέστειλε γραπτώς ερωτήματα αναφορικά με την υπόθεση τόσο στο Λιμενικό Σώμα και το υπουργείο πολιτισμού όσο και στο Ιδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη και στον ίδιο τον εφοπλιστή, ωστόσο μέχρι τη συγγραφή του παρόντος κειμένου δεν είχε δοθεί απάντηση.

«Δεν μπορεί κάθε πολίτης να κρίνει μόνος του την τύχη των αρχαιοτήτων»

Σχετικά με όσα αναφέρει ο εφοπλιστής για τις αρχαιότητες και τις αρχαιολογικές υπηρεσίες το Documento έθεσε υπόψη της προέδρου του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων Δέσποινας Κουτσούμπα την επιστολή του Π. Λασκαρίδη. «Καταρχάς να σημειώσουμε ότι είναι απαράδεκτο ένας πολίτης που παρανόμησε να στρέφεται με απαξιωτικό τρόπο εναντίον της αρμόδιας υπηρεσίας. Ουσιαστικά απειλεί δημόσιους λειτουργούς επειδή κάνουν τη δουλειά τους, αυτό που τους επιβάλλει ο νόμος. Δεύτερον, στην επιστολή του δίνει μια αυθαίρετη ερμηνεία στον νόμο 24 του συντάγματος. Το σύνταγμα λέει ότι η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι δικαίωμα του κράτους και δικαίωμα κάθε πολίτη. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος υποχρεούται να έχει μια αρχαιολογική υπηρεσία αρμόδια για τα μνημεία με επαρκή μέσα και προσωπικό ούτως ώστε να μπορεί να τα προστατεύει, να τα μελετά, να τα αναδεικνύει και να τα κάνει κτήμα του κάθε πολίτη. Αυτή είναι η ερμηνεία του “δικαιώματος”. 

Κατ’ αναλογία, και η δικαιοσύνη απονέμεται στο όνομα του ελληνικού λαού, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι καθένας από εμάς μπορεί να πάρει τη δικαιοσύνη στα χέρια του. Το ίδιο ισχύει και με την προστασία των αρχαιοτήτων: δεν μπορεί κάθε πολίτης να κρίνει μόνος του, χωρίς να έχει τις γνώσεις, την πείρα και την αρμοδιότητα, για την τύχη των αρχαιοτήτων. Τρίτον, ο κ. Λασκαρίδης στην προσβλητικότατη επιστολή του δηλώνει ότι έρχεται να υποκαταστήσει το κράτος επειδή –όπως νομίζει ο ίδιος– δεν κάνει καλά τη δουλειά του. Αυτή είναι πάρα πολύ επικίνδυνη ατραπός. Δηλαδή αν μεθαύριο θεωρήσει ότι η αστυνομία δεν κάνει καλά τη δουλειά της, θα πάει να συλλαμβάνει ληστές; Το επιχείρημα “ανέλκυσα τις αρχαιότητες για να τις σώσω” είναι εξοργιστικό και νομικά και ουσιαστικά. Τα ενάλια ευρήματα θέλουν ειδική μεταχείριση. Δεν τα ανελκύουμε από τη θάλασσα γενικά και αόριστα. Παίρνουμε επιστημονικές αποφάσεις για το τι και πώς ανελκύουμε. Τα ευρήματα είναι υλικά τεκμήρια, υλικές μαρτυρίες συμβάντων ή ιστορικών γεγονότων. Επίσης απαιτούν ειδική μεταχείριση όσον αφορά τη συντήρησή τους. Δεν μετακινούμε από τη θάλασσα όταν δεν προηγείται τεκμηρίωση και χωρίς να έχει αποφασιστεί από πριν ο τρόπος συντήρησής τους. Ειδικά όταν πρόκειται για σιδερένια αντικείμενα, των οποίων η διατήρηση ενέχει μεγάλες δυσκολίες. Στο παρελθόν υπάρχουν περιπτώσεις που έχουν γίνει ανελκύσεις και στο τέλος τα ευρήματα καταστράφηκαν. Γι’ αυτό τον λόγο η Σύμβαση της Ενάλιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO του 2001 προβλέπει κατά προτεραιότητα την in situ διατήρησή τους. Αυτά δεν τα γνωρίζει ο κάθε Λασκαρίδης και ούτε είναι υποχρεωμένος να τα γνωρίζει. Αυτό που είναι όμως υποχρεωμένος να γνωρίζει είναι ότι γι’ αυτό υπάρχουν ειδικοί επιστήμονες που δουλεύουν στην Αρχαιολογική Υπηρεσία: για να μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτές τις καταστάσεις με επιστημονικό τρόπο που δεν θα οδηγήσει στη φθορά ή την καταστροφή».

Ευεργέτες του έθνους αλλά και του πρωθυπουργικού ζεύγους

Κρυφός χορηγός της συζύγου του πρωθυπουργού Μαρέβας Μητσοτάκη-Γκραμπόφσκι, την εταιρεία της οποίας είχε χρηματοδοτήσει μέσω της εξωχώριας Velvet Success, είναι η εφοπλιστική οικογένεια Λασκαρίδη. Συγκεκριμένα, μέσω ανθρώπων που χρησιμοποιεί στις επιχειρήσεις της η οικογένεια φαίνεται να έχει διαθέσει στην εταιρεία της συζύγου του Κυριάκου Μητσοτάκη Zeus & Dione ποσό περίπου 800.000 ευρώ στο πλαίσιο αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, όπως είχε αποκαλύψει το Documento (τ. 118, 17.2.2019). Αναλυτικότερα, όπως είχε αποκαλύψει το Documento, τρία έμπιστα πρόσωπα της οικογένειας Λασκαρίδη, τα οποία εμφανίζονται ως… μπροστινοί σε δεκάδες offshore αλλά και ελληνικές εταιρείες, είναι εμπλεκόμενα στη Velvet Success. Πρόκειται για πρόσωπα ελληνικής καταγωγής που εμφανίζονται σε πάμπολλες εταιρείες που φέρονται να είναι συμφερόντων της οικογένειας Λασκαρίδη. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις τα ίδια άτομα εμφανίζονται στις διοικήσεις των εταιρειών αυτών μαζί με μέλη της εφοπλιστικής οικογένειας. Πρόκειται για τη Μαρία-Ιφιγένεια Βαρβάρα Πρωτόπαπα, τον Ιωάννη Γιαννακάκη και την Ελευθερία Καλλίνη. Ως διευθυντές της εταιρείας το 2008 –η offshore ιδρύθηκε το 2007– εμφανίζονται τα τρία συγκεκριμένα πρόσωπα που συμμετέχουν στα ΔΣ πληθώρας εταιρειών με τα αδέλφια Θανάση και Π. Λασκαρίδη, με τον εκλιπόντα πατέρα τους Κωνσταντίνο Λασκαρίδη καθώς και με άλλα μέλη της οικογένειας. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι αυτοί οι τρεις άνθρωποι, οι οποίοι υπήρξαν διευθυντές της επίμαχης offshore που συμμετείχε στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Zeus & Dione, είναι άτομα εμπιστοσύνης της οικογένειας Λασκαρίδη.

 Το Documento είχε επικοινωνήσει τότε με τον Μιχάλη Δημητρακόπουλο ως δικηγόρο της οικογένειας Μητσοτάκη, απευθύνοντάς του συγκεκριμένα ερωτήματα για τη χρηματοδότηση της Zeus & Dione από την παναμέζικη offshore Velvet Success SA, στην οποία συμμετέχουν άτομα που φέρονται να έχουν στενές επιχειρηματικές σχέσεις με την οικογένεια Λασκαρίδη. Η σύζυγος του Κυρ. Μητσοτάκη είχε απαντήσει τότε δι’ αντιπροσώπου, συγκεκριμένα διά της υπεύθυνης γραφείων της εταιρείας, ότι δεν είχε να μας ενημερώσει για τίποτε. Οι σχέσεις της οικογένειας Λασκαρίδη με την οικογένεια Μητσοτάκη πάντως δεν εξαντλούνται στο επιχειρείν, αλλά αποτυπώνονται κατά καιρούς σε άλλες δραστηριότητες τις οποίες η οικογένεια Μητσοτάκη στηρίζει επικοινωνιακά. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι τον περασμένο Οκτώβριο, όταν το σκάφος «Τυφώνας» του Ιδρύματος Αθανασίου Λασκαρίδη βρέθηκε στο λιμάνι Κισσάμου Χανίων για να συμβάλει στον καθαρισμό του βυθού, παρούσα ήταν και η Μ. Μητσοτάκη-Γκραμπόφσκι (φωτογραφία). Η σύζυγος του πρωθυπουργού ευχαρίστησε τότε, και μάλιστα δημοσίως, το Ιδρυμα Λασκαρίδη, επισημαίνοντας την ανάγκη να λαμβάνονται και άλλες αντίστοιχες ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Η οικογένεια Λασκαρίδη, η οποία εμφανίζεται ως εθνικός ευεργέτης και είναι εκείνη που θα δωρίσει τα περιβόητα παγούρια σε όλους τους μαθητές δημοτικού της χώρας, ενώ κατά καιρούς έχει χορηγήσει και το Πολεμικό Ναυτικό ακόμη και μέσω της δωρεάς πολεμικών πλοίων, είχε επίσης καταθέσει μέσω της ίδιας offshore 1,8 εκατ. ευρώ σε λογαριασμό του Τάσου Καραμήτσου, μετόχου της εφημερίδας «Πρώτο Θέμα». Το εν λόγω ποσό μεταφέρθηκε από τον Καραμήτσο σε ελληνική τράπεζα για να μετάσχει στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της εφημερίδας που βρισκόταν σε δυσχερή οικονομική κατάσταση.

Ιδιωτικοποίηση της αρχαιολογικής έρευνας;

Του Ακρίτα Καϊδατζή*

Το περιβάλλον, φυσικό και πολιτιστικό, αποτελεί συλλογικό αγαθό. Το δικαίωμα στο περιβάλλον συνίσταται στη διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης όλων στο συλλογικό αγαθό. Η ατυχής διατύπωση που επιλέχθηκε για την παράγραφο 1 του άρθρου 24 του συντάγματος με την αναθεώρηση του 2001 («Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός») δεν ιδρύει βεβαίως ατομική αξίωση οποιουδήποτε για προνομιακή πρόσβαση σε περιβαλλοντικά αγαθά. Η προστασία του περιβάλλοντος είναι πρώτα απ’ όλα ευθύνη του καθενός μας και υποχρέωση να τηρούμε το προστατευτικό πλαίσιο που θέτει η πολιτεία. Ειδικά, άλλωστε, όσον αφορά τις αρχαιότητες και την πολιτιστική κληρονομιά, η παράγραφος 6 του ίδιου άρθρου δεν επιτρέπει παρερμηνείες: «Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος». Ο αρχαιολογικός νόμος (ν. 3028/2002) απαγορεύει τη χωρίς προηγούμενη άδεια δραστηριότητα σε ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους και γενικότερα κάθε ενέργεια σε μνημεία που έστω και δυνητικά μπορεί να τους προκαλέσει βλάβη. Η διενέργεια αρχαιολογικών ερευνών και η μετακίνηση μνημείων με ιδιωτική πρωτοβουλία –ακόμη κι αν υποτεθεί ότι γίνονται με τις καλύτερες προθέσεις– δεν συνιστούν απλώς παράβαση του νόμου. Κυρίως αποτελούν έκφραση μιας νεοφιλελεύθερης αντίληψης περί ιδιωτικοποίησης της αρχαιολογικής έρευνας, η οποία καθιστά την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος όχι δικαίωμα του καθενός, αλλά προνόμιο των λίγων.

Η προστασία μνημείων, υποχρέωση του κράτους

Του Δημήτρη Μπελαντή

Σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 1 του συντάγματος αλλά και την παρ. 6 του ίδιου άρθρου, το πολιτιστικό περιβάλλον προστατεύεται από το κράτος και συνιστάται δικαίωμα των πολιτών στο πολιτιστικό περιβάλλον. Επίσης (άρθρο 24 παρ. 6) η προστασία των μνημείων, των παραδοσιακών περιοχών και των παραδοσιακών στοιχείων αποτελεί υποχρέωση του κράτους. Επιπλέον η διεθνής σύμβαση της Γρανάδας για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία ενσωματώνεται και στον ν. 3028/2002, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, επιτάσσει συμβατικά την προστασία των πολιτιστικών μνημείων. Κατά το άρθρο 20 του ν. 3028/2002 τα κινητά μνημεία προ του 1453 θεωρούνται αρχαία κινητά μνημεία και προστατεύονται αυτοδίκαια και χωρίς την ανάγκη έκδοσης πράξης χαρακτηρισμού. Επίσης ανήκουν κατά κυριότητα πάντοτε στο δημόσιο (άρθρο 21 του ν. 3028/2002). Αυτός που τα βρίσκει ή που περιέρχονται στον έλεγχό του οφείλει να ενημερώσει χωρίς αμέλεια την αρμόδια αρχαιολογική αρχή, η οποία θα επιμεληθεί την τυχόν αναγκαία μεταφορά τους από το σημείο όπου βρέθηκαν (άρθρο 24 του ν. 3028/2002). Τα παραπάνω δεν σημαίνουν σε καμία περίπτωση δικαίωμα ανασκαφής ή αρχαιολογικής έρευνας του ιδιώτη που βρήκε ενάλια αρχαία κινητά μνημεία στον βυθό της θάλασσας. Ιδίως μάλιστα από τη στιγμή που δεν διαθέτει την αναγκαία άδεια από την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία για τέτοιες ενέργειες. Η λογική αυτής της απαγόρευσης, πέρα από τον κίνδυνο διάπραξης αξιόποινων πράξεων (π.χ. αρχαιοκαπηλία), συνδέεται και με την ανάγκη χρήσης εξειδικευμένων γνώσεων και πρακτικών για τη μη φθορά ή καταστροφή ακίνητων μνημείων. Συνεπώς η χωρίς άδεια μεταφορά ευρεθέντων αρχαίων κινητών μνημείων είναι παράνομη και τιμωρείται ποινικά, είτε κατά τις διατάξεις του άρθρου 61 παρ. 3 του ν. 3028/2002 (παράνομη και χωρίς άδεια αρχαιολογική έρευνα) με φυλάκιση έως και ενός έτους είτε βάσει άλλων σχετικών ποινικών διατάξεων. Η επίκληση της αυτοδίκαιης προστασίας του δικαιώματος του άρθρου 24 παρ. 1 του συντάγματος στο πολιτιστικό περιβάλλον δεν είναι νομικά ορθή, καθώς η πραγματοποίηση των σχετικών ενεργειών εναπόκειται μόνο στις αρχαιολογικές αρμόδιες υπηρεσίες και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να διεξάγεται χωρίς ρητή άδεια των υπηρεσιών αυτών. Αυτή είναι η επιταγή του νόμου αλλά και του συντάγματος.