Εκατομμύρια στον αέρα επί Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη

Ο διαγωνισμός-φιάσκο για την προμήθεια έξι περιπολικών σκαφών του Λιμενικού. Εκατομμύρια ευρώ κοινοτικού χρήματος έχασε η χώρα μας, τα οποία προορίζονταν για την προμήθεια έξι σκαφών του Λιμενικού Σώματος.

Η ανάθεση, έπειτα από διαγωνισμό που διενεργήθηκε επί υπουργίας Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, αποδείχτηκε φιάσκο σε μια περίοδο που οι ανάγκες του ΛΣ είναι αυξημένες εξαιτίας των προσφυγικών ροών.

Το 2013 το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό για την προμήθεια έξι σκαφών για τις ανάγκες του Λιμενικού Σώματος. Επρόκειτο για έξι περιπολικά σκάφη θαλάσσιας επιτήρησης τύπου POB-24G, μήκους 24,76 μ. και πλάτους 6,44 μ., με δυνατότητα μεταφοράς μέχρι και 25 ατόμων το καθένα. Το έργο χαρακτηρίστηκε ιδιαίτερης σπουδαιότητας, ενώ στην τότε ηγεσία του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας επικρατούσε πανηγυρικό κλίμα. Δημοσιεύματα της εποχής ανέφεραν ότι η προμήθεια των συγκεκριμένων σκαφών θα αναβάθμιζε σημαντικά την επιχειρησιακή ικανότητα της ελληνικής ακτοφυλακής και θα συνέβαλε «στην επίτευξη της βέλτιστης επιτήρησης των θαλασσίων συνόρων και συνολικά στη διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων της χώρας».

Ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε στις αρχές του 2014, επί υπουργίας Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, και ως ανάδοχος ορίστηκε η Montmontaza-Greben d.o.o. Πρόκειται για μια εταιρεία με έδρα την Κροατία, η οποία, όπως διαβάζουμε στην επίσημη ιστοσελίδα της, λειτουργεί από το 1948. Μάλιστα φέρεται να είχε και μεγάλη εξαγωγική δραστηριότητα, καθώς πάνω από το 70% της συνολικής παραγωγής της εξαγόταν στην Ευρώπη, την Αφρική και την Ασία.

Το ποσό για την προμήθεια των έξι σκαφών ανερχόταν βάσει της σύμβασης σε 13,387 εκατ. ευρώ. Από αυτά το 75% προερχόταν από κοινοτική χρηματοδότηση και το υπόλοιπο 25% από τον εθνικό προϋπολογισμό. Μάλιστα η εταιρεία, σύμφωνα με όσα όριζε η απόφαση κατακύρωσης για την προμήθεια των σκαφών, την οποία υπογράφει ο κ. Βαρβιτσιώτης, θα ελάμβανε ως προκαταβολή το 50% του συνολικού τιμήματος και το υπόλοιπο ποσό «μετά την ολοκλήρωση της οριστικής ποιοτικής και ποσοτικής παραλαβής και την υπογραφή του σχετικού πρωτοκόλλου». Με λίγα λόγια, η εταιρεία εισέπραξε ως προκαταβολή σχεδόν 7 εκατ. ευρώ από το ελληνικό δημόσιο.

Παραδόθηκαν μόνο δύο σκάφη

Έναν χρόνο μετά και συγκεκριμένα το Μάρτιο του 2015 η ελληνική κυβέρνηση παρέλαβε το ένα από τα έξι συνολικά σκάφη. Την παραλαβή έκανε ο τότε υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Θεόδωρος Δρίτσας. Ακολούθησε η ολοκλήρωση της κατασκευής και η παράδοση και δεύτερου σκάφους από την πλευρά της Montmontaza-Greben d.o.o. τον Ιούνιο του 2015. Η διαδικασία ωστόσο δεν προχώρησε περισσότερο. Η κροατική εταιρεία κήρυξε πτώχευση και δήλωσε ανίκανη να ολοκληρώσει τη διαδικασία. Την ίδια ώρα μάλιστα οι ανάγκες του ΛΣ στο Αιγαίο ήταν ιδιαίτερα αυξημένες, καθώς η προσφυγική κρίση βρισκόταν στο αποκορύφωμά της και καθημερινά έφταναν στα ελληνικά νησιά χιλιάδες πρόσφυγες.

Τα ερωτήματα βέβαια που τίθενται έχουν να κάνουν με όσους έκριναν ότι η κροατική εταιρεία ήταν η καταλληλότερη για να αναλάβει το συγκεκριμένο έργο την περίοδο του κ. Βαρβιτσιώτη. Πώς είναι δυνατόν μια εταιρεία να κρίνεται ικανή για την υλοποίηση της συγκεκριμένης σύμβασης με βάση τα οικονομικά στοιχεία που παρουσιάζει τη δεδομένη χρονική στιγμή και ενάμιση χρόνο μετά να κηρύσσει πτώχευση;

Κηρύχθηκε έκπτωτη η εταιρεία

Το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας προχώρησε το 2015 στις προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες σε βάρος της Montmontaza-Greben d.o.o. Συγκεκριμένα, κήρυξε την εταιρεία έκπτωτη, ζητήθηκε η επιστροφή του ποσού της προκαταβολής, κατέπεσαν υπέρ του ελληνικού δημοσίου οι εγγυητικές επιστολές που είχαν κατατεθεί, ενώ αποκλείστηκε για πέντε χρόνια από διαγωνισμούς που διενεργεί το ελληνικό κράτος.

Παράλληλα, και τα δύο σκάφη που παραδόθηκαν αντιμετώπιζαν προβλήματα που είχαν να κάνουν κυρίως με το επιχειρησιακό σκέλος. Σύμφωνα με πληροφορίες του Documento, τα περιπολικά τύπου POB-24G δεν εξυπηρετούσαν στο 100% τις ανάγκες του ΛΣ στο Αιγαίο, ενώ για μεγάλο χρονικό διάστημα «κατέστη αδύνατη η επιχειρησιακή τους εκμετάλλευση λόγω μη εκπλήρωσης του αναδόχου αναφορικά με τη συντήρηση». Δηλαδή, αν και παραδόθηκαν, το ΛΣ δεν μπορούσε να τα αξιοποιήσει.

Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αναζητηθούν ευθύνες σε όσους υπέγραψαν τις σχετικές αποφάσεις, πολιτικά πρόσωπα και μη. Εκτός από χρόνο, η ελληνική πλευρά έχασε και τη δυνατότητα να αξιοποιήσει κονδύλια εκατομμυρίων ευρώ σε μια περίοδο που οι ανάγκες του ΛΣ είναι αυξημένες εξαιτίας του προσφυγικού.

Όπως επισημαίνει στο Documento ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Αξιωματικών Λιμενικού Σώματος (ΠΕΑΛΣ) αντιπλοίαρχος Δημήτρης Σαϊτάκης, «δυστυχώς στην περίπτωση αυτή χάθηκε μια πενταετία και μια επένδυση για το Λιμενικό Σώμα, την ώρα που οι ανάγκες είναι μεγάλες και το 30% των σκαφών του βρίσκεται σε πλήρη ακινησία. Είναι απαράδεκτο οι επισκευές σήμερα να γίνονται σε μία μόνο επισκευαστική βάση του ΛΣ, η οποία λειτουργεί υποτυπωδώς, την ώρα που υπάρχει μεγάλη ανεργία στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη».