Εκτακτα μέτρα με μία τουαλέτα για 200 άτομα στη Μόρια

Δραματική έκκληση από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα για την πιθανότητα έκθεσης των προσφύγων που στοιβάζονται στα hotspots στον Covid-19

Ευσεβείς πόθοι μπορούν να χαρακτηριστούν τα «έκτακτα μέτρα» που πήρε –ύστερα από καθυστέρηση πολλών ημερών– το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου προκειμένου να αποφευχθεί η εξάπλωση του κορονοϊού στους αιτούντες άσυλο οι οποίοι ζουν στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλο στα hotspots. Ένα από τα μέτρα που εξήγγειλε το υπουργείο είναι «η τήρηση γενικών κανόνων υγιεινής με καθημερινό καθαρισμό εσωτερικών κοινόχρηστων χώρων με καθαριστικά και απολυμαντικά καθώς και συνεχής απολύμανση των πόμολων των θυρών των κοινόχρηστων χώρων αυτών», καθώς και οδηγίες για το πώς οι μετανάστες θα παραλαμβάνουν με ασφάλεια το συσσίτιό τους.

Αυτό που δεν ανέφερε όμως το υπουργείο είναι ότι στα πέντε hotspots των νησιών του Αιγαίου βρίσκονται περίπου 42.000 αντί για 6.000 όπως έχει σχεδιαστεί η –θεωρητικά– ανώτερη χωρητικότητά τους. Παρέλειψε επίσης να αναφέρει το υπουργείο ότι στον καταυλισμό της Μόριας που ζουν 20.000 άνθρωποι σε σκηνές, κουτιά και ανάμεσα σε σκουπίδια, μια βρύση αντιστοιχεί σε 1.300 ανθρώπους και μια τουαλέτα σε 200! Πώς λοιπόν θα τηρηθούν οι γενικοί κανόνες υγιεινής και η αποφυγή του συνωστισμού σε αυτά τα κολαστήρια; Παρά τις εκκλήσεις των ανθρωπιστικών οργανώσεων, η κυβέρνηση δεν απομακρύνει από τις προσφυγικές δομές των νησιών ούτε καν τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού. Είναι όμως η ύστατη στιγμή για να το πράξει, αφού το σενάριο διασποράς του κορονοϊού σε αυτές τις δομές φαντάζει εφιαλτικό.

«Εκτεθειμένοι σε πολλούς παράγοντες κινδύνου μετάδοσης της νόσου»

«Καλούμε την ελληνική κυβέρνηση και την ΕΕ να προβούν στην έκτακτη μετακίνηση των αιτούντων άσυλο από τις προσφυγικές δομές και στην αποσυμφόρηση των νησιών, ενόψει της πιθανότητας έκθεσής τους στον κορονοϊό» ανέφερε στο Documento ο Απόστολος Βεΐζης, διευθυντής προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, δήλωση που αναδεικνύει πόσο κρίσιμη είναι η κατάσταση κι ενώ εξελίσσεται η διασπορά του κορονοϊού. Το θετικό είναι ότι μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχει καταγραφεί κρούσμα κορονοϊού ανάμεσα στους αιτούντες άσυλο, «παρότι παρουσιάστηκε η πιθανότητα εισερχόμενων κρουσμάτων από το Ιράν ή το Αφγανιστάν, κάτι που στην πραγματικότητα, δεν συνέβη ποτέ, μέχρι τώρα που μιλάμε τουλάχιστον. Οι άνθρωποι που παραμένουν αυτή τη στιγμή στα νησιά έχουν το ίδιο προφίλ όπως το δικό μας αναφορικά με την πιθανότητα έκθεσης. Δεν έχουν κάτι το διαφορετικό».

Το βασικό πρόβλημα που επικρατεί στα hot spots «τουλάχιστον των πέντε νησιών του Αιγαίου» και παραμένει και στην τωρινή συνθήκη, είναι ότι «έχουν χωρητικότητα 6.178 ανθρώπων, όμως υπάρχουν περισσότεροι από 42.000. Το 35% εξ αυτών είναι παιδιά, το 15% ασυνόδευτα ανήλικα και το 25% γυναίκες. Αυτοί οι άνθρωποι είναι εκτεθειμένοι σε πολλούς παράγοντες κινδύνου που τους κάνουν να νοσούν και βοηθούν στην πιθανότητα μετάδοσης της νόσου» σημειώνει.

«Δεν υπάρχει πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας»

«Αυτήν τη στιγμή κάνουμε ένα κάλεσμα στον γενικό πληθυσμό να μείνει σπίτι. Το ερώτημα όμως για τους συγκεκριμένους ανθρώπους στα hot spots είναι σε ποιο σπίτι; Στη σκηνή; Στο κουτί; Και με πόσους ανθρώπους μαζί; Άρα υπάρχει το ζήτημα της έλλειψης στέγης ή της κατάλληλης στέγης» επισημαίνει ο κ Βεΐζης και συνεχίζει: «Το δεύτερο που συστήνουμε στον γενικό πληθυσμό είναι να αποφεύγει τον συνωστισμό. Τα hot spots αυτή τη στιγμή είναι ο συνωστισμός ο ίδιος. Λέμε επίσης στον κόσμο να πλένει τα χέρια του τακτικά. Στα hot spots όμως η έλλειψη υγιεινής, οι κακές συνθήκες διαβίωσης, τα σκουπίδια, αλλά και η έλλειψη πόσιμου νερού –στη Μόρια υπάρχει μια βρύση για 1.300 ανθρώπους και μια τουαλέτα για 200– σημαίνουν ότι το συγκεκριμένο περιβάλλον από μόνο του δεν ενδείκνυται για μια τέτοια περίσταση».

Υπάρχουν όμως κι άλλα εμπόδια που οι αιτούντες άσυλο έχουν να αντιμετωπίσουν κι αφορούν «την πρόσβαση στο σύστημα υγείας. Εμπόδια που θα μπορούσαν να ξεπεραστούν μέσω του εμβολιασμού σε ασθένειες όπως η ηπατίτιδα Α, η ιλαρά και η μηνιγγίτιδα» κι ενώ πολλοί άνθρωποι που βρίσκονται στα hotspot, όπως αναφέρει, «αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα υγείας, όπως σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση και HIV και δεν έχουν πρόσβαση στο σύστημα υγείας. Από τον Ιούλιο του 2019, η πρόσβαση αυτών των ανθρώπων σε ΑΜΚΑ –θεωρητικά και στον Προσωρινό Αριθμό Ασφάλισης και Υγειονομικής Περίθαλψης Αλλοδαπού (ΠΑΥΠΑ)– δεν επιτρέπει σε περισσότερους από 60.000 να έχουν πρόσβαση στο σύστημα υγείας. Παράλληλα, το υγειονομικό από πλευράς Πολιτείας είναι πολύ μικρό: Στη Σάμο υπάρχει ένας γιατρός για περίπου 7.500 ανθρώπους και στη Μόρια τρεις γιατροί για περίπου 20.000, που είχαν ως αρμοδιότητα να καταγράφουν τις ευαλωτότητες. Άρα, δεν υπάρχει πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας για τον συγκεκριμένο πληθυσμό».

«Η πιθανότητα έκθεσής τους είναι μη διαχειρίσιμη»

Κι ενώ οι συνθήκες περίθαλψης ήταν ήδη ουσιαστικά ανύπαρκτες στα hotspots, πλέον «δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο να εκτεθούν και άνθρωποι που ζουν στους καταυλισμούς. Η πιθανότητα έκθεσής τους σε μια τέτοια κατάσταση είναι κάτι που δεν θα ήθελα να σας το περιγράψω και δεν μπορώ να βρω τη λέξη. Είναι μη διαχειρίσιμη. Αυτός ο πληθυσμός θα πρέπει να μπει σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό της Πολιτείας, που να μειώνει την έκθεση και παράλληλα να είναι λειτουργικός. Την περασμένη Δευτέρα ένα αγοράκι κάηκε ζωντανό στη Μόρια και την ίδια ημέρα το συσσίτιο αφέθηκε στην είσοδο του καταυλισμού. Έτρεχαν οι άνθρωποι για να το προλάβουν κι ενώ και πριν από αυτές τις συνθήκες περίμεναν εννέα ώρες για να το παραλάβουν» τονίζει ο Απ. Βεΐζης.

Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα, επειδή «οι φορείς που κάλυπταν το κενό του κράτους έχουν μειώσει το προσωπικό τους εξαιτίας των επιθέσεων του τελευταίου χρονικού διαστήματος και της δυνατότητας που έχουν να ανταποκριθούν σε μια τέτοια κατάσταση. Οπότε τα πράγματα για τους ανθρώπους στον καταυλισμό δεν είναι τόσο αισιόδοξα, αφού έχουν αφεθεί κάπως στα χέρια του θεού και της φύσης» καταγγέλλει και συνεχίζει: «Υπάρχει όμως κάτι που μπορεί να γίνει ακόμη και τώρα και είναι η μετακίνηση αυτού του πληθυσμού. Κάνουμε έκκληση να μετακινηθούν ομάδες ανθρώπων που πιθανόν έχουν μεγαλύτερο ρίσκο, όπως άτομα τρίτης ηλικίας ή με χρόνια προβλήματα υγείας. Από τον περασμένο Νοέμβριο έχουμε απευθύνει σχετική έκκληση για 140 παιδιά με χρόνια προβλήματα και δεν μπορεί να γίνει η διαχείρισή τους».

«Η κυβέρνηση να αναλάβει την πραγματική ευθύνη»

«Έστω και τώρα θα πρέπει να γίνει ένας εντοπισμός αυτών των ευάλωτων ομάδων και ένας σχεδιασμός του τι θα γίνει με αυτές εξαιτίας του κορονοϊού» είναι η έκκληση που κάνει ο Απ. Βεΐζης και εκτιμά: «Προς το παρόν όμως δεν υπάρχει τέτοια διάθεση. Πιστεύω ότι η Πολιτεία έχει αργήσει στο συγκεκριμένο ζήτημα, έστω και τελευταία στιγμή όμως υπάρχει η δυνατότητα να γίνουν ενέργειες, να μειωθεί ο κίνδυνος και τα αποτελέσματα να είναι λιγότερο αρνητικά για όλους μας».

Σχετικά με τα μέτρα που ανακοίνωσε το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, ο κ. Βεΐζης σχολίασε ότι «ουσιαστικά πρόκειται για μια λίστα ευχών. Όταν στα μέτρα γίνεται λόγος για τήρηση κανόνων υγιεινής και στη Μόρια υπάρχει ένα σημείο όπου 1.300 άτομα μπορούν να πλύνουν τα χέρια τους, μιλάμε για μια θεωρητική προσέγγιση. Σαν να ζει κανείς στον Άρη και να γνωρίζει τι συμβαίνει σε αυτόν τον πλανήτη. Τα μέτρα που καλούμαστε να πάρουμε αναφορικά με τον κορονοϊό και αφορούν τον γενικό πληθυσμό, δεν έχουν ισχύ στους προσφυγικούς καταυλισμούς. Η κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει την πραγματική ευθύνη για αυτούς τους ανθρώπους, που βρίσκονταν ήδη σε μια τραγική κατάσταση και έρχεται τώρα ο κορονοϊός να βάλει ένα μεγάλο ερωτηματικό για την ασφάλεια της ζωής τους. Γι’ αυτό μοναδικοί υπεύθυνοι είναι η κυβέρνηση και η ΕΕ».

«Μπροστά στις ασθένειες είμαστε όλοι άνθρωποι»

Οι υπηρεσίες υγείας «θα πρέπει να ενδυναμωθούν και να μπορέσουν να δώσουν τη δυνατότητα διαχείρισης περιστατικών, αλλά και να συνδεθούν με τις –λίγες– δομές που υπάρχουν στα νησιά και οι οποίες έτσι κι αλλιώς είναι υπερφορτωμένες και έχουν να καλύψουν τις τοπικές ανάγκες» εκτιμά ο Απ. Βεΐζης. Πολύ κρίσιμο όμως για το επόμενο χρονικό διάστημα είναι «να υπάρξει η λεγόμενη κοινωνική ηρεμία, να μη δημιουργηθούν εντάσεις, ούτε να υπάρξουν επιθέσεις προς αυτούς τους ανθρώπους. Ο κορονοϊός δεν γνωρίζει την ταυτότητα κανενός. Μπροστά στις ασθένειες είμαστε όλοι άνθρωποι, είμαστε όλοι ασθενείς. Αυτός είναι ο λόγος που όταν σχεδιάζεις την υγεία ενός πληθυσμού, σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου, θα πρέπει να εντάξεις στον σχεδιασμό σου όλες τις ομάδες που ζουν εκεί εκείνη τη στιγμή, με τα μέσα που έχεις και με τον τρόπο που μπορείς για το καλύτερο αποτέλεσμα για τους ίδιους, για τον πληθυσμό και για την Πολιτεία η οποία εκτίθεται αυτή της στιγμή».

Σχετικά με το τι θα γίνει σε περίπτωση που καταγραφεί κρούσμα κορονοϊού σε hotspot, ο κ. Βεΐζης σχολίασε ότι «θεωρητικά στην ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ αναφέρεται ότι αν υπάρξει κάποιο κρούσμα, θα υπάρξει διαχείρισή του στο νοσοκομείο και παρακολούθησή του σαν περιστατικό, κάτι όμως που νομίζω ότι επίσης πρόκειται για μια ευχή, αν αναλογιστούμε το πώς λειτουργεί ο καταυλισμός στην καθημερινότητά του. Αν η κυβέρνηση αφήσει το ζήτημα έτσι χωρίς να κάνει κάποια παρέμβαση, οι συνέπειες θα είναι αρκετά αρνητικές σε αυτούς που θα εκτεθούν. Οπότε αυτή τη στιγμή πρέπει να σκεφτεί το καλύτερο σενάριο που υπάρχει. Κι αυτό θα μπορούσε να είναι ο συνδυασμός των υπαρχουσών δομών και επιπλέον υποστηρικτικές δραστηριότητες, που πιθανόν να χρειαστούν στα πλαίσια της παρέμβασης, όπως και σχετικές ενέργειες κοντά στους χώρους που ζουν οι άνθρωποι. Προς το παρόν από την πλευρά της κυβέρνησης δεν υπάρχει κάτι το πρακτικό. Μπορεί –και ελπίζουμε- να υπάρξει ώστε να μειωθεί η έκθεση αυτών των ανθρώπων».

Ετικέτες