Έμφυλες ανισότητες στον γυναικείο αθλητισμό: Ώρα οι πολιτικοί να αναλάβουν ευθύνες

Οι συμβάσεις στον γυναικείο αθλητισμό εξακολουθούν να αποτελούν ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα που φανερώνουν το βαθύτερο πρόβλημα των έμφυλων ανισοτήτων στον αθλητισμό. Παρά τη συνεχή πρόοδο στον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού, οι γυναίκες αθλήτριες συνεχίζουν να υπογράφουν συμβόλαια που όχι μόνο δεν εγγυώνται ίσες απολαβές, αλλά πολλές φορές υπονομεύουν ακόμη και βασικά δικαιώματα, όπως αυτό της μητρότητας.

Στο πόλο, για παράδειγμα, οι άνδρες αθλητές μπορεί να λαμβάνουν έως και 70% περισσότερα χρήματα από τις γυναίκες. Αυτή η διαφορά συχνά αποδίδεται στη μεγαλύτερη προβολή και δημοφιλία των ανδρικών διοργανώσεων. Ωστόσο, το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί αυτή η προβολή εξακολουθεί να είναι μονόπλευρη. Είναι σαφές ότι απαιτείται μια πιο ενεργή στρατηγική ενίσχυσης και ανάδειξης του γυναικείου αθλητισμού – κάτι που πρέπει να ξεκινήσει όχι μόνο από τις ίδιες τις αθλήτριες αλλά κυρίως από τους θεσμικούς φορείς και τους πολιτικούς αρμόδιους.

Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι κάποια συμβόλαια περιλαμβάνουν ρήτρες που οδηγούν στην αυτόματη ακύρωση σε περίπτωση εγκυμοσύνης. Μια τέτοια ενέργεια δεν αποτελεί απλώς διακριτική μεταχείριση, είναι ξεκάθαρα προσβολή απέναντι στα δικαιώματα των αθλητριών. Ο αθλητισμός οφείλει να εξελιχθεί, όχι μόνο σε επίπεδο επιδόσεων αλλά και θεσμικών εγγυήσεων για όσες γυναίκες τον υπηρετούν με πάθος και επαγγελματισμό.

Το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί πια να κλείνει τα μάτια. Η έλλειψη θεσμικής παρέμβασης, η απουσία ελέγχων και η σιωπή απέναντι σε τέτοιες πρακτικές, δεν είναι ουδέτερη στάση αλλά συνέργεια.

Η διασφάλιση ισότιμων όρων εργασίας, η προστασία της μητρότητας και η προώθηση της προβολής του γυναικείου αθλητισμού δεν είναι πολυτέλειες, είναι αυτονόητα δικαιώματα και υποχρεώσεις μιας πολιτείας που θέλει να λέγεται δημοκρατική.