Ερίκ Βιγιάρ: Πρέπει να γράφουμε γι’ αυτά που αγνοούμε

Ερίκ Βιγιάρ: Πρέπει να γράφουμε γι’ αυτά που αγνοούμε

Στη «14η Ιουλίου», το ένα_x000D_
από τα έντεκα συνολικά βιβλία που αποτελούν το συγγραφικό έργο του, ο πρόσφατα_x000D_
βραβευμένος με Γκονκούρ Γάλλος συγγραφέας Ερίκ Βιγιάρ επέλεξε να ασχοληθεί με_x000D_
τη Γαλλική Επανάσταση, ειδικότερα με την ημέρα της άλωσης της Βαστίλης το 1789. 

Στο αφήγημά του μας μεταφέρει το κλίμα εκείνης της ημέρας μέσα από τα μάτια των αφανών πρωταγωνιστών της, τους οποίους η επίσημη ιστορία ξεχνά. Υστερα από εκτεταμένη έρευνα στα αρχεία του κράτους έδωσε σάρκα και οστά στο ανώνυμο –μέχρι χθες– πλήθος της Βαστίλης, όχι επινοώντας ιστορίες αλλά αξιοποιώντας αρχειακό υλικό με γνώμονα τη λεπτομέρεια και τη σύνθεση.

Η «14η Ιουλίου» κυκλοφόρησε στην Ελλάδα πριν από δύο εβδομάδες από τις Εκδόσεις Πόλις και είναι το τρίτο έργο του Ερίκ Βιγιάρ που μεταφράστηκε στα ελληνικά μετά την «Ημερήσια διάταξη» και το «Κονγκό», ενώ ετοιμάζεται ο «Πόλεμος των φτωχών» (για την εξέγερση των χωρικών της Γερμανίας την εποχή της Μεταρρύθμισης).

Γεννηθήκατε στη Γαλλία το Σάββατο 4 του Μάη του ’68. Πρόκειται για ενδιαφέρουσα σύμπτωση.

Σίγουρα το ότι η ημερομηνία της γέννησής μου συνδέεται με ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός κάνει κάποιον να βλέπει τη σύμπτωση συμπαθητικά. Ομως οι ημερομηνίες των μεγάλων ιστορικών γεγονότων, οι οποίες σχετίζονται με τη δημοκρατία, ανήκουν σε όλους μας. Είναι ημερομηνίες γέννησης όλων μας. Για παράδειγμα, αν δεν είχα γεννηθεί τον Μάη του ’68, με ανέκρινε η αστυνομία και μου ζητούσε την ημερομηνία της γέννησής μου, θα μπορούσα να απαντήσω «14 Ιουλίου 1789» όπως ακριβώς θα απαντούσα «4 Μαΐου 1968».

Σπουδάσατε φιλοσοφία με τον Ζακ Ντεριντά. Τι έχετε κρατήσει περισσότερο από εκείνον;

Μια ανάμνηση που κρατώ ήταν η αντίδρασή του σε ένα ραντεβού που είχα μαζί του για τη διπλωματική μου εργασία. Είχα καθυστερήσει να την καταθέσω και είχε περάσει η ημερομηνία. Οταν μπήκα στο γραφείο του και του είπα «λυπάμαι που άργησα αλλά δεν ήμουν έτοιμος να δώσω την εργασία μου», ο Ντεριντά αυθόρμητα μου απάντησε: «Και εγώ έχω καθυστερήσει για όλα!». Ηταν μια αντίδραση χωρίς ίχνος μανδαρινισμού, πολύ ευγενική. Ηταν μια συμπεριφορά ίσου προς ίσο. Το θυμάμαι πάντα.

Πώς είναι για κάποιον που δεν είναι ιστορικός να γράφει για ένα τόσο κορυφαίο γεγονός στην Ιστορία; Νιώσατε ότι έπρεπε να είστε προσεκτικός;

Η 14η Ιουλίου δεν είναι μια ημερομηνία που ανήκει μόνο στους ιστορικούς. Η επιστήμη δεν έχει το μονοπώλιο σε τίποτε, πόσο μάλλον στην εθνική γιορτή της Γαλλίας την οποία μάλιστα επέβαλε ο λαός και με αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι η 14η Ιουλίου ανήκει σε όλους και σε κανέναν. Οταν κάποιος γράφει γι’ αυτή την ημέρα και βασίζεται στη συλλογική μνήμη μπορεί να είναι ταυτόχρονα ανησυχητικό και καθησυχαστικό. Το πιο ενδιαφέρον και πιο δύσκολο ήταν πώς να γράψει κάποιος μια ιστορία που αφορά το συλλογικό υποκείμενο. Και επειδή μιλάμε για μια ημερομηνία πρέπει να πω ότι όταν ένας ερευνητής εστιάζει σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία μπορεί πολύ γρήγορα να γίνει ειδικός. Δεν υπάρχουν ιστορικοί που να έχουν ασχοληθεί ειδικά με τη 14η Ιουλίου. Εψαξα τα πάντα, όλα τα αρχεία που σχετίζονται με τη 14η Ιουλίου. Δεν υπάρχει κάτι που δεν ξέρω, οπότε δεν υπάρχει κάτι που να με φοβίζει. Μελέτησα πολύ τους πρωταγωνιστές εκείνης της ημέρας, τους ξέρω με τα ονόματά τους, γνωρίζω τι έκαναν, την οικογενειακή τους κατάσταση. Σαν να τους γνώρισα προσωπικά· νιώθω μια οικειότητα μαζί τους.

Αρκεστήκατε μόνο στα αρχεία;

Συνθέτω την αναπαράσταση μιας σκηνής στο αφήγημά μου όχι ακολουθώντας απλώς τα αρχεία αλλά λαμβάνοντας υπόψη μου στοιχεία που παίρνω από τη σύσταση και τη μορφή των αρχείων. Ακόμη και από τον γραφικό χαρακτήρα του συντάκτη τους. Οταν μελετώ ένα αρχείο προσπαθώ μέχρι το τέλος να μην απωθήσω την πρώτη αίσθησή μου όταν το πρωτοείδα. Αυτή με καθοδηγεί. Συχνά η πρώτη εντύπωση είναι κάτι που μας ξεσηκώνει σχετικά με το υλικό. Οπως σε ένα όνειρο που όλα πάνε καλά και ξαφνικά ο διάδρομος στενεύει. Το ίδιο αποτέλεσμα παράγει η πρώτη εντύπωση. Σαν κάτι που πετάγεται μπροστά μας και μας κάνει να διερωτηθούμε.

Οχι μόνο τι αλλά πώς διαβάζει κάποιος ένα αρχείο;

Ναι, γιατί όλα μετράνε. Μια λεπτομέρεια που τραβάει την προσοχή μας –και η κάθε λεπτομέρεια μπορεί να έχει σημασία– μας κινητοποιεί στη διαδικασία της γνώσης. Η γνώση δεν είναι κάτι που διαμορφώθηκε εύκολα και απλά, είναι ο καρπός μιας πορείας, ενός μεγάλου ταξιδιού που κάνεις αν θέλεις να προσεγγίσεις την ουσία των πραγμάτων. Και η πορεία αυτή μοιάζει πραγματικά με έρευνα. Αυτός ο τρόπος είναι μια τάση που υπάρχει σήμερα: τόσο οι λογοτέχνες να γίνονται και ιστορικοί όσο και οι ιστορικοί να γίνονται και λογοτέχνες. Η επιστήμη –όπως και η λογοτεχνία– έχει τη δομή της μυθοπλασίας.

Δώστε μας ένα παράδειγμα λεπτομέρειας που επηρέασε το συγκεκριμένο αφήγημά σας.

Το όνομα του νεκρού Φρανσουά Ρουσό, ενός από τους χαρακτήρες του βιβλίου, στον οποίο αναφερόταν κάποιο έγγραφο. Ο Φρανσουά Ρουσό έχει το ίδιο όνομα με τον αδερφό τού Ζαν-Ζακ Ρουσό και η δουλειά του ήταν φανοκόρος. Από μόνο του αυτό το γεγονός –ένας άνθρωπος λέγεται Ρουσό και κάνει αυτήν τη δουλειά– είναι ποιητικό. Εχει το όνομα του μεγαλύτερου φιλοσόφου του Διαφωτισμού και ανάβει τους φανοστάτες στον δρόμο. Και δεν είναι μόνο το όνομα ενός μεγάλου φιλοσόφου, είναι ένα κοινό όνομα το οποίο πρώτη φορά μπαίνει στο πάνθεον της φιλοσοφίας με τον Ζαν-Ζακ Ρουσό. Εχω γνωρίσει πολλούς Ρουσό –δεν έχω γνωρίσει κανέναν με το όνομα Ντεκάρτ–, πολλοί Γάλλοι έχουν αυτό το όνομα. Αυτό που με έβαλε σε σκέψεις δεν ήταν το ίδιο το όνομα αλλά το ότι είναι κοινό όνομα. Τελικά, μέσα από το όνομα του φιλoσόφου του Διαφωτισμού που ενσαρκώνει τη δημοκρατία αυτό που ακούμε είναι ο λαός. Αυτό μου τράβηξε την προσοχή σε αυτό το αρχείο.

Στη συνέχεια στα αρχεία της 14ης Ιουλίου βρήκα περίπου 1.000 ονόματα, λαϊκά ονόματα. Και έχει μεγάλη λογοτεχνική γοητεία το γεγονός πως για πρώτη φορά στην Ιστορία μαθαίνουμε ότι οι πρωταγωνιστές αυτής της ημέρας είχαν κοινά ονόματα. Δεν είναι Τουρέν ή Μέγας Αλέξανδρος αλλά απλοί άνθρωποι. Θυμάμαι όταν πήγαινα σχολείο –δεν ξέρω αν το κάνουν και στην Ελλάδα–το πρωί μόλις μπαίναμε στην τάξη φώναζαν τα ονόματά μας αλφαβητικά. Η αλφαβητική σειρά είναι και η πιο δημοκρατική ακολουθία, δεν ξεχωρίζει τους ισχυρούς από τους ανίσχυρους, τους καλούς από τους κακούς. Αυτήν τη μουσική της κατονομασίας των ονομάτων με αλφαβητική σειρά ακούω και στη λίστα των νικητών στη Βαστίλη, αυτό τον λυρισμό της κατονομασίας των κοινών ονομάτων. Και αυτό που με τράβηξε αρχικά στο όνομα του Φρανσουά Ρουσό ήταν η αναφορά μου σε αυτήν τη συνηθισμένη και κοινή μουσική που άκουγα πάντα.

Ποια ήταν η αντίδραση στη Γαλλία όταν το βιβλίο κυκλοφόρησε πριν από τρία χρόνια;

Ηταν πολύ καλές οι αντιδράσεις. Οι κριτικοί μίλησαν για δημιουργία ενός νέου είδους. Δεν θα έλεγα όμως ότι δημιούργησα ένα νέο είδος ή κάτι ξεχωριστό. Αντίθετα, νομίζω ότι τα βιβλία μου ανήκουν σε ένα πλειοψηφικό είδος γραφής: το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ότι βρίσκονται πιο κοντά στην πραγματικότητα παρά στη μυθοπλασία – εδώ και 200 χρόνια υπάρχει αυτή η έγνοια, δηλαδή η αναζήτηση της πραγματικότητας στη λογοτεχνία. Νομίζω ότι αυτοί που νομίζουν ότι η λογοτεχνία είναι μόνο κάτι μυθοπλαστικό έχουν εντελώς λάθος αντίληψη. Αν παρουσιάζουμε τη λογοτεχνία μόνο από τη μεριά της μυθοπλασίας, μειώνουμε τη σημασία της. Ο Μπαλζάκ στον πρόλογό του στην «Ανθρώπινη κωμωδία» λέει ότι θα μιλήσει για την πραγματικότητα της ανθρώπινης κατάστασης. Ο αναγνώστης διαβάζει για τα ήθη που σκιαγραφούν την κοινωνία του 19ου αιώνα.

Γράφετε για μια συγκεκριμένη μερίδα κοινού;

Aν γράφουμε, γράφουμε για όλους. Η λογοτεχνία σχετίζεται με τη δημοκρατία. Και η βάση της δημοκρατίας, που είναι η ισότητα και η ελευθερία, περιλαμβάνει όλους, παγκόσμια και οικουμενικά. Οταν κάποιος γράφει μόνο για μερικούς, αυτό που κάνει δεν είναι λογοτεχνία, είναι κάτι άλλο. Δεν είναι συγγραφέας, είναι άνθρωπος των γραμμάτων και αυτός είναι ένας όρος του παλιού καθεστώτος. Και φυσικά υπάρχουν σημαντικοί άνθρωποι των γραμμάτων. Οπως ο Ρακίνας, ένας από τους μεγάλους θεατρικούς συγγραφείς στη Γαλλία του 17ου αιώνα, ο οποίος έγραφε για τους βασιλείς και τους αριστοκράτες. Χαρακτηρίζω τα δικά μου βιβλία αφηγήματα, για να τονίσω αυτό το βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο της λογοτεχνίας που είναι το να μιλά κάποιος για την πραγματικότητα. Και επιμένω ότι πρέπει να μιλάμε, πρέπει να γράφουμε γι’ αυτά που αγνοούμε. Γιατί κατά βάθος αγνοούμε τι συνέβη στις 14 Ιουλίου στη Βαστίλη.

Το βιβλίο «14η Ιουλίου» του Eρίκ Βιγιάρ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση του Μανώλη Πιμπλή

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter