Όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Πολιτισμού, το Συμβούλιο Μουσείων γνωμοδότησε θετικά επί της οριστικής μουσειολογικής μελέτης για τις νέες εκθέσεις του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του Επιγραφικού Μουσείου. Το φιλόδοξο σχέδιο επανέκθεσης των συλλογών των δύο μουσείων αναμένεται να σχολιαστεί ποικιλοτρόπως, όπως έγινε άλλωστε και με το σχέδιο υπόγειας κτιριακής επέκτασης του ΕΑΜ, βάσει των αρχιτεκτονικών σχεδίων Τσίπερφιλντ – Τομπάζη.
Θα σταθούμε εδώ μόνο στο ύψος της χρηματοδότησης των μελετών, που φτάνει τα 40.000.000 ευρώ. Σωστά διαβάσατε: 40 εκατομμύρια ευρώ, όχι δραχμές. Και, ναι, μιλάμε μόνο για τις μελέτες και όχι για τις εργασίες υλοποίησης του ίδιου του έργου. Και τι πειράζει –θα έρθει ο αντίλογος– αφού το ποσό αυτό δεν προέρχεται από κρατικούς ή ευρωπαϊκούς πόρους, αλλά είναι δωρεά του ζεύγους Σπύρου και Ντόροθυ Λάτση στη μνήμη των γονέων τους Ιωάννη και Εριέττας Λάτση, δωρεά την οποία πανηγυρικά είχε παρουσιάσει η κυβέρνηση τον Απρίλη του 2024;
Πειράζει. Πρώτον, διότι εν έτει 2025 σε έργο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της χώρας θα έπρεπε για λόγους αρχής, που δεν χρειαζόταν να εξηγήσει κανείς, να μην εμπλέκεται το όνομα κανενός ιδιώτη – ελπίζουμε μόνο, όταν με το καλό ολοκληρωθούν κάποτε οι εργασίες υλοποίησης του έργου, να μη δούμε καμιά γιγαντιαία πινακίδα με το όνομα του χορηγού των μελετών να «καπελώνει» το όνομα του μουσείου, όπως συνέβη στην Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου. Και δεύτερον, διότι το ύψος του προϋπολογισμού των μελετών ενός έργου συνδέεται απολύτως με τον προϋπολογισμό υλοποίησής του, το οποίο αναλογικά αναμένεται στην περίπτωση αυτή να εκτιναχτεί σε δυσθεώρητα ύψη. Στ.Γκ.

















