Ευθύμης Καραδήμας: «Μισώ όποιον εκμεταλλεύεται την ανάγκη του ανθρώπου να πιστέψει κάπου»

Φωτογραφία: Μάριος Θεολόγης

Ο τραγουδιστής των Nightfall Ευθύμης Καραδήμας μιλάει με αφορμή την κυκλοφορία του «Children of Eve» στο οποίο το συγκρότημα ανοίγει τη συζήτηση για την καλπάζουσα επιρροή της οργανωμένης θρησκείας στην καθημερινότητά μας.

Τέσσερα χρόνια μετά την κυκλοφορία του «At Night We Prey» που σηματοδότησε την επανεκκίνησή τους οι Nightfall επιστρέφουν με το 11ο άλμπουμ τους με τίτλο «Children Of Eve». Η θεματολογική και όχι μόνο εσωστρέφεια του προηγούμενου δίσκου δίνει τη θέση της σε ό,τι πιο εξωστρεφές έχει κυκλοφορήσει η μπάντα στην 35χρονη ιστορία της και το Documento συναντήθηκε με τον ιθύνοντα νου Ευθύμη Καραδήμα, ο οποίος μίλησε για την θεματολογία του δίσκου, αλλά και για τους «κατάλληλους ανθρώπους που βρέθηκαν στις κατάλληλες θέσεις».

Πώς καταλήξατε στον Τζέικομπ Χάνσεν για τη μίξη και το μάστερινγκ του άλμπουμ; Μιλάμε για έναν άνθρωπο που είναι ιδιαίτερα επιλεκτικός στις συνεργασίες του.

Το «Children of Eve» ξεκίνησε να γράφεται όταν τα σχέδια για την προώθηση του «At Night We Prey» μέσα από περιοδείες πήγαν πίσω, λόγω της πανδημίας. Όταν κατά τη διάρκεια της σύνθεσης των κομματιών είδαμε ότι μας έβγαιναν μεγάλα και πομπώδη ρεφρέν ήταν σαφές ότι αυτός που θα μπορούσε να τα κάνει να ακουστούν όπως πρέπει ήταν ο Τζέικομπ Χάνσεν, ο οποίος πράγματι δεν αναλαμβάνει πολλά, οπότε αξιοποιήσαμε το γεγονός ότι γνώριζε τους Nightfall από παλιά. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που διαθέτει κάτι πολύ βασικό: το επικοινωνιακό χάρισμα. Καταλαβαίνει από την αρχή τι θέλεις να κάνεις και μπαίνει στο πετσί των συνθέσεων.

Αυτό σας έκανε να διαφοροποιήσετε και δική σας προσέγγιση στη διαδικασία της σύνθεσης των τραγουδιών;

Ακριβώς επειδή θα δουλεύαμε με τον Τζέικομπ το songwriting άρχισε ασυνείδητα να χτίζεται σε αυτή τη βάση. Δώσαμε περισσότερο χώρο στο rhythm section και τη ρυθμική κιθάρα και αφήσαμε μία μόνο μελωδία να οδηγεί το κομμάτι, για να αναπνέει και να υπάρχει χώρος για τη φωνή αφήνοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο στα ρεφρέν. Αυτό θα μπορούσε να γίνει μόνο με τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Το ρεφρέν στο «The Cannibal» ας πούμε (σ.σ. η συνέντευξη έγινε μια μέρα πριν από την κυκλοφορία του δεύτερου single μέσα από το «Children of Eve») είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο Χάνσεν μιξάρει το υλικό που έχει στα χέρια του αναδεικνύοντας κάθε πτυχή. Κάτι που προφανώς δεν μπορούσε να γίνει στο «At Night We Prey», αφού το υλικό εκεί ήταν διαφορετικό, πιο σκοτεινό, πιο ομιχλώδες και εσωστρεφές. Εδώ ήταν αυτό που λέμε οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά.

Αυτήν την αίσθηση, ότι όλα τα κομμάτια του παζλ ήταν στη θέση τους, την είχες και σε παλαιότερα άλμπουμ των Nightfall;

Είναι κάτι που έχω να νιώσω από το 1997 και το «Lesbian Show». Ήταν ηλίου φαεινότερο ότι είχε γίνει ένα βήμα προς τα εμπρός διότι και τότε είχαμε βρει το κατάλληλο στούντιο για να ηχογραφήσουμε (το Tico Tico στη Φινλανδία) και τον κατάλληλο άνθρωπο για να μιξάρουμε και να γίνουν όλα σωστά. Ένα άλμπουμ που επίσης ήταν βασισμένο στα μεγάλα ρεφρέν και στη μελωδία.

Σε συζητήσεις που έχω κάνει με ανθρώπους που έχουν ακούσει το άλμπουμ κυριαρχεί η αίσθηση ότι το «Children of Eve» δεν είναι απλά ο καλύτερος δίσκος των Nightfall αλλά ανοίγει νέους δρόμους στον χώρο του μελωδικού death metal. O δημιουργός μπορεί να μπει στη θέση του ακροατή και να κρίνει το ίδιο του το άλμπουμ;

Ούτε για αστείο. Αν το κάνεις αυτό κινδυνεύεις να εκτεθείς ανεπανόρθωτα γιατί όταν καταθέτεις κάτι η κίνηση δεν είναι αμφίδρομη. Το μόνο που μπορείς να πεις είναι αν το τελικό αποτέλεσμα ανταποκρίνεται σε αυτό που εσύ είχες στο μυαλό σου όταν ξεκίνησες να δουλεύεις. Το πώς θα το εισπράξει ο καθένας είναι κάτι που έρχεται σε δεύτερο χρόνο και φυσικά δεν μπορεί να είναι για όλους το ίδιο. Προσωπικά λατρεύω να συζητάω με ανθρώπους που είναι γνώστες, έχουν μια αντίληψη του τι συμβαίνει γύρω τους και μαζί αναλύουμε τις λεπτομέρειες του δίσκου, μουσικές και στιχουργικές. Η μεγαλύτερη ανταμοιβή λοιπόν είναι όταν η δουλειά σου γίνεται εφαλτήριο για μια ωραία κουβέντα.

Μια ακόμη διαπίστωση είναι ότι με τέτοια μανιασμένα ριφ και πομπώδη επικά ρεφρέν το «Children of Eve» είναι φτιαγμένο για να παιχτεί ζωντανά.

Από την πρώτη νότα μέχρι την τελευταία το άλμπουμ αυτό έχει μια εξωστρέφεια που δεν την είχαν τα προηγούμενα άλμπουμ των Nightfall. Πρέπει να πας στη δεκαετία του ’90 για να βρεις κάτι που κάναμε και προοριζόταν να παίζεται live. Προφανώς και η συμβολή ανθρώπων όπως είναι ο Τζέικομπ Χάνσεν, ο Ελιράν Καντόρ που φιλοτέχνησε το εξώφυλλο ή η ομάδα που έκανε το βίντεο κλιπ του «I hate» δείχνει μια προσέγγιση πιο μεγαλεπίβολη. Είναι αυτό που λέγαμε πριν, οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις και, κυρίως, με πολύ καλή διάθεση. Τίποτα δεν έγινε διεκπεραιωτικά, όλοι έκαναν το κάτι παραπάνω και στο εξώφυλλο και στη μίξη και στα βίντεο. Δεν είναι κάτι που συμβαίνει συχνά, γι’ αυτό και είναι πολύ ωραίο όταν γίνεται και θα το εισπράξει και ο κόσμος μόλις το «Children of Eve» βγει στο δρόμο.

Το σίγουρο είναι ότι αυτή τη φορά έχετε αξιοποιήσει περισσότερο από ποτέ και τα social media για να επικοινωνήσετε τη δουλειά σας.

Εχουμε κάνει μια γενικότερη… επίθεση φιλίας. Εγώ ήμουν πολύ δύστροπος και δύσπιστος με αυτή τη μορφή της επικοινωνίας κάτι το οποίο πληρώσαμε αφού ήμασταν πανηγυρικά απόντες από τα social media. Αυτό στην πορεία άλλαξε γιατί πολύ απλά δεν γίνεται αλλιώς, ειδικά όταν θέλεις να απευθυνθείς και στη νεότερη γενιά που δεν έχει οπτικοποιήσει μια μπάντα που είχε πολλά χρόνια να παίξει live. Μπορεί κάποιοι να μας έχουν ακούσει αλλά δεν έχουν εικόνα, δεν είμαστε στον τοίχο τους, ούτε στο κινητό τους. Αν θέλεις να τους αγγίξεις, αν θέλεις να έρθεις σε επικοινωνία μαζί τους ο τρόπος είναι αυτός. Ξεκινήσαμε δειλά δειλά στο «At Night We Prey» αλλά τώρα αυτή η επίθεση φιλίας εκ μέρους μας δείχνει την πραγματική δυναμική της. Παίζει φυσικά ρόλο ότι τώρα δεν υπάρχει η μουντάδα της πανδημίας, η διάθεση είναι διαφορετική και η ψυχοσύνθεση των συντελεστών αποτυπώνεται και στη μουσική. Εξίσου σημαντικό βέβαια είναι και το γεγονός ότι και η εταιρεία μας, η Season of Mist, έχει πιστέψει πάρα πολύ στο άλμπουμ.

Ακόμα ένα κεφάλαιο στο πλούσιο γαλλικό παρελθόν των Nightfall.

Έχουμε παρά πολλά κοινά με τους Γάλλους και ένα από αυτά αφορά στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν την τέχνη. Δεν είναι στυγνοί επιχειρηματίες αλλά τους ενδιαφέρει πρώτα το καλλιτεχνικό πρόσημο και σε δεύτερο χρόνο να βγουν κερδισμένοι από αυτό στο οποίο επενδύουν. Σε αντίθεση με τους Αμερικάνους που πορεύονται με σημαία το ταμείο. Για αυτούς είσαι πετυχημένος αν κάνεις κάτι που φέρνει λεφτά και άσε τους άλλους να κάνουν μαθήματα μουσικής. Ή με τους Γερμανούς που τα θέλουν όλα σε κουτάκια και όταν ξεφεύγεις λίγο ζορίζονται.

Το άλμπουμ ξεκινάει με ένα γοερό κλάμα στο οποίο ακούγονται ο ένας μετά τον άλλο οι τίτλοι των τραγουδιών συνθέτοντας ένα ενιαίο κείμενο. Έχω την αίσθηση ότι είναι κάτι περισσότερο από μία απλή εισαγωγή.

Η Πηνελόπη Αναστασοπούλου είχε την καλοσύνη να απαγγείλει τους 10 τίτλους των κομματιών του άλμπουμ. Είναι κάτι που ήθελα πολύ. Από την πρώτη στιγμή είχα στο νου μου να χρησιμοποιήσω τους τίτλους σαν μια πρόταση που θα περιγράφει τη θεματολογία του άλμπουμ. Οι 10 τίτλοι σαν μια φράση είναι: I hate the cannibal lurking inside my head, seeking revenge for the expelled ones, the traders of anathema with outlandish desire to disobey the makhaira of the deceiver, Christian Svengali. Ωραίο ε;

Το εξώφυλλο και ο τίτλος του «Children of Eve» προϊδεάζουν για ένα άλμπουμ με επίκεντρο το προπατορικό αμάρτημα. Είναι έτσι ή πηγαίνει ακόμα πιο βαθιά;

Το άλμπουμ μιλάει για την καλπάζουσα επιρροή της οργανωμένης θρησκείας στην καθημερινότητά μας. Και όταν μιλάω για οργανωμένη θρησκεία θέλω να διαχωρίσω την πίστη που έχει ο κάθε άνθρωπος σε κάτι από την εργαλειοποίηση αυτής της πίστης από έναν οργανισμό είτε αυτός είναι θρησκευτικός, πολιτικός ή επιχειρηματικός που εκμεταλλεύεται την ανάγκη σου να πιστέψεις σε κάτι και σε καθοδηγεί βάσει μιας ατζέντας που εσύ δεν γνωρίζεις αλλά την εξυπηρετείς. Με δυο λέξεις, σε εξαπατά. Ο δίσκος κλείνει με τον στίχο «save me from religious evil», δηλαδή σώσε με από το θρησκευτικό κακό, γιατί θεωρώ ότι έχει χαθεί η μπάλα και έχουμε φτάσει εν έτει 2025 να μηρυκάζουμε απαντήσεις σε ζητήματα που ανήκουν σε άλλες εποχές. Συζητάμε, για παράδειγμα, για το δικαίωμα στην άμβλωση κρίνοντας με βάση το τι αναφέρουν κείμενα που γράφτηκαν χιλιετίες πριν αντί να αφήσουμε τη γυναίκα να αποφασίζει μόνη της για το σώμα της.

Στο πλαίσιο αυτής της εργαλειοποίησης δεν εντάσσεται άλλωστε και η λογοκρισία στην τέχνη; Τα παραδείγματα με το ντοκιμαντέρ «Αδέσποτα κορμιά» της Ελίνας Ψύκου ή το περιστατικό με τα έργα του Χριστόφορου Κατσαδιώτη στην Εθνική Πινακοθήκη είναι πολύ πρόσφατα.

Ακριβώς. Ειδικά αυτό που έγινε στην πινακοθήκη ήταν καθαρή ψηφοθηρία. Αυτό όμως που με απογοητεύει περισσότερο είναι τα σχόλια που διαβάζεις στα social media του στιλ «και λίγα τους κάνανε», «θάψτε τους, σκοτώστε τους» και αναρωτιέσαι τι πρεσβεύουν τελικά όλοι αυτοί; Άνθρωποι χωρίς ταξική ή εθνική συνείδηση, βαθιά εγωιστές που δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι πιστεύουν σε μια καλή θεία δύναμη. Απλά όπως ένα σημαντικό πρόσωπο έχει τη φρουρά του έχουν και αυτοί τον όποιο θεό να τους προστατεύει: «θα δεις τι θα πάθεις… θα το βρεις από τον θεό». Αυτά δίδαξε η θρησκεία της αγάπης; Και για αυτούς που λένε «πήγαινε κάντο αυτό στο ισλάμ» θα τους πω ότι εδώ ζούμε και τα εδώ κακώς κείμενα στηλιτεύουμε. Άσε που εδώ έχουμε δημοκρατία και ελευθερία λόγου, σε αντίθεση με αυτά που πρεσβεύουν οι οργανωμένοι. Δεν υπάρχει δημοκρατική θρησκεία, απλά και μόνο γιατί οι θρησκείες τοποθετούν τον εαυτό τους πάνω από την πολιτική. Θυμίζει κάτι;

Άρα μιλάμε για ακραίες συμπεριφορές ενδεδυμένες με θρησκευτικό μανδύα;

Αν αυτοί πίστευαν στη θρησκεία της αγάπης, θα περίμενα να ακούσω ή να διαβάσω ότι «λυπούμαστε για αυτά που έκανε ο καλλιτέχνης και προσευχόμαστε για να σωθεί η ψυχή του». Αυτό θα ήταν πολύ ωραίο. Ο τσαμπουκάς όμως και οι απειλές με κάνουν να απορώ μήπως τελικά όλοι αυτοί δεν είναι Χριστιανοί αλλά άνθρωποι των άκρων που απλά ψάχνουν ένα αφήγημα προκειμένου να βγάλουν τα ρατσιτικά τους ένστικτα και να επιβάλλουν τη μονοδιάστατη στάση ζωής τους. Ακραίοι, μισαλλόδοξοι που σε κάθε γωνιά της γης θα βρουν το αφήγημα, θα βρουν το κενό για να εισχωρήσουν πατώντας είτε στη θρησκεία, είτε σε κάποια πολιτική, κοινωνική ή οικονομική ανάγκη. Όμως δεν φταίει ο μισαλλόδοξος για αυτό που είναι, φταίει αυτός που τον οδηγεί και δεν τον πιάνει να του πει τι εστί αγάπη και σεβασμός. Να του εξηγήσει ότι εδώ δεν πετάμε πέτρα, εδώ προσευχόμαστε για το καλό του άλλου, δεν ξεριζώνουμε το μαλλί από τη ρίζα αλλά παλεύουμε για να σωθεί ο διπλανός μας. Αυτό λοιπόν που με ενοχλεί είναι η εργαλειοποίηση από την κορυφή. Και φυσικά δεν έχει να κάνει μόνο με τη χριστιανική θρησκεία – αναφερόμαστε σε αυτή γιατί μέσα σε αυτή μεγαλώσαμε- αλλά και με τις τρεις αβραμικές θρησκείες που κινούν τα νήματα και τείνουν να γίνουν από κήρυκες αγάπης σε φωλιά του απόλυτου κακού. Βλέπεις ανθρώπους που στο όνομα των θρησκειών αυτών ανατινάζονται, σκοτώνουν, καίνε, δέρνουν εξυπηρετώντας κάποια ατζέντα κάποιων θρησκευτικών και μη αρχηγών με στόχο περισσότερο πλούτο και δύναμη. Επαναλαμβάνω, δεν έχει να κάνει με το ιερό δικαίωμα στην πίστη. Προσωπικά ζηλεύω τους ανθρώπους που αναζητούν καταφύγιο στην πίστη. Το ότι θα έρθει όμως μια οργανωμένη ομάδα και θα εκμεταλλευτεί την ανάγκη σου να πιστέψεις κάπου για να αποκομίσει οφέλη είναι κάτι που δεν μπορώ να αποδεχτώ. Το μισώ!

Τελικά, ποια είναι τα παιδιά της Εύας για τα οποία μιλούν οι Nightfall;

Είμαστε όλοι εμείς, οι απλοί άνθρωποι που προερχόμαστε από την ίδια πηγή ζωής –που για όσους θέλουν να υπηρετήσουν το αφήγημα είναι η Εύα– από τη μητέρα φύση, από τη μητέρα μας. Το «Children of Eve» έχει να κάνει και με το πώς πραγματικά βλέπουμε τη γυναικεία φύση σήμερα κι ας ξέφυγαν λίγο τα πράγματα με τη woke κουλτούρα πηγαίνοντας στο άλλο άκρο, λογικό είναι και αυτό. Είναι σα το εκκρεμές του Φουκώ, αν δεν πάει στα άκρα δεν θα βρει την ισορροπία στη μέση. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν οι Nightfall ανοίγουν τη συζήτηση για το καλό και το κακό των οργανωμένων θρησκειών με στόχο να βρούμε μια ισορροπία. Αν σε ενοχλούν τα έργα που εκτέθηκαν στην πινακοθήκη να το συζητήσουμε. Κι εμένα όμως με ενοχλεί να μου υποδεικνύεις τι να κάνω ή τι να μην κάνω σε μια ανεπιθύμητη κύηση. Με ενοχλεί να επεμβαίνεις σε ζητήματα που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας με βάση όσα υπαγορεύει η θρησκεία, και να προσπαθείς να μου την επιβάλλεις. Όλα αυτά κρατάνε πίσω την κοινωνία, τις τέχνες, την επιστήμη, το επίπεδο ζωής, την εξέλιξη και δημιουργούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται ότι λύνουν.

Αυτός δεν είναι και ο προορισμός της τέχνης; Να θέτει ερωτήματα, ζητήματα προς συζήτηση;

Ένα από τα ομορφότερα πράγματα που μου έχει προσφέρει η ενασχόληση με τη μουσική όλα αυτά τα χρόνια είναι ότι έρχομαι σε επαφή με κόσμο και από άλλες κουλτούρες και ανταλλάσσουμε ιδέες και απόψεις χωρίς στο τέλος να σπάει ο ένας μπουκάλια στο κεφάλι του άλλου. Με ενδιαφέρει όπου πηγαίνω να φεύγω πάντα λίγο πιο σοφός.


INFO
Το «Children Of Eve» κυκλοφορεί στις 2 Μαΐου από την Season of Mist