Για κάποιους η γραμμή σκέψης είναι Παρμενίδης, Πλάτων, Σοπενάουερ, Νίτσε, Χάιντεγκερ, Σιοράν. Για άλλους την εκκίνηση σηματοδοτεί ο Ηράκλειτος και η συνέχεια είναι Αριστοτέλης, Σπινόζα, Καντ, Εγελος, Μαρξ, Μπένγιαμιν, Ντεμπόρ. Ανήκω στους δεύτερους και την ημέρα των Φώτων, 6 Ιανουαρίου, κάθε χρόνο, προσφεύγω νοερά στα νάματα του Διαφωτισμού, διαβάζω αγαπημένες παραγράφους των στοχαστών που επέλεξα να με γαλουχήσουν, μοιράζομαι με τα φιλικά μου πρόσωπα την προτίμησή μου αυτή και, όχι δίχως κάποια νότα χιούμορ, επαναλαμβάνω τη φράση ενός έξοχου πρώιμου διαφωτιστή, του Ιώσηπου Μοισιόδακα (1725-1800): «Κατήντησα αλήτης εν ταις αλλοδαπαίς».
Φυσικά, η γραμμή ούτε ευθεία είναι ούτε και απαλλαγμένη από συγκρούσεις, αντιφάσεις, αιφνίδιες καμπές. Ο Παναγιώτης Κονδύλης στο βαρυσήμαντο δίτομο έργο του «Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός» (εκδ. Θεμέλιο) τονίζει ότι ο λεγόμενος Διαφωτισμός «αποτελεί μια προσπάθεια ή, μάλλον, ένα ετερόκλητο σύνολο προσπαθειών να δοθεί απάντηση στο πρόβλημα των σχέσεων ανάμεσα στο πνεύμα και στα αισθητά». Δίνουμε έμφαση στη φράση ετερόκλητο σύνολο. Πιο κάτω άλλωστε ο Κονδύλης κάνει λόγο για πολεμική των φιλοσοφικών κομμάτων συναμεταξύ τους.
Η ισχύς του Διαφωτισμού, άλλωστε, ήτοι το βαρύ πυροβολικό της ορθολογικότητας που γκρεμίζει το σινικό τείχος των ψευδαισθήσεων, της ιερότητας που περιέβαλλε τόσο τον φυσικό όσο και τον κοινωνικό κόσμο, η λεγόμενη απομάγευση του κόσμου, ακόμα και η διαύγαση, κατά τον Κορνήλιο Καστοριάδη, ενέχει κινδύνους και παγίδες, μπορεί να οδηγήσει στον πνιγμό της συγκίνησης, σε μιαν επίταση των στερεοτύπων, στην απογύμνωση του συναισθήματος.
Ο Αλμπρεχτ Βέλμερ στο δοκίμιό του «Λόγος, ουτοπία και διαλεκτική του Διαφωτισμού» (μτφρ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδ. Ερασμος) σημειώνει ότι ο εξορθολογισμός της κοινωνίας «δεν περιέχει καμιά ουτοπική αντίληψη, αλλά μοιάζει να οδηγεί ολοένα και περισσότερο σ’ έναν εγκλεισμό του νεώτερου ανθρώπου σε απάνθρωπα συστήματα ενός καινούργιου είδους – σε μιαν εντεινόμενη πραγμοποίηση». Σωστά, και το είδαμε αυτό στις αχαλίνωτες τάσεις του καπιταλισμού, στον ναζισμό, στη γραφειοκρατική αστυνομική κόλαση του σταλινισμού.
Ωστόσο, η σκέψη των Φώτων ξέρει να κάνει ντρίμπλες, γνωρίζει με τα χρόνια να αποφεύγει τις κακοτοπιές, καταφέρνει να ανανεώνεται εμμένοντας στη λογική, τη στρατηγική, τη μέθοδο. Ξέρει να μπολιάζεται με την τέχνη, με την αισθητική, με την αγωνία του ανθρώπου απέναντι στο άγνωστο και στην αδυσώπητη παρέλευση του χρόνου. Ξέρει να ξεκόβει από ένα μαρξισμό που κατάντησε εργαλειακός, σκληρυμένος, κρατιστικός. Ξέρει να ανακτά τη νεότητά της, τον σφριγηλό της λόγο, τη σαγήνη της – ιδίως σε καιρούς παραλογισμών. Ξέρει να βρίσκει τον Βάλτερ Μπένγιαμίν της, να βρίσκει τον Γκι Ντεμπόρ της, να ροκάρει με τον Ιμμάνουελ Καντ και να αναγορεύει, όπως έκανε ένας αείμνηστος φίλος και ποιητής, ο Διονύσης Μενίδης, τον Εγελο πανκ φιλόσοφο.
Το κόλπο είναι το σλάλομ στα στερεότυπα, κάτι που θα μας ήταν ανέφικτο χωρίς την προϋπηρεσία μας στον Διαφωτισμό, χωρίς τους ιριδισμούς μιας δραστικής λογικής, χωρίς τον εκθειασμό της μεγάλης πόλης ως πεδίου άσκησης της ελευθερίας (η έρημος είναι μονοθεϊστική, όπως γνωρίζουμε, ενώ η πόλη –ιδίως ορισμένες συνοικίες– ευνοεί την αθεΐα, τη λήθη και την παράλυση των καθ΄ έξιν αντανακλαστικών, πάει να πει ωθεί στο παιχνίδι, στον έρωτα, στην ελπίδα, την ελευθερία. Μάλιστα, όπως διατεινόταν ο φιλόσοφος, «Η ζυγαριά της νόησης δεν είναι εντελώς αμερόληπτη και ένας βραχίονάς της επιγράφεται: ελπίδα του μέλλοντος» («Ιμμάνουελ Καντ. Επιλογή από το έργο του», μτφρ. Κώστας Ανδρουλιδάκης, εκδ. Στιγμή).
Σθεναρός υποστηρικτής του Διαφωτισμού, του «κόμματος της ανθρωπότητας», ο Ρίτσαρντ Γουόλιν αφιερώνει τις 570 σελίδες του βιβλίου του «Η γοητεία του ανορθολογισμού» (μτφρ. Μαρία Φιλιππακοπούλου) στους κινδύνους που συνοδεύουν το κίνημα, τάχατες απελευθερωτικό, του αντι-Διαφωτισμού, και υπερασπίζεται τη θέση ότι η αμφισβήτηση του ορθού λόγου οδηγεί στην ερωτοτροπία με την ακροδεξιά. Συνοψίζει: «Από τη φύση τους οι αξιώσεις του ορθού λόγου αντιτάσσονται πάντοτε στην αυθαίρετη κοινωνική εξουσία».
Από την άλλη, αξίζει να σημειώσω ότι τις αντινομίες της ορθολογικής σκέψης επιχείρησαν, κάτω από δραματικές συνθήκες μάλιστα, να εξετάσουν και να συζητήσουν οι Τέοντορ Αντόρνο και Μαξ Χορκχάιμερ στο πολύτιμο έργο τους «Η διαλεκτική του Διαφωτισμού», που αρχικά κυκλοφόρησε σε πολυγραφημένη μορφή το 1944 στις Ηνωμένες Πολιτείες και τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1947 στο Αμστερνταμ. Στα ελληνικά κυκλοφορούν δύο μεταφράσεις, μία του Ζήση Σαρίκα, ήδη από το 1986 (εκδ. Υψιλον/Βιβλία) και μία μεταγενέστερη, το 1996, του Λευτέρη Αναγνώστου (εκδ. Νήσος).
Παραμένει ανυπέρβλητος, κι ας παρήλθαν δυόμισι αιώνες, ο ορισμός του Καντ ότι Διαφωτισμός είναι «η έξοδος του ανθρώπου από την ανωριμότητά του, για την οποία υπαίτιος είναι ο ίδιος».