Φτωχαίνουν τις κοινωνίες για τα όπλα του ΝΑΤΟ

Φτωχαίνουν τις κοινωνίες για τα όπλα του ΝΑΤΟ

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει κάθε λόγο να πανηγυρίζει μετά τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ (24-25 Ιουνίου) στη Χάγη, όπου είδε τον γενικό γραμματέα Μαρκ Ρούτε να του απευθύνει ασυνήθιστα κολακευτικά λόγια, φτάνοντας στο σημείο να τον αποκαλέσει «μπαμπάκα», και παρακολούθησε τους ηγέτες να τον επαινούν ο ένας μετά τον άλλο από το βήμα για την αεροπορική επίθεσή του στο Ιράν. Με εξαίρεση το επίσημο ηχηρό «όχι» της Ισπανίας, όλα τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη της συμμαχίας, ήδη βαθιά εξαρτημένα από τις ΗΠΑ για πάνω από τα δύο τρίτα των εξοπλιστικών προμηθειών τους, συντάχθηκαν με την αμερικανική γραμμή και δεσμεύτηκαν σε ένα άλμα στρατιωτικών δαπανών χωρίς προηγούμενο.

Μέχρι το 2035 θα διαθέτουν ετησίως το 5% του ΑΕΠ τους για εξοπλισμούς και στρατιωτικές υποδομές, επιλογή που όχι μόνο ευθυγραμμίζεται με τα συμφέροντα της Ουάσινγκτον, αλλά ενισχύει περαιτέρω την οικονομική και στρατηγική της επιρροή στον ευρωατλαντικό χώρο.

Το τελικό κείμενο της διακήρυξης που υιοθετήθηκε στο κλείσιμο της συνόδου του ΝΑΤΟ εγκρίθηκε με τη διατύπωση ότι «τα μέλη» της συμμαχίας δεσμεύονται να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους στο 5% του ακαθάριστου ΑΕΠ, αποφεύγοντας έτσι την αρχική, πιο απόλυτη φράση «όλα τα μέλη». Αυτό σημαίνει ότι το κείμενο δεν δεσμεύει την Ισπανία, που διαφώνησε ανοιχτά, αλλά και όσες χώρες έχουν διατυπώσει αντίστοιχες επιφυλάξεις. Η στάση της Ισπανίας εξόργισε πάντως τον ένοικο του Οβάλ Γραφείου, ο οποίος απείλησε να την αναγκάσει «να πληρώσει διπλάσια».

Περισσότερα για όπλα

Ο Τραμπ (και όχι ο Πούτιν) ήταν παράλληλα ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» της νατοϊκής συνόδου. Επί μήνες επέμενε ότι το 2% ήταν απαγορευτικά χαμηλό και απειλούσε τους Ευρωπαίους να το αυξήσουν όχι λόγω της ρωσικής απειλής, την οποία ουσιαστικά αγνοεί κάθε φορά που προσπαθεί να διαπραγματευτεί με τον ηγέτη του Κρεμλίνου, αλλά πρωτίστως –κατά τον ίδιο– για να μειώσουν το βάρος που επωμίζονται οι ΗΠΑ. Εντούτοις, η Ευρώπη δεν εξοπλίζεται για να αποτρέψει τον Πούτιν, αλλά για να εξευμενίσει έναν πλανητάρχη που απειλεί ευθέως τη συνοχή του ΝΑΤΟ.

Οι χώρες υποτάχθηκαν στις επιταγές του μεγιστάνα χωρίς κάποια απτή εγγύηση ότι αυτό θα εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη του προς τη συμμαχία. Η διαρκής αβεβαιότητα της Ουάσινγκτον επαναφέρει επί της ουσίας ένα ερώτημα που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούσαν για χρόνια να αποφύγουν: Μπορεί η γηραιά ήπειρος να σταθεί στρατηγικά αυτόνομη χωρίς την αμερικανική ομπρέλα; Κι αν όχι, για πόσο ακόμη θα πορεύεται εναποθέτοντας την ασφάλειά της στα κέφια της Ουάσινγκτον;

Ποιοι την πληρώνουν

Η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (ETUC) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα περισσότερα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ δεν θα μπορέσουν να επιτύχουν τον στόχο του 3,5% του ΝΑΤΟ χωρίς περικοπές προϋπολογισμών, αύξηση φόρων ή αλλαγή δημοσιονομικών κανόνων. Τα χρήματα θα εκτραπούν κυρίως από κοινωνικές και περιβαλλοντικές δαπάνες, παρόλο που το 30% των Ευρωπαίων αναφέρει ότι δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα. Την ίδια στιγμή οι ειδικοί για το κλίμα προειδοποιούν ότι απομένουν μόλις δύο χρόνια για να διατηρηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τον παγκόσμιο στόχο του 1,5°C.

Οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές δαπάνες βρίσκονται ήδη σε πτώση. Τον Φεβρουάριο το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε ότι θα μειώσει τον προϋπολογισμό για την κοινωνική πρόνοια στο 0,3% του ΑΕΠ προκειμένου να καλύψει τις αυξήσεις των στρατιωτικών δαπανών. Το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Γαλλία ακολούθησαν το παράδειγμά του ανακοινώνοντας περικοπές από 25% έως 37%. Οι ΗΠΑ υπό τον Τραμπ έχουν αποδεκατίσει τα προγράμματα εξωτερικής βοήθειας (USAID) και κλιματικής αλλαγής και έχουν μειώσει τη χρηματοδότηση της υγειονομικής περίθαλψης, ενώ παράλληλα προτείνουν δαπάνες-ρεκόρ 1 τρισ. δολαρίων για το Πεντάγωνο. Αλλά και η Ευρώπη υστερεί σημαντικά στους δικούς της κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς στόχους.

Δαπάνες εναντίον χρέους

Ο μέσος όρος των αμυντικών δαπανών για όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ το 2024 ανέρχεται στο 2,2% του ΑΕΠ, που ισοδυναμεί με περίπου 1,5 τρισ. δολάρια. Με 3,5% του ΑΕΠ οι αμυντικές δαπάνες για πολλούς συμμάχους του ΝΑΤΟ θα έπρεπε να διπλασιαστούν ή και να τριπλασιαστούν. Μόνο η Πολωνία, με αμυντικές δαπάνες 4,2% του ΑΕΠ για το 2024, ξεχωρίζει και θεωρείται ότι σχεδόν έχει επιτύχει τον στόχο. Τα επίπεδα χρέους σε πολλές χώρες του ΝΑΤΟ παραμένουν αυξημένα, ενώ η δημοσιονομική τους σταθερότητα θεωρείται εύθραυστη.

Η Γερμανία αποτελούσε επί χρόνια την εξαίρεση, διατηρώντας αυστηρή πειθαρχία και χαμηλό λόγο χρέους προς ΑΕΠ (62,5%). Το 2025 ωστόσο η Μπούντεσταγκ αναθεώρησε το σύνταγμα, καταργώντας το λεγόμενο «φρένο χρέους» προκειμένου να ανοίξει τον δρόμο για ενίσχυση των αμυντικών δαπανών.

Στη Γαλλία δύο στους τρεις κύριους οίκους αξιολόγησης εκτίμησαν τις προοπτικές για την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας ως αρνητικές μετά την υποβάθμιση των αξιολογήσεών τους το 2024. Το τελευταίο τρίμηνο του 2024 το γαλλικό χρέος ήταν στο 112% του ΑΕΠ. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προειδοποίησε την Ιταλία για το χρέος της (έφτασε το 135% του ΑΕΠ το 2023) και πρότεινε δημοσιονομική μεταρρύθμιση.

Διαβάστε επίσης:

Η ΕΕ υπόσχεται 2,3 δισ. για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας – Ο Ζελένσκι ζητάει περισσότερα όπλα

UNAIDS: Η αναστολή της αμερικανικής βοήθειας για το Aids απειλεί τις προσπάθειες 20 χρόνων

Ευρωκοινοβούλιο: Απορρίφθηκε η μομφή κατά της φον ντερ Λάιεν – Παραμένουν οι αντιρρήσεις για τη δεξιά στροφή

Ζαχάροβα για Ρούτε: «Σκεφτόμαστε την ψυχική του υγεία»

Politico: Οι Βρυξέλλες κατηγορούνται για το φιάσκο στη Λιβύη

Documento Newsletter