Και οι τρεις εμφανίσθηκαν ως πρίγκιπες, με τη χλαμύδα του ονόματος. Αλλά η συμπεριφορά τους όταν έχασαν όσα κέρδισαν στην Κληρονομική Δημοκρατία του βαλκανικού νότου, ήταν διαφορετική.
– Ο Κώστας Καραμανλης, με σύνεση, δεν είπε λέξη για τη διακυβέρνησή του μετά την, αξιοπρεπή, ήττα του 2009 – και μετά από 15 χρόνια εγκατέλειψε αυτοβούλως τη Βουλή.
-Ο Γ. Παπανδρέου – που το 2011 αποπέμφθηκε από την πρωθυπουργία χωρίς το κόμμα του να χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή – προσπάθησε να πλασάρει ότι «έσωσε τη χώρα». Δεν του βγήκε γιατί ουδείς του ζήτησε να σώσει κανέναν – τον ψήφισαν για να εφαρμόσει το πρόγραμμα που υποσχέθηκε.
-Ο Σαμαράς – αφού έκανε επίδειξη μικροπρέπειας αρνούμενος να παραδώσει στον Τσίπρα, όταν τον νίκησε το 2015 – έκανε τη χειρότερη επιλογή διαδόχου του και άρχισε να λειτουργεί ως μετεμψύχωση του Μεγάλου Αλεξάνδρου και του Παύλου Μελά, Μέχρι τη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης – που του οφείλει την ανέλιξή του – τον ξήλωσε από τη ΝΔ, με τον ταπεινωτικό τρόπο που ξήλωσε τον Σημίτη ο διάδοχός του στο ΠΑΣΟΚ.
Τρεις πρώην Πρωθυπουργοί, τρεις διαφορετικές αντιλήψεις για το «μετά». Ως συνέχειά τους, ο Αλέξης Τσίπρας δεν μοιάζει στον παραμικρό με τον πρώτο – που του είχε κάποια συμπάθεια – και μετά τη απροσδόκητη συντριβή του το 2023 ακολουθεί ένα μοντέλο που συνδυάζει τους άλλους δυο:
-Καμία ανάληψη ευθύνης για τα λάθη και επιδίωξη «δικαίωσης» με την εκ νέου ενθρόνιση στο κέντρο της πολιτικής σκηνής. Με νέο κόμμα που θα διασπάσει τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο Παπανδρέου το ΠΑΣΟΚ. Συμβάλλοντας στην ήττα του διάδοχου – ίσως πριν καν κριθεί από το εκλογικό σώμα.
Ασφαλώς η ελκυστική σκηνική παρουσία του, ο συγκροτημένος λόγος και η οικειότητα που αποπνέει ως πρόσωπο, υποστηρίζουν το σχεδιασμό του: να εμφανίσει στο κοινό έναν άλλο Τσίπρα, πρωταγωνιστή σε μια άλλη παράσταση – με άλλη πρόζα. Με άγνωστο κοινό, αλλά με και έμφαση στη «διεθνοποίηση» της παρουσίας του.
Ωστόσο μέχρι τώρα τα διαδοχικά – και ενδιαφέροντα – επεισόδια της μεταμόρφωσής του και η συναναστροφή με «σπουδαίους ανθρώπους», δεν δείχνουν να του ανοίγουν πλειοψηφικές προοπτικές. Είναι περισσότερο μια πορεία προς κάποια, θολή ακόμη, Ιθάκη. Απλώς του δίνει το ωραίο ταξίδι, ακόμη και αν δεν υπάρχει, ή δεν θα τη φτάσει ποτέ.
Περισσότερο και από τον Σάντερς και τον Σαντέλ, τον οδηγεί ο μεγάλος Αλεξανδρινός.
Αυτή η διαδρομή ως τώρα συνδυάζεται με κυμαινόμενες δράσεις μαριονετίστα στον ΣΥΡΙΖΑ, πλήρη αποχή από τη Βουλή και απουσία από την κοινωνία – αν και σχεδιάζεται πανελλαδική περιοδεία από το φθινόπωρο.
Πριν από όλα προκαλεί εντύπωση μια διατύπωσή του, οσάκις αναπτύσσει τη συλλογιστική του για το μέλλον και την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών στην Ελλάδα:
– «Η αντιπολίτευση δεν μπορεί να προβάλει μια αξιόπιστη και ρεαλιστική εναλλακτική λύση στις πολιτικές που βαθαίνουν τα κάθε λογής χάσματα».
Το επανέλαβε στο συνέδριο του ομώνυμου Ινστιτούτου ως καταστάλαγμα της περιπλάνησής του και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Από την οποία αποθησαύρισε, διαπιστώσεις με τις οποίες κανείς νοήμων προοδευτικός άνθρωπος δεν θα διαφωνήσει. Όπως και ουδείς ονειροπόλος θα αρνηθεί να προσυπογράψει τους οραματισμούς του.
Αλλά πρόκειται για σεμινάρια και σχέδια επί χάρτου – που δεν βλάπτει να συζητώνται. Αυτό με την αντιπολίτευση όμως είναι άλλο.
Αν ανατρέξουμε στα αποτελέσματα των εκλογών του 2023 η εντολή για αντιπολίτευση δόθηκε πρωτίστως στον ίδιο. Όπως του είχε δοθεί, ακόμη πιο ισχυρή, το 2019.
Αν μιλώντας για «απουσία αντιπολίτευσης» εννοεί την αντιπολίτευση των 7-8 κοινοβουλευτικών Ομάδων και των 23 ανεξάρτητων βουλευτών της σημερινής Βουλής, με ποια λογική εξαιρεί τον εαυτό του;
Ο ίδιος δεν είναι βουλευτής αντιπολιτευόμενου κόμματος; Πώς συμβάλει στη διαμόρφωση αντιπολίτευσης; Όχι στη διαμόρφωση του προσωπικού του πολιτικού μέλλοντος – αλλά στην αναμέτρηση με τον Μητσοτάκη, ως επικεφαλής όσων του εμπιστεύθηκαν την ψήφο τους…
Είναι ότι δεν πήρε ούτε μια φορά τον λόγο στη Βουλή για να καταγγείλει κατά πρόσωπο τον Πρωθυπουργό; Ότι ενώ η χώρα καίγεται και η κοινωνία βρίσκει σε αναζήτηση πυξίδας και ηγεσίας, ο ίδιος απουσιάζει από κάθε κινητοποίησή της; Ή μήπως η παρασκηνιακή εμπλοκή του στις διεργασίες που τεμάχισαν τον ΣΥΡΙΖΑ;
Αφού δεν έκανε – και δεν κάνει – αντιπολίτευση αυτός που εκτός από τη λαϊκή εντολή, έχει τα προσόντα, την εμπειρία και την ευθύνη να καθοδηγήσει το δικό του κόμμα σε μαχητική και αποτελεσματική αντιπολίτευση, ποιος θα το κάνει;
Ο Κασσελάκης τον οποίο διευκόλυνε να πάρει τον ΣΥΡΙΖΑ και αποκήρυξε εκ των υστέρων, ή ο Φάμελλος τον οποίο περιφρονεί ως διάδοχό του;
Ενδεχομένως ο πρώην Πρωθυπουργός αναφέρεται σε άλλη αντιπολίτευση: του μέλλοντος – που δεν υπάρχει και πρέπει να δημιουργηθεί. Το πιάσαμε το υπονοούμενο: αντιπολίτευση που θα έχει επικεφαλής τον ίδιο – με έναν από τους στόχους της να τον ξανακάνει Πρωθυπουργό.
Καλοδεχούμενο και καμία αντίρρηση. Αλλά πώς θα δημιουργηθεί αυτή η αντιπολίτευση; Με τη συνένωση των σημερινών κομμάτων αποκλείεται. Με ένα νέο κόμμα που θα ιδρύσει ο ίδιος; Κι αυτό καλή ιδέα, αλλά με ποιους; Γιατί δεν το έκανε ήδη ή έστω γιατί δεν λέει πότε θα το κάνει;
Μέχρι στιγμής από τον Τσίπρα, αντί για αντιπολίτευση που θα πυροβολεί στο «δόξα Πατρί» τον Μητσοτάκη, βλέπουμε σεμινάρια, ταξίδια αυτοβελτίωσης και αριστερό ελιτισμό – αν όχι και συγχρωτισμό με κάποιες από τις ελίτ της χώρας και εμμονή στη φθίνουσα ευρωπαϊκή «αριστερά».
Αναγκαία κι αυτά για κάποιον που θέλει να ηγηθεί ενός πολιτικού φορέα. Αλλά που βρίσκεται το σχέδιο; Ποιοι είναι οι επιτελικοί; Ποιο είναι το πολιτικό αφήγημα, όχι οι εκθέσεις ιδεών; Στην τελευταία εμφάνιση του ακούσαμε διαπιστώσεις για τη σημερινή κατάσταση και θεωρητικές προσεγγίσεις για την αλλαγή της.
Με ποιους θα γίνει αυτό; Στα ακροατήριά του, ο μέσος όρος ηλικίας είναι μεγαλύτερος από τη δική του. Οι 60ρηδες και βάλε θα εμπνεύσουν τη νεολαία; Ο συνδυασμός πολιτικό σχέδιο – κυβερνητικό πρόγραμμα που χρειάζεται η κυβερνώσα α αντιπολίτευση δεν υπάρχει. Όπως δεν υπάρχει και ορατή πρωτοβουλία για τη δημιουργία της.
Στην πραγματικότητα υπό την επήρεια κακών συμβουλών ο Αλέξης Τσίπρας έχει ενστερνιστεί για τον εαυτό του τη θεωρία του «παραταξιακού και εθνικού κεφαλαίου» που αναμασούν διάφοροι κόλακες. Σ’ αυτό θυσιάζει το πραγματικό προσωπικό του πολιτικό κεφάλαιο.
Έτσι όμως επαναλαμβάνει, από άλλο δρόμο, τα λάθη που έκανε και πλήρωσε μεταξύ 2019 και 2023. Αυτό που θέλει να γίνει στην επόμενη φάση, ήταν ήδη στην προηγουμένη.
Τότε είχε την εντολή που ζητάει σήμερα – ή θα ζητήσει οσονούπω. Αν μιλάμε για την ανασύνταξη της Δημοκρατικής παράταξης και του προοδευτικό χώρου που αναπτύσσεται στον άξονα Κεντροαριστερά – Αριστερά. Το 2019 με το ισχυρό 32% του ανατέθηκε αυτός ακριβώς ο ρόλος, τον οποίο παρέδωσε με 18%. Ως τι και με ποιο στόχο τον ζητάει εκ νέου σήμερα – χωρίς καν το ελαφρυντικό της αυτοκριτικής.
Άφησε τον Μητσοτάκη να εδραιωθεί ως αντιπολίτευση στον ίδιο και ως κυβέρνηση με τον ίδιο στην αντιπολίτευση στη συνέχεια και το ελαφρυντικό της πανδημίας δεν επαρκεί. Σε διάφορες φάσεις ο ίδιος και το κόμμα του έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τον ισχυροποιήσουν και το πέτυχαν. Ο σημερινός Πρωθυπουργός είναι περισσότερο δημιούργημα του ΣΥΡΙΖΑ παρά της ΝΔ και των χορηγών του.
Κατά τον ισχυρισμό πολλών, χάρη σε όσα – δεν – έκανε μετά το 2019 ο Τσίπρας, ως αντιπολίτευση – σε ό,τι αφορά στα μοντέλα κομματικής οργάνωσης και διακυβέρνησης, έγινε κυρίαρχος του παιχνιδιού ο γιος του Κώστα Μητσοτάκη.
Είχε απέναντί του τη ΝΔ, ως σχήμα Δεξιάς και Ακροδεξιάς, συν την παρακμή του Σημιτισμού – και τη χειρότερη, πράγματι, κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση – μαζί με αυτή του ΓΑΠ. Και το αποτέλεσμα ήταν να χάσει ο ίδιος της εκλογές του 2019 και να συντριβεί το 2023. Να διαλυθεί το δικό του κόμμα, αντί να διαλύσει τον Νεομητσοτακισμό.
Αυτό το ιστορικό φόντο δεν θα εξαφανιστεί, αν ζητήσει κάποια στιγμή ως επικεφαλής νέου κόμματος, να ξαναγίνει αντιπολίτευση, ώστε να μπει στο βατήρα επιστροφής στην κυβέρνηση.
Να συνεννοούμαστε: το ενδεχόμενο να θεωρεί ότι μπορεί να διαδεχθεί απευθείας τον Μητσοτάκη, αλλάζει εντελώς τον χαρακτήρα τη συζήτησης.
Κανείς δεν μπορεί να ιδρύσει βιώσιμο κόμμα επειδή χαιρέτησαν την – προσωπική εν τέλει – εκδήλωση κάποιοι παράγοντες της διεθνούς διανόησης, παρουσία των ανθρώπων της παλιά φρουράς του.
Ο πρώτος ρόλος που μπορεί να ανακτήσει ο Αλέξης Τσίπρας είναι αυτός που είχε το 2019 και το 2023 και δεν απέδωσε: της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Καθόλου εύκολο: απαιτείται η κρίσιμη μάζα του εκλογικού σώματος που θα τον εμπιστευθεί ξανά.
Για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο: ενώ έχει τα ατομικά πολιτικά προσόντα για δράση, δεν είναι «παρών» στα πραγματικά πεδία της πολιτικής: τον καθημερινό αγώνα στη Βουλή, στις κινητοποιήσεις στο κέντρο και στην περιφέρεια, στις παραταξιακές διεργασίες στους χώρους εργασίας, αναμετρήσεων και παραγωγής πραγματικής πολιτικής.
Βιώσιμα κόμματα δεν χτίστηκαν ποτέ από πάνω προς τα κάτω. Δεν εδραιώνονται από πρίγκιπες χωρίς χλαμύδα για να υπηρετήσουν προσωπικές καριέρες και όχι ανάγκες της χώρας. Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή…
Πηγή: ieidiseis
Διαβάστε επίσης:
Τραμπ για Ιράν: «Κάντε συμφωνία πριν να είναι πολύ αργά – Οι επόμενες επιθέσεις θα είναι πιο βίαιες»
Ιράν: Νέα επίθεση στην Ταμπρίζ – «Κήρυξη πολέμου η ισραηλινή επιχείρηση», λέει η Τεχεράνη
Ισραήλ: «Μυστική βάση με drone κοντά στην Τεχεράνη από τη Μοσάντ – Πώς οργανώθηκε το χτύπημα»