Η Δικαιοσύνη μίλησε: Yπάρχει σκάνδαλο Novartis

Η δήθεν σκευωρία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Τα 25 σημεία του βουλεύματος που αποδομούν όλο το κυβερνητικό αφήγημα

Η δήθεν σκευωρία τους… έσκασε µε κρότο στα χέρια. Κι αναδύθηκε πιο ξεκάθαρο από ποτέ το τεράστιο σκάνδαλο µε τις πραγµατικές κακουργηµατικές ποινικές και πολιτικές διαστάσεις.

Το βούλευµα που εξέδωσε το δικαστικό συµβούλιο αναφορικά µε την υπόθεση Novartis αποτελεί τεράστια νίκη της αµερόληπτης ερευνητικής δηµοσιογραφίας. Και αποτελεί νίκη όχι µόνο επειδή απαλλάχθηκαν οµόφωνα από όλες τις κατηγορίες τόσο ο εκδότης του Documento Κώστας Βαξεβάνης όσο και όλοι οι υπόλοιποι δηµοσιογράφοι εναντίον των οποίων είχαν ασκηθεί οι διώξεις της ντροπής.

Ούτε καν επειδή τόσο η πρώην εισαγγελέας διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη όσο και ο πρώην αναπληρωτής υπουργός ∆ικαιοσύνης ∆ηµήτρης Παπαγγελόπουλος που παραπέµπονται στο ειδικό δικαστήριο θα δικαστούν για άλλες υποθέσεις, οι οποίες ουδεµία σχέση έχουν µε τη Novartis. Θα δικαστούν δηλαδή προκειµένου να παραµείνει ζωντανό το κυβερνητικό αφήγηµα περί «σκευωρίας».

Το σηµαντικότερο είναι ότι όσα αναγράφονται στο βούλευµα επιβεβαιώνουν πλήρως όσα έχει αποκαλύψει εδώ και τό-σα χρόνια το Documento. Επιβεβαιώνουν πως όλα όσα έγραψε το Documento σχετικά µε τη σκοτεινή και δυσώδη αυτή υπόθεση είναι απολύτως αληθινά. Το κυριότερο φυσικά δεν είναι ότι αυτό αποτελεί µεγάλη δικαίωση του Documento, αλλά ότι στο τέλος οι απειλές των εµπλεκόµενων πολιτικών προσώπων και οι κραυγές τους περί «σκευωρίας» έπεσαν στο κενό. Τίποτε από όσα ψευδή και απειλητικά έλεγαν οι εµπλεκόµενοι πολιτικοί προκειµένου να αποδείξουν ότι το σκάνδαλο Novartis είναι σκευωρία δεν υιοθετείται από το δικαστικό συµβούλιο.

Ηταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης άλλωστε αυτός που από το βήµα της Βουλής έλεγε ότι «αυτό δεν λέγεται δηµοσιογραφία, αυτό λέγεται συµµορία. ∆εν λέγεται ελευθεροτυπία, αλλά ελευθερο-δολοφονία». Και τώρα που οι δηµοσιογράφοι απαλλάχθηκαν πλήρως και το σκάνδαλο τους στοιχειώνει πιο «ζωντανό» από ποτέ, παραµένει σιωπηλός. ∆εν έχει το θάρρος να βγει να ζητήσει µια συγγνώµη –έστω προσχηµατική– που «καταδίκαζε» δηµοσιογράφους επειδή τόλµησαν να κάνουν τη δουλειά τους, παραβιάζοντας κατάφωρα το τεκµήριο της αθωότητας. Μια αθωότητα που πλέον αποδεικνύεται περίτρανα. Κι αυτό το οµολογεί άλλωστε και η ένοχη σιωπή του Μεγάρου Μαξίµου.

Κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος

Ο,τι κι αν επιχειρήσει όµως η κυβέρνηση από εδώ και πέρα, η σκοτεινή ιστορία που ενορχήστρωσε, η προσπάθεια να σπιλωθούν, ακόµη και να φυλακιστούν όσοι αποκάλυψαν και διερεύνησαν το σκάνδαλο, απέτυχε παταγωδώς. Η σκευ-ωρία που έστησαν κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος.
Στο βούλευµα-κόλαφος για τους πραγµατικούς σκευωρούς αλλά και για το εργαλειοποιηµένο κοµµάτι της ∆ικαιοσύνης αναφέρεται µεταξύ άλλων ότι ήταν νόµιµη και ορθή η εισαγγελική εισήγηση να µην παραπεµφθούν οι δηµοσιογράφοι που παρανόµως διώχθηκαν. ∆εν είναι όµως µόνο αυτό, αφού στο βούλευµα σκιαγραφείται ο σηµαντικότατος ρόλος των προστατευόµενων µαρτύρων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται «ουσιώδεις», καθώς και υπογραµµίζεται ότι είχαν προσκοµίσει σωρεία στοιχείων προκειµένου να αποδείξουν τα λεγόµενά τους.

Περαιτέρω, αναφορικά µε τους προστατευόµενους µάρτυρες γίνεται εκτενής αναφορά στον Νίκο Μανιαδάκη ως «στέ-λεχος του υπουργείου» που «προσήλθε αυτοβούλως στην Εισαγγελία ∆ιαφθοράς και ζήτησε να καταθέσει». Αρα ο Ν. Μανιαδάκης όχι µόνο δεν ήταν «άτυπος σύµβουλος», όπως αναγράφεται στο απαλλακτικό βούλευµα που εξέδωσε γι’ αυτόν το Συµβούλιο Πληµµελειοδικών Αθηνών, αλλά ήταν αυτός που αυτοβούλως ζήτησε από τους εισαγγελείς να «καρ-φώσει» τα πολιτικά πρόσωπα. Γιατί τα στοιχεία που µπορούσε να εισφέρει ο Ν. Μανιαδάκης µόνο πολιτικά πρόσωπα θα µπορούσαν να αφορούν, καθώς ήταν ο «διαχρονικός σύµβουλος των υπουργών Υγείας».

Το δικαστικό συµβούλιο αναφέρει επίσης ότι οι προστατευόµενοι µάρτυρες εντοπίστηκαν από τους εισαγγελείς διαφθοράς από τις καταθέσεις που είχαν δώσει στο FBI. Εντοπίστηκαν δηλαδή από τους εισαγγελείς οι άνθρωποι που κατείχαν πολύ σηµαντική θέση στη Novartis καθώς και ο Ν. Μανιαδάκης, ο σύµβουλος των υπουργών. Αυτοί εποµένως που εισέφεραν τέτοιου είδους στοιχεία που εξανάγκασαν τη Novartis να καταβάλει στο αµερικανικό δηµόσιο 350 εκατ. δολάρια για αθέµιτες πρακτικές που πραγµατοποίησε στην Ελλάδα. Ξεκάθαρα απορριπτέο χαρακτηρίζεται παράλληλα το επιχείρηµα των πολιτικών ότι οι προστατευόµενοι µάρτυρες παράνοµα κατέθεσαν στην Ελλάδα, αφού προσδοκούσαν οικονοµικό όφελος εξαιτίας των καταθέσεών τους στις ΗΠΑ. Κι αυτό γιατί, όπως αναγράφεται, «οι καταθέσεις στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα δεν συνδέονται αιτιωδώς».

Καταπέλτης το δικαστικό συµβούλιο

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στο βούλευµα γίνεται η παραδοχή ότι η έρευνα των εισαγγελέων (χαρακτηρίζεται ξε-κάθαρα στο βούλευµα ως νόµιµη και νοµότυπη) βασίστηκε και σε χιλιάδες κατασχεµένα έγγραφα της Novartis, ενώ σχολιάζεται πως ορθώς οι εισαγγελείς έκαναν ερωτήσεις στους προστατευόµενους µάρτυρες σχετικά µε τους πολιτικούς. Το αυτονόητο δηλαδή.

Το βούλευµα είναι ξεκάθαρο αναφορικά και µε το ότι οι προστατευόµενοι µάρτυρες δήλωναν στους εισαγγελείς πως φοβούνταν για τη ζωή τους. Αρα και ο Ν. Μανιαδάκης, που σήµερα λέει ότι δεν εκβιάστηκε από τον Γιάννη Στουρνάρα παρότι ο Κ. Βαξεβάνης κατέθεσε στην ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου τη συνοµιλία του µε τον πρώην προστατευόµενο µάρτυρα, ο οποίος του έλεγε ότι ο κεντρικός τραπεζίτης τον απειλούσε.
Το δικαστικό συµβούλιο είναι καταπέλτης και προς ό,τι αναγραφόταν στο κατηγορητήριο αναφορικά µε προδιατυπωµένες ερωτήσεις των εισαγγελέων, αφού καταγράφεται πως δεν υπήρξε κάποιο σχετικό στοιχείο που να επιβεβαιώνει αυτές τις καταγγελίες. Αναφέρεται επίσης ότι η αιτία που οι προστατευόµενοι µάρτυρες έδωσαν κι άλλες µεταγενέστερες καταθέσεις αφότου η δικογραφία στάλθηκε στη Βουλή ήταν ότι είχαν να προσκοµίσουν πολλά στοιχεία.

Η νόµιµη διαδικασία που ακολούθησαν οι εισαγγελείς προκύπτει σύµφωνα µε το βούλευµα και από το γεγονός ότι αρχειοθέτησαν τις δικογραφίες που αφορούσαν τα επτά από τα δέκα εµπλεκόµενα πολιτικά πρόσωπα. Είναι επίσης αξιοσηµείωτο ότι το δικαστικό συµβούλιο δεν δέχεται τις αιτιάσεις του Φρουζή πως πιέστηκε από τους εισαγγελείς, ενώ το αντίστοιχο αναφέρεται και για τον Μανιαδάκη, για τον οποίο αναγράφεται ότι «κινήθηκε εκδικητικά» εναντίον των εισαγγελέων, «προφανώς για να αποσείσει τις κατηγορίες σε βάρος του». ∆έχονται µάλιστα οι δικαστές ως απολύτως αληθή την αναφορά των εισαγγελέων ότι ο Μανιαδάκης τους είχε καταγγείλει εκβιασµούς του Στουρνάρα σε βάρος του.

Το δικαστικό βούλευµα λοιπόν είναι ξεκάθαρο. Εστω και ύστερα από τόσα χρόνια, έστω και µε αφορµή ένα σαθρό κατηγορητήριο, αποκαλύφθηκε ότι το σκάνδαλο που στοίχισε δισεκατοµµύρια ευρώ στο ελληνικό δηµόσιο όντως υπήρξε. Παρά τις «αδιευκρίνιστες» αρχειοθετήσεις, την πρωτοφανή στοχοποίηση της δηµοσιογραφίας, την αδιανόητη και πρωτοφανή προσπάθεια διαστρέβλωσης της πραγµατικότητας, η απόφαση της ∆ικαιοσύνης είναι ξεκάθαρη. Οπως ξεκάθαρο είναι ότι η υπόθεση δεν τελειώνει εδώ και πως η αλήθεια θα λάµψει. Γιατί, όπως έλεγε και ο Βλαδίµηρος Ιλιτς Λένιν: «Mόνο η αλήθεια είναι επαναστατική».

01 «Νόμιμη και ορθή η μη παραπομπή των δημοσιογράφων»

Το πρώτο που αξίζει να σημειωθεί από το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου είναι πως αποτυπώνεται ξεκάθαρα ότι είναι νόμιμη και ορθή η εισαγγελική πρόταση απαλλαγής των δημοσιογράφων από όλες τις κατηγορίες. Οπως χαρακ-τηριστικά αναγράφεται, «σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην εισαγγελική πρόταση, στις νόμιμες και ορθές σκέψεις της οποίας και το Συμβούλιο παραπέμπει, κρίνεται ότι δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις για την παραπομπή των κατηγο-ρούμενων Δ. Παπαγγελόπουλου, Ιωάννας Παπαδάκου, Κωνσταντίνου Βαξεβάνη, Ιωάννη Φιλιππάκη, Αλέξανδρου Τάρκα και Εμμανουήλ Μαργωμένου για τις αξιόποινες πράξεις της απόπειρας εκβίασης από κοινού σε βαθμό κακουργήματος κατ’ επάγγελμα (σε βάρος του Σάμπυ Μιωνή), δωροληψία πολιτικού προσώπου, συνεργεία σε κατάχρηση εξουσίας, συνεργεία σε παράβαση καθήκοντος, συνδρομή σε απόπειρα εκβίασης και για εγκληματική οργάνωση-συμμορία, όπως αποδόθηκε σ’ αυτούς αντιστοίχως η κατηγορία».

02 Οι προστατευόμενοι μάρτυρες ήταν ουσιώδεις, συνέβαλαν με στοιχεία

Το σημαντικότερο είναι ότι στο βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου αναδεικνύεται ανάγλυφα η βαρύτητα του σκαν-δάλου και εκτίθενται ανεπανόρθωτα οι ενορχηστρωτές της δήθεν «σκευωρίας Novartis». Αυτό αρχικά πιστοποιείται από τα όσα αναγράφονται σχετικά με τους προστατευόμενους μάρτυρες. Αυτοί που όπως αποδεικνύεται περίτρανα από το βούλευμα δεν είναι ούτε «ψευδομάρτυρες» ούτε «κουκουλοφόροι», όπως ισχυρίζονταν τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο βούλευμα, οι πρώην εισαγγελείς κατά της διαφθοράς εντόπισαν «τρεις ουσιώδεις μάρτυρες». Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «κατά τη διερεύνηση της ανωτέρω υπόθεσης και μετά από αξιο-λόγηση στοιχείων με βάση και την ανταλλαγή εγγράφων στα πλαίσια δικαστικής συνδρομής με τις αρχές των ΗΠΑ, προέκυψαν, κατά τις εκτιμήσεις των εισαγγελέων διαφθοράς (2ης, 3ου και 4ου των κατηγορουμένων), τρεις ουσιώδεις μάρτυρες, οι οποίοι θα συνέβαλλαν με τα στοιχεία και το υλικό που κατείχαν στην αποκάλυψη των ως άνω αξιόποινων πράξεων».

 

03 «Στέλεχος του υπουργείου ο Μανιαδάκης»

Οι εισαγγελείς διαφθοράς έλαβαν αυτή την απόφαση επειδή αναφορικά με τους τρεις αυτούς μάρτυρες «κρίθηκε ότι γνώριζαν και από δική τους αντίληψη ουσιώδη πράγματα για τις διερευνώμενες πράξεις και πρόσωπα, ως εκ της θέσης που κατείχαν σημαντικά στελέχη της Novartis Hellas οι δύο και στέλεχος του υπουργείου ο τρίτος κατά τον κρίσιμο χρόνο». Προκύπτει λοιπόν βάσει του βουλεύματος ότι ο Ν. Μανιαδάκης ήταν «στέλεχος του υπουργείου» και όχι απλώς «άτυπος σύμβουλος», όπως αναγραφόταν στο απαλλακτικό βούλευμα που εξέδωσε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών αναφορικά με αυτόν. Οσα κατέθεσαν οι τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες –και ο Ν. Μανιαδάκης– στηρίζονταν στο ότι γνώριζαν «ουσιώδη πράγματα για τις διερευνώμενες πράξεις και πρόσωπα». Γνώριζαν δηλαδή την ουσία του σκανδάλου.

04 Ο Μανιαδάκης αυτοβούλως ζήτησε να καταθέσει

Στη συνέχεια αναφέρεται πως οι πρώην εισαγγελείς διαφθοράς προσέγγισαν τους προστατευόμενους μάρτυρες. Α-ναφορικά με τον Ν. Μανιαδάκη, που έλαβε την κωδική ονομασία «Ιωάννης Αναστασίου», αναγράφεται στο βούλευμα ότι «προσήλθε αυτοβούλως στην Εισαγγελία Διαφθοράς και ζήτησε να καταθέσει». Αρα, παρά τα όσα διατείνονται ο ίδιος ο Ν. Μανιαδάκης και τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα, ήταν αυτός που μόνος του ζήτησε να πάει να… καρφώσει τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα. Ηταν αυτός που ζήτησε οικειοθελώς να καταθέσει και όχι επειδή εκβιάστηκε. Ηταν αυτός άλλωστε που, όπως έχει παραδεχτεί και ο ίδιος στην ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου, κατέθεσε στοιχεία για το σκάνδαλο στις αμερικανικές αρχές. Στοιχεία που δεν θα μπορούσαν παρά να αφορούν παράνομες πράξεις υπουργών, αφού μόνο για αυτό θα μπορούσε να γνωρίζει ως «διαχρονικός σύμβουλος των υπουργών Υγείας».

05 Εντοπίστηκαν από τις καταθέσεις στο FBI

Στο βούλευμα αναγράφεται επίσης αναφορικά με τους προστατευόμενους μάρτυρες «Μάξιμο Σαράφη» και «Αικατερίνη Κελέση» ότι οι πρώην εισαγγελείς διαφθοράς πληροφορήθηκαν τα στοιχεία τους «από έγγραφο με αριθμό παρακολούθησης 1741152809/αριθ. φακέλου ΝΚ- 2057320 s. 15/29.12.2016 του υπουργείου Δικαιοσύνης Ηνωμένων Πολιτειών / Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών / Νομική Υπηρεσία / Πρεσβεία ΗΠΑ / Αθήνα / Ελλάδα. Στο έγγραφο αυτό υπάρχει αναφορά ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται σε αυτό προορίζονται μόνο για πληροφοριακούς και καθοδηγητικούς σκοπούς και δεν δύνανται να χρησιμοποιηθούν από την κυβέρνηση της Ελλάδος σε οποιεσδήποτε ποινικές διαδικασίες ούτε να προωθηθούν σε άλλη κυβέρνηση, πρόσωπο, ή οντότητα ούτε να χρησιμοποιηθούν σε ανοιγείσες ποινικές διαδικασίες, βασιζόμενες στις πληροφορίες του εγγράφου αυτού. Στη συνέχεια οι εισαγγελείς, με βάση τα παραπάνω στοιχεία, επικοινώνησαν και με τους άλλους δύο μάρτυρες, οι οποίοι δέχθηκαν να καταθέσουν».

Αρα οι προστατευόμενοι μάρτυρες, που λοιδορήθηκαν και απειλήθηκαν από τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα ως «ψευδομάρτυρες», ήταν αυτοί που κατέθεσαν στις ΗΠΑ σχετικά με το σκάνδαλο Novartis. Ηταν αυτοί που εισέφεραν τα στοιχεία εκείνα στις αμερικανικές αρχές τα οποία εξανάγκασαν τη Novartis να καταβάλει στο αμερικανικό δημόσιο 350 εκατ. δολάρια για αθέμιτες πρακτικές στην Ελλάδα. Εδώ όμως όλα χαρακτηρίζονταν «σκευωρία». Οχι πια.

06 «Η έρευνα βασίστηκε –και– σε χιλιάδες κατασχεμένα έγγραφα της Novartis»

Η έρευνα των πρώην εισαγγελέων διαφθοράς δεν σταμάτησε εκεί, αφού, σύμφωνα με το βούλευμα, «εμπλουτίστηκε δε με μεγάλο αριθμό εγγράφων και κυρίως ηλεκτρονικών αρχείων χιλιάδων σελίδων, μετά από κατασχέσεις του συνόλου σχεδόν των ηλεκτρονικών αρχείων της εταιρείας μετά από νομότυπες έρευνες…». Οχι απλώς δεν υπάρχει λοιπόν σκε-υωρία, αλλά η έρευνα βασίστηκε σε χιλιάδες έγγραφα κατασχεμένα από τα γραφεία της Novartis. Εγγραφα που, όπως έχει αποκαλύψει το Documento, σκιαγραφούσαν την ουσία του σκανδάλου καθώς και τα εμπλεκόμενα πρόσωπα.

07 «Οι μάρτυρες διατύπωσαν φόβο για τη ζωή τους»

Σαν χάρτινος πύργος κατέρρευσε και το επιχείρημα των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες δεν ένιωσαν φόβο για τη ζωή τους, αφού στο βούλευμα γίνεται η ξεκάθαρη παραδοχή πως «οι τρεις όμως μάρτυρες διατύπωσαν φόβο για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα των ίδιων και των οικογενειών τους, από πιθανο-λογούμενες πράξεις εκφοβισμού ή αντεκδίκησης σε βάρος τους εκ μέρους των εμπλεκόμενων προσώπων, εκθέτοντας και επιχειρήματα προς τούτο» και για τον λόγο αυτό διατάχτηκε να τεθούν σε καθεστώς προστασίας.

Επομένως και οι τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες βρίσκονταν σε καθεστώς φόβου. Δηλαδή και ο Ν. Μανιαδάκης, που σήμερα διατείνεται ότι δεν του ασκήθηκαν πιέσεις από τον Γ. Στουρνάρα, παρά τη συνομιλία που είχε με τον εκδότη του Documento Κώστα Βαξεβάνη, την οποία κατέθεσε στην ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου Κων. Αλεβιζοπούλου. Αναφέρεται δηλαδή το προφανές: ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες φοβούνταν επειδή γνώριζαν ότι όσα θα καταθέσουν ήταν πολύ σοβαρά και θα υποστούν τη μήνη των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων. Οπως κι έγινε. Κι ας αναγραφόταν στην εισαγγελική πρόταση της εισαγγελέα εφετών Ελένης Μετσοβίτου ότι «δεν υπήρχε πιθανολογούμενος κίνδυνος εκφοβισμού» των προστατευόμενων μαρτύρων…

08 «Βρέθηκαν ενοχοποιητικά στοιχεία για Μανιαδάκη»

Αναφορικά με τον Ν. Μανιαδάκη, που είχε λάβει την κωδική ονομασία «Ιωάννης Αναστασίου», αναγράφεται ότι δια-πιστώθηκαν στη συνέχεια από τους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς «στοιχεία ενοχοποιητικά για την πράξη της παθητικής δωροδοκίας κατ’ εξακολούθηση με ζημία του Δημοσίου άνω των 150.000 ευρώ», για την οποία του ασκήθηκε ποινική δίωξη, ενώ έπαυσε η λήψη μέτρων προστασίας του, που «εγκρίθηκε από τον τότε εποπτεύοντα αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Αγγελή».

09 Αναληθές το επιχείρημα των πολιτικών για «προδιατυπωμένες καταθέσεις»

Η κατακρήμνιση του στημένου κατηγορητηρίου που βασίστηκε σχεδόν αποκλειστικά σε καταγγελίες των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων δεν σταματάει εκεί. Κι αυτό γιατί αναφέρεται ότι δεν υπήρχαν προδιατυπωμένες ερωτήσεις προς τους προστατευόμενους μάρτυρες από τους εισαγγελείς, όπως είχαν καταγγείλει στην ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου –αλλά και σε μηνύσεις τους– πολλά από τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα.

Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων «δόθηκαν διά ζώσης με την παρουσία των ιδίων καθ’ όλη τη διάρκεια των καταθέσεων, χωρίς αυτοί να έχουν δώσει προδιατυπωμένες καταθέσεις (όπως αντίθετα αναφέρεται σε μηνύσεις από πολιτικά πρόσωπα), μεταξύ άλλων και κατά των εισαγγελέων, δηλ. περί διαβίβασης των καταθέσεων των προστατευόμενων μαρτύρων μέσω usb ή μέσω e-mail, αφού κανένα απολύτως α-ποδεικτικό στοιχείο δεν υφίσταται περί αυτού…

Η διαφορετική γραμματοσειρά σε ορισμένες εκθέσεις καταθέσεων δεν είναι αρκετή να ενισχύσει τον ισχυρισμό περί προδιατυπωμένων καταθέσεων και περί διαβίβασης των καταθέσεων των προστατευόμενων μαρτύρων μέσω usb ή μέσω e-mail. Η διαφορετική μορφοποίηση οφείλεται, κατά την κρίση του Συμβουλίου, σε προφανή αβλεψία των εισαγγελέων αυτών και στην ένταση που υπήρχε κατά τη λήψη των καταθέσεων, εφόσον, όπως είναι φανερό, θα μπορούσαν αυτοί εύκολα να είχαν προβεί μέσω του ηλεκτρονικού υπολογιστή σε ενιαία μορφοποίηση του κειμένου των καταθέσεων ώστε να μην υπάρχει διαφορά, ενώ κρίνεται ότι αν οι καταθέσεις ήταν προδιατυπωμένες (όπως αντίθετα αναφέρεται σε μηνύσεις από πολιτικά πρόσωπα), οι εισαγγελείς θα φρόντιζαν να μην αποκαλυφθεί η προαναφερόμενη κατ’ αυτών αιτίαση, προβαίνοντας εύκολα σε μορφοποίηση του κειμένου…».

10 «Δόθηκαν μεταγενέστερες διά ζώσης καταθέσεις γιατί είχαν πολλά στοιχεία»

Υπάρχει και συνέχεια. Στις μηνύσεις των πολιτικών προσώπων γινόταν λόγος ότι δόθηκε μόλις μία κατάθεση από κάθε προστατευόμενο μάρτυρα προτού σταλεί η δικογραφία στη Βουλή και ότι οι υπόλοιπες δόθηκαν σε μεταγενέστερο χρόνο, γεγονός που δήθεν αποτελεί απόδειξη ότι οι καταθέσεις «μαγειρεύονταν».
Ούτε αυτό όμως γίνεται δεκτό από το δικαστικό συμβούλιο: «Το γεγονός ότι δόθηκε μια και μόνη ένορκη κατάθεση από κάθε προστατευόμενο μάρτυρα, πριν τη διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή, προκύπτει από το ότι κάθε μάρτυ-ρας στην πρώτη και σε κάθε επόμενη εξέταση –πλην της τελευταίας– κατέληγε, βεβαίωνε και υπέγραφε ως εξής: “επι-φυλάσσομαι να συνεχίσω την κατάθεσή μου”. Ο πραγματικός λόγος ήταν ότι οι καταθέσεις λαμβάνονταν σε μεταμε-σημβρινές, ακόμη και σε βραδινές ώρες στο γραφείο της Εισαγγελίας Διαφθοράς ή στη ΓΑΔΑ, κατόπιν σχετικής σύσ-τασης του Διευθυντή του Τμήματος Προστασίας Μαρτύρων, προκειμένου να διαφυλαχθεί το απόρρητο και η αποφυγή αναγνώρισης της πραγματικής ταυτότητας των μαρτύρων.
Για τον ίδιο λόγο, αλλά και λόγω του προχωρημένου της ώρας, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι μάρτυρες κατέθεταν πολλά γεγονότα για τα οποία ανέφεραν ότι κατείχαν σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία, οι επόμενες εξετάσεις τους κανονίζονταν μετά από αρκετές ημέρες, με αποτέλεσμα, όσα είχαν να καταθέσουν να μην είναι ευχερές να ολοκληρωθούν μέσα σε λίγες ημέρες».

11 «Νόμιμη η έρευνα των εισαγγελέων»

Στο βούλευμα αναφέρεται ότι οι εισαγγελείς, παρά τα όσα διατείνονταν τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα, προέβησαν στη «νόμιμη έρευνα σε βάρος των μη πολιτικών προσώπων για τις πράξεις της ενεργητικής δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, δηλαδή πράξεις από τις διερευνώμενες, που δεν αφορούσαν τους πολιτικούς και που δεν αποτελούσαν υπουργικά αδικήματα».

12 Εχοντας γνώση «κατέθεσαν για τρόπους δωροδοκίας των δημοσίων προσώπων»

Δεν είναι όμως μόνο αυτό, αφού στο βούλευμα πιστοποιείται η σπουδαιότητα των στοιχείων που εισέφεραν μέσω των καταθέσεών τους οι προστατευόμενοι μάρτυρες: «Οπως συνάγεται από την επισκόπηση των καταθέσεων των προστα-τευόμενων μαρτύρων που υπάρχουν στη δικογραφία, αυτοί αρχικά καταθέτουν για τις αθέμιτες πρακτικές της εταιρείας Novartis, καθώς και για τους τρόπους δωροδοκίας δημοσίων προσώπων στα κέντρα λήψης αποφάσεων στον χώρο της υγείας και διακίνησης φαρμάκων (διοικητές νοσοκομείων – προέδρους Οργανισμών Υγείας), για δωροδοκίες ιατρών του Δημοσίου και ιδιώτες ιατρούς, ενώ αναφέρονται και σε πολιτικά πρόσωπα, έχοντας γνώση όσων καταθέτουν από όσα έχουν ακούσει από τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Novartis Κ. Φρουζή».

13 «Ορθώς ρωτούσαν για πολιτικούς οι εισαγγελείς»

Στη συνέχεια του βουλεύματος καταρρίπτεται και το αφήγημα ότι οι πρώην εισαγγελείς διαφθοράς κατηύθυναν τις κα-ταθέσεις με στοχευμένες ερωτήσεις εναντίον των πολιτικών προσώπων, αφού, όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται, «οι δε ερωτήσεις από τους εισαγγελείς για πολιτικά πρόσωπα δεν έγιναν για διερεύνηση τυχόν υπουργικών αδικημάτων, εφόσον αυτό θα συνιστούσε ανεπίτρεπτη έρευνα ποινικών ευθυνών υπουργών, αντίθετα προς τις προβλέψεις του άρθρου 86 Σ και του νόμου 3126/2003 περί ευθύνης υπουργών, αλλά για την αναγκαία διερεύνηση από αυτούς ύπαρξης, κατά την κρίση τους, απλών υπονοιών εμπλοκής των προσώπων αυτών σε ερευνώμενη αξιόποινη πράξη, που ήταν αναγκαία, προκειμένου, όπως προαναφέρθηκε, να μην διαβιβάζονται “αμελλητί” στη Βουλή απαράδεκτες και προφανώς αβάσιμες καταγγελίες σε βάρος πολιτικών προσώπων για υπουργικά αδικήματα. Αντίθετα οι διευκρινιστικές ερωτήσεις αφορούσαν και αδικήματα μη υπουργικά, όπως της ενεργητικής δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων από εγ-κληματική δραστηριότητα».

14 «Κατονόμασαν τις πηγές τους χωρίς καθοδήγηση»

Ακόμη σημαντικότερο: όσα εισέφεραν οι προστατευόμενοι μάρτυρες δεν ήταν απλώς λόγια• στηρίζονταν σε στοιχεία και οι μάρτυρες προσήλθαν αυτοβούλως στην Εισαγγελία Διαφθοράς! Σε αντίθεση με ό,τι έλεγαν τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα, πως οι προστατευόμενοι μάρτυρες είναι «ψευδομάρτυρες» που ήταν μέρος της δήθεν σκευωρίας.

Οπως χαρακτηριστικά αναγράφεται, «κατά την εξέτασή τους άπαντες οι προστατευόμενοι μάρτυρες κατέθεσαν αυ-τοβούλως όσα γνώριζαν για την υπόθεση, κατονομάζοντας και την πηγή της πληροφόρησής τους και εγχειρίζοντας στο-ιχεία που κατείχαν, τα οποία αποτελούν μέρος της δικογραφίας Novartis, η οποία ήδη διερευνάται από τον Οικονομικό εισαγγελέα, ενώ ουδόλως πιέστηκαν ή καθοδηγήθηκαν από τους εισαγγελείς να καταθέσουν στοχευμένα εις βάρος των δέκα πολιτικών προσώπων…».

15 «Προέκυψαν έγγραφα για εμπλοκή πολιτικών»

Ακόμη, «οι μάρτυρες δεν εξέφρασαν απλή γνώμη, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, όπως αβασίμως αποδίδεται στους κατη-γορούμενους εισαγγελείς, εφόσον κατά τη διάρκεια της ενιαίας –κατά τα προαναφερθέντα– κατάθεσής τους προσκόμι-σαν και αποδεικτικά στοιχεία, έγγραφα και ηλεκτρονικά αρχεία. Στη συνέχεια, επειδή κατά τα ανωτέρω προέκυψαν έγγραφα και καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων, όπου μεταξύ άλλων, γίνονταν αναφορές και σε εμπλοκή πολιτικών προσώπων, διαβιβάσθηκαν στη Βουλή των Ελλήνων αντίγραφα της σχηματισθείσας δικογραφίας, απολύτως νόμιμα, τόσο δικονομικά όσο και αναφορικά με την ύπαρξη των απαιτούμενων κατά νόμο στοιχείων που θα θεμελίωνε τη διαβίβαση αυτή». Αρα όχι απλώς δεν υπήρξε ένδεια στοιχείων εκ μέρους των μαρτύρων, αλλά αντιθέτως κατέθεσαν «αποδεικτικά στοιχεία» που στηρίζουν τις καταθέσεις τους. Ποιοι «ψευδομάρτυρες» λοιπόν;

16 «Απορριπτέο το επιχείρημα ότι δεν μπορούσαν να καταθέσουν επειδή προσδοκούσαν οικονομικό όφελος από τις ΗΠΑ»

Το επόμενο όπλο στη φαρέτρα των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων ήταν ότι οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων στην Ελλάδα δεν ήταν νόμιμες επειδή, σύμφωνα με όσα κατήγγειλαν, ήταν οι ίδιοι μάρτυρες δημόσιου συμ-φέροντος που κατέθεσαν στις ΗΠΑ. Αμ δε! Το βούλευμα αποδομεί πλήρως κι αυτό τον ισχυρισμό: «Η αιτίαση ότι πα-ρανόμως χαρακτηρίσθηκαν ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος διότι προσδοκούν ίδιο όφελος από τις καταθέσεις τους στις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ είναι απορριπτέα. Τούτο διότι η ύπαρξη τυχόν ιδίου οικονομικού οφέλους, κατά το νομικό καθεστώς των ΗΠΑ, δεν απαγορεύει τον ως άνω χαρακτηρισμό τους από την εισαγγελία διαφθοράς στην Ελλάδα, δηλαδή οι καταθέσεις στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα δεν συνδέονται αιτιωδώς και συνακόλουθα η κατάθεσή τους στις ΗΠΑ δεν τους καθιστά ανεπιτήδειους μάρτυρες στην Ελλάδα».

17 «Θα ήταν παράνομη η εξέταση του Φρουζή»

Τα εμπλεκόμενα πολιτικά πρόσωπα διατείνονταν επίσης ότι υπάρχει σκευωρία διότι δεν είχε κληθεί από την εισαγγελία διαφθοράς να καταθέσει ο Κωνσταντίνος Φρουζής προκειμένου να εξακριβωθεί η αξιοπιστία των καταθέσεων των προστατευόμενων μαρτύρων. Δυστυχώς γι’ αυτούς, όμως, και αυτό το επιχείρημα καταρρίπτεται από το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου: «η ενδεχόμενη εξέταση των προστατευόμενων μαρτύρων και παράλληλα του Κ. Φρουζή (υπό οιαδήποτε ιδιότητα), αναφορικά με την αξιοπιστία των καταθέσεων των μαρτύρων για το ζήτημα του εάν πολιτικά πρόσωπα έχουν ζητήσει ή λάβει χρήματα ή ανταλλάγματα ως δώρα, θα συνιστούσε έμμεση διερεύνηση ευθύνης πολιτικών προσώπων, η οποία πριν τη διαβίβαση της υπόθεσης στη Βουλή θα ήταν παράνομη και αντισυνταγματική, δεδομένου ότι συνιστά στοχευμένη κατά υπουργών και έως εκ τούτου απαγορευμένη προανακριτική ενέργεια».
Ως αποτέλεσμα, «η προβαλλόμενη αιτίαση ότι δεν προηγήθηκε εξέταση του Κ. Φρουζή προς διερεύνηση της αξιοπι-στίας των μαρτύρων, πριν τη διαβίβαση της δικογραφίας στην Βουλή, πέραν του ότι η εξέταση αυτού εναπόκειτο στην κυριαρχική κρίση των εισαγγελέων διαφθοράς, είναι αβάσιμη γιατί η εξέταση αυτή δεν θα ήταν νόμιμη. Ενώ η χωρίς όρκο εξέταση του Φρουζή, ο οποίος φερόταν με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας ως ο βασικός ύποπτος τέλεσης των διερευνώμενων πράξεων, μετά τη διαβίβαση της δικογραφίας στην Βουλή, κρίθηκε από τους εισαγγελείς διαφθοράς ως πρόωρη, πριν δηλ. συγκεντρωθούν οι απαιτούμενες σε βάρος του ενδείξεις…».

18 «Η αρχειοθέτηση των επτά πολιτικών αποδεικνύει τη μη κατάχρηση εξουσίας»

Στο βούλευμα αναφέρεται και κάτι ακόμη προφανές: το γεγονός ότι οι πρώην εισαγγελείς διαφθοράς αρχειοθέτησαν τις δικογραφίες που αφορούσαν τα επτά από τα δέκα πολιτικά πρόσωπα αποτελεί απόδειξη ότι δεν τέλεσαν «κατάχρηση εξουσίας με τις αποδιδόμενες στο κατηγορητήριο μορφές». Συγκεκριμένα, αναφορικά με τα έγγραφα που έστελνε το FBI στην Εισαγγελία Διαφθοράς, στο βούλευμα αναγράφεται ότι «διαβιβάστηκαν δε στη Βουλή μόνο τα έγγραφα δικαστικής συνδρομής από τις ΗΠΑ, στα οποία δεν υπήρχε η ρήτρα απαγόρευσης χρήσης από τις Ελληνικές δικαστικές αρχές, σύμφωνα με τις αρχές των ΗΠΑ. Οι εισαγγελείς εξέτασαν, κατά την εκτίμησή τους ουσιώδεις κατ’ αυτούς μάρτυρες και προέβησαν στο άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών που κρίθηκε από αυτούς αναγκαίο, ενώ διαβίβασαν και όλα τα έγγραφα που αφορούσαν τα πολιτικά πρόσωπα».

Μετά την επιστροφή της δικογραφίας από τη Βουλή στους εισαγγελείς «επειδή με το από 26-4-2018 πόρισμά της κρίθηκε ως αναρμόδια για τις πράξεις της δωροληψίας πολιτικών αξιωματούχων και παθητικής δωροδοκίας, αρμοδίως οι εισαγγελείς ερεύνησαν τις παραπάνω πράξεις ως προς τα πολιτικά πρόσωπα, επανεξέτασαν τους προστατευόμενους μάρτυρες και αρχειοθέτησαν εν τέλει τις δικογραφίες ως προς επτά πολιτικά πρόσωπα», γεγονός που «ενισχύει την κρίση του παρόντος Δικαστικού Συμβουλίου ότι κατά την έρευνά τους πριν την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή δεν τέλεσαν κατάχρηση εξουσίας με τις αποδιδόμενες στο κατηγορητήριο μορφές». Ολα νόμιμα λοιπόν από τους πρώην εισαγγελείς διαφθοράς ως προς τη διαδικασία που ακολουθήθηκε αναφορικά με τη διερεύνηση των πολιτικών προσώ-πων. Ποια «σκευωρία»;

19 «Δεν πιέστηκε ο Φρουζής»

Ακόμη ένας ισχυρισμός των εμπλεκόμενων πολιτικών προσώπων αλλά και του ίδιου του ίδιου του Κων. Φρουζή ήταν ότι ο τελευταίος εκβιάστηκε από τους εισαγγελείς διαφθοράς όταν τους συνάντησε μετά των δικηγόρων του τον Μάιο του 2018. Ούτε αυτό όμως γίνεται δεκτό από το δικαστικό συμβούλιο: «Στις ένορκες καταθέσεις τους για τη συνάντηση αυτή, οι παριστάμενοι συνήγοροι, ερωτηθέντες από την ανακρίτρια περί του εάν υπέπεσε στην αντίληψή τους η άσκηση πιέσεων από τους εισαγγελείς διαφθοράς για να καταθέσει ο εντολέας τους σε βάρος πολιτικών προσώπων αμφότεροι απάντησαν αρνητικά. Σύμφωνα με τις ίδιες καταθέσεις, η Ελ. Τουλουπάκη δεν αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα ονόματα πολιτικών προσώπων, ούτε η συμπεριφορά της ήταν εκβιαστική, ούτε έδωσε την εντύπωση ότι προσπαθούσε να εκβιάσει…».

20 «Αναπόδεικτοι οι όψιμοι ισχυρισμοί Μανιαδάκη για πιέσεις»

Στην πλήρη αποδόμηση και των καταγγελιών του Νίκου Μανιαδάκη ότι δήθεν τον πίεζαν οι εισαγγελείς να καταθέσει ψευδώς για τα πολιτικά πρόσωπα προχωρά με ένα νομικά εμπεριστατωμένο σκεπτικό το ιστορικό πλέον βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Σε ό,τι αφορά τον πρώην προστατευόμενο μάρτυρα και νυν κατηγορούμενο σε βαθμό κακουργήματος για εμπλοκή του στο σκάνδαλο, αναφέρεται ότι «είχε θέση στο Υπουργείο Υγείας», επιβεβαιώνοντας έτσι όλες τις αποκαλύψεις του Documento, ενώ για όσα εκ των υστέρων ισχυριζόταν, ότι δήθεν οι εισαγγελείς τον πίεζαν να καταθέσει ψευδώς σε βάρος συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων, το βούλευμα τα χαρακτηρίζει «αναπόδεικτα», καθώς όλα αυτά τα ανέφερε «οψίμως» και «έχοντας την ιδιότητα του κατηγορουμένου για παθητική δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα».

21 «Ο Μανιαδάκης κινήθηκε εκδικητικά»

Επί της ουσίας οι ανώτατοι δικαστές λένε ότι ο Ν. Μανιαδάκης για να σώσει τον εαυτό του «ανέφερε τα περί πιέσεων από τους εισαγγελείς, γνωρίζοντας ότι δεν δεσμεύεται από καθήκον αληθείας προφανώς για να αποσείσει τις κατηγορίες σε βάρος του». Στο βούλευμα προστίθεται ότι ο Ν. Μανιαδάκης είχε λόγους να κινηθεί εκδικητικά εναντίον της ποινικής δίωξης που του είχε ασκηθεί.

22 «Ο Μανίας αιφνιδίως στράφηκε εναντίον των εισαγγελέων»

Ψεύτη όμως, λόγω ιδιοτέλειας, βγάζει το δικαστικό βούλευμα και τον Νίκο Μανία, σύμβουλο του υπουργείου Υγείας επί υπουργίας Ανδρέα Λοβέρδου. Στα ίδια ακριβώς πατήματα με τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Λάμπρο Σο-φουλάκη, ο οποίος στο σχετικό πόρισμά του είχε δει «πονηρία και κακοβουλία» από τον Ν. Μανία όταν και αυτός είχε επιχειρήσει να αλλάξει την αρχική κατάθεσή του μιλώντας για πιέσεις των εισαγγελέων, κινείται και το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου.

Υπενθυμίζεται ότι ο Ν. Μανίας, ο οποίος ήταν σύμβουλος του υπουργείου Υγείας την περίοδο Λοβέρδου, είχε κατα-θέσει τον Απρίλιο του 2019 στους εισαγγελείς διαφθοράς ότι η υπουργική απόφαση του Ανδρ. Λοβέρδου με τις μαγει-ρεμένες υπέρ της Novartis τιμές των φαρμάκων κόστισε στο δημόσιο περί τα 65 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο μετά την αλλαγή της κυβέρνησης ο Μανίας άλλαξε ρότα. Κατά την κατάθεσή του τον Γενάρη του 2020 στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής ανέφερε ότι πιέστηκε από την κ. Τουλουπάκη και την κ. Παπασπύρου να καταθέσει στοιχεία εναντίον πολιτικών προσώπων, ενώ ξεκαθάρισε ότι δεν γνωρίζει τον Ανδρ. Λοβέρδο.

Ας διαβάσουμε τι λέει το οριστικό και αμετάκλητο βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου και για την περίπτωση Μανία, τον οποίο περιλαμβάνει αμέσως μετά την αποδόμηση του Ν. Μανιαδάκη: «Ομοίως, επισημαίνει, αναφορικά με τον μάρτυρα Ν. Μανία και σε σχέση με την κατάθεσή του περί πιέσεων που δέχτηκε για την από 4.4.2019 αναγγελία αξιόποινων πράξεων (σ.σ.: όσα δηλαδή είχε καταθέσει για Λοβέρδο) προκύπτει ότι αφού ο ίδιος μετά τις επανειλημμένες καταθέσεις του στο Μεικτό Κλιμάκιο Ελέγχου του ΣΟΕΕ, υπέβαλε αίτημα στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την υπαγωγή του στις ευεργετικές διατάξεις του (τότε ισχύοντος) άρθρου 263 Β του ΠΚ, όπου και πράγματι υπήχθη, αιφνιδίως στρέφεται εναντίον των εν λόγω εισαγγελέων, υποστηρίζοντας ότι την παρά τη θέλησή του έγιναν αυτά και αυτοί τον υποχρέωσαν να υπογράψει την ανωτέρω από 4.4.2019 αναγγελία χωρίς να διαβάσει τι υπογράφει, πράγματα που αντίκεινται στην κοινή λογική, αφού τον διαψεύδουν και οι μάρτυρες Περικλής Μανωλίδης, Διευθυντής του Τμή-ματος Προστασίας Μαρτύρων, και Φωτούλα Ντινάκη, επικεφαλής του Μεικτού Κλιμακίου Ελέγχου του ΣΟΕΕ. Σε βάρος του επίσης έχει σχηματισθεί ποινική δικογραφία και έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο του Α΄ Τριμελούς Πλημ-μελειοδικείου Πειραιά προκειμένου να δικαστεί για ψευδή καταμήνυση σε σχέση με όσα ανέφερε για δήθεν πιέσεις σε βάρος του από τους εισαγγελείς».

Τέλος, ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι ο μάρτυρας ερωτηθείς από την ανακρίτρια ως εξής: «Δεχθήκατε συγκεκριμένες πιέσεις για να καταθέσετε σχετικά με αξιόποινες πράξεις του κ. Λοβέρδου και του κ. Γεωργιάδη;» απέφυγε να απαντήσει και κατέθεσε: «Η πλειονότητα των αποσπασμάτων που αναγνώσθηκαν αφορούσαν τις περιόδους που διατέλεσαν υπουργοί Υγείας ο κ. Λοβέρδος και ο κ. Γεωργιάδης. Δε θυμάμαι αν άμεσα ρωτήθηκα αν έχω να καταθέσω για αξιόποι-νες πράξεις των συγκεκριμένων προσώπων».

23 «Κανείς δεν πίεσε τον Βουλκίδη να καταθέσει»

«Περαιτέρω» συνεχίζουν οι δικαστές σε πλήρη ομοφωνία «και ο μάρτυρας Εμμ. Βουλκίδης, ερωτηθείς από την ανακ-ρίτρια εάν πιέστηκε για να καταθέσει στοιχεία για τη Novartis, κατέθεσε ότι δεν τον πίεσε κανείς ούτε τον εκβίασε κά-ποιος να καταθέσει στοιχείο για κάποιο άλλο πρόσωπο, καθώς και ότι δεν συνδέει την άρνησή του να υπαχθεί σε κα-θεστώς προστασίας με την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του. Σημειώνεται ότι ο Εμμ. Βουλκίδης μαζί με τον Κων/νο Φρουζή έχουν παραπεμφθεί με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, προκειμένου να δικαστούν για τις πράξεις της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, με βασικό αδίκημα τη δωροδοκία, για την οποία δωροδοκία ο εισαγγελέας στην πρότασή του διαπίστωσε ότι αφορούσε και πολιτικά πρόσωπα».

Υπενθυμίζεται ότι ο διωκόμενος διαφημιστής – εκδότης Μανώλης Βουλκίδης καταθέτοντας ενώπιον της προανακρι-τικής επιτροπής είχε επιβεβαιώσει ότι είναι δικό του το ιδιόχειρο σημείωμα με τις παράνομες δοσοληψίες ύψους 90.000 ευρώ που βρέθηκε και κατασχέθηκε από τις αρχές στο σπίτι του και το οποίο ταυτίζεται με όσα έχει καταθέσει ο προσ-τατευόμενος μάρτυρας «Μάξιμος Σαράφης».

«Είναι καταβολές από τιμολόγια που κόπηκαν. Δικό μου είναι το σημείωμα. Τα χρήματα τα έδωσα στον Δεσταμ-πασίδη» είπε κατά την κατάθεσή του στην προανακριτική ο εκδότης – διαφημιστής που έχει περιγραφεί επισήμως από το FBI ως κομβικό πρόσωπο στη διαδικασία του ξεπλύματος χρήματος για μίζες που κατέληγαν σε κρατικούς αξιωματούχους. Η παραδοχή αφορά το ιδιόχειρο σημείωμα που κατασχέθηκε έπειτα από έρευνα των αρχών στην οικία του στις 23 Ιανουαρίου 2017. Στο σημείωμα καταγράφονται ημερομηνίες και ποσά, τα οποία ταυτίζονται με όσα είχε καταθέσει ο «Μάξιμος Σαράφης».
Ο Μ. Βουλκίδης αρνήθηκε ωστόσο ότι τα χρήματα που επέστρεφε παράνομα ως αντάλλαγμα από τις διαφημίσεις της Novartis που εξασφάλιζε οδηγούνταν στον Κων. Φρουζή, τονίζοντας ότι ο μόνος αποδέκτης ήταν το πρώην στέλεχος της Novartis Φιλίστωρ Δεστεμπασίδης.

Τους παραπέμπουν στο ειδικό δικαστήριο για άλλους λόγους

 

24 «Δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής εναντίον του Παπαγγελόπουλου» για την υπόθεση Novartis

Αναφορικά με τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο το δικαστικό συμβούλιο απο-φάνθηκε ότι δεν στοιχειοθετείται σε βάρος του η αποδιδόμενη σε αυτόν αξιόποινη πράξη της ηθικής αυτουργίας σε κατάχρηση εξουσίας και παράβαση καθήκοντος των εισαγγελέων διαφθοράς, «ενόψει του ότι δεν στοιχειοθετούνται κατά την αντικειμενική τους υπόσταση οι αξιόποινες πράξεις των αυτουργών. Επίσης δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις σε βάρος του Δημητρίου Παπαγγελόπουλου για παράβαση καθήκοντος, σε σχέση με την πράξη που αφορά παρέμβασή του στην Ελένη Τουλουπάκη, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην εισαγγελική πρόταση, στην οποία και το Συμβούλιο παραπέμπει». Επομένως η παραπομπή του Δ. Παπαγγελόπουλου δεν αφορά το σκάνδαλο Novartis.Το βούλευμα δεν διαπιστώνει με κανέναν τρόπο οποιαδήποτε «σκευωρία».

Ο Δ. Παπαγγελόπουλος σύμφωνα με το βούλευμα θα παραπεμφθεί στο δικαστήριο επειδή «με πρόθεση» παρενέβη στα καθήκοντα της Ελένης Τουλουπάκη, ώστε η πρώην εισαγγελέας διαφθοράς «να διαπράξει την άδικη πράξη της κατάχρησης εξουσίας με την εν γνώσει της παράλειψη δίωξης», αναφορικά με την υπόθεση της μήνυσης που κατατέθηκε για την καταγγελλόμενη μη τιμολόγηση φαρμάκων επί υπουργίας Παναγιώτη Κουρουμπλή.

Παράλληλα, το δικαστικό συμβούλιο αποφάσισε ότι ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης «παρενέβη στο έργο της εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη», την οποία «παρότρυνε με απειλές» όταν αυτή διερευνούσε την τέλεση αξιόποινων πράξεων σε βάρος του Ανδρέα Βγενόπουλου και «της υπέδειξε με φορτικότητα συγκεκριμένο δικονομικό χειρισμό της υπόθεσης, ήτοι την επιστροφή της δικογραφίας στην Εισαγγελέα διαφθοράς Ελένη Ράικου, προκειμένου να ασκηθούν ποινικές διώξεις όπως της δήλωσε».

Επίσης, ο Δ. Παπαγγελόπουλος κατηγορείται ότι «με πρόθεση και κατά παράβαση των υπηρεσιακών καθηκόντων του, ως ασύμβατο με αυτά, παρενέβη στο έργο της Εισαγγελέως Εφετών Ελένης Ράικου. Ειδικότερα παρότρυνε σε τη-λεφωνική επικοινωνία που είχε με την τότε εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς Ελένη Ράικου, Αντεισαγγελέα Εφετών, η οποία ενεργούσε προκαταρκτική εξέταση» αναφορικά με την υπόθεση της Novartis να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή. Βέβαια, στην επιστολή παραίτησης που είχε εκδώσει όταν παραιτήθηκε από τη θέση της η Ελένη Ράικου είχε κάνει λόγο σχετικά με την υπόθεση Novartis πως πρόκειται για τεράστιο σκάνδαλο…

Ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης κατηγορείται επίσης ότι παρενέβη στο έργο του τότε οικονομικού ει-σαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου σε δύο υποθέσεις. Η μια αφορά καταγγελλόμενες πιέσεις προς τον εισαγγελέα προ-κειμένου να διενεργήσει έρευνα σε βάρος του Γιώργου Παπαχρήστου και η δεύτερη στηρίζεται σε φερόμενες παρεμ-βάσεις του Δ. Παπαγγελόπουλου εναντίον του Π. Αθανασίου προκειμένου να «περατωθεί τάχιστα ο έλεγχος» αναφορικά με όσους συμπεριλαμβάνονταν στις λίστες Λαγκάρντ, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργου, Μ. Βρετανίας και τα 65 cd των εμβασμάτων του εξωτερικού, ενώ φέρεται να παρενέβη στο έργο του οικονομικού εισαγγελέα «σχετικά με υποθέσεις που αφορούσαν ιδιοκτήτες ΜΜΕ, καναλάρχες και συγκεκριμένα τους Ιωάννη Αλαφούζο και Ανδρέα Βγενόπουλο».

Τέλος, η παραπομπή του Δ. Παπαγγελόπουλου βασίστηκε και στο ότι «παρενέβη επανειλημμένα στο έργο» του Π. Αθανασίου για υποθέσεις που αφορούσαν τον πρώην διοικητή της Τράπεζας Πειραιώς Μιχάλη Σάλλα.

Η Τουλουπάκη, ο Κουρουμπλής και η Ράικου

Στο βούλευμα αναγράφεται παράλληλα ότι ο πρώην υπουργός Υγείας Π. Κουρουμπλής «όφειλε να έχει προβεί σε (νέα) τιμολόγηση και να εκδώσει δελτίο τιμών φαρμάκων τον μήνα Ιούλιο 2015. Η παράλειψη αυτή συνιστά παράλειψη οφε-ιλόμενης νόμιμης ενέργειας». Οπως αποφάνθηκε το δικαστικό συμβούλιο, η παραπομπή της Ελ. Τουλουπάκη για κα-τάχρηση εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος αποφασίστηκε κατά πλειοψηφία, επειδή δεν διαβίβασε αμελητί στη Βουλή τον φάκελο της δικογραφίας που σχηματίστηκε κατόπιν μηνυτήριας αναφοράς των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ Ανδρ. Λο-βέρδου, Βασίλη Κεγκέρογλου και Εφης Χριστοδουλοπούλου, η οποία αφορούσε την περίοδο υπουργίας του Π. Κου-ρουμπλή.

Κατά τη γνώμη όμως δύο μελών του συμβουλίου, της αρεοπαγίτη Ολγας Σχετάκη-Μπονάτου και του συμβούλου επικρατείας Βασιλείου Ανδρουλάκη, «δεν προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής για την πράξη αυτή ως προς το υ-ποκειμενικό στοιχείο του δόλου, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι επίμαχες αναφορές κατατέθηκαν στις 21-2-2017 και 8-3-2017, όταν Εισαγγελέας Διαφθοράς ήταν η Ελένη Ράικου. Η Ελένη Τουλουπάκη διορίστηκε με την απόφαση του ΑΔΣ της 10ης-4-2017 και ανέλαβε στην πραγματικότητα καθήκοντα περί τα τέλη Απριλίου 2017. Δεν προκύπτει όμως επαρκώς ενημέρωσή της για τις συγκεκριμένες αναφορές από τους προκατόχους της, καθώς και ότι στην παράλειψή της να διαβιβάσει τη δικογραφία στη Βουλή μέχρι 29-9-2017 πείστηκε από τον Δ. Παπαγγελόπουλο».

25 «Δεν προέκυψαν νέα στοιχεία σε βάρος των επίκουρων εισαγγελέων»

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι αναφορικά με την «επικουρικού χαρακτήρα αξιόποινη πράξη της παράβασης καθήκον-τος (259 ΠΚ), που στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά με την κατάχρηση εξουσίας, δεν πρέπει να γίνει κατη-γορία.
Επίσης ειδικά για τους επίκουρους εισαγγελείς πρέπει να λεχθεί ότι κατά την ανάκριση δεν προέκυψαν νέα στοιχεία σε βάρος τους, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να ισχύει για αυτούς το οιονεί προσωρινό δεδικασμένο, που απορρέει από τις απαλλακτικές διατάξεις από 7-7-2020 και 8-7-2020 των αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου Λ. Σοφουλάκη και Ευάγγελου Ζαχαρή»