Η δική μας πολιτική ματιά

Η δική μας πολιτική ματιά

Θεωρητικά εμφανίζονται σαν τρεις ανεξάρτητες ειδήσεις. Επειδή όμως στη ζωή «όλα είναι σχετικά» ας τις παρουσιάσουμε και να προσπαθήσουμε να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα:

  1. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε την περασμένη εβδομάδα στη δημοσιότητα το Υπουργείο Παιδείας από τους συνολικά 99.305 υποψήφιους μαθητές, εισήχθησαν 61.682, ενώ εκτός έμειναν 37.623 υποψήφιοι.
  2. «Ουρανοκατέβατα υπερκέρδη» έως 3,6 δις ευρώ θα έχουν οι δυο Όμιλοι διύλισης στη χώρα μας, σύμφωνα με στοιχεία της Εφημερίδας των Συντακτών.
  3. Στις 28 Ιουλίου η Ισπανική κυβέρνηση (σοσιαλιστές-Podemos-μικρά κόμματα) κατέθεσε στο κοινοβούλιο για έγκριση τα δύο νομοθετικά μέτρα για τις νέες έκτακτες εισφορές σε τράπεζες και εταιρείες ενέργειας. Οι πρώτες θα φορολογηθούν με 4,8% για το περιθώριο επιτοκίου και τις προμήθειες που χρεώνουν, ενώ φόρος 1,2% θα επιβληθεί στους παρόχους ενέργειας επί του καθαρού ποσού του τζίρου τους.

Ας «διαβάσουμε» αυτές τις ειδήσεις με τη δική μας ματιά: 

Σήμερα είναι όλο και πιο σαφές στην Ευρώπη και τη χώρα μας ότι υπάρχουν δύο βασικές πολιτικές προτάσεις. Η μία είναι η δεξιά πρόταση που ενδιαφέρεται για κάποιες από τις επιχειρήσεις και τα οικονομικά μεγέθη, αλλά αδιαφορεί για τους πολίτες. Η άλλη ενδιαφέρεται για την οικονομία αλλά, ταυτόχρονα, δεν φορτώνει όλα τα βάρη στους πολίτες. 

Σήμερα η Ελλάδα «κάνει πρωταθλητισμό» στην ακρίβεια και την ανεργία -ιδιαίτερα των νέων, όπως, βεβαίως, και στην καταστολή και τον αυταρχισμό. Αντίθετα, σε Πορτογαλία και Ισπανία λαμβάνονται μέτρα προστασίας των πολιτών. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, μειώθηκε κατά 23% η χονδρική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος μετά την έναρξη ισχύος του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου. Στην Πορτογαλία, η  κυβέρνηση μείωσε την φορολογική επιβάρυνση στα καύσιμα κατά 18 ποσοστιαίες μονάδες και ο πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα δήλωσε ότι «εάν δεν είχαν υιοθετηθεί αυτά τα μέτρα, για 50 λίτρα ντίζελ ένας Πορτογάλος θα πλήρωνε 14 ευρώ επιπλέον, ενώ για 50 λίτρα βενζίνης θα πλήρωνε 16 ευρώ περισσότερα».

Στην χώρα μας πληρώνουμε πανάκριβα τα καύσιμα και το ηλεκτρικό για να θησαυρίζουν οι εταιρείες διύλισης και παραγωγής ηλεκτρισμού. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν τολμά να φορολογήσει τα «ουρανοκατέβατα» υπερκέρδη για να στηρίξει μέσω του προϋπολογισμού το εισόδημα των πολιτών. Η στήριξη  -με ακραία μέτρα- του ιδιωτικού τομέα σε βάρος του δημοσίου και των πολιτών, είναι προκλητική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της στήριξης αποτελεί η συνεχής μείωση των εισακτέων στα πανεπιστήμια τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι «σπρώχνονται» έμμεσα στα κάθε είδους κολέγια. Φυσικά, για όσες οικογένειες «αντέχουν» το κόστος. Η κυβέρνηση, μάλιστα, φρόντισε να εξισώσει τα πτυχία των δημοσίων ΑΕΙ με τα κάθε είδους και ποιότητας πτυχία των κολεγίων, θεωρώντας ότι δεν θα υπάρχουν αντιδράσεις…

Συνοψίζοντας, η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη έχει στόχο τη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών και την αύξηση των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων. Έχει όμως και ένα επιπλέον στόχο: Να δημιουργήσει στην επόμενη γενιά την βεβαιότητα ότι «οι καλές θέσεις είναι για τα δικά μας παιδιά, το χρήμα θα πηγαίνει στο χρήμα και εσείς θα γίνετε υδραυλικοί».  Γι’ αυτό κανένας δεν εκπλήσσεται όταν τα ΜΜΕ που ανήκουν σε μεγαλοεπιχειρηματίες στηρίζουν με κάθε τρόπο την κυβέρνηση. Έτσι στηρίζουν τα κέρδη των ιδιοκτητών τους…

Για την αριστερά, για μας, είναι σαφές ότι πρέπει να ακολουθηθεί ένας άλλος δρόμος, ώστε να προστατευθεί το εισόδημα όλων των πολιτών σε περιόδους κρίσης και να δοθούν ισότιμες ευκαιρίες σε όλους για να πετύχουν αυτό που αξίζουν. Πρέπει να υλοποιηθεί μια πολιτική πρόταση συνεργασίας των αριστερών-προοδευτικών δυνάμεων της χώρας. Στην Ισπανία και την Πορτογαλία η ευρύτερη αριστερά κατάφερε να συνεργαστεί, με το αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται επιτυχημένο.

Την ίδια περίοδο βλέπουμε στην Ιταλία να «αγκαλιάζεται» η δεξιά με την ακροδεξιά, με την προοπτική, μάλιστα, σε ένα πιθανό μελλοντικό κυβερνητικό σχήμα να ηγείται μια νεοφασίστρια. 

Συγκρίνοντας τις δύο περιπτώσεις και λαμβάνοντας υπόψη τις ανάλογες εξελίξεις τους θεωρώ ότι αποδεικνύεται πόσο επικίνδυνη και ανιστόρητη είναι η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να συμπορεύεται με ακροδεξιούς, δίνοντάς τους μάλιστα κεντρικά υπουργεία και «ξεπλένοντάς» τους στα μάτια των συντηρητικών παραδοσιακών ψηφοφόρων της ΝΔ. Διότι έτσι, η παρουσία Πλεύρη στην δεξίωση για την αποκατάσταση της δημοκρατίας θεωρείται «φυσιολογική» για τους συντηρητικούς, η παρουσία Βορίδη στο Υπουργείο Εσωτερικών περνά απαρατήρητη και ο Άδωνις Γεωργιάδης επιδιώκεται να καταγραφεί απλά σαν ένας λαϊκιστής με «λερωμένη» την «αδιευκρίνιστη» φωλιά του… 

Δυστυχώς όμως είναι πρόβλημα ασκούμενης πολιτικής. Η πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει ακροδεξιές αποφύσεις και νομιμοποιητική λογική για κάθε τι που στο παρελθόν η ΝΔ το απέρριπτε. Θυμίζω τον Κώστα Καραμανλή ο οποίος είχε δηλώσει «δεν συνεργάζομαι με τα άκρα»…

Μπροστά στην υλοποιημένη συνεργασία της δεξιάς με την ακροδεξιά, και ορισμένους «πρόθυμους» από το υπόλοιπο πολιτικό φάσμα, οι αριστερές προοδευτικές και δημοκρατικές δυνάμεις οφείλουν να τοποθετηθούν. Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχει ήδη απευθύνει ανοιχτή πρόταση συνεργασίας σε αυτές τις δυνάμεις. Οι εξελίξεις τρέχουν, η αναβλητικότητα δεν διευκολύνει και η ζωή δεν συγχωρεί…

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter