Η εμπορική χρήση της Ακρόπολης, οι πολιτικές ευθύνες της υπουργού Λίνας Μενδώνη και μια μήνυση για το… ξεκάρφωμα.
Το σόου των drones στην Ακρόπολη, με το επώνυμο αθλητικό παπούτσι να πατά τον Παρθενώνα, προκάλεσε αλυσίδα αντιδράσεων. Μέσα στη γενική κατακραυγή η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη υποχρεώθηκε σε μια από τις γνωστές πλέον επικοινωνιακές της πιρουέτες: κατέθεσε «μήνυση κατά παντός υπευθύνου», με βάση την οποία ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών έδωσε εντολή για κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έχουν τελεστεί παραβάσεις του νόμου περί αρχαιοτήτων ή και άλλες αξιόποινες πράξεις. Οπως δήλωσε η ίδια η υπουργός σε ραδιοφωνική συνέντευξη στις 16 Μαΐου «παρότι δεν πέταξαν τα drones πάνω από την Ακρόπολη, η φωτογραφία με το παπούτσι πάνω από το μνημείο δεν ήταν τυχαία» και πως σκοπός της εταιρείας ήταν «να συνδεθεί η συγκεκριμένη διαφήμιση με την Ακρόπολη».
Αλλαγή γραμμής
Μόνο που η εισαγγελική έρευνα έχει οδηγηθεί –φευ– σε αδιέξοδο. Γιατί; Διότι καθώς σιγά σιγά έγινε γνωστό ότι όλες οι προβλεπόμενες άδειες, από εκείνη που χορήγησε η Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, η οποία διαχειρίζεται το Ζάππειο, μέχρι την αντίστοιχη της Πολεμικής Αεροπορίας για το σχέδιο πτήσης των drones, χορηγήθηκαν νομότυπα, η υπουργός Πολιτισμού «ξέχασε» τον σκοπό της εταιρείας για τον οποίο έκανε λόγο προηγουμένως και περιορίστηκε ουσιαστικά στο να βάλλει κατά της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων. Πλην όμως, όχι πια για τη χρήση της Ακρόπολης, την οποία έβγαλε και αυτήν από το κάδρο, αλλά για τη χρήση χωρίς άδεια από το ΥΠΠΟ του… Ζαππείου (που είναι νεότερο μνημείο)! Το είπε, άλλωστε, ρητά σε επόμενη συνέντευξη, την Τρίτη 21 Μαΐου: «Το θέμα είναι η αδειοδότηση όλου αυτού του πράγματος σε σχέση με το Ζάππειο και όχι με την Ακρόπολη». Πρόκειται, αν μη τι άλλο, για μια ταχύτατη και ευέλικτη αλλαγή γραμμής.
Αλλά μάλλον, στο μεσοδιάστημα της επικοινωνιακής ντρίμπλας που επιχείρησε, η κ. Μενδώνη θα «θυμήθηκε» ότι μια από τις πρώτες νομοθετικές της πρωτοβουλίες το 2020 –με τον ν. 4708/2020– ήταν η τροποποίηση του άρθρου 46 του αρχαιολογικού νόμου (ν. 3028/2002), σχετικά με την αδειοδότηση από το ΥΠΠΟ των διαδικασιών παραγωγής και διάδοσης απεικονίσεων μνημείων. Με την τροποποίηση εκείνη περιορίστηκε το εύρος της υποχρεωτικής αδειοδότησης μόνο στην παραγωγή και διακίνηση απεικονίσεων που έχουν σκοπό το άμεσο κέρδος, τροποποιώντας την ευρύτερη αρχική διατύπωση του άρθρου που έκανε λόγο για «άμεσο ή έμμεσο εμπορικό ή οικονομικό σκοπό».
Σαφής πρόθεση
Η απουσία της ρητής περιγραφής περί προσπορισμού έμμεσου κέρδους, όπως είχε συμπεριληφθεί αρχικά στον ν. 3028/2002, δείχνει ξεκάθαρα την αλλαγή κατεύθυνσης για τη χρήση απεικονίσεων των μνημείων. Οπως προκύπτει, άλλωστε, και από την αιτιολογική έκθεση του ν. 4708/2020, η πρόθεση ήταν σαφής: «…καθίσταται αναγκαία η ρύθμιση της πληροφορίας και της επικοινωνίας στον χώρο της πολιτιστικής κληρονομιάς, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την προστασία των μνημείων, όχι φοβικά αλλά μέσα από σύγχρονες μεθόδους».
Και λίγο παρακάτω: «Η ρύθμιση στοχεύει προς την εξωστρέφεια που πρέπει να διατρέχει την προστασία του πολιτιστικού αποθέματος της χώρας, ως διαχρονικού παράγοντα εμπλουτισμού της κοινωνικής ζωής και απαλλάσσει την υπηρεσία και τα γνωμοδοτικά συμβούλια από πληθώρα περιττών αιτημάτων».
Τέλος καλό όλα καλά. Ενας απλός εμπλουτισμός της κοινωνικής ζωής ήταν το συμβάν, κανείς δεν έφταιξε, όλοι είναι αθώοι. Ολοι;