Η μάχη της γενιάς μας

Η μάχη της γενιάς μας

Πηγαίνοντας λίγα χρόνια πίσω, την περίοδο 2010 – 2014, θα βρεθούμε μπροστά σε μια κοινωνική κατάσταση που δεν άφηνε κανένα περιθώριο ελπίδας και προσδοκίας για μια καλύτερη ζωή στη νέα γενιά. Η ανεργία στους νέους ήταν στο 60%.

Γράφει ο Γιώργος Μπαϊράμογλου*

Φίλοι και γνωστοί αναγκάζονταν να φεύγουν στο εξωτερικό, άλλοι για σπουδές και άλλοι για δουλειά, αλλά σίγουρα όλοι τους χωρίς καμιά υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον στην χώρα μας. Ήταν η ίδια περίοδος, στην οποία έγινε νόμος του κράτους ο ντροπιαστικός υποκατώτατος μισθός, με βάση τον οποίον οι νέοι εργαζόμενοι και οι νέες εργαζόμενες πληρώνονταν πολύ λιγότερα απ’ όσους ήταν άνω των 25. Ήταν τότε που μειώθηκε ο κατώτατος μισθός και που καταργήθηκαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Εκείνη την περίοδο, αυτή τη γενιά την κατηγόρησαν πολλοί. Της είπαν πως δεν ήταν αρκετά παραγωγική και για αυτό όφειλε να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική και, άρα, να δουλέψει για 200 και 300 ευρώ, χωρίς σταθερό ωράριο και ασφαλείς συνθήκες εργασίας. Μας κατηγόρησαν επίσης, πως ζούσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας και για το λόγο αυτό, μας υπέδειξαν την λιτότητα ως τρόπο ζωής, επιχειρώντας έτσι να ξεδιπλώσουν ένα σχέδιο πλήρους υποβάθμισης των δημοσίων δομών και των κοινωνικών υπηρεσιών που μας εξασφάλιζαν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Τότε, λοιπόν, μείωσαν τις δαπάνες στην παιδεία κατά 35%. Υποβάθμισαν τις δημόσιες δομές υγείας, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στις ιδιωτικοποιήσεις των νοσοκομείων. Προχώρησαν μέσα σε μια νύχτα σε απολύσεις και υποχρεωτικές διαθεσιμότητες στους δημοτικούς αστυνομικούς, στις καθαρίστριες, στους σχολικούς φύλακες, στους εκπαιδευτικούς των ΕΠΑΛ.

Μέσα σε αυτές τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες πλήρους απαξίωσης της ζωής των πολλών, η νέα γενιά αντιστάθηκε και ζήτησε μια «ζωή με αξιοπρέπεια». Ζήτησε περισσότερες δουλειές με υψηλότερες απολαβές και λιγότερες ώρες εργασίας. Ζήτησε ενίσχυση του προϋπολογισμού των Α.Ε.Ι., προσλήψεις σε ακαδημαϊκό και διοικητικό προσωπικό, όπως και νέες θέσεις σε νέους και νέες ερευνητές και ερευνήτριες για να ζωντανέψουν και πάλι τα πανεπιστήμια, ώστε περισσότεροι νέοι να μένουν στην Ελλάδα για σπουδές και δουλειά. Το κυριότερο, όμως, όλων είναι ότι ζήτησε περισσότερη δημοκρατία, για να μπορεί ο καθένας και η καθεμιά να περπατάει δίχως φόβο στο δρόμο, λόγω διαφορετικής σεξουαλικής ή θρησκευτικής ταυτότητας, χρώματος και καταγωγής.

Αυτές ήταν ορισμένες μονάχα από τις ανάγκες που «κρυβόντουσαν» πίσω από το σύνθημα για «μια καλύτερη ζωή» που ένωσε τις φωνές της νέας γενιάς. Αιτήματα που η πραγματοποίησή τους τότε φάνταζε αδιανόητη.

Λίγα χρόνια αργότερα, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε και καταργήθηκε ο υποκατώτατος. Επανήλθαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και μαζί με αυτές, η δύναμη των εργαζομένων να μάχονται για λιγότερες ώρες δουλειάς και μεγαλύτερους μισθούς. Αποσβέστηκε η ανθρωπιστική κρίση, μέσω της αύξησης του προϋπολογισμού από τα 700 εκατομμύρια στα 3 δις το χρόνο, ώστε να διασφαλιστεί ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης σε όλους τους ανθρώπους που διαβιούσαν σε συνθήκες εξαθλίωσης και φτώχειας. Αναβαθμίστηκαν τα ελληνικά πανεπιστήμια και τα νοσοκομεία, μέσω της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το δημόσια σύστημα υγείας, μέσα από την μάχη εναντίων της διαφθοράς και της αναβάθμισης του ιατρικού εξοπλισμού.

Θεσμοθετήθηκαν, επίσης, μια σειρά από κοινωνικά δικαιώματα και ελευθερίες που έφεραν στο προσκήνιο ανθρώπους που το προηγούμενο διάστημα ήταν αόρατοι και ψηφίστηκε η απλή αναλογική για να ενισχυθεί η φωνή των πολλών στους μέχρι πρότινος απαξιωμένους θεσμούς της δημοκρατίας.

Αυτές είναι ορισμένες μονάχα από τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ, που προέκυψαν ως απαντήσεις στα αιτήματα των νέων, αιτήματα που αρθρώθηκαν την περίοδο διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Πολιτικές που εφαρμόστηκαν εις όφελος των πολλών, προκειμένου να οικοδομηθούν οι απαραίτητες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες ώστε να έχουν οι πολλοί και οι πολλές ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης.

Και σήμερα, ως κοινωνία καλούμαστε να απαντήσουμε ξανά, αν επιθυμούμε τη συνέχιση πολιτικών προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας ή αν θα επιτρέψουμε την εφαρμογή του πολιτικού σχεδίου της Νέας Δημοκρατίας που βασίζεται στην υποβάθμιση της ζωής των πολλών, προκειμένου κάποιοι πολύ λίγοι να ζήσουν πολύ καλύτερα. Και αυτοί οι λίγοι, είναι οι πολύ μεγάλες και κερδοφόρες επιχειρήσεις, τα μεγάλα συμφέροντα μιας μικρής οικονομικής ολιγαρχίας που μας οδήγησε στη χρεωκοπία ενώ, στη συνέχεια, οι πολιτικοί εκφραστές τους μας χαρακτήρισαν «τεμπέληδες» και μη «παραγωγικούς». Είναι οι ίδιοι πολιτικοί εκφραστές των συμφερόντων αυτών που μας είπαν ότι «τα φάγαμε μαζί» .

Ενάντια λοιπόν στα συμφέροντα αυτών των οικονομικών κύκλων και των πολιτικών εκφραστών τους, εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για να μην υπάρχει ούτε μια ώρα απλήρωτης εργασίας. Για την αναβάθμιση και ενδυνάμωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, ώστε να γίνονται περισσότεροι και αποτελεσματικότεροι έλεγχοι στους χώρους εργασίας. Για τη δημιουργία 500.000 νέων θέσεων εργασίας, μέσα από ένα μοντέλο δίκαιης ανάπτυξης, με πλήρεις και κατοχυρωμένες θέσεις εργασίας. Για την πλήρη καθιέρωση ενός συστήματος ελεύθερης πρόσβασης για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια. Απέναντι στο πολιτικό σχέδιο που θέλει την εφαρμογή πιστοληπτικής γραμμής, την επιστροφή της επιτροπείας και την ευημερία των τραπεζών, εμείς θα συνεχίσουμε να παλεύουμε για τη βελτίωση της ζωής των πολλών.

* Ο Γιώργος Μπαϊράμογλου είναι πολιτικός επιστήμονας, μέλος της Γραμματείας του Κεντρικού Συμβουλίου της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, υποψήφιος βουλευτής Α’ Πειραιά

Ετικέτες

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter