Η «μικρή Ελλάδα» της Μπελβίλ

Αναζητώντας ελληνικά ίχνη σε μια ιστορική γειτονιά της γαλλικής πρωτεύουσας

Κείμενο Νίκος Θεοδοσίου, Σκηνοθέτης

Αυτή είναι η ιστορία του Κλεμάν Λεπίδη και της οικογένειάς του που από την Οθωμανική Αυτοκρατορία βρέθηκε στο Παρίσι στις αρχές του 20ού αιώνα.

Ο ηλικιωμένος άντρας ξεφυλλίζει το άλμπουμ με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες και οι αναμνήσεις ξεπηδούν αβίαστα. Οι εικόνες ζωντανεύουν. Μπροστά στο καφέ Λα Ροτόντ ντε Μπελβίλ μια ομάδα αντρών, πάνω από είκοσι τον αριθμό, άλλοι καθιστοί κι άλλοι όρθιοι. Με κοστούμι, γραβάτα, καβουράκι, δεκαετία του ’20, κοιτάνε κατευθείαν στον φακό και γεμίζουν το κάδρο.

«Ολοι αυτοί ήταν Ελληνες» σχολιάζει και συμπληρώνει: «Η Μπελβίλ της εποχής εκείνης ήταν μια μικρή Ελλάδα». Ο άντρας που μιλάει είναι ο Κλεμάν Λεπίδης, ο βραβευμένος Γάλλος λογοτέχνης του οποίου το πραγματικό όνομα είναι Κλεάνθης Τσελεμπίδης. Η Μπελβίλ είναι το «χωριό» όπου γεννήθηκε και τα βιβλία που έγραψε γι’ αυτήν τον ανέδειξαν ως μια από τις πιο εμβληματικές προσωπικότητες αυτής της ξεχωριστής συνοικίας του Παρισιού.

Ελάχιστα γνωστός στην Ελλάδα, αφού μόνο δύο από τα είκοσι οκτώ βιβλία του έχουν μεταφραστεί. Ελάχιστα γνωστή και η συνοικία του Παρισιού που κάποτε φιλοξενούσε χιλιάδες Ελληνες. Οι τουριστικοί οδηγοί ποτέ δεν την περιέλαβαν. Ποιον ενδιαφέρει μια εργατική γειτονιά, θα σκέφτηκαν. Ειδικά μάλιστα όταν αποτέλεσε το τελευταίο προπύργιο της Κομμούνας του 1871. Το όνομά της έγινε περισσότερο γνωστό τα τελευταία χρόνια με την κυκλοφορία της περίφημης ταινίας κινούμενων σχεδίων «Το τρίο της Μπελβίλ» (Les triplettes de Belleville, 2003) του Σιλβέν Σομέ.

Ο Κλεμάν Λεπίδης δεν ζει πια. Τη μαρτυρία του, γραμμένη σε κασέτα VHS, την οφείλουμε στον Ροβήρο Μανθούλη. Ανέκδοτη μέχρι τώρα. Το 1993, όταν ήταν πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας του Παρισιού, ο Μανθούλης έβαλε μπρος να δημιουργήσει ένα ιστορικό αρχείο με μαγνητοσκοπημένες συνεντεύξεις των Ελλήνων του Παρισιού. Εργο το οποίο κανείς δεν φρόντισε να συνεχίσει.

Στροφή στη λογοτεχνία

Ο «Τροπικός του Καρκίνου» του Χένρι Μίλερ ήταν το καθοριστικό βιβλίο που άνοιξε τον δρόμο της λογοτεχνίας στον Κλεμάν. Του το έφερε ένας φίλος του μια μέρα που ήταν καθηλωμένος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Αυτό το βιβλίο, όπως λέει, τον έκανε να δει τα πράγματα διαφορετικά. «Μου άνοιξε τα μάτια. Ηθελα να απελευθερωθώ από τον εαυτό μου. Κι έτσι ανακάλυψα ότι υπήρχε μια άλλη ζωή πέρα από το φαγητό, τον ύπνο, τη δουλειά. Οτι υπήρχε μια πνευματική ζωή. Μέχρι τότε δεν είχα διαβάσει κανένα βιβλίο».

Ετσι ξεκίνησε να γράφει. Παράλληλα του άνοιξε κι ένας άλλος δρόμος. «Την ίδια εποχή απέκτησα συνείδηση της ελληνικότητάς μου. Ο Μίλερ μου έδωσε μια εικόνα της Ελλάδας διαφορετική από αυτήν που έδιναν τα πρακτορεία ταξιδιών. Ο “Κολοσσός του Μαρουσιού” με σημάδεψε πολύ. Θυμάμαι ότι έκλαιγα διαβάζοντάς το». Τότε του γεννήθηκε η επιθυμία να πάει στην Ελλάδα, να γνωρίσει τη χώρα του πατέρα του. «Τότε ήμουν πάνω από τα τριάντα».

Εγραψε συνολικά είκοσι οκτώ βιβλία. Η ζωή της Μπελβίλ είναι πολύ έντονη σε αυτά. Αλλά δεν λείπουν και τα ελληνικά θέματα. «Γράφω γαλλικά αλλά σκέφτομαι ελληνικά» τονίζει με έμφαση και επαναλαμβάνει τη φράση, σε περίπτωση που δεν έγινε κατανοητή. Και με αυτήν τελειώνει το βίντεο του Ροβήρου Μανθούλη. Εφυγε από τη ζωή το 1997.

Αναζητώντας άσβηστα ίχνη

Με τον Ρισάρ Τσελεμπίδη, γιο του Κλεμάν, περιδιαβαίνουμε την Μπελβίλ αναζητώντας τα ίχνη της παλιάς πόλης. Δυστυχώς, ελάχιστα έχουν απομείνει. Μόνο στην κορυφή του λόφου, στη γειτονιά Ζουρντέν, μπορείς να βρεις ακόμη λίγη από τη ζωή της παλιάς γειτονιάς, της «γαλλικής Μπελβίλ», όπως την ονομάζει ο Ρισάρ αν και ξέρει ότι η γειτονιά ήταν μια Βαβέλ εθνικοτήτων.

Οσο κατεβαίνεις προς το μπουλβάρ Μπελβίλ, που αποτελεί και το όριο με το Παρίσι, το τοπίο αλλάζει – κι αλλάζει χρόνο με τον χρόνο. Κυριαρχούν τα κινεζικά. Μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού τα παλιά μαγαζιά. «Παλιότερα ο δρόμος ήταν γεμάτος με τα καροτσάκια των πλανόδιων πωλητών των τεσσάρων εποχών» μου λέει. Συναντάμε ένα τέτοιο καροτσάκι, αθέατο σχεδόν, μπροστά σε ένα σύγχρονο μανάβικο. Την αυθεντική εικόνα της παλιάς Μπελβίλ τη βρίσκεις στις εσωτερικές αυλές που άλλοτε στέγαζαν τα εργαστήρια των βιοτεχνών. Τώρα φιλοξενούν καλλιτέχνες. Στο χάρτινο τραπεζομάντιλο του αραβικού εστιατορίου όπου κάνουμε στάση για ένα αυθεντικό κους κους ο Ρισάρ βγάζει ένα στιλό και γράφει. Στη συνέχεια σκίζει το κομμάτι και μου το δίνει. Σε τέσσερις λέξεις έχει χαράξει την περιπέτεια της οικογένειάς του. «Στην Τουρκία το όνομά μας ήταν Celebioglou. Οταν ο παππούς μου έφτασε στη Γαλλία, ο Γάλλος τελωνειακός το άλλαξε. “Εσύ είσαι Ελληνας” του είπε, “θα σε γράψω Tchelebides”. Τα άλλα αδέρφια του παππού μου που πήγαν στην Ελλάδα πήραν το όνομα Τσελεπίδης».

Υστερα από μακρά θητεία στον κινηματογράφο ως μοντέρ και σκηνοθέτης, ο Ρισάρ αποφάσισε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του. Μόλις κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα. Και τι άλλο θα μπορούσε να είναι παρά ένα «Χρονικό της Μπελβίλ»; Αλλά της σύγχρονης, που σταδιακά χάνει την ταυτότητά της.

Ο Ρισάρ δεν χρειάζεται να ανακαλύψει την ελληνικότητά του. Την κληρονόμησε από τον πατέρα του. Ερχεται συχνά στην Ελλάδα αναζητώντας τους δεσμούς με τους συγγενείς που με τον χρόνο χάθηκαν. Υποσχέθηκα να τον βοηθήσω.

 INF0

Oσοι θέλουν να επικοινωνήσουν με τον Ρισάρ Τσελεμπίδη ας μου γράψουν στο nikos.theodosiou@gmail.com

Ετικέτες