Η Οδύσσεια ενός ασυνόδευτου ανηλίκου

Μιλά ένα «άφαντο» παιδί, στριμωγμένο στις μυλόπετρες της γραφειοκρατίας, που κάνει τα αδύνατα δυνατά για να γίνει «ένας από μας».

Ο Αζαρούλ Ισμάλ (Αzarul Ismal) ήρθε από το Μπανγκλαντές στην Ελλάδα πριν από σχεδόν ενάμιση χρόνο. Πέρασε από το Ιράν όπου και βασανίστηκε μαζί με άλλους ανήλικους πρόσφυγες καθώς δεν είχε χρήματα να πληρώσει τους διακινητές. Ο βαρύς τραυματισμός του, που τον έστειλε στο νοσοκομείο, έγινε αφορμή να το σκάσει και να καταφέρει να φτάσει στην Ελλάδα, όπου προσπάθησε να γιατρέψει τις πληγές του, σωματικές και ψυχικές. Σε μια Ελλάδα που εδώ και πάνω από έναν χρόνο τον έχει στην αναμονή, χωρίς να του προσφέρει ούτε προστασία ούτε ασφάλεια ούτε έστω κάποια στοιχειώδη φροντίδα.

«Όταν πέρασα στο Ιράν δεν είχα χρήματα να δώσω στη μαφία που μεταφέρει κόσμο σε άλλες χώρες. Με χτύπησαν πολύ. Έβγαλαν μια ζώνη και με χτυπούσαν παντού. Με χτύπησαν με ό,τι βρήκαν μπροστά τους. Κι άλλους, όχι μόνο εμένα. Ήμουν σχεδόν 16 χρόνων. Πόσο μπορείς να χτυπήσεις ένα παιδί;» είπε και έδειξε το σημάδι στο χέρι του, που θα μείνει για πάντα να του θυμίζει τη φρίκη που έζησε.

Ένα παιδί που δεν γελάει

Ο Αζαρούλ είναι σήμερα 18 ετών. Ένα φανερά τραυματισμένο παιδί, με βλέμμα στο κενό, ντροπαλό και ευγενικό. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συνέντευξης καθόταν σε μια καρέκλα και περίμενε τον μεταφραστή του να του μεταφέρει τι λέμε. Δεν γέλασε ούτε μία φορά. Ένα παιδί 18 χρόνων που δεν γελάει, αυτός είναι ο Αζαρούλ και αυτό από μόνο του είναι από τα πιο τρομακτικά άδικα πράγματα που μπορεί να αντικρίσει κανείς εκεί έξω.

Ενηλικιώθηκε λίγο πριν από το ραντεβού που είχε οριστεί από την Υπηρεσία Ασύλου –αφού περίμενε σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο– για καταγραφή του αιτήματός του. Το ραντεβού ακυρώθηκε λόγω της καραντίνας, όμως αντί να πάρει νέα ημερομηνία, πήρε ένα email από την υπηρεσία με το οποίο τον ενημέρωναν ότι δεν πρόκειται να οριστεί νέο ραντεβού εξαιτίας του μεγάλου αριθμού αιτήσεων και των περιορισμένων διαθέσιμων πόρων (!).

Παράνομες πρακτικές και φακελάκια

Το ελληνικό κράτος, και συγκεκριμένα το Περιφερειακό γραφείο Ασύλου του Πειραιά παραβιάζοντας την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη απέναντι στο κράτος, επικαλείται φόρτο εργασίας και έλλειψη πόρων, καθυστερώντας, αναβάλλοντας και τέλος ακυρώνοντας ραντεβού για καταγραφή αίτησης ασύλου από ασυνόδευτο ανήλικο

Ας σημειωθεί ότι η πολιτεία δεν έχει δικαίωμα να αρνηθεί να καταγράψει αίτημα ασύλου ανηλίκου –γιατί ως ανήλικος κατέθεσε το πρώτο αίτημα– παρά μόνο για λόγους δημόσιου συμφέροντος και σίγουρα όχι επικαλούμενη την κρατική ανεπάρκεια, όπως και έκανε. 

«Οι ανήλικοι πρόσφυγες έχουν προτεραιότητα στη διαδικασία αίτησης ασύλου. Είχαμε πάει 12 Ιουνίου 2019 και καταθέσαμε τα έγγραφα περιμένοντας να μας ορίσουν ραντεβού. Περνούσαν οι μήνες και δεν είχαμε καμία ενημέρωση παρά τις συνεχείς οχλήσεις μου. Τελικά ορίζουν ραντεβού για τις 24 Μαρτίου 2020. Το ραντεβού έτυχε και έπεσε πάνω στην καραντίνα, οπότε δεν πραγματοποιήθηκε. Μείναμε με την πεποίθηση ότι μόλις λήξει η καραντίνα θα μας ορίσουν καινούργιο. Αντ’ αυτού λαμβάνω ένα email σε απάντηση δικού μου, το οποίο έλεγε πως λόγω μεγάλου αριθμού αιτήσεων και περιορισμένων διαθέσιμων πόρων το ραντεβού δεν θα γίνει και πως εφόσον ο αιτών είναι πλέον ενήλικος θα πρέπει να ακολουθήσει τη διαδικασία ενηλίκων και να καλέσει μέσω Skype. Αυτό είναι κάτι σαν το λότο. Τις κλήσεις στο Skype δεν τις σηκώνουν ποτέ» αναφέρει στο Documento η δικηγόρος του Αζαρούλ Βικτώρια Πλατή και συνεχίζει κάνοντας λόγο ακόμη και για υπαλλήλους της Υπηρεσίας Ασύλου που δεν διστάζουν να ζητούν φακελάκι από απελπισμένους ανθρώπους!

«Πρέπει να προσπαθεί σαν τρελός μέσω Skype –δεν λειτουργεί με ραντεβού– μπας και το σηκώσουν, πράγμα που δεν γίνεται ποτέ. Επίσης έχω πελάτη που κατάφερε ύστερα από πάρα πολύ καιρό να του απαντήσουν στην κλήση και ο υπάλληλος του ζήτησε 600 ευρώ για να προχωρήσει στην καταγραφή» λέει χαρακτηριστικά η δικηγόρος.

«Μετακυλίουν τα βάρη στις πλάτες των ανηλίκων»

Την ίδια ώρα εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι η άρνηση της υπηρεσίας να ορίσει νέο ραντεβού στον αιτούντα είναι παράνομη. Όπως εξηγεί η κ. Πλατή, «από νομικής άποψης με αυτήν τη συμπεριφορά έχει παραβιαστεί η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος. Ενας άνθρωπος που έχει απευθυνθεί στη δημόσια διοίκηση έχει κάνει τα πάντα σωστά και ξαφνικά έρχεται η διοίκηση και τα ανατρέπει όλα. Θα μπορούσαμε να στραφούμε δικαστικά αλλά είναι πάρα πολύ ακριβή διαδικασία και δεν υπάρχουν τα χρήματα. Τις ελλείψεις της δημόσιας διοίκησης δεν μπορεί να τις επωμιστεί ένα παιδί. Η Ελλάδα έχει την υποχρέωση με βάση το σύνταγμα να προστατεύει την ανηλικότητα και με βάση τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού που έχει κυρωθεί με νόμο και λέει ότι το κράτος πρέπει να λαμβάνει όλα τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να διευκολύνει την πρόσβαση του ανηλίκου στη διαδικασία του ασύλου. Τώρα έχει μείνει ένα παιδί και άλλα τόσα που απλώς δεν ξέρουμε τα οποία ενώ έχουν κάνει τα πάντα δεν θα λάβουν τελικά κάρτα ασύλου με τη δικαιολογία ότι δεν έχουν πόρους» προσθέτει η δικηγόρος και, όπως αναφέρει, έχει ήδη απευθυνθεί στον Συνήγορο του Πολίτη σχετικά με το θέμα, ο οποίος συμφωνεί για την ύπαρξη της εν λόγω παραβίασης.

«Η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης μπορεί να παραμεριστεί μόνο για λόγους δημόσιου συμφέροντος, όχι λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων και φόρτου εργασίας. Δηλαδή πρέπει να συμβεί κάτι πολύ μεγάλο για να αλλάξουν οι συνθήκες, λες και φταίει ο ανήλικος που η κυβέρνηση δεν δίνει λεφτά για το άσυλο. Πάνε να μεταφέρουν το βάρος στις πλάτες ενός ασυνόδευτου ανηλίκου. Είναι πολύ σημαντικό αυτό που γίνεται γιατί αυτό το παιδί μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να το πιάσει η αστυνομία. Οπως και έγινε τις προάλλες. Τον έπιασαν και είχε ευτυχώς πάνω του μια βεβαίωση που του είχα δώσει και τον άφησαν. Δεν συντρέχει λόγος για να παραμεριστεί η συγκεκριμένη αρχή. Μιλάμε για ελλείψεις της δημόσιας διοίκησης. Παραβιάζονται το σύνταγμα και η Σύμβαση για την Προστασία των Ανηλίκων» (άρθρο 22 για τα παιδιά πρόσφυγες) τονίζει η κ. Πλατή.

Τι είναι η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης

  • Είναι η αρχή που επιβάλλει να λαμβάνεται υπόψη πριν από την άρση ή τη μεταβολή μιας συγκεκριμένης πράξης ή πρακτικής της διοίκησης η πεποίθηση του πολίτη ότι η κατάσταση αυτή θα διαρκέσει. Η εμπιστοσύνη είναι η πεποίθηση του πολίτη ότι ορισμένες νομικές καταστάσεις ή συμπεριφορές της διοίκησης τον προστατεύουν. Δημιουργείται μια νομική κατάσταση που δικαιολογεί αυτή την πεποίθηση, αλλά δημιουργείται και η βάση για να ρυθμίσει τις νομικές και γενικά τις βιοτικές του σχέσεις οι οποίες δεν μπορούν να ανατραπούν από τη διοίκηση χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ανεπιεικείς συνέπειες και επιπτώσεις για τον πολίτη. Κλασικό πεδίο εφαρμογής της εν λόγω αρχής είναι η ανατροπή πράξεων και πρακτικών της διοίκησης και η ανάκληση των ατομικών διοικητικών πράξεων.

Παράλληλα η δικηγόρος εκφράζει την ανησυχία της για το κατά πόσο τέτοιες πρακτικές είναι τυχαία περιστατικά ή πρόκειται για εσκεμμένη και προμελετημένη κατάσταση που εφαρμόζεται σε ανηλίκους των οποίων η ενηλικίωση αναμένεται σχετικά γρήγορα, έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν χωρίς προνομιακή θέση λόγω ηλικίας.

«Έχω αρχίσει και πιστεύω ότι όλο αυτό μπορεί να γίνεται και εσκεμμένα. Εχω ακόμη ένα παιδί που ενηλικιώνεται τον Ιούλιο και παρά τις συνεχείς οχλήσεις μου να ορίσουν ραντεβού πριν από την ενηλικίωση, δεν έχω πάρει καμία απάντηση. Για τη διαδικασία αυτή χρειάζονται δακτυλικά αποτυπώματα, ωστόσο θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τα προγραμματισμένα ραντεβού μέσω Skype και μετέπειτα ο αιτών να μεταβεί για τα αποτυπώματα. Η κυβέρνηση μιλάει συνεχώς για τηλεργασία και ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Πού είναι οι υπηρεσίες αυτές; Εδώ που χρειάζεται δεν υπάρχει. Και όλα αυτά στην πλάτη ενός ασυνόδευτου ανηλίκου. Επειδή αυτοί έχουν φόρτο εργασίας θα παραβιαστούν τα δικαιώματα του ανηλίκου;» υπογραμμίζει η ίδια.

«Θέλω να είμαι ένας σαν κι εσάς»

Χωρίς χαρτιά, χωρίς ΑΜΚΑ ούτε ΑΦΜ ο Αζαρούλ δεν μπορεί να δουλέψει. Αυτό που μπορεί όμως να γίνει είναι να πέσει εύκολα θύμα εργασιακής εκμετάλλευσης ή να απελπιστεί και να περάσει στην παρανομία, πράγμα που για έναν άνθρωπο –πόσο μάλλον για ένα παιδί– είναι πολύ εύκολο αν δεν έχει να φάει.

«Πέρασα από Ινδία, Πακιστάν, Ιράν, Τουρκία και ήρθα στην Ελλάδα. Δεν ήξερα κανέναν όταν ήρθα. Πρώτα πήγα στη Μανωλάδα αλλά δεν ήταν καλά και έφυγα, ήρθα στην Αθήνα μόνος μου. Δεν έχω κανέναν εδώ, γνώρισα κάποιους ανθρώπους που είναι από το Μπανγκλαντές και με βοήθησαν. Μένω μαζί με έναν από αυτούς. Με παίρνει μαζί του και στα παζάρια που πηγαίνει να δουλεύω όσο γίνεται» σημειώνει ο 18άχρονος πρόσφυγας.

Ο Αζαρούλ δεν έχει πρόσβαση στην εκπαίδευση. Υπάρχουν οργανώσεις που μπορεί να πάει και να παρακολουθήσει κάποια μαθήματα ελληνικών, αλλά δεν παίρνει κάποια έγκυρη βεβαίωση ότι έχει φοιτήσει κάπου. Είναι ένας άφαντος πολίτης. Ακόμη και στην αστυνομία δεν μπορεί να πάει αν κάποιος του κάνει κακό γιατί θα αντιμετωπίσει διοικητική κράτηση. Ετσι έχει αφεθεί στην καλοσύνη όσων γνωρίζει στην ευρωπαϊκή Ελλάδα του 2020.

«Θέλω να πάω σχολείο, θέλω να μπορώ να δουλέψω. Είμαι πολύ στενοχωρημένος με αυτή την κατάσταση. Οταν δεν πάω στο παζάρι κάθομαι όλη μέρα σπίτι. Το μόνο που θέλω είναι να είμαι ένας σαν κι εσάς» είπε κλείνοντας και κατάφερε να χωρέσει όλο το κρίμα του κόσμου στην τελευταία του φράση. Δεν θέλει τίποτε άλλο πέρα από το αυτονόητο. Να είναι ένας σαν κι εμάς. Να είναι ένας άνθρωπος όπως όλοι οι άνθρωποι.

Ετικέτες