Η οικιστική ιστορία του Ταύρου

Η οικιστική ιστορία του Ταύρου

Η διδάκτορας Αστικής Κοινωνικής Γεωγραφίας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου Νικολίνα Μυωφά γράφει για την ιστορία των προσφυγικών/εργατικών πολυκατοικιών του Ταύρου.

Η γειτονιά με τα συγκροτήματα προσφυγικών – λαϊκών πολυκατοικιών στον Ταύρο βρίσκεται στο νότιο τμήμα της ομώνυμης δημοτικής ενότητας, του Δήμου Μοσχάτου – Ταύρου, σε κομβικό σημείο εύκολα προσπελάσιμο από την οδό Πειραιώς. Ο Ταύρος παλαιότερα ονομαζόταν Συνοικισμός Νέων Σφαγείων και ανήκε διοικητικά στον Δήμο Αθηναίων. Το 1934 αποτέλεσε αυτόνομη κοινότητα ενώ το 1935 μετονομάστηκε σε Κοινότητα Ταύρου. Ηταν αυτόνομος δήμος από το 1943 έως το 2010 όταν στο πλαίσιο του προγράμματος «Καλλικράτης» ενώθηκε με το Μοσχάτο και πλέον αποτελεί τμήμα του ευρύτερου Δήμου Μοσχάτου – Ταύρου.

Η ιστορία του Ταύρου είναι συνδεδεμένη με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εισροή μεγάλου αριθμού προσφύγων στην Ελλάδα. Στην έκταση όπου σήμερα βρίσκονται οι προσφυγικές – λαϊκές πολυκατοικίες, νότια αλλά και βόρεια της οδού Πειραιώς, εγκαταστάθηκαν το 1922 πρόσφυγες από διάφορες περιοχές της Μικράς Ασίας (Σμύρνη, Αττάλεια, Ικόνιο, Μερσίνη κ.ά.). Αλλωστε η ονομασία της περιοχής μάλλον προέρχεται από την ομώνυμη οροσειρά του Ταύρου (TorosDağları) στη νότια Τουρκία. Τμήμα της οροσειράς αυτής βρίσκεται στην Αττάλεια και τη Μερσίνη, από τις οποίες ήρθε μεγάλος αριθμός προσφύγων που εγκαταστάθηκε στην περιοχή.

Από τα παραπήγματα στις πρώτες πολυκατοικίες

Η εγκατάσταση των προσφύγων στον Ταύρο έγινε κυρίως σε παραπήγματα που κατασκεύασαν είτε το κράτος είτε οι ίδιοι οι πρόσφυγες με δικά τους μέσα. Οι εκτάσεις όπου χτίστηκαν τα παραπήγματα ανήκαν στο δημόσιο το οποίο τις παραχώρησε στους Μικρασιάτες πρόσφυγες για να στεγαστούν. Οι περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν χωρίζονταν με βάση τις επιμέρους ενορίες στις οποίες ανήκαν. Η πρώτη εγκατάσταση έγινε στην παραγκούπολη της Παναγίτσας σε πλινθόκτιστες παράγκες, τις οποίες κατασκεύασαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες με ευτελή υλικά (τσίγκος, πισσόχαρτο). Την περίοδο 1925-27 ακολούθησε η εγκατάσταση στα Γερμανικά (περιοχή Αγίου Γεωργίου) όπου οι κατασκευές ήταν καλύτερες. Εκεί είχαν τοποθετηθεί προκατασκευασμένοι ξύλινοι οικίσκοι που δόθηκαν ως αποζημίωση από τη Γερμανία για τις καταστροφές του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Η έκταση βόρεια της σιδηροδρομικής γραμμής του ΟΣΕ, στην περιοχή του Εσταυρωμένου (Ανω Νέα Σφαγεία), δόθηκε σε συνεταιρισμό ο οποίος ανέλαβε τον διαμοιρασμό των οικοπέδων στους πρόσφυγες. Οι πρόσφυγες αυτοί σε αντίθεση με τους υπολοίπους που στεγάζονταν στις άλλες δύο περιοχές είχαν την οικονομική δυνατότητα να κατασκευάσουν την κατοικία τους.

Το 1936 ξεκίνησε η κατασκευή των πρώτων προσφυγικών πολυκατοικιών στον συνοικισμό του Ταύρου. Οι πρώτες έξι πολυκατοικίες, τα λεγόμενα «διώροφα του Μεταξά», ανεγέρθηκαν από το υπουργείο Πρόνοιας το 1936 για τη στεγαστική αποκατάσταση των προσφύγων που κατοικούσαν στην Παναγίτσα ύστερα από κατεδάφιση τμήματος της παραγκούπολης. Η ανοικοδόμηση σταμάτησε λόγω του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και του Εμφυλίου. Ωστόσο, το 1950 το συγκρότημα ολοκληρώθηκε με την κατασκευή δύο τριώροφων πολυκατοικιών από το υπουργείο Ανοικοδομήσεως. Το συγκρότημα αυτό των οκτώ πολυκατοικιών βρισκόταν στο οικοδομικό τετράγωνο (1Γ) που περικλειόταν από τις οδούς Πειραιώς – Θράκης – Κλαζομενών και Καραϊσκάκη.

Εσωτερικοί και μετανάστες από άλλες χώρες

Οι κάτοικοι της περιοχής ήταν αποκλειστικά πρόσφυγες, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1940. Ωστόσο από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 άρχισαν να εισρέουν εσωτερικοί μετανάστες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Οι κυριότεροι λόγοι ήταν ο εμφύλιος πόλεμος και η ανάγκη εύρεσης εργασίας. Αλλωστε υπήρχαν αρκετές βιοτεχνίες στην περιοχή όπου μπορούσαν να απασχοληθούν. Συγκεκριμένα, ήδη από το 1916 λειτουργούσαν τα Δημοτικά Σφαγεία και για τον λόγο αυτό είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή αρκετές βιοτεχνίες επεξεργασίας δέρματος. Επιπλέον, η εγκατάσταση των προσφύγων που αποτελούσαν φτηνό εργατικό δυναμικό στον Ταύρο προσέλκυσε εργοστάσια και μετέτρεψε σταδιακά σε σημαντική βιοτεχνική ζώνη την περιοχή.

Οι εσωτερικοί μετανάστες που δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να κατοικήσουν αλλού εγκαθίστανται στην εγκαταλειμμένη έκταση των πρώην Φυλακών Συγγρού. Εκεί έβρισκαν στέγη κάνοντας κατάληψη στα υφιστάμενα εγκαταλειμμένα κτίσματα ή κατασκευάζοντας μόνοι τους πρόχειρες κατοικίες. Το κράτος κατέβαλλε προσπάθειες απομάκρυνσης των οικιστών από την έκταση αυτή ήδη από το 1950 και αξιοποίησής της για κοινωφελείς σκοπούς. Ωστόσο, οι κάτοικοι είχαν ιδρύσει σύλλογο με κύριο αίτημα τη στέγασή τους χωρίς την απομάκρυνσή τους από την περιοχή. Το 1955 ο πρωθυπουργός Σοφοκλής Βενιζέλος πρότεινε τη δημιουργία λαϊκών πολυκατοικιών για τη στέγαση των οικιστών των πρώην φυλακών. Η κατασκευή του συγκροτήματος των εννέα πολυκατοικιών ολοκληρώθηκε το 1959 και τα διαμερίσματα δόθηκαν στους δικαιούχους (οικιστές των πρώην φυλακών που ήταν εργαζόμενοι και ανήκαν σε κάποιον ασφαλιστικό φορέα) το διάστημα 1960-61 με τη διαδικασία της κλήρωσης.

Η ανέγερση των πολυκατοικιών στον Ταύρο από το υπουργείο Πρόνοιας για τη στέγαση των κατοίκων των παραπηγμάτων έγινε σε διαφορετικές περιόδους είτε μέσω της κατεδάφισης των πρόχειρων κατοικιών είτε σε έκταση που περιήλθε στο δημόσιο έπειτα από απαλλοτρίωση. Συνολικά ανεγέρθηκαν 71 πολυκατοικίες ενώ ο αριθμός των διαμερισμάτων ήταν 2.030. Ωστόσο, εκτός από τους κατοίκους του Ταύρου, στις πολυκατοικίες στεγάστηκαν και από άλλους προσφυγικούς συνοικισμούς της Αθήνας και του Πειραιά, μεταξύ των οποίων και από το Δουργούτι, ενώ τα διαμερίσματα δόθηκαν στους δικαιούχους με τη διαδικασία της κλήρωσης.

Συγκεκριμένα, το διάστημα 1953-54 ανεγέρθηκαν πέντε πολυκατοικίες σε τμήμα της έκτασης όπου ήταν χωροθετημένα τα γερμανικά παραπήγματα ενώ την περίοδο 1956-57 οικοδομήθηκαν 32 πολυκατοικίες στην έκταση του Ορφανοτροφείου Χατζηκώστα. Στη συνέχεια ξεκίνησε ευρύ πρόγραμμα κατεδάφισης των παραπηγμάτων στην παραγκούπολη της Παναγίτσας τις περιόδους 1966-67 και 1969-71. Τα Γερμανικά ήταν τα τελευταία παραπήγματα που κατεδαφίστηκαν στην περιοχή ενώ η ανέγερση του συγκροτήματος των πολυκατοικιών έγινε την περίοδο 1969-71. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των συγκροτημάτων που ανεγέρθηκαν την περίοδο της δικτατορίας είναι ότι αποτελούνται από πολυώροφα κτίρια (έξι έως έντεκα ορόφων) σε αντίθεση με τις τετραώροφες πολυκατοικίες της προηγούμενης περιόδου. Παρόλο που οι πολυκατοικίες κατασκευάστηκαν την περίοδο της δικτατορίας, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου είχε ήδη βάλει τα θεμέλια για τη δημιουργία του συγκροτήματος των πολυκατοικιών στον Ταύρο το 1965. Τα διαμερίσματα δίνονταν στους δικαιούχους, οι οποίοι έπρεπε να αποπληρώσουν στο υπουργείο Πρόνοιας ένα ποσό περίπου ίσο με το κόστος κατασκευής για να πάρουν το τελικό παραχωρητήριο.

Επιπλέον, στα τέλη της δεκαετίας του 1980 υλοποιήθηκε ένα ακόμη έργο δημόσιου φορέα στην περιοχή. Το έργο ήταν η ανάπλαση του συγκροτήματος των οκτώ παλαιών προσφυγικών πολυκατοικιών που πραγματοποιήθηκε μέσω της συνεργασίας της Δημόσιας Επιχείρησης Πολεοδομίας και Στέγασης και του Δήμου Ταύρου με τη μορφή κοινοπραξίας. Στη θέση των οκτώ πολυκατοικιών κατασκευάστηκε συγκρότημα από ισάριθμες νέες πολυκατοικίες με συνολικά 144 διαμερίσματα για τη στεγαστική αποκατάσταση των παλαιών ιδιοκτητών. Τα διαμερίσματα αυτά ως επί το πλείστον δόθηκαν στους δικαιούχους δωρεάν. Η διανομή τους γινόταν με κλήρωση, με βάση όμως τα τετραγωνικά που επέλεγε ο κάθε ωφελούμενος. Το 1991 ολοκληρώθηκε η κατασκευή των πολυκατοικιών και παραδόθηκαν τα διαμερίσματα στους δικαιούχους.

Η γειτονιά τα τελευταία χρόνια έχει δεχτεί νέους κατοίκους είτε Ελληνες από άλλες περιοχές της χώρας είτε μετανάστες από άλλες χώρες οι οποίοι αγοράζουν ή νοικιάζουν διαμέρισμα στα συγκροτήματα των προσφυγικών – λαϊκών πολυκατοικιών. Οι αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεση της γειτονιάς πραγματοποιήθηκαν κυρίως στα μέσα της δεκαετίας του 1990, οπότε οι περισσότερες οικογένειες των δικαιούχων είχαν πλέον ολοκληρώσει την αποπληρωμή της οφειλής τους προς το υπουργείο Πρόνοιας και επομένως μπορούσαν να μεταβιβάσουν ή να πουλήσουν την κατοικία τους. Παρά την εισροή νέων κατοίκων, στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών αυτών συνεχίζουν να κατοικούν απόγονοι των πρώτων κατοίκων (Μικρασιατών προσφύγων και εσωτερικών μεταναστών) τρίτης και τέταρτης γενιάς. Κάποιοι από αυτούς δεν διέμειναν ποτέ σε διαφορετική περιοχή από τη γειτονιά μελέτης, ενώ κάποιοι άλλοι μετακινήθηκαν σε άλλες περιοχές αλλά επέστρεψαν στη γειτονιά τους.

Η Νικολίνα Μυωφά είναι Διδάκτορας Αστικής Κοινωνικής Γεωγραφίας (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο)

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter