Η μούσα του Θεόδωρου Τερζόπουλου, Σοφία Χιλλ, επιστρέφει στη σκηνή ως Κλυταιμνήστρα στην «Ορέστεια» και μας μιλάει για τη ζωή της και για τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή που την έχει αλλάξει ως άνθρωπο.
Μας έκοψε την ανάσα πέρυσι στην Επίδαυρο ως Κλυταιμνήστρα στην πολυσυζητημένη «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου. Φέτος ετοιμάζεται να το ξανακάνει, στους σταθμούς της καλοκαιρινής περιοδείας της αισχύλειας τριλογίας που επιστρέφει στην Ελλάδα και ταξιδεύει στο εξωτερικό. Δεν είναι μόνο η ερμηνεία της στην Κλυταιμνήστρα. Η Σοφία Χιλλ έχει διαπρέψει σε πολλούς μεγάλους ρόλους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, πάντα με το θέατρο Αττις, πιστή στο σκηνοθετικό όραμα του Τερζόπουλου εδώ και τριάντα χρόνια.
Εχοντας χτίσει την καριέρα της με συντριπτικά περισσότερα «όχι», απέχοντας συνειδητά από την τηλεόραση και το σινεμά παρά τις προτάσεις που δέχεται κι έχοντας απορρίψει ακόμη και τον Μίνω Βολανάκη στα πρώτα της βήματα, αποτελεί σίγουρα εξαίρεση στον κανόνα, αλλά και ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τη θέση της στον κόσμο. «Η ζωή μου, το θέατρο, η τέχνη φαντάζουν θολά μπροστά σε αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Γάζα. Ερχονται σε δεύτερη μοίρα μπροστά στην αδικία, την ανομία, την κατάρρευση των αξιών παγκόσμια αλλά και στη χώρα μας» λέει και παραδέχεται πόσο την έχει επηρεάσει το δράμα των Παλαιστινίων από πολλές απόψεις.
Παρά την πρωτοκαθεδρία του κακού, υπάρχει η διθυραμβική αποδοχή της «Ορέστειας» που μας δίνει ελπίδα.
Ο Αισχύλος μιλάει στην «Ορέστεια» για όλα αυτά που συμβαίνουν τώρα, ίσως αυτός είναι ο λόγος της μεγάλης αποδοχής της παράστασης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Η ζωή και η τέχνη δεν σταματούν όταν συμβαίνουν τέτοια συγκλονιστικά γεγονότα˙ αυτό που μας απομένει είναι το «μαζί» του θεάτρου ως μια κοινή αντίσταση, ένας κοινός θρήνος, μια κοινή συνάντηση για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το κύμα που έρχεται καταπάνω μας και έχει πέσει λυσσαλέα πάνω στη Γάζα, η οποία είναι μια κοινωνία του «μαζί». Αυτό που συμβαίνει στη Γάζα με έχει αλλάξει ως άνθρωπο σε όλα τα επίπεδα. Θαυμάζω απεριόριστα τους Παλαιστινίους που τρέχουν όλοι μαζί προς τη βόμβα για να σώσουν ζωές αψηφώντας τη δική τους. Δεν εγκαταλείπουν τη γη τους, την κοινότητα, την οικογένεια, τον διπλανό, κρατώντας μπροστά μας έναν τεράστιο καθρέφτη για να κοιτάξουμε μέσα και να τρομάξουμε με τους εαυτούς μας που επιτρέπουμε να συνεχίζεται το κακό.
Είστε πολύ ενεργή στο διαδίκτυο αναρτώντας όσα συμβαίνουν εκεί.
Η Γάζα με έκανε να μπω στα σόσιαλ μίντια και μάλιστα υπήρξαν άνθρωποι που εκτιμούσα οι οποίοι με συμβούλεψαν να το αποφύγω. Από τότε που ξεκίνησε δεν φεύγει ποτέ από το μυαλό μου και πιστεύω ότι πρέπει όλοι να περάσουμε από τη διαδικασία του πένθους ως το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε για κάθε παιδί που πεινάει, φοβάται, υποφέρει και σκοτώνεται καθημερινά. Η Γάζα έχει ξεσκεπάσει πολλά και πολλούς, είναι πολύ αποκαλυπτική και σε κοινωνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Κι αν δεν τελειώσει, δεν θα είναι κανείς μας ελεύθερος. Οπως δεν μπορούσε να προχωρήσει η ανθρωπότητα προτού κοιτάξει κατάματα τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, έτσι και σήμερα δεν μπορούμε να πάμε παρακάτω αν δεν σταματήσει αυτή η καταστροφή. Η δική μας Χιροσίμα είναι η Γάζα.
Με ποιον τρόπο μπορεί να μας μετακινήσει το θέατρο σήμερα;
Το θέατρο που διδάσκει τον καλλιτέχνη πώς να μπαίνει στη διαδικασία να μηδενίζει, να βρίσκεται στο κενό και να συναντιέται με κάτι μέσα του ή έξω από αυτόν, όπως συμβαίνει με την αποδόμηση και τη μέθοδο του Τερζόπουλου, μπορεί να οδηγήσει σε μια ενεργειακή και πολύ αληθινή συνάντηση ηθοποιών και θεατών. Οσο μεγαλώνω τόσο δίνω λιγότερη βάση στα τεχνικά και ερμηνευτικά ζητήματα και περισσότερη στο πόσο συνειδητό είναι αυτό το ραντεβού με τον άλλον, τόσο σπάνιο στις μέρες μας, το να τιμάς τη συμφωνία με αυτόν που ήρθε στο θέατρο με ανοιχτή καρδιά για να συναντηθεί μαζί σου. Ακόμη κι αν γίνονται λάθη σε μια παράσταση δεν έχει σημασία. Πολλές φορές οι ηθοποιοί το περιμένουμε το λάθος ή την έκπληξη που θα κάνει ένα «κρακ» και θα μας φέρει όλους στη στιγμή, στην αλήθεια που συμβαίνει εκείνη την ώρα.
Γιατί δεν μπορέσατε να απομακρυνθείτε ποτέ από το θέατρο Αττις;
Μου το ρωτούν πολλοί αυτό. Δεν έμεινα στο Αττις ούτε από βόλεμα ούτε από φόβο. Εμεινα γιατί αυτή ήταν πάντα η επιλογή μου. Η αλήθεια είναι ότι είχα προτάσεις αλλά και να μην είχα πάλι δεν θα φοβόμουν μη μείνω χωρίς δουλειά. Ποτέ δεν είπαμε με τον Τερζόπουλο ότι θα συνεργαστούμε για πάντα, δεν δεσμεύσαμε ο ένας τον άλλον, ούτε σήμερα το κάνουμε ύστερα από τόσα χρόνια. Ισως να μην αναζήτησα κάτι άλλο γιατί ήταν μονίμως πολύ γεμάτο όλο αυτό που ζούσαμε, με πολλές παραγωγές που έτρεχαν παράλληλα, με περιοδείες ανά τον κόσμο, με αναζητήσεις στις πρόβες, με χρόνο έρευνας και δοκιμής νέων πραγμάτων.
Μετανιώσατε για κάποιο «όχι» που είπατε σε άλλο σκηνοθέτη;
Είχε μόλις αρχίσει η πρώτη συνεργασία μου με τον Τερζόπουλο στον «Προμηθέα Δεσμώτη» όταν με κάλεσε ο Νίκος Κούρκουλος στο γραφείο του στο Εθνικό Θέατρο για να μου προτείνει να παίξω σε μια παράσταση του Βολανάκη. Και δεν καταλάβαινε πώς ήταν δυνατόν να λέω όχι σε μια τόσο μεγάλη ευκαιρία, ενώ εγώ απορούσα πώς δεν καταλάβαινε πόσο σημαντική ήταν η παράσταση του «Προμηθέα». Στενοχωριέμαι σήμερα που δεν συναντηθήκαμε με τον Βολανάκη, ο οποίος ερχόταν στις παραστάσεις και με έψαξε και μέσω της μητέρας μου. Δυστυχώς έφυγε χωρίς να προλάβουμε.
Πώς ήταν η πρώτη συνεργασία με τον Τερζόπουλο;
Στο τελευταίο έτος της Σχολής Βεάκη, όπου φοιτούσα όταν γύρισα από την Αγγλία (σ.σ.: φοιτούσε στο θεατρικό τμήμα του Manchester Polytechnic, στη σχολή του Τζέρεμι Αϊρονς και της Βανέσα Ρεντγκρέιβ), πήγα για πρώτη φορά σε παράσταση του Τερζόπουλου. Κάτι έπαθα, προβληματίστηκα πολύ και θυμάμαι ότι ονειρεύτηκα πώς θα ήταν αν συνεργαζόμουν μαζί του. Και μετά αντικατέστησα την Ανέζα Παπαδοπούλου στον ρόλο της Ιούς στην παράσταση και το όνειρο βγήκε πολύ γρήγορα αληθινό.
Εχετε ζήσει μεγάλες στιγμές στο εξωτερικό επί σειρά ετών. Πώς νιώσατε με την αποθέωση της «Ορέστειας» στην Ελλάδα;
Δεν θα έλεγα ότι ήταν από τις πιο δύσκολες και επίπονες περιπέτειες του Αττις, ήταν όμως η παράσταση που άνοιξε το θέατρο του Τερζόπουλου στο ευρύτερο ελληνικό κοινό. Εχουμε ζήσει πολλές τέτοιες στιγμές σε πολύ μεγάλα φεστιβάλ έξω, από την Ασία και τη Λατινική Αμερική ως την Ιαπωνία, την Κίνα και την Ευρώπη, τότε που ταξιδεύαμε για ένα και δύο μήνες με ελάχιστα ρούχα σε μια βαλίτσα, παίζοντας στα ίδια τεράστια θέατρα με την Πίνα Μπάους ή με τον Μπομπ Γουίλσον. Η κλίμακα ήταν πολύ μεγάλη όπως και η επιτυχία, αλλά το κοινό δεν ήταν ελληνικό.
Τώρα ο Τερζόπουλος έγινε ροκ σταρ και στον τόπο του.
Αυτό ήταν το ωραίο και το διαφορετικό με την «Ορέστεια». Γιατί ο Τερζόπουλος έχει κάνει έναν πολύ μεγάλο αγώνα και έχει γνωρίσει τεράστια αποδοχή παντού στον κόσμο, ενώ στην Ελλάδα υπήρχε πάντα το σταθερό κοινό του Αττις αλλά όχι η ευρεία αναγνώριση. Υπάρχουν χώρες όπου ο Τερζόπουλος είναι μύθος, όπως στη Λατινική Αμερική, η μέθοδός του διδάσκεται στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια και έχουν γραφτεί διθύραμβοι για τη δουλειά του. Εχω χαρεί πολύ που αυτό συνέβη πλέον στον τόπο του.
Τι είναι αυτό που τον έκανε τόσο ξεχωριστό για σας;
Κοιτάζοντας προς τα πίσω, ένας από τους λόγους που κούμπωσα αμέσως μαζί του ήταν αυτά που άκουγα, όπως τα άκουγα και από τον πατέρα μου που ήταν Αγγλος ακαδημαϊκός ή από τη μητέρα μου που ήταν χορεύτρια στη Δόρα Στράτου και κρατούσε πολύ συνειδητά την παράδοση. Για τη σημασία της ρίζας, για το τι σημαίνει Δύση και Ανατολή, πώς συνδέονται οι πολιτισμοί, τι είναι η πολυπολιτισμικότητα στην πράξη, όχι στη θεωρία, πράγματα που σήμερα είναι πιο επίκαιρα από ποτέ. Επίσης, μου έκανε πάντα εντύπωση πόσο ολόψυχα και ολόκληρος είναι δοσμένος στην πρόβα, στον ηθοποιό, σε κάθε συνεργάτη. Με μια αφοσίωση σχεδόν πατρική ή μητρική.
Πώς σας επηρέασε που μεγαλώσατε με πολλά αδέρφια σε μια αντισυμβατική οικογένεια;
Δεν καταλάβαινα τότε ότι ήταν αντισυμβατική, νόμιζα πως όλοι μεγάλωναν χωρίς τηλεόραση, χωρίς καταπίεση, με μεγάλο σεβασμό ως προς τις επιλογές του καθενός, με πολλές μετακινήσεις αλλά και χωρίς ποτέ να μας επιβληθεί τίποτε, ούτε καν η μόρφωσή μας, σε ένα σπίτι με τις τέχνες σε πρώτο πλάνο. Και το δικό μου παιδί χωρίς τηλεόραση το μεγάλωσα και σήμερα με ευχαριστεί γι’ αυτό.
Γι’ αυτό δεν δεχτήκατε ποτέ να κάνετε τηλεόραση;
Σίγουρα γίνονται καλά πράγματα στην τηλεόραση, αλλά ως μέσο δεν μου φαίνεται τόσο τίμιο. Σε απομονώνει, σε καθηλώνει, οι πλατφόρμες δημιουργούν μια κουλτούρα ίδια σε όλους και το ίδιο ασήμαντη, με κίνδυνο να χαθεί η αληθινή διαφορετικότητα. Σινεμά δεν ξέρω γιατί δεν έκανα. Μου το πρότειναν και πάλι είπα όχι. Δεν το μετάνιωσα, μόνο με τον Σταύρο Τσιώλη στενοχωρήθηκα που δεν προλάβαμε να συνεργαστούμε. Σήμερα θα ήθελα να κάνω μια ταινία με έναν ταλαντούχο δημιουργό.
Στην Ελλάδα είναι ακόμη δύσκολο να μεγαλώνει μια γυναίκα μόνη ένα παιδί. Εσείς βιώσατε δυσκολίες και ρατσισμό;
Στην πράξη είναι πολύ δύσκολο, κερδίζεις άλλα, χάνεις άλλα κι εσύ και το παιδί, αλλά τελικά πιστεύω ότι αυτό που θέλει κάθε παιδί είναι ένας στοργικός ενήλικος για να μεγαλώσει με ασφάλεια. Ο Αγγελος έχει με τον πατέρα του που είναι ξένος και ζει στο εξωτερικό μια ωραία σχέση, αλλά τον μεγάλωσα μόνη από επιλογή. Τα πρώτα τρία χρόνια έμεινα σπίτι μαζί του και παρέμεινα όσο μου έλεγε το ένστικτό μου, έχοντας δουλέψει πολύ πριν για να μπορώ να αντεπεξέλθω πρακτικά. Μετά προσαρμοστήκαμε, τον έπαιρνα μαζί και σε αρκετές περιοδείες. Είναι αλήθεια ότι στη χώρα μας είναι μειονεκτική η θέση της γυναίκας και σε αυτό τον τομέα. Θεωρείται συγκινητικό ένας πατέρας να είναι μονογονέας και τον αντιμετωπίζουν ως ήρωα, ενώ μια μητέρα θεωρείται έως και κατάπτυστη και κακή μάνα. Μου έχει τύχει να μη με εξυπηρετήσει υπάλληλος σε δημόσια υπηρεσία γι’ αυτό τον λόγο. Ευτυχώς σιγά σιγά κάτι αλλάζει.
Από πού αντλείτε δύναμη; Ρωτάω γιατί κοιτάζοντας γύρω μας δεν βλέπουμε φως από πουθενά.
Το κακό είναι ενιαίο και παγκόσμιο. Στη χώρα μας ζούμε μια δυστοπία, αυτός ο εφιάλτης είναι μια φούσκα που δεν ισχύει, που έχει σκάσει και κάνουμε ότι την πιστεύουμε ακόμη. Τα Τέμπη, η Πύλος, οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, η φτωχοποίηση σε όλα τα επίπεδα είναι πληγές που αιμορραγούν. Είμαστε σαν κυνηγημένοι σε μια χώρα όπου κυριαρχούν η ανομία, η αδικία, η ανισότητα, η κατάρρευση των αξιών, η κρατική αδιαφορία. Είναι ένα φιάσκο, μια υπόσχεση που δεν τηρήθηκε, είναι η πικρή γεύση της προδοσίας στο στόμα μας κάθε μέρα. Μόνο στη νέα γενιά πιστεύω, γιατί είναι πιο γειωμένη, πιο σεμνή, πολλαπλά ταλαιπωρημένη, αλλά θα τα καταφέρει καλύτερα από μας.
INF0
«Ορέστεια» του Αισχύλου: 10/7 Θέατρο Φλόκα (Αρχαία Ολυμπία), 17-18/7 Θέατρο Δάσους (Θεσσαλονίκη), 25-26/7 Θέατρο Φρύνιχος (Δελφοί), 2/8 Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων, 22-23/8 Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου