Η συντηρητική επέλαση στον χώρο της Δικαιοσύνης

Η συντηρητική επέλαση στον χώρο της Δικαιοσύνης

Ο χώρος της Δικαιοσύνης είναι ένας εξαιρετικά ευαίσθητος χώρος όπου «καθρεφτίζονται» κοινωνικές αλλά και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις.

Η κυβέρνηση της ΝΔ έδειξε εξαρχής την… αλλεργία της στη θεσμική της υποχρέωση για ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και με σειρά από παρεμβάσεις επιχείρησε να τιθασεύσει τον ανεξάρτητο χαρακτήρα της και να ποδηγετήσει αποφάσεις της. Στοχεύοντας φυσικά σε προστασία, ασυλία και φροντίδα των φίλιων δυνάμεων σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.

Η επιχείρηση «αμνήστευσης» των τραπεζιτών για το αδίκημα της κακουργηματικής απιστίας με διάταξη που καταργεί την αυτεπάγγελτη δίωξή τους και απαιτεί την κατάθεση έγκλησης εκ μέρους των τραπεζών ήταν ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα ακραίας παρέμβασης. Ομως δύο βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών της Αθήνας (2165/2020 και 2147/2020) έκριναν τη ρύθμιση αντισυνταγματική και αντίθετη στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, γιατί παραβιάζεται η αρχή της ισότητας των πολιτών και εισάγονται απαράδεκτες διακρίσεις υπέρ των τραπεζικών στελεχών. Αυτό βεβαίως είναι η κορυφή του παγόβουνου και δείχνει με τον πιο ωμό τρόπο την κάλυψη που προσπαθεί να παράσχει η ΝΔ σε παράνομες συμπεριφορές τραπεζικών στελεχών.

Χρήσιμο είναι να θυμίσουμε εδώ ότι ανάλογα «μηνύματα» εστάλησαν από τη Δικαιοσύνη στην κυβέρνηση και κατά τη διαδικασία της λεγόμενης επιτροπής Παπαγγελόπουλου. Αρχικά με την απόπειρα να αποκαλυφθεί η ταυτότητα των προστατευόμενων μαρτύρων, όπου υπήρξε γνωμοδότηση της εισαγγελίας του ΑΠ ότι οι μάρτυρες εξετάζονται με τους όρους του νόμου, ήτοι την τήρηση της ανωνυμίας τους. Στη συνέχεια με την προσπάθεια της πλειοψηφίας για να κληθούν στην επιτροπή και μη πολιτικά πρόσωπα, όπου το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής αποφάνθηκε ότι η επιτροπή διερευνά ευθύνες μόνο πολιτικών προσώπων. Διαπιστώνεται δηλαδή ότι όπου οι αποφάσεις της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας ελέγχθηκαν από θεσμικά ανεξάρτητα όργανα (Δικαιοσύνη και Επιστημονικό Συμβούλιο) η ΝΔ υπέστη ήττα. Αυτό βέβαια δεν την κατέστησε σοφότερη, αλλά γι’ αυτό θα κληθεί να πληρώσει τον λογαριασμό.

Την ίδια στιγμή στελέχη της κυβέρνησης επεμβαίνουν παρά τις διακηρύξεις σε εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις ζητώντας είτε να τεθούν στο αρχείο είτε να ασκηθούν ποινικές διώξεις κατά των εισαγγελέων.

Είναι προφανές λοιπόν ότι στη συντηρητική λογική δεν χωρά η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και γενικά των θεσμών αλλά ο απόλυτος έλεγχός τους. Το «επιτελικό κράτος» αποτελεί κεντρική επιλογή μέσω της οποίας η κυβέρνηση προσπαθεί να ελέγξει κάθε φορέα και θεσμό προκειμένου να επιβάλει με τον πλέον ανέξοδο για την ίδια τρόπο την εφαρμογή της πολιτικής της.

Ειδικά όμως στην περίπτωση της Δικαιοσύνης η προσπάθεια αυτή πρέπει να μείνει ατελέσφορη. Η Δικαιοσύνη δεν αποτελεί «μακρύ χέρι» του κράτους, αποτελεί τον χώρο διαλεκτικής σύνθεσης των κοινωνικών αντιθέσεων καθώς και των ατομικών αντιπαραθέσεων. Αυτό οφείλουν να το διασφαλίσουν πρώτοι απ’ όλους οι δικαστές και οι εισαγγελείς, στηριζόμενοι στη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία τους και στη συνείδησή τους. Αλλά και οι πολιτικές δυνάμεις στο μέτρο της ευθύνης τους η καθεμία να συμβάλουν στη θωράκιση της Δικαιοσύνης, την ελευθεροφροσύνη των δικαστών και την απρόσκοπτη και ασφαλή άσκηση του λειτουργήματός τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, τόσο ως κυβέρνηση όσο και ως αξιωματική αντιπολίτευση, έδωσε δείγμα γραφής και απέδειξε ότι ο σεβασμός στους θεσμούς, εν προκειμένω στη Δικαιοσύνη, αποτελεί συστατικό στοιχείο της Ανανεωτικής Αριστεράς και ταυτοτικό τμήμα της δημοκρατικής παράταξης. Αλλά και ένα μεγάλο στοίχημα για την Αριστερά της εποχής μας.

Ο Θεόφιλος Ξανθόπουλος είναι τομεάρχης Δικαιοσύνης της ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, βουλευτής Δράμας

Τελευταίες ΕιδήσειςDropdown Arrow
preloader
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Documento Newsletter