Η Χάρις Αλεξίου στο Documento: «Θέλω να είμαι εκεί που γεννιέται το καλλιτεχνιλίκι»

«Οταν φεύγεις απ’ τη σκηνή θέλεις δύο χέρια να σου χαϊδέψουν την πλάτη, να σου ξεκουράσουν τις γάμπες, να σου φέρουν ένα τσάι, να σου πουν μια “καληνύχτα” και να σου κλείσουν την πόρτα. Τι να σου κάνουν οι αυλές και τα φαν κλαμπ;», εξομολογείται η Χαρούλα Αλεξίου

Η Χάρις Αλεξίου εξομολογείται όσα απολαμβάνει στη ζωή τώρα που δεν τραγουδά, σε μια χειμαρρώδη συνέντευξη γεμάτη συγκίνηση και χιούμορ.

Συνάντησα τη Χαρούλα Αλεξίου στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» και πετάξαμε μαζί για την Κύπρο. Εγώ θα πήγαινα για τριήμερο σε φίλους κι εκείνη θα έδινε δύο παραστάσεις με το έργο «Αυτός που βρίσκεται παντού» σε μουσική Θωμά Κωνσταντίνου και σκηνοθεσία Ζαχαρία Καρούνη (στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα). Η Αλεξίου, όπως και η ηθοποιός Δήμητρα Στογιάννη, συμμετείχε στην παράσταση απαγγέλλοντας κείμενα του Ρωμανού του Μελωδού σε απόδοση του ιερέα Ανανία Κουστένη. Την επόμενη μέρα αποδέχτηκε την πρότασή μου για συνέντευξη, που προέκυψε τελείως απρογραμμάτιστα και τελικά βασίστηκε εξ ολοκλήρου στην καλή διάθεσή της.

Από τότε που κάνατε εκείνη τη δήλωση ότι σταματάτε το τραγούδι έχετε επιδοθεί σε ένα σωρό άλλα πράγματα: ως ηθοποιός στην τηλεόραση και ως παρουσιάστρια, αφήγηση, θέατρο κ.λπ. Δεν έχετε ησυχία θα λέγαμε…

Ησυχία θα έχω μόνο όταν πεθάνω, δεν το καταλαβαίνω αυτό το «ησυχία δεν έχω». Δεν έκανα καμία δήλωση και κυρίως ότι σταματάω από τα πάντα. Τέλος πάντων, αυτό που δεν μπορώ να κάνω πια είναι να τραγουδήσω. Απ’ τη στιγμή όμως που μου ζητούνται άλλα πράγματα από ανθρώπους που εκτιμώ πάρα πολύ και θαυμάζω, τι καλύτερο; Γιατί να μην το κάνω; Μου αρέσει ακόμη να μαθαίνω κάτι καινούργιο, να παρακολουθώ πώς παίζουν οι άλλοι ηθοποιοί, πώς τσαλακώνονται, πώς ταλαιπωρούνται από τον ρόλο τους ή από τον σκηνοθέτη τους – όλα αυτά με γοητεύουν, να μη βλέπω έτοιμο το έργο δηλαδή, αλλά να γίνομαι μέρος αυτού. Νομίζω ότι στην τελική, αφού μπορώ και το κάνω, θα το κάνω! Να, όπως αυτή η παράσταση τώρα του Θωμά Κωνσταντίνου με τα κείμενα του Ρωμανού του Μελωδού. Δεν θα τραγουδήσω, αλλά θα διαβάσω ή θα απαγγείλω. Βλέπεις; Μου ζητούν τώρα όλοι να μιλάω ή να διαβάζω (γέλια). Αυτό με κινητοποιεί, είμαι μέσα στο καλλιτεχνικό δρώμενο χωρίς να με νοιάζει πόσο χώρο θα πιάνω μέσα του, μικρό ή μεγάλο. Θέλω να είμαι εκεί που γεννιέται πάλι το καλλιτεχνιλίκι, αυτό που μας κρατάει υγρούς, ρε παιδί μου. Και σ’ αυτό το πλαίσιο θα συμμετάσχω στη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής με τον «Χορό των πυρσών» του Βασίλη Ρακόπουλου. Θα βρεθώ με την αφρόκρεμα των μουσικών – όλοι τους συνεργάτες του Ρακόπουλου.

Αισθάνεστε και λίγο δέσμια της αγάπης του κόσμου; Χθες αμέσως μετά την παράσταση είδα άνθρωπο να κάθεται έξω απ’ το θέατρο μόνος του και ν’ ακούει από το κινητό του την «Οδό Αριστοτέλους» με τη φωνή σας.

Δεν την καταλαβαίνω αυτή την έκφραση. Μπορείς να πεις ποτέ είμαι δέσμια της αγάπης; Οχι, δεν είμαι δέσμια, είμαι ευγνώμων γιατί μ’ αγαπάνε.

Και πώς εξηγείτε το ότι, ακόμη και ενώ διαβάζετε, είναι σαν να τραγουδάτε;

Ισως γιατί είμαι ολόκληρη μέσα σ’ αυτό που συμβαίνει εκείνη την ώρα. Και μιλάμε πάλι για μουσική, δεν μπορώ να διαβάζω και να λέω απλώς τα λόγια σαν να είμαι αλλού. Εφόσον ακόμη με διακατέχει η μουσική, αυτό που βγάζω θα έχει και μουσική.

Ο Γιώργος Νταλάρας πιστεύει πως ακόμη μπορείτε να τραγουδήσετε, αλλά ενδεχομένως να έχετε πάθει κάποια φοβία.

Να σκίσει το δίπλωμά του να του πείτε, γιατί δεν μπορώ να τραγουδήσω (σ.σ.: γελάει πολύ). Εγώ ξέρω πιο καλά απ’ όλους όσοι εύχονται να ξανατραγουδήσω και ειδικά ο Γιώργος, που μ’ αγαπάει πολύ, που θέλει πάλι να το κάνω. Ομως ξέρω ότι δεν μπορώ πια να τραγουδήσω και ας το κλείσουμε εδώ.

Σας είδα σε μια παράσταση με κείμενα του Ρωμανού του Μελωδού. Πόσο κοντά είστε ως προσωπικότητα με τα εκκλησιαστικά κείμενα;

Κοιτάξτε, δεν είμαι κοντά, δεν είμαι ένας άνθρωπος που έχει στενή σχέση ή επαφή με την εκκλησία. Μέχρι οκτώ χρόνων, που ζούσα ακόμη στη Θήβα, πηγαίναμε οικογενειακώς στην εκκλησία. Οταν πέθανε ο μπαμπάς και ήρθαμε στην Αθήνα, περνούσαμε δύσκολα. Βγήκε στη δουλειά η μάνα μου, οπότε ποια εκκλησία και πού να πηγαίναμε; Μόνο Πάσχα και στις γιορτές. Παρ’ όλα αυτά, οι ύμνοι της εκκλησίας έχουν μπει στο DNA μας, ξέρουμε πολλά χωρίς να είμαστε οι πιστοί χριστιανοί. Προσωπικά ψάχτηκα είτε με ανατολίτες γκουρού είτε με την ορθοδοξία. Γενικά πιστεύω στις ιερές φωτισμένες ψυχές που έχουν υπάρξει και που μπορούν να στάξουν σε όλους μας λίγο από το φως τους. Συχνά έχω σταθεί κι εγώ επικριτικά απέναντι στους κληρικούς και λέω εντέλει πως είμαστε όλοι άνθρωποι με τις πληγές μας και τις διαστρεβλώσεις του σύνθετου της ύπαρξής μας. Κάθε άνθρωπος κουβαλάει τον σταυρό του και καθένας έχει την ανάγκη να βρεθεί σε μια φωλιά, σ’ έναν πυρήνα που τον παρηγορεί.

Εσείς σε ποια πράγματα αναζητάτε σήμερα την παρηγοριά;

Σε σχέσεις αγάπης. Κάθε φορά που χαλάει μια σχέση, η οποία γεννήθηκε από αγάπη, είναι κάτι που με πονάει. Θέλω να είμαι δίπλα σε ανθρώπους που αγαπάω και, βεβαίως, να μ’ αγαπάνε.

Κι όταν σας αγαπάει ο κόσμος όλος; Επιλέγετε τους λίγους και καλούς;

Δεν μπορώ επειδή κάποιος αγαπάει το «Ολα σε θυμίζουν» να περιμένω ότι θ’ αγαπάει και μένα. Αυτό που έχω δώσει στον κόσμο είναι άξιο ν’ αγαπηθεί. Αλλο αυτό και άλλο η προσωπική σχέση με τους ανθρώπους. Ποιος είναι ο φίλος σου, ποιος είναι ο «συγγενής» σου που θες να μοιράζεις μαζί του τη ζωή σου. Μιλάω για κάτι απόλυτα ιδιωτικό.

Είδατε μέσα στα χρόνια να συγκεντρώνεται αυλή γύρω σας, ερήμην σας ενδεχομένως;

Τις αυλές δεν τις ξεκινάνε συνήθως οι καλλιτέχνες, αλλά υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να είναι κοντά τους. Το φαν κλαμπ, ας πούμε, μπορεί να γίνει αυλή. Πολλές φορές αυτό είναι βάρος για τον καλλιτέχνη, παρ’ όλη τη γοητεία του. Εχω ζήσει τέτοια συνθήκη με νέα παιδιά που με ακολουθούσαν σχεδόν παντού, σαν ένα σπορ μέσα στα νιάτα τους, όμως ο καλλιτέχνης δεν το έχει ανάγκη αυτό. Οχι… Οταν φεύγεις απ’ τη σκηνή έχεις ξοδευτεί, έχεις δώσει ενέργεια. Γυρίζεις σ’ ένα άδειο δωμάτιο κι εκείνη την ώρα θέλεις δύο χέρια να σου χαϊδέψουν την πλάτη, να σου ξεκουράσουν τις γάμπες, να σου φέρουν ένα τσάι, να σου πουν μια «καληνύχτα» και να σου κλείσουν την πόρτα. Οταν δεν τους έχεις εκεί αυτούς τους ανθρώπους, τότε έρχονται οι μεγαλύτερες μοναξιές. Τι να σου κάνουν οι αυλές και τα φαν κλαμπ;

«Είναι σκοτεινό πράγμα να έχεις να κάνεις μόνο με τον εαυτό σου, πάντοτε πρέπει να ’χεις και ένα δεύτερο πιάτο την ώρα που μαγειρεύεις, διότι κάποιος μπορεί να περάσει ή κάποιον να φωνάξεις εσύ» (φωτογραφία: ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΤΩΜΕΡΗΣ/EUROKINISSI)

Διάβαζα τίτλο από κυπριακό σάιτ που μιλούσατε για τον έρωτα προς τον Χριστό μ’ αυτή την παράσταση.

Μα μέσα στο κείμενο η Μαρία Μαγδαληνή μιλάει γι’ αυτό τον έρωτα προς τον Ιησού.

Ο έρωτας, η έλξη των σωμάτων, δεν είναι καταδικαστέος από την εκκλησία;

Οχι αυτός ο έρωτας, όπως τον εννοούν. Ο έρωτας για τον Χριστό ναι. Είναι ο έρωτας με την έννοια της υπέρτατης αγάπης, όποιος μπόρεσε να τον ζήσει. Και δεν ήταν μόνο ο έρωτας της Μαγδαληνής για τον Ιησού αλλά κι αυτός των μαθητών του.

Υπάρχει κι η φροϋδική άποψη που λέει ότι το κερί που ανάβουν οι παρθένες στην εκκλησία είναι ένα είδος φαλλικού συμβόλου.

Τι μου λέτε τώρα! Αυτό δεν πρόλαβα να το διαβάσω, το ομολογώ. Και; (μου δείχνει από το παράθυρο που βλέπουμε έξω έναν τεράστιο γερανό). Αυτός εδώ ο γερανός φαλλικό σύμβολο είναι; (σ.σ.: έχουμε σκάσει στα γέλια).

Παρακολουθείτε την τρέχουσα μουσική επικαιρότητα;

Θέλω δεν θέλω, κάτι φτάνει στα αυτιά μου. Αυτό που μπορώ να σας πω ότι ζω περισσότερο τώρα είναι ότι απολαμβάνω τον απίστευτο μουσικό θησαυρό που έχω. Δεν εννοώ τον προσωπικό μου θησαυρό, αλλά τα τόσο πολλά τραγούδια που έχουμε, που δεν έχω ίσως προλάβει κι εγώ ν’ ακούσω ή να ξαναθυμηθώ. Η μουσική όμως δεν τελειώνει ποτέ, μπορεί στη νεότερη γλώσσα των τραγουδιών να ευχαριστιέμαι λιγότερο, αλλά όταν γεννηθεί κάτι νέο και το πιάσουν οι κεραίες μου τρελαίνομαι από χαρά.

Δεν έχει μια γενναιοδωρία όλη αυτή η αποστασιοποίηση από τον εαυτό σας;

Αυτή είναι η πραγματικότητα. Ακούω, για παράδειγμα, αλλιώς σήμερα ένα παλιό τραγούδι της Τσανακλίδου ή του Μητσιά, βλέπω πόσο ωραία το είπαν ή το ξαναθαυμάζω διαφορετικά πια. Το ίδιο συμβαίνει και με ένα τραγούδι της Σαβίνας Γιαννάτου ή της Ρίτας Σακελλαρίου. Απολαμβάνω, κάνω λίστες τραγουδιών για να παίζουν στο Spotify μου. Ε, καμιά φορά μαγκώνομαι λίγο που πάω να τραγουδήσω μαζί τους και δεν πάει η φωνή, αλλά πλέον μου περνάει γρήγορα.

Τη στιγμή πάντως που πήγατε να ψάλετε τη «Ζωή εν Τάφω» εισπράξαμε ένα αμιγώς τραγουδιστικό συναίσθημα και μόνο από το ηχόχρωμα της φωνής σας.

Αυτό που δεν θέλω να συμβεί είναι να δημιουργείται προσδοκία στο κοινό και που αν δεν εκπληρωθεί, θα απογοητευτεί. Γι’ αυτό ακριβώς δεν τολμάω να το κάνω. Ακόμη και σε στιγμές που μπορεί να γίνει, να βγει η φωνή μου ας πούμε. Δεν θέλω να δημιουργήσω ελπίδες στον κόσμο.

Κι όταν είστε μόνη, ολομόναχη, σιγοτραγουδάτε;

Ραπάρω πολύ. Αυτό κρατήστε.

Πάντως, θα έχετε συμμετοχή και στον επερχόμενο δίσκο της Λένας Πλάτωνος σε στίχους του Νίκου Μωραΐτη.

Κατάλαβες; Μάθαμε τώρα ότι η Χαρούλα μιλάει και θα τη βάζουμε να μιλάει (σ.σ.: γελάει πολύ). Σε λίγο θα βγάζω λόγους.

Η Δήμητρα Γαλάνη μού είχε πει: «Μην τη βλέπεις drama queen, η Χαρούλα είναι μεγάλη κωμίκα».

Δεν τα βγάζεις πέρα χωρίς χιούμορ.

Το χιούμορ εμπεριέχεται στην ελληνική δισκογραφία μ’ έναν τρόπο;

Εγώ γουστάρω πάρα πολύ τους μουσικούς. Είναι μια δύσκολη, αλλά ωραία φάρα κι εκεί μέσα θα βρεις πολύ χιούμορ. Ανέκαθεν πέρναγα καλά με τους μουσικούς μου, είτε σταθερούς είτε αλλάζοντάς τους ανά δεκαετίες.

Οταν βλέπετε εκείνη την παλιά ταινία όπου τραγουδάτε «Οταν πίνει μια γυναίκα» κι είστε είκοσι χρόνων τι σκέφτεστε;

Αυτή με τον Βοσκόπουλο λες; Τραγουδούσαμε με τον Βοσκόπουλο τότε και την Πίτσα Παπαδοπούλου. Τι νιώθω, τι σκέφτομαι; «Αχ, κοριτσάκι μου» λέω και θυμάμαι το φουστανάκι που ’χα ράψει για να το φορέσω στην ταινία, ότι είχα βάψει τα νύχια μου. Τέτοια θυμάμαι.

Εχω πετύχει συνάδελφό σας λίγο πριν βγει να τραγουδήσει να λέει «αξίζω, αξίζω, αξίζω» κόβοντας βόλτες πάνω κάτω. Τι είναι αυτό που κάνει έναν κορυφαίο τραγουδιστή να έχει τόση ανασφάλεια;

Α, δεν ξέρω, γιατί εγώ πριν βγω να τραγουδήσω ή μάλλον όποτε με επευφημούσαν αναρωτιόμουν: «Αξίζω άραγε; Αξίζω»… Πολλές φορές το έλεγα αυτό στον εαυτό μου. Δεν είναι ανασφάλεια, αλλά ένας κριτής-τύραννος που υπάρχει μέσα μας και σου λέει: «Το έκανες καλά; Εδωσες ό,τι είχες; Δούλεψες αρκετά;». Αυτό μετά γίνεται ντροπή, θες να εξαφανιστείς. Ετσι εξηγείται και πώς πολλοί καλλιτέχνες δεν μπορούν μετά να δουν τον εαυτό τους στο βίντεο ή ν’ ακούσουν τη φωνή τους. Πάντοτε έχεις μέσα σου μια φωνή αμφιβολίας που σου λέει ότι έπρεπε να κάνεις κάτι παραπάνω.

Πάντως, είστε από τις λίγες που το έψαχναν πολύ με τη μουσική. Να είναι φιλοπεριέργεια απ’ τα παιδικά χρόνια;

Ισχύει, ναι, έτσι είναι. Κάποτε ήθελα να βρω τον Ντέιβιντ Σίλβιαν (σ.σ.: τον leader του new wave συγκροτήματος Japan). Υπάρχουν κάποιες ψυχές που νιώθεις σύνδεσμο πολύ μακριά από τη χώρα σου ή από σένα. Το ίδιο και με τον Αντζελο Μπανταλαμέντι όταν είχε κάνει εκείνο τον δίσκο με τη Μαριάν Φέιθφουλ. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες έχουμε τέτοια κολλήματα, όχι μόνο εγώ.

Κι εκείνη η φωτογραφία στα πατώματα με τον Νικόλα Ασιμο και τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου στο διαμέρισμα-κοινόβιο;

Αυτό δεν ήταν προϊόν ψαξίματός μου. Ο Αχιλλέας Θεοφίλου θα έκανε την παραγωγή στον δίσκο του Ασιμου και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ήταν πιο κοντά του. Δεν είχα προλάβει να καταλάβω τον Νικόλα. Ηξερα ότι ήταν ένας αναρχικός τύπος, έκανε τις σουρεαλιστικές πλάκες του, πούλαγε τις κασέτες στον δρόμο, αλλά δεν είχα επίγνωση της σημαντικότητάς του ή της συμμετοχής μου. Προσωπικά θέλω, όταν οι άνθρωποι επαινούν κάποιον, να ξέρουν και ποιος είναι. Πολλές φορές μιλάμε για ανθρώπους με λόγια που τα παίρνουμε έτοιμα από κάποιον άλλον. Δεν έχουμε προσωπική άποψη κι εγώ πολύ αργότερα κατάλαβα τι ψυχή ήταν ο Νικόλας.

Το αγαπάτε το «Παπάκι» του όπως το τραγουδήσατε;

Ναι, μωρέ, πολύ…

Ισχύει πως όταν το γράφατε στο στούντιο, εκείνος παραπίσω δάκρυζε;

Ελα, καλέ, αυτά είναι φωτορομάντζα. Δεν έγινε έτσι. Εντάξει, όλοι έχουμε δακρύσει μέσα στο στούντιο. Αυτά τα κάνετε κι εσείς οι δημοσιογράφοι (γέλια).

Εβλεπα χθες τη μεγάλη Δέσποινα Μπεμπεδέλη να πέφτει στην αγκαλιά σας και να σας αποκαλεί «θρύλο».

Κάτι που είπα και στην ίδια είναι πως την ώρα που διάβαζα τα κείμενα τη σκεφτόμουν. Ελεγα πώς θα το πω τώρα αυτό ενώ από κάτω είναι η Μπεμπεδέλη; Δεν γίνεται άμα έχεις από κάτω έναν κολοσσό και σ’ ακούει. Φτάνει το φως της μέχρι τη σκηνή απάνω.

Υπάρχουν πολλές νέες και καλές ερμηνεύτριες. Το ερώτημα είναι αν το τραγούδι τους μπορεί να περάσει στις λαϊκές σφαίρες όπως περάσατε εσείς το λαϊκό τραγούδι.

Δεν το πέρασα μόνη μου το τραγούδι, είμαι κι εγώ ένας φορέας του. Δεν σας κάνω τη σεμνή, ξέρω τι έχω κάνει στο τραγούδι, αλλά είχα και τραγούδια. Είχα μαζί μου ταιριαστό και το γούστο του κόσμου, δηλαδή αλλιώς άκουγε ο κόσμος. Από ένα σημείο και μετά η σύγχρονη παραγωγή τραγουδιών δεν με κάνει να θέλω ν’ ακούσω το μεγαλύτερο κομμάτι της. Κάποτε τα έψαχνα, όπως είπαμε, ενώ τώρα δεν θα ψάξω την τραπ, με την οποία τσίμπησα στην αρχή. Μου άρεσε ρυθμολογικά, χωρίς να καταλαβαίνω φυσικά τίποτε από τα λόγια, όπως θα άκουγα και ένα ινδιάνικο τραγούδι πάλι χωρίς να έχω ιδέα τι λέει. Μετά θύμωσα μ’ αυτά που έλεγε και δεν ασχολήθηκα. Δεν πειράζει που δεν τα ξέρω, τώρα είναι άλλων η σειρά να τα μαθαίνουν.

Ποια είναι η δική σας σειρά;

Θέλω να πω ότι υπάρχει ένα πεδίο για να χωρέσουν γνώσεις και πληροφορίες. Κάποια στιγμή μπουκώνεις. Εχω τόσα ωραία πράγματα να ανακαλύψω και να ξανακούσω, θα προλάβω άραγε; – ε, δεν είναι ανάγκη να τα ξέρω και όλα.

Σ’ όλα αυτά που κάνετε δεν σας επιβαρύνει ο βιολογικός παράγοντας, η κούραση;

Αμέ! Οταν κάνεις όμως κάτι που χαίρεσαι, ισοδυναμεί με βιταμίνη. Βασικά τρεις μέρες την εβδομάδα θέλω να δουλεύω και τις υπόλοιπες να κάθομαι. Είμαι και άνθρωπος της οικογένειας, γιατί έτσι μεγάλωσα και μ’ ακολουθεί αυτό. Είναι σκοτεινό πράγμα να έχεις να κάνεις μόνο με τον εαυτό σου, πάντοτε πρέπει να ’χεις και ένα δεύτερο πιάτο την ώρα που μαγειρεύεις, διότι κάποιος μπορεί να περάσει ή κάποιον να φωνάξεις εσύ.

Υπάρχει κάποια μεγάλη προσωπικότητα που την κουβαλάτε μέσα σας απ’ το ξεκίνημά σας;

Φοβάμαι να σας πω, μην αφήσω απέξω κάποιον. Θα σας πω ανθρώπους που μπορεί να μην τους βλέπω συχνά, αλλά υπάρχει σύνδεση: τον Δημήτρη Αρβανίτη, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Μάνο Λοΐζο όταν, τον Νίκο Καρούζο όταν, τον Ντίνο Χριστιανόπουλο που πήγαινα και τον έβλεπα στη Διαγώνιο. Πεθαίναμε με τις ατάκες του Χριστιανόπουλου! Το βράδυ πάντως που θα σκέφτομαι τη συνέντευξή μας θα λέω ότι έπρεπε να αναφέρω κι αυτόν και τον άλλον κ.λπ. Εζησα στον χρυσό αιώνα του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, του Τσαρούχη, του Ελύτη, τι μου ζητάτε τώρα να σας πω…

Νιώσατε ποτέ να πέφτετε στη φάση μιας ανταγωνιστικότητας;

Νομίζω πως όλοι όσοι πήραμε πρωτιές, θέλαμε δεν θέλαμε, το περάσαμε. Δεν ξέρω αν είναι σωστό να το πω «ανταγωνιστικότητα» όταν αυτό που έλεγα ήταν «θέλω η δουλειά μου να σκίσει και να την κάνω έτσι και όχι αλλιώς». Επειδή μου ήρθαν και τα πράγματα έτσι, να κάνω επιτυχία, να πουλάω δίσκους, να κόβω εισιτήρια, είμαι εντελώς χορτασμένη. Τον ανταγωνισμό ωστόσο τον ένιωσα κάποιες στιγμές. Ποτέ όμως στη δουλειά μου δεν πήρα παραπάνω χώρο απ’ τον άλλον.

Φωτογραφία: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΓΛΟΥ

INFO
Η Χάρις Αλεξίου θα είναι η αφηγήτρια στη μουσική παράσταση «Ο χορός των πυρσών» του Βασίλη Ρακόπουλου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Τετάρτη 14 Μαΐου)