Καθώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξελίσσεται στη χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης εκπλήσσοντας αρνητικά ακόμη και τους επικριτές της, στην αυγή του 2021 βρίσκεται αντιμέτωπη με τα αδιέξοδα που δημιούργησε στον ενάμιση χρόνο που είναι στην εξουσία.
Η εξελισσόμενη πανδημία που δεν έκλεισε τον κύκλο της και φυσικά δεν αντιμετωπίζεται με το σόου των εμβολίων, η οικονομία που όλα δείχνουν ότι έχει εισέλθει σε βαθιά κρίση και τα εθνικά στα οποία οδηγείται σε έναν ατιμωτικό συμβιβασμό με την Τουρκία είναι οι βασικές προκλήσεις που έχει μπροστά της η κυβέρνηση. Ο σχεδιασμός του Μαξίμου ξεκινά από τον ανασχηματισμό, ίσως και νωρίτερα απ’ ό,τι εκτιμάται, τις πρώτες εβδομάδες του νέου έτους, και φτάνει μέχρι τις πρόωρες εκλογές, στον βαθμό που θα το επιτρέψουν οι επιδημιολογικές συνθήκες και θα διατηρεί κάποιο προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Οι εξελίξεις πάντως ίσως κάνουν τις πρόωρες εκλογές όχι επιλογή αλλά αναγκαστική κίνηση.
Η ελίτ και η πλέμπα
Μετά τις φωτογραφίες της ανεμελιάς στην Πάρνηθα που στοίχισαν ακόμη και στους καλοπροαίρετους πλην σκεπτόμενους πολίτες και κλόνισαν το αφήγημα της ατομικής ευθύνης, αλγεινή εντύπωση προκάλεσε ο εμβολιασμός των «αρίστων» της κυβέρνησης κατά προτεραιότητα και σε βάρος των ιατρών, των υγειονομικών και των ευπαθών ομάδων.
Σε συμβολικό επίπεδο, υπό το πρόσχημα της παρότρυνσης του πληθυσμού να εμβολιαστεί (έχοντας απέναντι το ελάχιστο ποσοστό των αρνητών που συγκινεί ο Κυριάκος Βελόπουλος), η πρακτική της κυβέρνησης εμπεδώνει τον διαχωρισμό της κοινωνίας στην ελίτ, που είναι απαραίτητη για τη χώρα και εμβολιάζεται πρώτη, και στην πλέμπα που περιμένει τη σειρά της όταν θα έρθουν τα εμβόλια, εάν εν τω μεταξύ δεν την προλάβει ο κορονοϊός. Μόνο που η πανδημία είναι παρούσα και θα συνεχίσει να αφαιρεί ζωές τουλάχιστον τους πρώτους μήνες του 2021 και ενώ η κυβέρνηση, πέρα από το σόου των εμβολίων, ελάχιστα έχει κάνει για να θωρακίσει το δημόσιο σύστημα υγείας, όπως καταγγέλλουν πλέον όλοι οι εμπλεκόμενοι.
Το επόμενο αδιέξοδο με το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπη η κυβέρνηση και ίσως το σημαντικότερο είναι η δευτερογενής οικονομική κρίση. Η κυβέρνηση ξεκίνησε με την πρόβλεψη την περασμένη άνοιξη ότι η ύφεση θα κυμανθεί περί το 5% (δηλώσεις Σταϊκούρα). Στη συνέχεια πήγε στο 7,5% (δηλώσεις πρωθυπουργού) και τώρα αναγνωρίζει ότι θα κινηθεί γύρω στο 10%. Λιγότερο αισιόδοξοι όμως θεωρούν ότι όταν θα βγουν τα οριστικά στοιχεία του Μαρτίου η ύφεση μπορεί να αγγίξει και το 12%. Παράλληλα δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις και η ζωτικότητα της οικονομίας ώστε η ανάκαμψη να έχει το σχήμα V που έχει προεξοφλήσει ο πρωθυπουργός.
Η κυβέρνηση επέλεξε να μην απομακρυνθεί από το βασικό σενάριο των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων –αντίθετα επιμένει και τις διαφημίζει– κατά τρόπον που αφενός επιδείνωσε την ύφεση και αφετέρου στερεί από την οικονομία την καλύτερη βάση και τη ζωτικότητα για υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης όταν τελειώσουν οι περιορισμοί της οικονομικής δραστηριότητας. Ενα ερώτημα που δύσκολα απαντιέται είναι εάν μετά την πανδημία θα υπάρξει ανακούφιση του πληθυσμού και ανοχή στις οικονομικές δυσκολίες ή αντίθετα θα υπάρξει έκρηξη της συσσωρευμένης δυσαρέσκειας που συγκρατείται λόγω του φόβου για την ίδια τη ζωή.
Η πατριωτική Δεξιά
Με το ξεκίνημα της χρονιάς όμως η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει και τα ελληνοτουρκικά. Παρότι η Τουρκία κατέγραψε τις διεκδικήσεις και τις αμφισβητήσεις της, η Ελλάδα μπαίνει σε ένα πλαίσιο διαλόγου που της στερεί και τη βάση για επιδίωξη κυρώσεων από την ΕΕ. Ο Γιάννης Βαληνάκης με αρθρογραφία και ο Προκόπης Παυλόπουλος με το βιβλίο του έχουν προειδοποιήσει για τον ολισθηρό δρόμο των διαπραγματεύσεων που, όπως προδιαγράφεται, δεν θα περιοριστούν στην υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Και οι δύο απηχούν τις θέσεις του Κώστα Καραμανλή, ενώ ο Αντώνης Σαμαράς έχει πιο σκληρή θέση έχοντας ταχθεί στο παρελθόν κατά της προσφυγής στη Χάγη. Η κυβέρνηση κατέγραψε απώλειες στο πεδίο των κυριαρχικών δικαιωμάτων ακόμη και έναντι της Ιταλίας και της Αιγύπτου. Το εάν η «πατριωτική Δεξιά» θα πιει το ποτήρι των υποχωρήσεων μέχρι τέλους είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Ηδη πάντως καταγράφει έστω και μικρές απώλειες προς την πλευρά του Βελόπουλου, ενώ κινήσεις γίνονται και για τη δημιουργία νέου κόμματος στα δεξιά της.
Ξανά στο τραπέζι οι εκλογές
Οι πληροφορίες από πολιτικούς κύκλους πέριξ του Μεγάρου Μαξίμου αναφέρουν ότι ο πρωθυπουργός εμφανίζεται μετανιωμένος που δεν έκανε ανασχηματισμό το περασμένο καλοκαίρι και περιορίστηκε σε «διορθωτικές παρεμβάσεις». Το ερώτημα πλέον δεν είναι αν θα γίνει ανασχηματισμός που θα είναι «δομικός και εκτεταμένος», αλλά σε ποια ακριβώς στιγμή θα τον κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Από πολιτική άποψη το πλέον ενδιαφέρον είναι η αναλογία βουλευτών και τεχνοκρατών που θα διαμορφώσει. Θεωρείται βέβαιο πάντως ότι θα αυξήσει τη συμμετοχή της κοινοβουλευτικής ομάδας.
Οι ίδιοι πολιτικοί κύκλοι αφήνουν να διαρρεύσει ότι από το τραπέζι του Μεγάρου Μαξίμου δεν έφυγε ποτέ το σενάριο των πρόωρων εκλογών. Λένε μάλιστα ότι εάν τις είχε κάνει τον περασμένο Ιούλιο, θα είχε εξασφαλίσει μια απρόσκοπτη τετραετία με αυξημένη πλειοψηφία (έπειτα από διπλή βέβαια αναμέτρηση) και θα είχε τελειώσει με τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Εάν στον ανασχηματισμό βάλει περισσότερους βουλευτές με γεωγραφική κατανομή και συμμετοχή των βασικών υποσυστημάτων –καραμανλικών και σαμαρικών–, θα είναι μια ένδειξη προς την κατεύθυνση των εκλογών. Καθώς όμως τα πράγματα μόνο ευθύγραμμα δεν εξελίσσονται θα χρειαστεί τη συμμαχία με το ΚΙΝΑΛ, που πλέον δεν είναι βέβαιη.