Handelsblatt: Η ανάπτυξη στην Ελλάδα δεν είναι βιώσιμη – Το χάσμα με τα κράτη της ΕΕ μεγαλώνει

Handelsblatt: Η ανάπτυξη στην Ελλάδα δεν είναι βιώσιμη – Το χάσμα με τα κράτη της ΕΕ μεγαλώνει

Mια ακτινογραφία του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης και των ερωτημάτων που γεννά ως προς τη βιωσιμότητά του φιλοξενεί σε ρεπορτάζ από την Αθήνα η οικονομική γερμανική εφημερίδα Handelsblatt.

Όπως αναφέρει, η ελληνική οικονομία μετά την πανδημία έχει αναπτυχθεί με διπλάσιο ρυθμό ταχύτητας σε σχέση με τον μέσο όρο των 27 κρατών-μελών της ΕΕ, όμως το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει τεράστιο, υπενθυμίζει το ρεπορτάζ.

«Η Ελλάδα χρειάζεται σημαντικά υψηλότερες επενδύσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας της. Η αύξηση όμως των επενδύσεων υπολείπεται των προσδοκιών. Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία του τελευταίου τριμήνου, οι επενδύσεις στην Ελλάδα υποχώρησαν κατά 3,2% σε σχέση με πέρυσι» αναφέρει το δημοσίευμα μεταξύ άλλων στοιχείων που αποτυπώνουν τη συνολική εικόνα.

«Το χάσμα με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ μεγαλώνει. Η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων στην ΕΕ. Το πρώτο τρίμηνο του 2025 κινήθηκε στο 14,8% του ΑΕΠ. Πέρυσι ήταν ακόμη στο 15,34%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται στο 21,2%. Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ακόμη έντονα (παρά την υποχώρηση) οφείλεται κυρίως στην αυξανόμενη τουριστική ανάπτυξη και την ιδιωτική κατανάλωση».

Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, στα οποία παραπέμπει το ρεπορτάζ, ο χαμηλός ρυθμός συνολικής ανάπτυξης οφείλεται σε διάφορους παράγοντες: «την πολυνομία, τις χρονοβόρες αδειοδοτικές διαδικασίες, τα υψηλό κόστος ενέργειας, τα ελλείμματα στις υποδομές, την έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και τις δύσκολες συνθήκες χρηματοδότησης».

Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι μέχρι σήμερα «σύμφωνα με αναλυτές της ελληνικής Eurobank, το επενδυτικό κενό από τα χρόνια της κρίσης εκτιμάται στα 87 δις ευρώ. Μέχρι στιγμής έχουν καλυφθει μόλις 13,2 δις ευρώ». Όπως παρατηρεί το ρεπορτάζ, αυτό ακριβώς το επενδυτικό κενό φέρνει στην επιφάνεια «χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας, που επηρεάζουν κυρίως μικρές επιχειρήσεις», οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα χαμηλών κεφαλαίων και ρευστότητας.

Όπως σημειώνει το ρεπορτάζ, τα τελευταία χρόνια «η ελληνική αγορά ακινήτων προσελκύει ξένους επενδυτές (…) Όμως αυτή η ανάπτυξη δεν είναι βιώσιμη» και είναι κυρίως αποτέλεσμα «του προγράμματος Golden Visa, που υπόσχεται βίζα Σένγκεν σε αγοραστές από χώρες εκτός της ΕΕ». Παρόλα αυτά, η Κομισιόν σημειώνει στην τελευταία της έκθεση ότι «το ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον γίνεται ‘ολοένα πιο φιλικό’» χάρη στη μεταρρύθμιση του πτωχευτικού δικαίου και την ψηφιοποίηση της διοίκησης.

Πηγή: Deutsche Welle

Handelsblatt: Griechenlands Wirtschaftswachstum ist nicht nachhaltig 

Όλο το άρθρο:

Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμη

Το πρώην κράτος της κρίσης λάμπει με ισχυρή οικονομική ανάπτυξη. Αλλά για μια βιώσιμη ανάκαμψη, η χώρα χρειάζεται επειγόντως περισσότερες επενδύσεις.

Αθήνα. Μετά την πανδημία, η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό υπερδιπλάσιο του μέσου όρου των 27 κρατών μελών της ΕΕ. Η κυβέρνηση στην Αθήνα αναμένει αύξηση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) κατά 2,3% για το τρέχον έτος. Το πρώτο τρίμηνο του 2025, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,2% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι.

Ωστόσο, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι τεράστιο. Στο 153,6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2024, ο λόγος του χρέους ήταν ο υψηλότερος στην ΕΕ. Η Ελλάδα χρειάζεται σημαντικά υψηλότερες επενδύσεις προκειμένου η οικονομία να αναπτυχθεί βιώσιμα.

Η αύξηση των επενδύσεων υπολείπεται των προσδοκιών

Αλλά σε αυτό ακριβώς το σημείο τα τρέχοντα τριμηνιαία στοιχεία παρουσιάζουν σφάλματα: Οι επενδύσεις στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 3,2% σε ετήσια βάση.

Πέρυσι, η κυβέρνηση ανακοίνωσε αύξηση των επενδύσεων κατά 14,4% για το 2025, αλλά αργότερα μείωσε την πρόβλεψη στο 8,4%. Μετά τα απογοητευτικά στοιχεία για το πρώτο τρίμηνο, η υπόθεση αυτή είναι επίσης αμφισβητήσιμη. Η αύξηση των επενδύσεων υστερούσε ήδη των προσδοκιών τα δύο προηγούμενα έτη.

Ως αποτέλεσμα, το χάσμα με την υπόλοιπη ΕΕ διευρύνεται. Η Ελλάδα έχει τον χαμηλότερο δείκτη επενδύσεων στην ΕΕ, μόλις 14,18% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2025. Πέρυσι, ήταν 15,34 τοις εκατό. Ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 21,2%.

Το γεγονός ότι η οικονομία της Ελλάδας αναπτύσσεται ωστόσο τόσο έντονα οφείλεται κυρίως στην ισχυρή αύξηση του τουρισμού και της ιδιωτικής κατανάλωσης. Το 77,9% της οικονομικής παραγωγής αντιστοιχούσε πέρυσι σε αυτόν τον τομέα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 66,1%.

Τα ελλείμματα υποδομών και η νομική αβεβαιότητα τρομάζουν τους επενδυτές

Ο δείκτης επενδύσεων στην Ελλάδα είναι «ανησυχητικά χαμηλός» και εμποδίζει την παραγωγικότητα, σύμφωνα με τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο που δημοσιεύθηκαν στις αρχές Ιουνίου. Ως αιτίες αναφέρει την υπερρύθμιση, τις χρονοβόρες διαδικασίες έγκρισης, το υψηλό ενεργειακό κόστος, τα ελλείμματα υποδομών, την έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και τις δύσκολες συνθήκες χρηματοδότησης.

Ωστόσο, υπάρχουν και ιστορικοί λόγοι για το επενδυτικό έλλειμμα. Από το 2000 έως το 2009, ο δείκτης επενδύσεων της Ελλάδας, που ήταν 24%, ήταν πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που ήταν 22,1%. Στη συνέχεια ήρθε η κρίση του δημόσιου χρέους. Στη δεκαετία του 2010, βύθισε τη χώρα στη μεγαλύτερη και βαθύτερη ύφεση της μεταπολεμικής ιστορίας. Μεταξύ 2010 και 2019, ο δείκτης επενδύσεων μειώθηκε στο 12,3%.

Επενδυτικό έλλειμμα από τα χρόνια της κρίσης

Αναλυτές της ελληνικής Eurobank ανεβάζουν το επενδυτικό έλλειμμα από τα χρόνια της κρίσης στα 87 δισ. ευρώ. Μόνο τα 13,2 δισ. από αυτά έχουν καλυφθεί μέχρι σήμερα.

Οι καθαρές επενδύσεις σε ακίνητα, εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, δηλαδή οι επενδύσεις μείον τις αποσβέσεις, επέστρεψαν σε θετικό έδαφος το 2022 για πρώτη φορά από το 2009. Ωστόσο, οι επενδύσεις του ελληνικού ιδιωτικού τομέα επικεντρώνονται κυρίως στην αντικατάσταση κεφαλαίου. Μόνο το 22% των επιχειρήσεων επενδύει σε επέκταση της παραγωγικής ικανότητας.

Το επενδυτικό κενό της Ελλάδας αποκαλύπτει χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας. Σε αυτές περιλαμβάνονται κυρίως τα μικρά μεγέθη των επιχειρήσεων. 90% των 880.349 ελληνικών επιχειρήσεων απασχολούν λιγότερα από πέντε άτομα.

Το 95% των ελληνικών επιχειρήσεων απασχολούν λιγότερους από δέκα εργαζόμενους και, επομένως, είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις σύμφωνα με τον ορισμό της ΕΕ. Πουθενά αλλού στην ΕΕ το ποσοστό τους δεν είναι τόσο υψηλό όσο στην Ελλάδα. Ως αποτέλεσμα, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα ανέρχεται μόλις στο 56,2% του μέσου όρου της ΕΕ.

Η ανάπτυξη από μόνη της είναι πολύ δύσκολη για τις περισσότερες από αυτές τις μικρές εταιρείες. Συχνά είναι υποκεφαλαιοποιημένες και αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας. Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση συχνά αποτυγχάνει λόγω έλλειψης πιστοληπτικής ικανότητας. Μερικές φορές οι εταιρείες δεν είναι καν σε θέση από πλευράς προσωπικού να καταρτίσουν τα επιχειρηματικά σχέδια που απαιτούν οι τράπεζες.

Αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων

Παρ’ όλα αυτά, οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) αυξήθηκαν κατά 41,5% σε ετήσια βάση και ανήλθαν σε 7,3 δισ. ευρώ το 2024. Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης οφείλεται στην εξαγορά της ελληνικής ενεργειακής εταιρείας Τέρνα Ενεργειακή από τον όμιλο Masdar από το Άμπου Ντάμπι και στην ΑΜΚ της εταιρείας αεροδρομίων της Αθήνας ΔΑΑ.

Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα η ελληνική αγορά ακινήτων έχει προσελκύσει ξένους επενδυτές. Σύμφωνα με την Ελληνική Κεντρική Τράπεζα, το 46% του συνόλου των άμεσων ξένων επενδύσεων εισέρρευσε πέρυσι σε οικιστικά και εμπορικά ακίνητα.

Ωστόσο, η ανάπτυξη αυτή δεν είναι βιώσιμη. Είναι κυρίως αποτέλεσμα του προγράμματος Golden Visa. Υπόσχεται στους αγοραστές ακινήτων από χώρες εκτός  Σένγκεν. Από τότε που η κυβέρνηση αύξησε την ελάχιστη επένδυση σε έως και 800.000 ευρώ τον περασμένο Σεπτέμβριο, πολλοί αγοραστές έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους. Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Αθήνας, οι ξένες επενδύσεις σε ακίνητα μειώθηκαν κατά 31,4% το πρώτο τρίμηνο του 2025.

Παρ’ όλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημείωσε στην τελευταία της έκθεση για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο ότι το ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον γίνεται «όλο και πιο ευνοϊκό». Η πρόοδος περιλαμβάνει τη μεταρρύθμιση του δικαίου αφερεγγυότητας και την ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης.

Διαβάστε επίσης:

ΟΠΕΚΕΠΕ: Εκνευρισμός στο Μαξίμου από την αποκάλυψη του Documento ότι ο Μητσοτάκης γνώριζε

«Οι εκλογές θα γίνουν το 2027», απαντάει το Μαξίμου παρά την πίεση από το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ

Κικίλιας για ΟΠΕΚΕΠΕ: Kανείς δεν θα κρυφτεί πίσω από κομματικές σημαίες (Video)

Επίθεση αντί απαντήσεων από την κυβέρνηση για το βίντεο Μητσοτάκη στο ίδιο τραπέζι με «φραπέ» και «χασάπη»

Documento Newsletter