HotDoc.History: Η δυστυχία του να είσαι Ιταλός τον 18ο αιώνα
Ο ιακωβίνικος πατριωτικός διεισδύει στην ιταλική χερσόνησο.

Ιούλιος 1796. O Γάλλος πρόξενος γράφει στον Ντελακρουά: «Οι Ιταλοί γενικά μοιάζουν με το ανθρώπινο είδος μόνο κατά την εξωτερική μορφή που το διακρίνει και στα ελαττώματα τα οποία το υποβιβάζουν».
24 Μαρτίου 1821. Μια μέρα πριν από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης οι Αυστριακοί καταπνίγουν την επανάσταση στη Νάπολη.
Το ιταλικό επαναστατικό κίνημα και οι ρίζες του
Ο ανήσυχος 18ος αιώνας έφερε αναστάτωση στους κόλπους τον μασονικών στοών, παρά την αρχική πρόβλεψη του καταστατικού χάρτη του 1723 που προέβλεπε που όριζε ότι «ο μασόνος είναι ένας ειρηνικός υπήκοος […] Διακηρύχνουμε πως αντιτασσόμαστε σε κάθε επέμβαση στην πολιτική ζωή». Οι ιδέες του Διαφωτισμού διείσδυσαν και σε αυτές, και έτσι μετατράπηκαν σε χώρους πολιτικών και κοινωνικών συζητήσεων και ζυμώσεων. Και ήταν λογική εξέλιξη, καθώς ο αναδυόμενος αστικός κόσμος αναζητούσε έναν παράνομο μηχανισμό οργάνωσης, ένα μέσο διάδοσης των ιδεών του, ένα διακρατικό όργανο εξάπλωσης αυτών των ιδεών. Οι μασονικές στοές με τον μυστικό χαρακτήρα τους και τα μυστικά τους σύμβολα διέθεταν μηχανισμό με πολλές διακλαδώσεις που –κι αυτό ήταν το κυριότερο– ξεπερνούσε τα κρατικά σύνορα. Οι καινούργιες κοινωνικές δυνάμεις θέλησαν να χρησιμοποιήσουν τον έτοιμο αυτόν μηχανισμό.
Μέσω αυτής της ιστορικής διαδικασίας ξεκίνησε μέσα στους κόλπους των στοών η διαπάλη ανάμεσα στα προοδευτικά και επαναστατικά στοιχεία, τα οποία προσπαθούσαν να μετασχηματίσουν τις μασονικές στοές σε μυστικές πολιτικές επαναστατικές οργανώσεις και στους συντηρητικούς που ήθελαν να τις κρατήσουν μακριά από την πολιτική, στις αρχικές περιορισμένες μασονικές επιδιώξεις τους δηλαδή, επιδιώκοντας πριν από όλα τη φιλία, την εμπιστοσύνη και την εύνοια των βασιλέων και των ηγεμόνων.

Για τους Γάλλους η Ιταλία ήταν και ένα πεδίο για εκμετάλλευση. Ήθελαν να επωφεληθούν από τους Ιταλούς πατριώτες πρώτα και κύρια, κι όχι να τους ωφελήσουν απαραίτητα. «Τα γαλλικά στρατεύματα εισέρχονται στη Ρώμη το 1798». (Πίνακας του Hippolyte Lecomte)
Η εσωτερική διαπάλη μέσα στις στοές συνεχίστηκε ως το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης. Ωστόσο είχαν στο μεταξύ αρχίσει να δημιουργούνται και άλλες μυστικές εταιρείες στα πρότυπα των μασονικών στοών, με λιγότερο ή περισσότερο ξεκάθαρες πολιτικές και κοινωνικές επιδιώξεις. Η πιο γνωστή από όλες, η οποία και άσκησε τεράστια επίδραση σε σχεδόν όλη τον Ευρώπη, ήταν η Εταιρεία των Ιλουμινάτι, των Φωτισμένων, που ιδρύθηκε το 1766 στη Βαυαρία από τον Άνταμ Βάιζαουπτ, με σκοπό τη διάδοση των αρχών του Διαφωτισμού. Χρησιμοποίησε την εμπειρία που είχε από την οργάνωση του Τάγματος των Ιησουιτών, ενώ από τις μασονικές στοές δανείστηκε την τεχνική της Μυστικής Εταιρείας με την ιεραρχία και τη μυστικότητά της. Από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης της καινούργιας Εταιρείας τέθηκε το ζήτημα των σχέσεών της με την κοινή μασονία. Η απόφαση ήταν να κυριαρχήσουν μυστικά οι Ιλουμινάτι σε όλες τις μασονικές στοές, και το πρώτο βήμα για την επίτευξη του στόχου αυτού ήταν να ενταχθεί η εταιρεία στη μασονία.
Η Εταιρεία των Ιλουμινάτι γρήγορα επεκτάθηκε σε πολλές περιοχές της Γερμανίας και της κεντρικής Ευρώπης, στη Ρηνανία, τη Σαξονία, την Γκότα, την Πρωσία, τη Βοημία, την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Ελβετία, την περιοχή του Τιρόλου και την Ιταλία.
Ανάμεσα στα μέλη τους ήταν ο Γκαίτε και ο Σίλερ και πιθανότατα και ο Μότσαρτ. Σύντομα άρχισε η δίωξή τους από τις αρχές και τους Ιησουίτες, και πολλοί εξορίστηκαν από τα γερμανικά κράτη. Δύο από τους στενότερους συνεργάτες του Βάιζαουπτ, οι Ιταλοί Αλεσάντρο Σαβιόλι και μαρκήσιος Κοστάντσο, καταφεύγουν στην Ιταλία όπου ήδη είχαν συσταθεί Στοές Ιλουμινάτι στο Τιρόλο, στις περιοχές της Βενετίας κα της Λομβαρδίας. Νέες στοές ιδρύονται στη Νάπολη, τη Φλωρεντία και την ευρύτερη περιοχή της Τοσκάνης. Είναι πολύ πιθανό ότι και ο Μπουοναρότι(1) διαμορφώθηκε ιδεολογικά γύρω από τα ζητήματα της ισότητας σε κάποια στοά των Ιλουμινάτι της Φλωρεντίας ή της Πίζας.
Από τις μασονικές στοές στις ιακωβινικές λέσχες
Παράλληλα, σημαντικές ιδεολογικές ζυμώσεις γίνονταν στις μασονικές στοές της Γαλλίας, γεγονός που έκανε πολλούς ιστορικούς να ισχυριστούν ότι η ιδεολογία της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 είναι η μασονική ιδεολογία (π.χ. ο Χόμπσμπαουμ). Γεγονός είναι ότι τα στρατεύματα της Δημοκρατίας μαζί με τις επαναστατικές ιδέες μετέφεραν στις νικηφόρες εκστρατείες τους και τις μασονικές στοές, οι οποίες επρόκειτο σύντομα να μετασχηματιστούν στις ιακωβινικές λέσχες.
Με την είσοδο των γαλλικών στρατευμάτων στην Ιταλία, η Λομβαρδία, η Μπολόνια και η Φεράρα συγκροτούν την Εντεύθεν των Άλπεων Δημοκρατία, Λίγο αργότερα το βασίλειο της Νάπολης μετατρέπεται στην Παρθενόπεια Δημοκρατία. Μία προσωρινή δημοκρατική κυβέρνηση σχηματίστηκε στην Τοσκάνη. Ο πάπας έχασε την εξουσία του και το κράτος του ανακηρύχθηκε σε δημοκρατία. Ωστόσο το βασίλειο του Πεδεμοντίου και η περιοχή της Βενετίας πέρασαν στα χέρια της Γαλλίας.
Το 1802, η μασονία στην Ιταλία, υπό την αιγίδα του Ναπολέοντα, μεταβλήθηκε σε συντηρητική κυβερνητική υπηρεσία. Παράλληλα, ο αρχικός ενθουσιασμός είχε σαφώς περιοριστεί και οι Ιταλοί «πατριώτες» άρχισαν σταδιακά να συνειδητοποιούν τους πραγματικούς κατακτητικούς σκοπούς του Βοναπάρτη. Στους κόλπους των επίσημων μασονικών στοών άρχισαν να σχηματίζονται πυρήνες που συνέχιζαν την παράνομη δραστηριότητα των Ιλουμινάτι. Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη παράνομη αντιπολίτευση στην Ιταλία εναντίον των Γάλλων. Αποκρυσταλλώθηκε σε πολλές μυστικές εταιρείες, οι οποίες ουσιαστικά κατάγονταν από τους Ιλουμινάτι. Εμφανίστηκαν τότε οργανώσεις όπως η Εταιρεία των Φιλαδέλφων, η Μαύρη Ένωση, τα Φώτα και οι πρώτοι πυρήνες των Καρμπονάρων. Η κληρονομιά του επαναστατικού πνεύματος πέρασε σε εταιρείες που τα μέλη τους είχαν προέλθει από τις στοές των Ιλουμινάτι ή των Φιλαδέλφων, όπως η Καρμπονερία στη μεσημβρινή Ιταλία και τα Αδέλφια στη Βόρεια Ιταλία.
Μετά την πτώση του Ναπολέοντα, ολόκληρη η Ιταλία επέστρεψε στο παλαιό καθεστώς του κατακερματισμού και του απολυταρχισμού. Όλες οι Δημοκρατίες που είχαν συγκροτηθεί καταργήθηκαν. Μετά την παλινόρθωση στην Ιταλία, πολλοί Ιταλοί «πατριώτες» και επαναστάτες αναγκάστηκαν να εκπατριστούν καταφεύγοντας στο Παρίσι, το Λονδίνο, στην Ελβετία, στα νησιά του Ιονίου ακόμα στην Αλεξάνδρεια. Δεν διέκοψαν ωστόσο τη δράση τους. Οργάνωναν πολιτικές συγκεντρώσεις, επικοινωνούσαν με τους συντρόφους τους στην Ιταλία, συνεργάζονταν και συντόνιζαν από κοινού τις πολιτικές τους δραστηριότητες.
Παράλληλα, τα πρώτα χρόνια της παλινόρθωσης, παρά τις σκληρές διώξεις και την καταστολή, στην Ιταλία ξεφύτρωναν η μία μετά την άλλη διάφορες μυστικές εταιρείες. Απομακρυσμένες όλο και περισσότερο από τη μασονική εξάρτηση και αποβάλλοντας τον μυστικιστικό και ουτοπικό χαρακτήρα, αποκτούσαν σταδιακά όλο και πιο ξεκάθαρους εθνικούς και πολιτικούς στόχους: εκδίωξη των Αυστριακών, κατάργηση της απολυταρχίας, ενοποίηση της Ιταλίας, πολιτική και κοινωνική ισότητα.
Η επιρροή των γαλλικών ιδεών την περίοδο της εκστρατείας του Ναπολέοντα
Η Ιταλία, που επί τρεις αιώνες ήταν το μήλο της έριδος ανάμεσα σε αντίπαλες δυναστείες, επί αιώνες ένας γεωγραφικός χώρος, μία χερσόνησος η τύχη της οποίας αποφασιζόταν εκτός των συνόρων της με τη ναπολεόντεια εκστρατεία του 1796-1797 γινόταν ξανά ο μεγάλος πρωταγωνιστής της ευρωπαϊκής ηπείρου. Προκειμένου να εξηγηθεί αυτό, δεν αρκεί η επίκληση μιας φυσικής συγγένειας που έτσι κι αλλιώς ο Κορσικανός στρατηγός είχε με την ιταλική χερσόνησο. Ο Βοναπάρτης έβρισκε ειδικά στην Ιταλία τους ευνοϊκούς όρους για το καθεστώς που θα επέβαλλε στη συνέχεια στη Γαλλία.
Οι περισσότεροι Γάλλοι που γνώρισαν την Ιταλία κατά την επαναστατική περίοδο εξέφρασαν τον σκεπτικισμό τους, αν όχι την περιφρόνησή τους απέναντι στους Ιταλούς «πατριώτες». Ο πρόξενος Φουρκάντ (Fourcade) απαντούσε στον Ντελακρουά (Delacroix), όταν αυτός ζητούσε να συμβουλευθεί τους διπλωματικούς απεσταλμένους στην Ιταλία τον Ιούλιο του 1796: «Οι Ιταλοί γενικά μοιάζουν με το ανθρώπινο είδος μόνο κατά την εξωτερική μορφή που το διακρίνει και στα ελαττώματα τα οποία το υποβιβάζουν». Οι πιο μετριοπαθείς Γάλλοι σκέφτονταν ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι έτοιμοι και ώριμοι για την ελευθερία. Από την ίδια μυωπική ματιά έπασχαν και πολλοί ιστορικοί, στα μάτια των οποίων ο Μπουοναρότι και οι Ιταλοί εξόριστοι στη Γαλλία ήταν απλώς άνθρωποι χωρίς ρίζες, και θεωρούσαν ότι οι Ιταλοί Ιακωβίνοι ήταν μόνο ονειροπόλοι, αποκομμένοι από τον ίδιο τους τον λαό.

«Η αφύπνιση της Ιταλίας». Αλληγορικό σχέδιο, εμπνευσμένο από τις περιπέτειες του Γκιούλιβερ, φιλοτεχνημένο από τον Ονορέ Ντομιέ
Η πρόσφατη ιταλική και όχι μόνο ιστοριογραφία έχει αναιρέσει τις υπερβολικές αυτές κρίσεις. Από το 1789 ως το 1796 ένα ρεύμα βαθιάς συμπάθειας για τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης εκδηλώθηκε στις μάζες της Ιταλίας και ο ιακωβινισμός βρήκε σε αυτές βάσεις τόσο στέρεες αλλά και μαζική υποστήριξη, όσο σε καμία άλλη χώρα της Ευρώπης. Ωστόσο σε μεγάλο βαθμό θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι στην Ιταλία συνέτρεχαν παράλληλα και όλοι οι όροι που θα έφραζαν τον δρόμο σε αυτό τον ιακωβινισμό. Ο πολιτικός κατακερματισμός της ιταλικής χερσονήσου, οι πάρα πολύ αδύναμοι δεσμοί μεταξύ αστικών κέντρων και υπαίθρου καταδίκαζαν τους πιο δραστήριους αστικούς πυρήνες των Ιταλών ιακωβίνων, κυρίως του Πεδεμοντίου (Πιεμόντε) και της Νάπολης, να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη γαλλική γενναιοδωρία και κατά συνέπεια περιόριζε την αυτονομία της δράσης τους. Επιπλέον, το Διευθυντήριο φοβόταν τους Ιταλούς ιακωβίνους που συνδέονταν με τον Μπαμπέφ, τον Μπουοναρότι, και τους νοσταλγούς του Έτους ΙΙ και της Τρομοκρατίας. Ειδικά η στρατιά της Ιταλίας δεν ήταν καθόλου αγαπητή στο Παρίσι ακριβώς γιατί είχε «μολυνθεί» από ιακωβινισμό και τυχοδιωκτισμό. Πολλοί εκτιμούσαν, όπως ο Καρνό (Carnot), ότι μία ενιαία Ιταλική Δημοκρατία θα αποτελούσε αντίπαλο για τη Γαλλία. Ο στρατός κυρίως, που έπρεπε να συντηρηθεί από την «απελευθερωμένη» αλλά κατακτημένη στην ουσία χώρα, γινόταν αιτία να ξεσηκώνονται οι μάζες ενάντια στους Γάλλους. Ο Σταντάλ το είχε αντιληφθεί: «Ο καλός λαός του Μιλάνου δεν ήξερε ότι η παρουσία ενός στρατού, ακόμα και απελευθερωτικού, είναι πάντα μία συμφορά». Το δράμα του ιταλικού ιακωβινισμού περικλείεται μέσα σε αυτές τις αντιφάσεις.
Παράλληλα, για πολλούς φιλελεύθερους ευγενείς και αστούς της Ιταλίας, οι οποίοι αποτελούσαν τη νέα τάξη των πατρίκιων που τότε διαμορφωνόταν, η πολιτική και κοινωνική αλλαγή συνδεόταν κατά βάση με την ολοκλήρωση του έργου του πεφωτισμένου δεσποτισμού, για το ιδεώδες των μελών της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης του 1789-1791, για ένα καθεστώς ιδιοκτητών, βασισμένο στις ελευθερίες του ατόμου και την ισοπολιτεία. Ο Βοναπάρτης το αντιλήφθηκε αμέσως και είδε σε αυτό ένα πρότυπο το οποίο στο μέλλον θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στη Γαλλία. Τον Οκτώβριο του 1796 έγραφε στους κατοίκους της Εντεύθεν των Άλπεων Δημοκρατίας: «Είστε πιο ευτυχείς και από τον γαλλικό λαό, μπορείτε να φτάσετε στην ελευθερία χωρίς επαναστάσεις και εγκλήματα».
Η Ιταλία που αντίκρισε ο Ναπολέοντας φαινόταν από την πρώτη ματιά να πάσχει από μία σκλήρυνση, εγκλωβισμένη μέσα στις πολύ απαρχαιωμένες δομές της. Ο χάρτης δείχνει τον κατακερματισμό στον οποίο τη διατηρούσαν οι επί δύο αιώνες ανταγωνισμοί μεταξύ των δυναστειών. Στην εδαφική διαφοροποίηση πρέπει να προστεθεί και μία πολύ μεγάλη ανισότητα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. Οι πόλοι δραστηριότητας του ζωντανού πλούτου βρίσκονταν στις μεγάλες πόλεις της Βόρειας Ιταλίας και της Τοσκάνης και στη γύρω ύπαιθρο που είχε μεταμορφωθεί κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Μία νέα αστική τάξη στενά συνδεδεμένη ακόμα με τα αγροτικά συμφέροντα είχε διαμορφωθεί πλάι στην αριστοκρατία, μερίδα της οποίας άλλωστε ήταν ανοιχτή στα νέα ενδιαφέροντα και τις ιδέες της εποχής.

Αριστερά: Η διαιρεμένη Ιταλία. Με την είσοδο των γαλλικών στρατευμάτων συγκροτείται η Εντεύθεν των Άλπεων Δημοκρατία (Κισαλπίνα). Το 1799 δημιουργήθηκε το βασίλειο της Νάπολης που μετατράπηκε στην Παρθενόπεια Δημοκρατία. Δεξιά: Η διαίρεση της Ιταλίας μεταξύ 1805-1810, η δημιουργία του Ιταλικού βασιλείου στον βορρά και του βασιλείου της Νάπολης στον νότο, μαζί με την ενσωμάτωση ιταλικών εδαφών στη Γαλλία
Όσο κατεβαίνουμε προς τον ιταλικό νότο το σκηνικό αλλάζει άρδην. Η Ρώμη και κυρίως η Νάπολη με τις τετρακόσιες χιλιάδες κατοίκους τους ήταν τερατουπόλεις για την κλίμακα του συνολικού πληθυσμού. Αλλά δεν ήταν ζωντανοί οργανισμοί, ήταν πόλεις-παράσιτα: η εκκλησιαστική ή κοσμική φεουδαρχία συντηρούσε εκεί πλήθη δούλων και εξαθλιωμένων, ενώ οι αστοί καθηλώνονταν, λόγω έλλειψης οικονομικής δραστηριότητας, στα νομικά επαγγέλματα ή στην κρατική γραφειοκρατία. Η ύπαιθρος του ιταλικού νότου βρισκόταν σε ακόμα μεγαλύτερη καθυστέρηση. Χωρίς οδούς επικοινωνίας και στο έλεος των ληστών, βρισκόταν επί αιώνες σε λήθαργο. Τεράστια λατιφούντια (φεουδαλικές γαιοκτησίες γιγαντιαίου μεγέθους) απέκλειαν στους αγρότες την πρόσβαση στη γη.
Υπήρχαν, κυρίως στη Βόρεια Ιταλία, ορισμένοι κύκλοι στις πόλεις, οι οποίοι παρασυρμένοι από μία σχετική ευημερία του τέλους του 18ου αιώνα, επιθυμούσαν ελευθερία και μεταρρυθμίσεις. Ήταν αποκομμένοι όμως μεταξύ τους, σε μεγάλο βαθμό λόγω του πολιτικού κατακερματισμού, και ακόμα πιο αποκομμένοι από τις μάζες των ακτημόνων αγροτών, με την οποία η μεγάλη «συμμαχία» του 1789, όπως στη Γαλλία, έμοιαζε στην περίπτωση της Ιταλίας σχεδόν αδύνατη, ακριβώς επειδή εδώ δεν υπήρχε μαζική μικρή αγροτική ιδιοκτησία (το 1789 στη Γαλλία το 40% της καλλιεργήσιμης γης ανήκε σε μικρούς αγρότες ιδιοκτήτες). Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους η Ιταλία φαινόταν ίσως η ιδανική περίπτωση για την εφαρμογή ενός πεφωτισμένου δεσποτισμού κατά τον 18ο αιώνα. Οι φιλελεύθεροι με τη βοήθεια ηγεμόνων ή υπουργών, που ήταν οπαδοί ιδεών της νεωτερικότητας, είχαν πετύχει συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα τον περιορισμό των προνομίων και του πλούτου του κλήρου, χωρίς την ανατροπή των υπαρχουσών δομών.
Η Γαλλική Επανάσταση όμως προκάλεσε βαθιές μεταλλάξεις και στην Ιταλία. Προκειμένου να εμποδίσουν τη μετάδοση και τη διάδοσή της, οι Ιταλοί ηγεμόνες αντέδρασαν με την καταστολή με την αποθάρρυνση κάθε επιθυμίας για μεταρρυθμίσεις. Ακόμα και οι πιο μετριοπαθείς διώκονταν. Οι πρίγκιπες, οι οποίοι ως τότε υποστήριζαν τον Γιανσενιστικό κλήρο(2) τρομοκρατήθηκαν από το Αστικό Σύνταγμα (ή Πολιτική Σύνταξη) της Εκκλησίας στη Γαλλία και τον εγκατέλειψαν στο έλεος του Πάπα. Αυτό το κύμα αντίδρασης συνέβαλε στη ριζοσπαστικοποίηση του μεταρρυθμιστικού κινήματος. Οι πρώην οπαδοί του πεφωτισμένου δεσποτισμού μετατοπίστηκαν προς πιο προωθημένες πολιτικές θέσεις, παρόμοιες με θέσεις μελών της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης του 1789. Άλλοι πήγαν ακόμα πιο μακριά και ονειρεύθηκαν μία Ιταλική Δημοκρατία.
Όλοι αυτοί οι ριζοσπάστες ήταν μάλλον λιγότερο απομονωμένοι από τις μάζες από όσο έχουν ισχυριστεί πολλοί ερευνητές. Η Γαλλική Επανάσταση είχε μία απήχηση στις ιταλικές μάζες, που δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στην προπαγάνδα που έφτανε από το Παρίσι. Στο Dronero (Πεδεμόντιο) ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι το 1791 φωνάζοντας «Ζήτω το Παρίσι, ζήτω η Γαλλία!». Στην Odogna (Αμπρούτσι) η κοινότητα δήλωσε στους βασιλικούς επιτρόπους ότι ήθελε να διοικείται μόνη της όπως οι γαλλικές κοινότητες. Στο Rionero (Μπαζιλικάτα) το πλήθος κατέκλυσε την πλατεία του χωριού τον Δεκέμβριο του 1793 και φώναζε: «Θέλουμε να κάνουμε ό,τι και οι Γάλλοι». Οι Ιταλοί ιστορικοί λοιπόν έχουν λόγους να αμφισβητούν τη θρυλούμενη παθητικότητα ή εχθρότητα των μαζών απέναντι στην Επανάσταση, αν και είναι σαφές ότι αναφερθήκαμε μόνο σε κάποιες περιπτώσεις, από τις οποίες δύσκολα θα μπορούσαν να βγουν ασφαλή συμπεράσματα, όσον αφορά την περίοδο πριν από τη γαλλική κατοχή της χερσονήσου, του 1796-1797.
Το ιακωβινικό πατριωτικό κίνημα διαμορφώθηκε κυρίως από τις μασονικές στοές που συνδέονταν με τη στοά της Μασσαλίας. Στο Τορίνο και στη Νάπολη οι στοές δημιούργησαν λέσχες, οι οποίες πολλές φορές επιχείρησαν συνωμοσίες και σκευωρίες. Ορισμένοι ιακωβίνοι, κυνηγημένοι από την αστυνομία, κατέφυγαν στη Γαλλία και συσπειρώθηκαν γύρω από τον Μπουοναρότι.
Τo ιακωβινικό κίνημα ήταν μεγάλης σημασίας για το μέλλον της Ιταλίας. «Αποτελεί», γράφει ο Ιταλός ιστορικός Τζόρτζιο Καντελόρο (Giorgio Candeloro), «την πρώτη συσπείρωση ανθρώπων που ήρθαν από όλα τα ιταλικά κράτη, έτοιμων να αγωνιστούν και να θυσιαστούν για πολιτική ανανέωση και για μια μορφή ανεξαρτησίας και ενότητας». Βραχυπρόθεσμα ωστόσο ήταν διπλά καταδικασμένο σε αποτυχία. Οι εσωτερικές συνθήκες της Ιταλίας ευνοούσαν περισσότερο μία μεταρρυθμιστική και μετριοπαθή μετάβαση παρά μία επαναστατική ανατροπή. Τα πάντα εξαρτιόνταν ακόμα από τη Γαλλία. Αλλά τόσο για την κυβέρνηση της Γαλλίας όσο και για την πεφωτισμένη μερίδα της κοινής της γνώμης, η Ιταλία ήταν απλώς μία διπλωματική διακύβευση και ένα πεδίο για εκμετάλλευση. Ήθελαν να επωφεληθούν από τους Ιταλούς πατριώτες πρώτα και κύρια, και όχι να τους ωφελήσουν απαραίτητα. Εξάλλου, η ώρα του μαζικού ιταλικού ιακωβινισμού δεν είχε ακόμα έρθει.
Καταβολές και ανάπτυξη του κιαρμποναρισμού μέχρι την εξέγερση του 1820 – 1821
Παρόλο που οι καταβολές του και το ξεκίνημα του καρμποναρισμού είναι αρκετά σκοτεινά και θολά, οι Ιταλοί ιστορικοί συμφωνούν ότι λίκνο του είναι η Νάπολη και η καταγωγή του ιταλικού ιακωβινισμού βρίσκεται στην περίοδο της γαλλικής κατοχής. Στη Νάπολη εκείνη την περίοδο είχε ιδρυθεί η Εταιρεία των Ασυμβίβαστων που χωρίστηκε σε δύο λέσχες: τη Lomo (από τα αρχικά των λέξεων Liberta o morte, Ελευθερία ή Θάνατος), κέντρο των μετριοπαθέστερων στοιχείων, και τη Romo (από τα αρχικά των λέξεων Republica o morte, Δημοκρατία ή Θάνατος), κέντρο των Ιακωβίνων. Από αυτή την Εταιρεία ξεκίνησε, υποστηρίζουν κάποιοι ερευνητές, ο καρμποναρισμός. Αν και τα πρώτα πάντως γραπτά στοιχεία για αυτήν τη μυστική εταιρεία είναι πολύ μεταγενέστερα, αποδεικνύουν ωστόσο ένα πράγμα: οι πρώτες ρίζες της βρίσκονται στην περίοδο της γαλλικής κατοχής και στόχο έχουν την υπεράσπιση της ναπολεόντειας κυριαρχίας. Και μάλιστα η εταιρεία, σύμφωνα με μαρτυρίες όπως του στρατηγού του Ναπολέοντα Ζ. Ροσέτι, ιδρύθηκε από Γάλλους εκείνη την περίοδο. Επομένως οι πρώτοι καρμπονάροι στην Ιταλία είναι γαλλικής προέλευσης. Μια άλλη μαρτυρία του Νοεμβρίου του 1815, από τον Πιέτρο Ντόλτσε προς τον κόμη Σοράν, αναφέρει ότι η εταιρεία ιδρύθηκε πιθανόν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στη Ρωσία, από Ιλουμινάτι της Νάπολης, με την καθοδήγηση των Ιλουμινάτι του Λιβόρνο.

Μετά την πτώση του Ναπολέοντα και την παλινόρθωση η Ιταλία επέστρεψε στο παλαιό καθεστώς. Παρά τις σκληρές διώξεις ξεφύτρωναν διάφορες μυστικές εταιρείες. Σύλληψη καρμπονάρων σε εικονογράφηση του 19ου αιώνα
Από το βασίλειο της Νάπολης γρήγορα διαδόθηκε ο καρμποναρισμός σε ολόκληρη την Ιταλία. Αναπτύχθηκε ωστόσο ως μια ισχυρή συνωμοτική οργάνωση μετά την πτώση του Ναπολέοντα και την Παλινόρθωση της απολυταρχίας. Στον καρμποναρισμό μυήθηκαν οι πιο δραστήριοι φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί έμποροι, γιατροί δικηγόροι, δάσκαλοι, κατώτεροι κληρικοί, φιλελεύθεροι ευγενείς, τεχνίτες αλλά και αρκετά λαϊκά στοιχεία. Ο καρμποναρισμός προσπάθησε να εισχωρήσει και να αποκτήσει βάσεις και μέσα στον στρατό.
Η Εταιρεία των Καρμπονάρων είχε τρεις βαθμίδες ιεραρχίας, με ξεχωριστά σύμβολα και τελετές μύησης. Στην κατώτερη βαθμίδα ήταν οι «Μαθητευόμενοι» (Apprendisti), στη δεύτερη βαθμίδα ήταν οι «Διδάσκαλοι» (Maestri), ενώ τέλος στην τρίτη και ανώτερη βαθμίδα ήταν ο «Μεγάλος Διδάσκαλος». Στην πρώτη βαθμίδα υποστηρίζονταν γενικά διάφορες ουμανιστικές αρχές βασισμένες στην πατροπαράδοτη θρησκεία και ηθική. Στη δεύτερη βαθμίδα γινόταν λόγος για Σύνταγμα, ανεξαρτησία και ελευθερία. Στην τρίτη βαθμίδα διακηρυσσόταν η δημιουργία μιας δημοκρατίας και ενός καθεστώτος κοινωνικής ισότητας, η οποία θα πραγματοποιηθεί με τον αγροτικό νόμο για την αναδιανομή της γης. Άλλες μαρτυρίες κάνουν λόγο για τέσσερις βαθμίδες, όπου ανάμεσα στους «Διδάσκαλους» και τον «Μεγάλο Διδάσκαλο» υπάρχει και η βαθμίδα του «Τέλειου Διδάσκαλου».
Η εισδοχή στην Εταιρεία γινόταν με διάφορους τελετουργικούς τύπους. Από οργανωτική πλευρά ωστόσο, τόσο όσον αφορά τη συγκρότηση και τη λειτουργία όσο και τους τρόπους εισδοχής, οι καρμπονάροι ήταν πολύ ελαστικοί και προσαρμόζονταν κάθε φορά στις ειδικές συνθήκες. Το καταστατικό των καρμπονάρων όριζε ότι αν κάποιο από τα μέλη του κριθεί άξιο θανάτου για προδοσία ή άλλο έγκλημα, οριζόταν με κλήρο εκείνος που θα έπρεπε να τον εκτελέσει, κι αν εκείνος αρνιόταν, του επιβαλλόταν η ίδια ποινή. Οι καρμπονάροι εξαπλώνοντας τη δράση και την οργάνωσή τους σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού, επιχειρούσαν να πραγματοποιήσουν την εθνική ενότητα. Αυτό καθόριζε και το μίνιμουμ του προγράμματός τους, πάνω στο οποίο μπορούσαν να συμφωνήσουν όλα αυτά τα ετερόκλητα στοιχεία. Συνοψιζόταν στην πάλη κατά του ξένου κατακτητή, και στην πάλη κατά της απολυταρχίας και των «τυράννων» με διάφορες ιδιομορφίες από περιοχή σε περιοχή.
Η απολυταρχική αντίδραση αντιμετώπισε με μίσος ανάμεικτο με τρόμο τους καρμπονάρους. Εκτός από την αστυνομική καταστολή, τους διωγμούς, τις δίκες και τις καταδίκες των καρμπονάρων, οι απολυταρχικές κυβερνήσεις και οι μυστικές αστυνομίες της Ιταλίας χρησιμοποίησαν και άλλα μέσα, όπως τις παρακρατικές οργανώσεις, που με το στιλέτο και τη δολοφονία προσπαθούσαν να διαφυλάξουν τη «νόμιμη» εξουσία από τη δράση των καρμπονάρων. Το 1816, ο υπουργός Αστυνομίας του Βασιλείου της Νάπολης Αντόνιο Καπέτσε Μινούτολο, πρίγκιπας της Κανόζα, ίδρυσε τη διαβόητη Εταιρεία των Καλντεράρι, στην οποία συνένωσε και όλες τις άλλες αντιδραστικές εταιρείες προκειμένου να πολεμήσει τους καρμπονάρους. Στο παπικό κράτος, το έργο εναντίον των καρμπονάρων είχαν αναλάβει οι Σανφεντίστι, δηλαδή οι «Υπερασπιστές της Αγίας Πίστης».
Τον Ιούλιο του 1820 ξεσπάει η εξέγερση της Νάπολης. Ένα σύνταγμα με διοικητή τον Γουλιέλμο Πέπε, στο οποίο είχαν επιρροή οι καρμπονάροι, κήρυξε την ανταρσία, στην οποία προσχώρησαν και άλλοι στρατιωτικοί σχηματισμοί με επικεφαλής καρμπονάρους αξιωματικούς. Μέσα σε λίγες ημέρες οι εξεγερμένοι κυριάρχησαν σε ολόκληρο το βασίλειο. Ο βασιλιάς Φερδινάνδος παραιτήθηκε υπέρ του γιου, δούκα της Καλαβρίας, ενώ ανακηρύχθηκε και το Σύνταγμα. Τον Ιανουάριο του 1821, οι αυτοκράτορες της Ρωσίας και της Αυστρίας και ο βασιλιάς της Πρωσίας συναντήθηκαν στο Λάιμπαχ, όπου παρευρέθηκε και ο διωγμένος βασιλιάς του βασιλείου της Νάπολης, ενώ υπήρχε και αντιπρόσωπος της Μεγάλης Βρετανίας. Αποφασίστηκε η Αυστρία να αναλάβει δράση. Τον Φεβρουάριο του 1821, ένας στρατός από 52.000 Αυστριακούς εισέβαλε στην Ιταλία για να καταστείλει την ναπολιτάνικη επανάσταση. Ενώ όμως ο αυστριακός στρατός βρισκόταν ακόμα στην Τοσκάνη, οι καρμπονάροι ξεσήκωσαν το Πιεμόντε στις 10 Μαρτίου 1821. Ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Α΄ παραιτήθηκε και ανακηρύχθηκε το Σύνταγμα. Οι Αυστριακοί κατέπνιξαν την επανάσταση στη Νάπολη στις 24 Μαρτίου 1821.
Ένας άλλος αυστριακός στρατός από 46.000 άνδρες κατέπνιξε επίσης την επανάσταση του Πιεμόντε στις 9 Απριλίου 1821. Η «νόμιμη εξουσία» σώθηκε και η απολυταρχία αποκαταστάθηκε. Ακολούθησαν τρομερά αντίποινα και άγριοι διωγμοί των δημοκρατικών στοιχείων και στα δύο βασίλεια. Ωστόσο η αρχή είχε γίνει και θα κατέληγε τέσσερις δεκαετίες αργότερα στην ενοποίηση της Ιταλίας. Αυτή ήταν και η πρώτη μαζική εμφάνιση των καρμπονάρων και του καρμποναρισμού στην Ιταλία.
* Ο Θανάσης Γάλλος είναι διδάκτορας Ιστορίας ΕΚΠΑ
** Αναδημοσιεύεται από το τεύχος #57 του HotDoc.History που κυκλοφόρησε στις 20 Ιανουαρίου 2020. Διατηρούνται οι ιδιότητες των προσώπων όπως είχαν την εποχή της δημοσίευσης.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
* Αντόνιο Γκράμσι, Il Risorgimento, Τόμος Ζ’, Στοχαστής, Αθήνα 1987.
* Αντώνης Λιάκος, Η ιταλική ενοποίηση και η Μεγάλη Ιδέα, Θεμέλιο, Αθήνα 1985.
* Κ. Πορφύρης, Ο Ανδρέας Κάλβος Καρμπονάρος. Η Μυστική Δίκη των Καρμπονάρων της Τοσκάνης, Θεμέλιο, Αθήνα 1975.
* Φρανσουα Φυρέ – Ντενί Ρισέ, Η Γαλλική Επανάσταση, Εστία, Αθήνα 1997.
* Anthony Cardoza, A History of Modern Italy: Transformation and Continuity, 1796 to the Present, Oxford University Press, Oxford, 2018.
* Frank J. Coppa (ed.), Dictionary of Modern Italian History, Greenwood, Connecticut, 1985.
* Paul Guichonnet, Histoire de l’Italie, Presses Universitaires de France, Paris, 1969.
* Eric Hobsbawm, Η Εποχή των Επαναστάσεων, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1997.
Παραπομπές
(1) Ο Φιλίπο Μπουoναρότι συμμετείχε στη «Συνωμοσία των Ίσων» του Μπαμπέφ, την πρώτη κομμουνιστική οργάνωση δράσης στην Ιστορία
(2) Ο Γιανσενισμός ήταν ένα θρησκευτικό κίνημα, και μετέπειτα πολιτικό, το οποίο αναπτύχθηκε κατά τον 17ο και 18ο αιώνα, κυρίως στη Γαλλία, ως μέσο αντίδρασης σε ορισμένες εξελίξεις εντός της Καθολικής Εκκλησίας, καθώς και στον βασιλικό απολυταρχισμό.















