ΗΠΑ: Δουλεμπόριο πίσω απ’ τα κάγκελα

Οι ιδιωτικές φυλακές στις ΗΠΑ επιβεβαιώνουν τη ρήση του Βεσπασιανού ότι «τα χρήματα δεν όζουν».

Το αμερικανικό ποινικό σύστημα φυλάκισε το 2018 περίπου 2,1 εκατομμύρια ανθρώπους. Ο υπερπληθυσμός των φυλακών οδήγησε την πολιτεία να συνάψει συμβόλαια με ιδιωτικές εταιρείες, οι οποίες φάνηκαν πρόθυμες να «φιλοξενήσουν» σε δικές τους εγκαταστάσεις τους τρόφιμους.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, περίπου 116.000 βρίσκονταν το 2019 σε ιδιωτικές φυλακές. Από το 2000 ο πληθυσμός των ιδιωτικών φυλακών έχει αυξηθεί κατά 32%, πολύ περισσότερο από το 3% του γενικού πληθυσμού κρατουμένων. Σε οχτώ πολιτείες ο πληθυσμός των ιδιωτικών φυλακών έχει υπερδιπλασιαστεί στο ίδιο χρονικό διάστημα ενώ 20 πολιτείες δεν έχουν καθόλου ιδιωτικές φυλακές. Το κρίσιμο ερώτημα είναι φυσικά ο τρόπος με τον οποίο οι ιδιωτικές φυλακές βγάζουν κέρδος.

Περικοπές και (σχεδόν) δωρεάν εργασία

Με την ιδιωτική φυλακή οι υποχρεώσεις της πολιτείας περιορίζονται στην επιτήρησή της για την εξασφάλιση των όρων του συμβολαίου, καθώς και στον ορισμό της ποινής και στην αποστολή κρατουμένων στις εγκαταστάσεις της.

Αρχικά για να βγει κέρδος η ιδιωτική εταιρεία που λειτουργεί τις εγκαταστάσεις κάνει περικοπές σε προγράμματα για τους κρατούμενους καθώς και στη στελέχωση και την εκπαίδευση του σωφρονιστικού προσωπικού. Έτσι προκύπτει μια διαφορά από τα χρήματα που έχει λάβει από το κρατικό συμβόλαιο, την οποία μπορεί να διοχετεύσει ως μέρισμα στους μετόχους.

Στο συμβόλαιο με το κράτος ορίζεται η βάση πληρωμής της εταιρείας. Μπορεί να βασίζεται στο μέγεθος της εταιρείας, σε ένα σταθερό ποσό ή όπως γίνεται στις περισσότερες περιπτώσεις στο πόσους κρατούμενους φιλοξενεί η φυλακή.

Επειτα είναι η εργασία των κρατουμένων. Στα σωφρονιστικά καταστήματα των ΗΠΑ η εργασία των κρατουμένων είναι μια από τις πολιτικές που χαιρετίζονται ως συνθήκη που επιτρέπει στους κρατούμενους να επανενταχτούν στην κανονικότητα.

Ωστόσο τα πράγματα δεν είναι τόσο αθώα. Τα ημερομίσθια των κρατουμένων είναι πενιχρά, αφού κυμαίνονται από 0,50 έως 2 δολάρια, αναλόγως την πολιτεία. Η μεγάλη μάζα που τροφοδοτεί αυτήν τη «βιομηχανία» άτυπου δουλεμπορίου είναι οι μετανάστες. Εκμεταλλευόμενες το κενό πρόβλεψης της Δέκατης Τρίτης Τροπολογίας, η οποία επιτρέπει τη δουλεία ως τιμωρία για τελεσμένο έγκλημα, οι ιδιωτικές φυλακές χρησιμοποιούν σχεδόν 40.000 μετανάστες στα κάτεργά τους.

Οι μετανάστες στα κέντρα κράτησης της Υπηρεσίας Μετανάστευσης και Φύλαξης Συνόρων (ICE) κοντά στα σύνορα, που τα διαχειρίζονται ιδιωτικές εταιρείες, βρίσκονται μπροστά στο δίλημμα είτε να εργαστούν είτε να στερηθούν βασικά αγαθά και υπηρεσίες, ακόμη και να αντιμετωπίσουν τιμωρίες αν αρνηθούν την εργασία. Τα προϊόντα που κατασκευάζουν καλύπτουν ευρεία γκάμα: από ρούχα και μπαλόνια μέχρι αναρτήσεις φορτηγών και μολύβδινες βαλβίδες.

Οι ιδιωτικές φυλακές υπάρχουν από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, ωστόσο την τελευταία εικοσαετία με τις πολιτικές που οδήγησαν στον υπερπληθυσμό κρατουμένων βλέπουν τις δουλειές τους να ανθούν: το 2019 η μεγαλύτερη εταιρεία διαχείρισης φυλακών GEO Group είχε έσοδα 2,48 δισ. δολάρια και η δεύτερη και παλαιότερη εταιρεία Core Civic είχε τζίρο 1,98 δισ. δολάρια. Μόνο οι δύο αυτές εταιρείες διαχειρίζονται 232 καταστήματα με πάνω από τους μισούς κρατούμενους ιδιωτικών φυλακών.

Πολιτική απόφαση για μεγαλύτερες ποινές

Οι ΗΠΑ κατέχουν τη θλιβερή πρωτιά ως η χώρα με τους περισσότερους φυλακισμένους στον κόσμο, με διαφορά από τη δεύτερη Ρωσία. Αυτό οφείλεται σε σαφή επιλογή των κυβερνήσεων της χώρας για αύξηση της διάρκειας και της αυστηρότητας των ποινών. Ρόλο στην κατεύθυνση αυτή έπαιξε και το λόμπινγκ των μεγάλων εταιρειών που διαχειρίζονται ιδιωτικές φυλακές.

Αλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στην αλλαγή πλεύσης ήταν η αύξηση της εγκληματικότητας τις δεκαετίες του ’70 και ’80, η απόφαση της αστυνομίας να δώσει έμφαση στις συλλήψεις κατά τη διάρκεια του περίφημου «πολέμου εναντίον των ναρκωτικών» και η γενικότερη αλλαγή στάσης προς το αυστηρότερο απέναντι σε εγκληματίες από αξιωματούχους της Δικαιοσύνης.

Από τη δεκαετία του 1930 οι ΗΠΑ βασίζονταν στο σύστημα απροσδιόριστης ποινής, στο οποίο η ποινή είχε ένα εύρος ως προς τη διάρκειά της, με ορισμένο μόνο ένα κατώτατο όριο ετών. Θεωρητικά, αυτό γινόταν για να επιβάλλονται οι πρέπουσες ποινές σε κάθε περίπτωση ξεχωριστά, με έμφαση στον σωφρονισμό ως κύριο στόχο της τιμωρίας. Αυτό ίσχυσε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν και το σύστημα αυτό δέχτηκε κριτική για την ασυνέπεια στις ποινές, την έλλειψη διαφάνειας και διαδικαστικής δικαιοσύνης.

Ακολούθησαν τρεις διακριτές περίοδοι μεταρρύθμισης του ποινικού συστήματος που κατέληξε σε αυτό που βλέπουμε σήμερα:

• Η πρώτη, από το 1975 μέχρι τα μέσα του 1980, που είχε σκοπό να κάνει τις ποινές πιο προβλέψιμες και να διορθώσει τις φυλετικές προκαταλήψεις.

• Η δεύτερη, από τα μέσα του 1980 μέχρι το 1996, είχε σκοπό να κάνει τις ποινές πιο αυστηρές για εγκλήματα σχετικά με ναρκωτικά και βία. Τα κυριότερα εργαλεία προς αυτή την κατεύθυνση ήταν οι νόμοι για υποχρεωτική ελάχιστη ποινή, τα «τρία στράικ», η αλήθεια στην ποινή και τα ισόβια χωρίς αναστολή. Οι νόμοι αυτοί δεν ανακούφισαν παρά ελάχιστα από την εγκληματικότητα. Πιο χαρακτηριστικός είναι ο νόμος που δανείζεται την ορολογία του μπέιζμπολ για τα τρία στράικ: όποιος διέπραττε τρίτο κακούργημα λάμβανε 25 χρόνια κάθειρξη!

• Στην τρίτη περίοδο, από το 1996 μέχρι σήμερα, δεν άλλαξε σημαντικά κάτι. Αυτές οι αλλαγές είχαν αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού των φυλακών και την επιδείνωση των φυλετικών διακρίσεων.

Ετικέτες