«Ιστορίες Ανεμελιάς» είναι ο τίτλος της έκθεσης στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων που εξερευνά τα όρια και τις ανατροπές της εποχής της αθωότητας.
Το καλοκαίρι δεν είναι μόνο ο καυτός κάθετος ήλιος πάνω στις ξερολιθιές και στα φρεσκοβαμμένα παραθυρόφυλλα. Ούτε το άραγμα στην παραλία με μια μπίρα και καλή καρδιά. Το καλοκαίρι έχει και σκιές. Είναι μια εποχή που πυκνώνει και διαστέλλεται, φανερώνει και συσκοτίζει, αποκαλύπτει, αναδεικνύει, αντιπαραβάλλει, καθρεφτίζει. Η καλοκαιρινή έκθεση που στήθηκε στη Δημοτική Πινακοθήκη της Αθήνας και τα εγκαίνια της οποίας συνέπεσαν με το πρώτο επιθετικό σκαρφάλωμα του υδραργύρου μάς τονίζει από τα πρώτα κιόλας έργα ότι οι επιμελητές της θέλησαν να σηκώσουν την κουρτίνα πέρα και πάνω από τα στερεότυπα.
Δεν έμειναν στο επίπεδο της απολαυστικής ραστώνης, της σχεδόν μοιρολατρικής αποδοχής του εκτυφλωτικού φωτός μέσα από τη φαινομενική ακινησία και την απεραντοσύνη του ελληνικού καλοκαιριού. Αποφάσισαν να ψάξουν ενδοσκοπικά και να «χαρτογραφήσουν» όλα τα βάθη και τα ύψη της ανεμελιάς, της χαρακτηριστικής ψυχικής κατάστασης που συνδέεται με το θέρος, όπως τη ζήσαμε στα παιδικά μας καλοκαίρια, αλλά και όταν η ζωή μάς έκανε να την απαρνηθούμε.
«Η ανεμελιά έχει όριο, τόπο, χρόνο και διαφορετικές εκφάνσεις. Το πρώτο όριο είναι η παιδική ηλικία. Επειτα από αυτήν υπάρχουν μόνο στιγμές χαλάρωσης και ευτυχίας, δανεικές και πρόσκαιρες και τις χαιρόμαστε ως τέτοιες», εξηγεί ο Κώστας Νικάκης, ένας εκ των επιμελητών της έκθεσης, ο οποίος με ξενάγησε σε πάνω από 80 έργα ζωγραφικά, χαρακτικά, γλυπτά, φωτογραφικά και σκίτσα μέσα από το σπάνιο φωτογραφικό και σκιτσογραφικό αρχείο της Πινακοθήκης, τα οποία συνθέτουν την έκθεση με τίτλο «Ιστορίες Ανεμελιάς». Μαζί μας ήταν και η προϊσταμένη της Δημοτικής Πινακοθήκης Βικτώρια Ζυγούρου-Καρτάλη, η οποία μας είπε: «Επιλέξαμε έργα παλαιότερων καλλιτεχνών από τις μόνιμες συλλογές μας αλλά και πολύ νέων δημιουργών από τη Σχολή Καλών Τεχνών. Αυτός ο συνδυασμός, μαζί με την παρουσίαση για πρώτη φορά έργων από τη δωρεά του Βλάσση Φρυσίρα, ανοίγει έναν διάλογο ανάμεσα στις γενιές αφήνοντας χώρο για ανταλλαγή και αναστοχασμό».

Η πολύπλευρη αποτύπωση
Για του λόγου το αληθές, το εντυπωσιακό άτιτλο έργο της Χριστίνας Τσίκνα, τελειόφοιτης της ΑΣΚΤ που αποτελείται από μια μεγάλη τούρτα και είκοσι επτά cup cakes, όσα και τα χρόνια της, δεσπόζει στον χώρο απέναντι από τις μεταπολεμικές καλοκαιρινές σκιτσογραφίες του Σταμάτη Πολενάκη και άλλων σπουδαίων ζωγράφων της ΑΣΚΤ, οι οποίες επίσης εκτίθενται για πρώτη φορά. Το μάτι μου πέφτει σχεδόν αμέσως στο ποδήλατο του χαράκτη Νίκου Δεσεκόπουλου που συνομιλεί με το έργο του Στέλιου Βότση και με τον πολύχρωμο ποδηλάτη του, ο οποίος διατρέχει ένα ασπρόμαυρο τοπίο.
«Είναι ο δικός τους τρόπος να αποτυπώσουν την ανεμελιά εξερευνώντας τον κόσμο πάνω στις ρόδες» λέει ο κ. Νικάκης εξηγώντας ότι για κάθε καλλιτέχνη η ανεμελιά έχει μια βαθιά, προσωπική σημασία. «Για τη Δέσποινα Μεϊμάρογλου είναι η πρωινή προσευχή του μουεζίνη που της θυμίζει τα παιδικά της χρόνια στην Αίγυπτο. Για τον Αλέκο Φασιανό ο καβαλάρης με τα μαλλιά και το μαντίλι του να ανεμίζουν, καθώς αποτυπώνουν στον πίνακα τη χαρά της ζωής ως στάση και καλλιτεχνική επιλογή».
Καθώς προχωράμε πιο συντεταγμένα, ακολουθώντας τη σειρά των διαφορετικών εκθεσιακών ενοτήτων, περνάμε από παλιότερες καταστάσεις πολυάνθρωπης ανεμελιάς, με χαρμόσυνες απεικονίσεις ομηγύρεων σε θάλασσες και εξοχές του Νικόλαου Καστανάκη και του Παύλου Παυλίδη, σε έργα πιο σύγχρονα, όπως το φωτορεαλιστικό έργο «Μικρή Ανοιξη» της Σοφίας Φωτιάδου με ένα μικρό κορίτσι να μας κοιτάζει με μια υποψία θλίψης στα μάτια. Η σκοτεινή τραμπάλα της Φιλιππίνας Λιβιτσιάνου με κάνει να αναρωτιέμαι πού πήγαν οι αθώες, χαρούμενες στιγμές των δύο κοριτσιών που απεικονίζονται.
«Δεν κάνουν όλα τα παιδιά του πλανήτη τραμπάλα ανέμελα, χιλιάδες κουβαλούν δυσβάστακτα βαρίδια» μου απαντάει η κ. Ζυγούρου-Καρτάλη για το έργο που αποτελεί σχόλιο σε αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Γάζα και σε άλλες εμπόλεμες περιοχές. Σε άλλο σημείο «Η Ελίζα» του Χρόνη Μπότσογλου αποτυπώνει την παιδική ηλικία πέρα από την επιφάνεια του ροδαλού προσώπου της, καθώς ο καλλιτέχνης προχωράει πιο μέσα και ψυχογραφεί, ενώ ο κόκκινος φλεγόμενος κήπος της Μαρίας Γιαννακάκη λες και φτιάχτηκε για να χωρέσει ένα κορίτσι στο όριο της παιδικής ηλικίας. Από τα πιο παλιά έργα σταθήκαμε κάμποση ώρα στο παιδάκι με το λουλούδι της Θάλειας Φλωρά-Καραβία, μαθήτριας του Γύζη και του Ιακωβίδη, στο κορίτσι με τη ναυτική μπλούζα του Ορέστη Κανέλλη, αλλά και στο έργο του Σταύρου Παπαπαναγιώτου, πρώτου εφόρου της Δημοτικής Πινακοθήκης το 1914, στο οποίο αποτυπώνεται ένα αγόρι καθώς παρατηρεί ένα αντικείμενο.
Περνώντας τα έργα και τις εποχές, θα σταθούμε σε ένα διαφορετικό παιδί του Γιώργου Ροϊλού, το οποίο μοιάζει σαν να έχει γίνει ένα με το τοπίο, έχοντας χάσει τον χρόνο σε μια στιγμή που μοιάζει να διαρκεί αιώνια, έτσι όπως μας φαίνονταν τα παιδικά καλοκαίρια τότε που νομίζαμε πως δεν θα τελειώσουν ποτέ. Κι άλλα ποδήλατα με φτερά του Βασίλη Καζάκου κι άλλο κορίτσι ξαπλωμένο ανέμελα με ανασηκωμένο φουστανάκι του Καστανάκη, για να φτάσουμε στους απόηχους του καλοκαιριού και στη χαλκογραφία του Λάμπρου Ορφανού με τις δικές του αντηχήσεις από τα παρισινά λούνα παρκ.
Θέρος άφιλτρο και άχρονο
Το καρπούζι του Γιάννη Σβορώνου, τα φρεσκοσυντηρημένα έργα της Ειρήνης Κομνηνού και του Τάσου Μαντζαβίνου από τη συλλογή Φρυσίρα, οι εκπληκτικές σκιές σε παραλιακή ταβέρνα του Δημήτρη Μεγαλίδη, η γήινη Υδρα του Λυκούργου Κογιεβίνα που θυμίζει τα τοπία του Τέτση, το αφαιρετικό καφενείο της Πάτμου του Εμμανουήλ Ζέπου, οι παιδικές φιγούρες στην παραλία που αποπνέουν μια παράξενη μοναξιά του Γιάννη Πεταλούδη, οι Κυκλάδες που χώρεσαν ολόκληρες σε ένα κάδρο του Αλέξανδρου Κορογιαννάκη, το παραλληλόγραμμο τοπίο της Τήνου από ψηλά της Αννας Φιλίνη, η παραλία της Ιωάννας Βοσταντζόγλου-Βλαστάρη, οι ορίζοντες της Ρένα Ανούση Ηλία –τελευταίας εν ζωή μαθήτριας του Γιάννη Κεφαλληνού–, που θυμίζουν τόσο έντονα Τέρνερ, είναι έργα που μεταφέρουν τον θεατή σε ένα καλοκαίρι άφιλτρο, άχρονο κι μοναχικό μέσα στις τέλειες γραμμές του. Σε ένα καλοκαίρι υπαρξιακό καθώς τα χρώματα διαθλώνται και επανασυντίθενται, σκληρό μέσα στην παιδικότητά του και αμήχανο καθώς μεταμορφώνεται εντός μας και μέχρι τα όρια του αντιληπτικού μας πεδίου, αποκαλυπτικό και απόκρυφο, παράταιρο και αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχής μας.
Η πιο εντυπωσιακή ενότητα της έκθεσης είναι εκείνη που προσπαθεί να συνενώσει τα ψήγματα ανεμελιάς, που λειτουργούν «ως ένα υπαρξιακό και ποιητικό αντίβαρο στις επιταγές του ελέγχου, της παραγωγικότητας και της υπερανάλυσης», όπως διαβάζω στο δελτίο Τύπου της έκθεσης. Δεν είναι η ανεμελιά ως φυγή από την πραγματικότητα, είναι μια διαφορετική ανάγνωσή της. Αλλιώτικα απολαυστική από την μποέμ ευτυχία του ζεύγους Λάμπρου Ορφανού και Ελλης Μουρέλου, όπως τη φωτογράφισε ο Τέτσης το 1953 στους πορτοκαλεώνες της Βαλένθια ή από τον παραμυθένιο κόσμο του Θεοχάρη Μορέ και τον αδιατάρακτο αθηναϊκό περίπατο του Περικλή Βυζάντιου.
Είναι οι υφαντοί κήποι της γιαγιάς της απόφοιτης της ΑΣΚΤ Τίνας Ανδριοπούλου που μπλέκονται στα κλαδιά της εγκατάστασης του 2024, είναι η αμφισημία του έργου «Παράθυρο» του Γιάννη Ψυχοπαίδη με τα σβησμένα τσιγάρα ή το άλλο παράθυρο του Γιάννη Στεφανάκη με τα κλειδιά επάνω που περιμένει να το ανοίξεις. Είναι οι φλογισμένες λωρίδες χρωμάτων του Μιχάλη Κατζουράκη, το γαμήλιο οικογενειακό υφαντό της Δέσποινας Μεϊμάρογλου στην αυτοπροσωπογραφία της και ο ιππέας του Ηλία Παπαηλιάκη που είναι έτοιμος με τρεις μονοκοντυλιές να καλπάσει και να χαθεί στον καλοκαιρινό ορίζοντα.
INFO
«Ιστορίες Ανεμελιάς», επιμελητές: Κώστας Νικάκης και Στέιση Βεντούρα – Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων (Λεωνιδίου & Μυλλέρου, Μεταξουργείο), διάρκεια έκθεσης έως 7 Σεπτεμβρίου. Είσοδος ελεύθερη