Ιταλία: Μαύρη μέρα ξημερώνει με Μελόνι στο τιμόνι

Αν η πολιτική σκηνή της γείτονος χώρας ήταν ταινία, μάλλον θα έμοιαζε με σπαγκέτι γουέστερν, όπου κάθε λίγο ένας καινούριος σερίφης κάνει την εμφάνισή του στην πόλη, εξαιτίας του πολυτάραχου βίου της. Αυτό περίπου είναι το μοτίβο για τις κυβερνήσεις της Ιταλίας, η οποία έχει δει να αλλάζουν τρεις φορές μέσα σε πέντε χρόνια. Με την Μελόνι πλέον να ακονίζει τα σπιρούνια της, την ενεργειακή κρίση να περιμένει στη γωνία και την Ευρώπη να μην κρύβει την ανησυχία της για την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της, που είναι υπερχρεωμένη και έχει ανάγκη τη στήριξη των Βρυξελλών, ένα πολυπλόκαμο μονοπάτι ανοίγεται μπροστά στους πολίτες της χώρας του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, του Φεντερίκο Φελίνι και του Ρομπέρτο Μπάτζο.

Πρώτες

Αυτές οι εκλογές είχαν αρκετές πρώτες: για πρώτη φορά στην μεταπολεμική ιστορία της Ιταλίας γίνεται προεκλογικός αγώνας μέσα στο καλοκαίρι, πράγμα που υπογράμμισε την βαρύτητα αυτών των εκλογών. Για πρώτη φορά, οι Ιταλοί επιλέγουν να κάνουν πρώτο κόμμα ένα ακροδεξιό κόμμα με σαφείς νεοφασιστικές καταβολές, αλλά και να γείρουν γενικότερα προς τα δεξιά. Επίσης, η πιο προφανής πρώτη είναι ότι η Τζόρτζια Μελόνι θα γίνει η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας, με πολλές οργανώσεις για τα δικαιώματα των γυναικών να ανησυχούν ότι η συντηρητικότητα των απόψεών της για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία θα πάει τους αγώνες δεκαετίες πίσω.

Η άνοδος της δεξιάς και παράλληλα η στασιμότητα της κεντροαριστεράς οφείλεται εν πολλοίς και στις πρωτοφανείς συνθήκες στις οποίες καλούνται οι πολίτες να αποφασίσουν. Η πανδημία, ο πόλεμος, η οικονομική κρίση και ο δύσκολος χειμώνας με τους λογαριασμούς-μαμούθ να ετοιμάζονται να δαγκώσουν τους Ιταλούς στο πορτοφόλι δημιούργησε μια κατάσταση που είναι εύκολο να θριαμβεύσει μια λαϊκιστική ρητορική με ανέξοδες υποσχέσεις. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής και η απομυθοποίηση της λεγόμενης «αποδοτικότητας» μιας τεχνοκρατικής κυβέρνησης, αφού η διακυβέρνηση του δοτού πρωθυπουργού και πρώην κεντρικού τραπεζίτη της ΕΕ, Μάριο Ντράγκι το μόνο που κατάφερε με την πολυσυλλεκτική κυβέρνησή του έκτακτης ανάγκης είναι να αναδείξει από την μια πλευρά ως κύρια αντιπολιτευτική φωνή την Μελόνι, ενώ να κανονικοποιήσει από την άλλη την ακροδεξιά ρητορική του Σαλβίνι, το κόμμα του οποίου δεν έχει τη δύναμη που είχε πριν δυο χρόνια, αποδεικνύεται όμως σε αυτές τις εκλογές ως «βασιλοποιός».

Κίνδυνος φτώχειας

Με την περικοπή του αερίου από τη Ρωσία, οι λογαριασμοί ενέργειας στην Ιταλία αναμένεται να εκτοξευτούν στα ουράνια. Οι οικονομικές επιπτώσεις από την επτάμηνη σύγκρουση περιλαμβάνουν και μια αύξηση στον πληθωρισμό που δεν έχουν δει όμοιά της οι πολίτες της χώρας από την δεκαετία του 1980. Προβλέψεις οικονομολόγων κάνουν λόγο ότι 12 εκατομμύρια επιπλέον Ιταλοί κινδυνεύουν να πέσουν κάτω από το όριο της φτώχειας εξαιτίας της ανικανότητας να ανταπεξέλθουν σε περαιτέρω οικονομικά σοκ. Οι προβλέψεις αυτές αποτελούν προειδοποιητικές βολές για μια κοινωνική ρήξη που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ταραχές και σπάσιμο των κοινωνικών δεσμών. Η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί τις επόμενες μέρες θα κληθεί να δράσει γρήγορα για να μπορέσει να προστατέψει τους πιο ευάλωτους αν θέλει να εξασφαλίσει το πολιτικό της μέλλον. Δεν είναι τυχαίο ότι η αποχή ήταν μεγαλύτερη από τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, ενώ η γεωγραφική κατανομή της συμμετοχής δείχνει ότι ο φτωχός Νότος απείχε πολύ περισσότερο από τον σχετικά πλούσιο Βορρά.

Απέναντι στην Ευρώπη

Τόσο η Μελόνι όσο και ο Σαλβίνι έχουν εκφραστεί σκεπτικιστικά απέναντι στις Βρυξέλλες, αν θέλουμε να το θέσουμε ευφημιστικά. Η Μελόνι είναι πρόεδρος της συντηρητικής ευρωομάδας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (ECR) ενώ ο Σαλβίνι έχει υπάρξει ιδρυτής της νεότερης σε ηλικία ευρωομάδας των ακροδεξιών της Ευρώπης, εκείνης των Ταυτοτικών (ID), στο οποίο συμμετέχει το κόμμα του Βίκτορ Όρμπαν. Η Μελόνι έχει τεθεί, κάπως ασαφώς για να μην τρομάξει τους πιο κεντρώους ψηφοφόρους, κριτικά απέναντι στην προτεραιότητα του κοινοτικού δικαίου έναντι του εθνικού, σε ένα κρεσέντο μετριοπαθούς εθνικισμού. Είναι αντίθετη με χρήση του σεβασμού του κράτους δικαίου για την περικοπή κονδυλίων, όπως στην περίπτωση της Ουγγαρίας.

Παρόλα αυτά, είναι αμφίβολο, τουλάχιστον σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, να έρθει σε σύγκρουση με την Κομισιόν στα θέματα αυτά. Κι αυτό γιατί η Ιταλία βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση αυτή τη στιγμή: πληθωρισμός, ενεργειακή κρίση και χρέος που εκτιμάται στο 150% του ΑΕΠ δεν δίνουν πολλά περιθώρια για ελιγμούς. Διεθνή Μέσα εκτιμούν ότι οι διαπραγματεύσεις τις οποίες διαφημίζει ότι θα κάνει η 45χρονη πολιτικός δεν θα της δώσουν παρά μια επίφαση νίκης, έστω πολιτικής, για να μπορεί να την επιδείξει στο κοινό που περιμένει την υπεσχημένη σύγκρουση με τις Βρυξέλλες. Η Ιταλία έχει λαμβάνειν από το ταμείο ανάκαμψης τη μεγαλύτερη δόση που θα δοθεί σε οποιαδήποτε χώρα μέλος της ΕΕ, περίπου 150 δισ. ευρώ. Έτσι, η Μελόνι και συν αυτή δεν πρόκειται να διακινδυνεύσουν τα χρήματα αυτά με πολιτικές δεξιάς απόχρωσης. Αν και είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι μια από τις πρώτες διακηρυγμένες προτεραιότητές της είναι η αλλαγή του Συντάγματος για την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας απευθείας από τον κόσμο. Μια τέτοια αλλαγή ίσως να αποτελέσει τροχιοδεικτική βολή για την μετέπειτα πορεία της, αν δηλαδή θα ακολουθήσει μια εθνικιστική ατζέντα ή αν θα συνεχίσει να φορά το μανδύα της μετριοπαθούς δεξιάς που έβαλε προεκλογικά για να μετριάσει κάπως τα πνεύματα.

Οψόμεθα.