Κοντονής κατά δικαστών: Δεν γίνεται να μη δηλώνουν τι έχουν σε θυρίδες – Τι λένε οι δικαστές

«Είναι αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών η κριτική των δικαστικών αποφάσεων» δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, βουλευτής Ζακύνθου του ΣΥΡΙΖΑ Σταύρος Κοντονής, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 fm», σχετικά με την αντιπαράθεση που είχε με τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Νικόλαο Σακελλαρίου -κατά τις εργασίες της γενικής συνέλευσης της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος- για το θέμα των δηλώσεων «πόθεν έσχες» των δικαστών και των εισαγγελέων.

«Ένας πολίτης -είτε είναι υπουργός ή ένας οποιοσδήποτε πολίτης- δεν δικαιούται να έχει γνώμη για μια απόφαση που εξέδωσε ένα δικαστήριο;» διερωτήθηκε ο κ. Κοντονής, υπογραμμίζοντας πως «ρόλος της κυβέρνησης είναι να προστατεύσει τους θεσμούς και πρώτα και κύρια το κύρος της Δικαιοσύνης στα μάτια των πολιτών».

Σε ό,τι αφορά τις αιτιάσεις, που διατύπωσε σε βάρος του ο κ. Σακελλαρίου περί «ωμής παρέμβασης στη Δικαιοσύνη», ο υπουργός απάντησε: «Νομίζω ότι ο πρόεδρος του ΣτΕ ξεπέρασε κάθε όριο χθες με αυτή την ακραία και άδικη φρασεολογία. Αδικεί και τον ίδιο και τον θεσμό που υπηρετεί». «Στις διατάξεις του πόθεν έσχες δεν πρέπει να εμφιλοχωρούν εξαιρέσεις», συνέχισε, εξηγώντας ότι «δεν γίνεται να προχωρήσει αυτή η κοινωνία με εξαιρέσεις, διότι τότε καταστρατηγείται κάθε κανόνας ισονομίας».

«Δεν γίνεται να υποχρεούται κάποιος να δηλώνει εισοδήματα και χρήματα, τα οποία έχει στους λογαριασμούς των τραπεζών και να μην υποχρεούται να δηλώσει χρήματα ή άλλα τιμαλφή, που έχει σε μία θυρίδα τράπεζας. Ειλικρινά γι αυτόν τον λόγο επανήλθα […] Όταν οι πολίτες βλέπουν ότι για θέματα, που τους αφορούν, οι δικαστές χρησιμοποιούν δύο μέτρα και δύο σταθμά, τότε ο θεσμός φθείρεται και η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη απομειούται» επισήμανε ο κ. Κοντονης.

Παρατήρησε, δε: «Είναι πρόβλημα γενικά στην κοινωνία μας, κάθε φορά που έρχεται η κυβέρνηση να θεσπίσει κανόνες, οι οποίοι θα ισχύουν έναντι όλων, μία μερίδα πολιτών να αντιδρά -είτε αυτοί είναι οι δικαστές για τη δήλωση του πόθεν έσχες, είτε είναι π.χ. ένας επαγγελματικός κλάδος, για το αν θα πρέπει να έχει μηχανήματα πλαστικού χρήματος στο γραφείο για την είσπραξη αμοιβών».

Σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης με αφορμή την αντιπαράθεση ο κ. Κοντονής έκανε λόγο για «πολιτικά παιχνίδια που παίζει η Νέα Δημοκρατία, που έφεραν τη χώρα εδώ που την έφεραν», ενώ για την ουσία της αντιπαράθεσης παρατήρησε: «Ποια είναι η χειραγώγηση; Η κυβέρνηση έχει καταθέσει την πρότασή της και την εντονότατη διαφωνία της για το θέμα -εδώ και τρεις μήνες τουλάχιστον- ότι το πόθεν έσχες των δικαστών δεν πρέπει να περιλαμβάνει εξαιρέσεις, γιατί αν έχουμε έναν επίορκο δικαστή -υπάρχουν και τέτοιοι και έχουν δικαστεί από τη δικαιοσύνη στο παρελθόν- ο οποίος, για να διαφύγει τον έλεγχο για χρήματα τα οποία παράνομα λαμβάνει, αντί να τα βάλει σε έναν λογαριασμό που ελέγχεται, τα βάλει σε μία θυρίδα τράπεζας, τότε καταστρατηγείται ο νόμος».

Στο πλαίσιο αυτό ο υπουργός υπενθύμισε ότι «και η υπόθεση Τσοχατζόπουλου ξεκίνησε από τη δήλωση πόθεν έσχες, όπου βρέθηκαν στοιχεία ανακριβή και ξεκίνησε μία έρευνα που κατέληξε όπου κατέληξε». «Δεν είναι δυνατόν κάποιοι να ισχυρίζονται ότι δεν πρέπει να ελέγχονται. Το χειρότερο είναι να το λένε αυτοί που αποφασίζουν για την υπόθεση κι εδώ έχουμε σοβαρότατο ζήτημα. Αυτοί οι οποίοι προσφεύγουν στη δικαιοσύνη είναι και αυτοί, οι οποίοι τελικά αποφασίζουν. Υπάρχει ένα πρόβλημα», τόνισε, απορρίπτοντας το επιχείρημα ότι ο δικαστικός ή εισαγγελικός κλάδο τίθεται εν συνόλω σε υποψία: «Δηλαδή το πολιτικό προσωπικό της χώρας, άλλοι επαγγελματίες οι οποίες κατέχουν υπεύθυνες θέσεις και οι οποίοι υποβάλλουν αναλυτική δήλωση του πόθεν έσχες τίθενται σε υποψία ότι κάτι κάνουν; Ακριβώς για την άρση των υποψιών γίνεται η δήλωση του πόθεν έσχες και ο έλεγχος» εξήγησε.

Αναφερόμενος, εξάλλου, στο θέμα των πλειστηριασμών ο υπουργός Δικαιοσύνης εξέφρασε την πεποίθηση ότι με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι απόλυτη. «Κάνω και δημόσια έκκληση σε όλους τους πολίτες, οι οποίοι θεωρούν ότι έχουν ένα πρόβλημα να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις, που είχαν γεννηθεί προ της κρίσεως και αλλιώς είχαν υπολογίσει για την οικονομική και οικογενειακή τους κατάσταση, να απευθυνθούν στη Δικαιοσύνη, στα αρμόδια ειρηνοδικεία και να κρίνουν τα δικαστήρια αν χρήζουν προστασίας» τόνισε. Σημείωσε, δε, ότι «ιδίως για τα λαϊκά νοικοκυριά, τους φτωχούς ανθρώπους, οι αποφάσεις που εκδίδουν τα ειρηνοδικεία είναι σε απολύτως θετική κατεύθυνση μέχρι και κούρεμα χρεών γίνεται».

Ο κ. Κοντονής διευκρίνισε πως το καθεστώς της προστασίας από τους πλειστηριασμούς αφορά «την πρώτη κατοικία δανειοληπτών, δεν έχει να κάνει ο νόμος με ιδιωτικά χρέη, γιατί κανένας δεν μπορεί να σταματήσει κάποιον, ο οποίος έχει πετύχει μία τελεσίδικη δικαστική απόφαση να στραφεί κατά της περιουσίας ενός άλλου, σε μία διαφορά π.χ. μεταξύ εμπόρων».

«Δε γίνεται να εντάσσουμε και αυτές τις κατηγορίες μέσα σε ένα πλέγμα προστασίας. Αυτό ποτέ δεν υπήρχε και δεν πρέπει να υπάρχει, ούτε βεβαίως μπορεί σε μία γενική προστασία της πρώτης κατοικίας να μπουν δανειολήπτες, οι οποίοι έχουν πάρει δάνεια 1,5 και 2 εκατ. ευρώ για χτίσουν βίλες με πισίνες, ποτέ δεν πλήρωσαν αυτά τα δάνεια και τελικά όλο το κόστος της μη πληρωμής των στρατηγικών κακοπληρωτών πέφτει στις πλάτες των πολιτών» εξήγησε.

Ένωση Δικαστικών Λειτουργών: Τί σημαίνει η απόφαση της Ολομέλειας

Η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά τη χθεσινή αντιπαράθεση του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή, με τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Νικόλαο Σακελλαρίου, αναφορικά με την απόφαση της Ολομέλειας του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου για τις δηλώσεις «πόθεν έσχες», σε σημερινή ανακοίνωσή της σημειώνει το περιεχόμενο της επίμαχης απόφασης, ενώ καταγράφει το «διά ταύτα» της απόφασης.

Συγκεκριμένα, η Ένωση σημειώνει στην ανακοίνωσή της «προκειμένου να διευκολύνει την άσκηση καλοπροαίρετης κριτικής στην 2649/2017 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με το “πόθεν έσχες”, η οποία πρέπει να βασίζεται στο αληθές περιεχόμενο της απόφασης και όχι σε ανακρίβειες, διευκρινίζει ότι η απόφαση αυτή έκρινε τα εξής:

1. Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί υποχρεούνται να υποβάλλουν δηλώσεις “πόθεν έσχες”.

2. Όλοι οι υπόχρεοι (μεταξύ των οποίων και οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί) υποχρεούνται να υποβάλλουν ηλεκτρονικά τις δηλώσεις “πόθεν έσχες”.

3. Κανένας υπόχρεος (και όχι μόνο οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί) δεν υποχρεούται να δηλώνει μετρητά και κινητά πράγματα μεγάλης αξίας.

4. Ο έλεγχος των δηλώσεων “πόθεν έσχες” δεν μπορεί να ανατρέχει σε χρόνο πέραν της πενταετίας από την υποβολή της εκάστοτε δηλώσεως για κανένα υπόχρεο (και όχι μόνο για τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς).

5. Οι δηλώσεις “πόθεν έσχες” των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών πρέπει να ελέγχονται από όργανο που αποτελείται κατά πλειοψηφία από δικαστικούς λειτουργούς και όχι από υπαλλήλους που υπάγονται στον εκάστοτε υπουργό, ώστε να διασφαλίζεται η δικαστική ανεξαρτησία».

Τζανακόπουλος: Η Δικαιοσύνη τσακώθηκε μόνη της

Αλλο ζήτημα είναι ο σεβασμός στις αποφάσεις και η δεσμευτικότητα της Δικαιοσύνης και άλλο η κριτική που μπορεί να ασκήσει κανείς, δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σχολίασε, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, πως δεν καταλαβαίνει γιατί θεωρείται παρέμβαση μια άποψη ότι και οι δικαστές πρέπει να υπάγονται στη διαδικασία ηλεκτρονικής κατάθεσης του «πόθεν έσχες», και πως του έκανε εντύπωση πώς διαχειρίστηκε το θέμα χτες και ο πρόεδρος του ΣτΕ και άλλοι εκπρόσωποι της Δικαιοσύνης.

«Με βάση όσα παρακολουθήσαμε χτες μένει μια αίσθηση ότι η Δικαιοσύνη τσακώθηκε μόνη της» είπε και πρόσθεσε πως του έκανε πραγματικά πολύ μεγάλη έκπληξη ο τρόπος με τον οποίο παρενέβη ο πρόεδρος του ΣτΕ.

Ο κ. Τζανακόπουλος τόνισε γενικότερα πως το να λέει κανείς ότι η κυβέρνηση προχωρά σε παρεμβάσεις είναι τουλάχιστον αστείο. Σημείωσε ότι «Η Δικαιοσύνη οφείλει να κάνει -και κάνει- τη δουλειά της, από την άλλη η κυβέρνηση οφείλει να προτείνει νομοσχέδια στο κοινοβούλιο, να σχεδιάζει την πολιτική της και αυτό να γίνεται στη βάση της έννομης τάξης. Οι ρόλοι είναι διακριτοί, οι αποστολές είναι διακριτές, βρισκόμαστε σε ένα κράτος δικαίου, το σεβόμαστε όλοι το κράτος δικαίου, από κει και πέρα η δικαιοσύνη είναι δικαιοσύνη και η πολιτική είναι πολιτική».