Κορυφαία ερευνήτρια σε θέματα ευαισθησίας κατηγορείται… για bullying

Η Γερμανίδα νευροεπιστήμων Τάνια Σίνγκερ, διευθύντρια του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τις Ανθρώπινες Επιστήμες του Νου και του Εγκεφάλου στη Λειψία, θεωρείται η κορυφαία στον κόσμο ερευνήτρια σε θέματα ενσυναίσθησης και ευαισθησίας.

 Πόσο ειρωνεία ενέχει αναπόφευκτα το γεγονός ότι οκτώ πρώην και συν συνεργάτες της, γυναίκες και άνδρες, την κατηγορούν για συστηματικό εκφοβισμό, άσκηση ψυχολογικής τρομοκρατίας και γενικά για συμπεριφορές που καμία σχέση δεν έχουν με το επιστημονικό αντικείμενό της: την ανθρώπινη ευαισθησία και ευγένεια.

Μετά από απανωτά διεθνή περιστατικά όπου άνδρες καταξιωμένοι επιστήμονες βρέθηκαν μπλεγμένοι σε σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης και κατηγορούμενοι από γυναίκες συναδέλφους τους, έρχεται τώρα η πιο ασυνήθιστη περίπτωση μιας γυναίκας διεθνώς προβεβλημένης επιστήμονα, η οποία κατηγορείται για αντιδεοντολογική και σκληρή μεταχείριση των συναδέλφων και υφισταμένων της στο εργαστήριό της.

Οι συνεργάτες της -που προτίμησαν να μείνουν ανώνυμοι από φόβο για τις καριέρες τους- αποκάλυψαν το πρόβλημα στο “Science” και περιέγραψαν μια ζωή ως ερευνητές βουτηγμένη μέσα στο φόβο της …αφεντικίνας τους. Όπως είπε ένας (ή μία) από αυτούς, «οποτεδήποτε κάποιος είχε μια συνάντηση μαζί της, υπήρχαν μεγάλες πιθανότητες ότι θα βγει μετά δακρυσμένος».

Η Σίνγκερ, μεταξύ άλλων, κατηγορείται ότι έκανε άκαρδα σχόλια σε γυναίκες ερευνήτριες που έμεναν έγκυες. «Οι γυναίκες ήσαν τρομοκρατημένες. Πραγματικά φοβούνταν να της πουν για την εγκυμοσύνη τους. Γι’ αυτήν, το να έχεις μωρό, βασικά ήταν κάτι ανεύθυνο που πρόδιδε την υπόλοιπη ομάδα», δήλωσε μια ερευνήτρια που είχε την «ατυχία» να μείνει έγκυος.

Όπως είπε μια άλλη ερευνήτρια, όταν είπε στη Σίνγκερ ότι έμεινε έγκυος η τελευταία άρχισε να ουρλιάζει ότι το ερευνητικό εργαστήριο δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα και ότι θα ήταν υποχρεωμένη να δουλέψει διπλοβάρδιες, όταν επέστρεφε στη δουλειά μετά τη γέννα. Γενικότερα, η Σίνγκερ δεν έχανε ευκαιρία να εκτοξεύει απειλές και να απαξιώνει το έργο και τις προσωπικές ικανότητες των συνεργατών της.

Η Σίνγκερ, που έχει αποφύγει έως τώρα να απαντήσει προσωπικά στις κατηγορίες, βρίσκεται σε «σαββατική» άδεια για όλο το 2018. Οι συνεργάτες της αποφάσισαν να μιλήσουν ανοιχτά τώρα, επειδή τρέμουν στην ιδέα ότι θα επιστρέψει ως επικεφαλής στο εργαστήριό της.

Ο δικηγόρος της Σίνγκερ έστειλε γράμμα στο Science με το οποίο αρνείται τις κατηγορίες περί εκφοβισμού. Επισημαίνει επίσης ότι το 2017 η Γερμανίδα ερευνήτρια είχε αναγνωρίσει ότι, λόγω των μεγάλων ευθυνών της ερευνητικής δουλειάς της, είχε κάνει λάθη στο παρελθόν, που είχαν επίπτωση στις εργασιακές συνθήκες του εργαστηρίου της, κάτι για το οποίο ανέφερε ότι «λυπάται βαθιά», ενώ γι’ αυτό, άλλωστε, ζήτησε να πάρει μακρόχρονη άδεια.

Η Εταιρεία Μαξ Πλανκ, στην οποία ανήκει το Ινστιτούτο, ανακοίνωσε ότι έχει γνώση των κατηγοριών κατά της Σίνγκερ από πέρυσι και ότι το θέμα έχει διερευνηθεί, όμως ανέφερε ότι οι λεπτομέρειες παραμένουν εμπιστευτικές. Ως σολομώντεια λύση προκρίνει, από την αρχή του 2019, να χωρίσει τη Σίνγκερ από τους τωρινούς συναδέλφους της και να της επιτρέψει να δημιουργήσει ένα νέο μικρότερο ερευνητικό εργαστήριο στο Βερολίνο για δύο έως τρία χρόνια, εωσότου τα «θύματα» (οι τωρινοί διδακτορικοί και μεταδιδακτορικοί συνεργάτες ερευνητές που την κατηγορούν) τελειώσουν τα «πρότζεκτ» τους και φύγουν, οπότε η ίδια θα επιστρέψει στο εργαστήριό της στη Λειψία.

Η Σίνγκερ, κόρη του διάσημου νευροεπιστήμονα Βολφ Σίνγκερ, έπαιξε σημαντικό ρόλο για τη δημιουργία του νέου πεδίου της κοινωνικής νευροεπιστήμης, εστιάζοντας τις μελέτες της στην ενσυναίσθηση. Θεωρείται πολύ ικανή και οραματίστρια, εργασιομανής και τελειομανής – και αυτό δεν την έκανε καθόλου αγαπητή στους νεότερους ερευνητές.

Η περίπτωσή της δεν είναι το μόνο σκάνδαλο που έχει αναστατώσει την αξιοσέβαστη Εταιρεία Μαξ Πλανκ με τα 84 Ινστιτούτα της. Μεταξύ άλλων, ξεχωρίζει η υπόθεση του ελληνικής καταγωγής νευροεπιστήμονα Νίκου Λογοθέτη, ο οποίος βρέθηκε κατηγορούμενος για κακομεταχείριση πειραματόζωων μετά από καταγγελίες ακτιβιστικών φιλοζωικών οργανώσεων, αλλά όλες οι ενώσεις νευροεπιστημόνων του κόσμου τον υποστηρίζουν και επικρίνουν την Εταιρεία Μαξ Πλανκ ότι δεν παίρνει σθεναρή θέση υποστήριξής του.