Το έργο του Μιχάλη Βιρβιδάκη «Η γυναίκα και ο ακροβάτης» σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη είναι ένα ονειρικό πέταγμα με αυτοσχέδια φτερά.
Συμβαίνει καμιά φορά η σκηνή μίας παράστασης να εκτείνεται μεταφορικά στο κτιριακό συγκρότημα που τη φιλοξενεί και ακόμη σπανιότερα το κτίριο να ανταποκρίνεται στον χαρακτήρα ολόκληρης της γειτονιάς. Στην οδό Ευριπίδου και στο ύψος της συμβολής της με το στενάκι της Πολυκλείτου κυριαρχούν ακόμη μνήμες των βιοτεχνικών χρήσεων της περιοχής. Μαρτυρούνται από ερειπωμένους χώρους, σκουριασμένες ταμπέλες και παλιές αποθήκες, ενώ υπάρχουν μικρομάγαζα με έντονη την ατμόσφαιρα των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών.
Καταφύγιο απέναντι στις σαρωτικές αλλαγές
Σε κείνη την εποχή περίπου τοποθετείται χρονικά και το νεανικό έργο του Μιχάλη Βιρβιδάκη, που παρά την ανασύστασή του από τον συγγραφέα συγκρατεί τόσο το αρχικό σκηνικό του ύφος όσο και το λεκτικό ήθος των πρωταγωνιστών του. Στο θεατράκι, που παλιότερα αποτελούσε χώρο πρόβας για τους bijoux de kant, οι θέσεις των θεατών είναι περιορισμένες και η σκηνή συμμαζεμένη στα στενά όρια ενός δωματίου. Τα πενιχρά, κατάχλωμα φωτιστικά του Γιώργου Μαρουλάκου και η φτωχή, παλιομοδίτικη επίπλωση, όπως συναρθρώθηκε αριστοτεχνικά από τον σκηνοθέτη και σκηνογράφο της παράστασης Γιάννη Σκουρλέτη, συμπληρώνουν την εικόνα μιας σπιτικής φωλιάς που αντιστέκεται στην επέλαση του χρόνου. Ενός καταφυγίου που παραδομένο στη φθορά αλλά ανέγγιχτο σε κάθε ανακαινιστική μόδα αντιμάχεται τις σαρωτικές αλλαγές των μοντέρνων καιρών και σε κάνουν να αναρωτιέσαι ποιος επιμένει να το κατοικεί.
Η απορία λύνεται ευθύς αμέσως, καθώς μια σκιά γλιστρά, αθόρυβα και επιφυλακτικά, πίσω από ένα τζαμωτό παραπέτασμα κι έρχεται στο προσκήνιο. Μια λιγνή καλογραμμένη γυναικεία φιγούρα, ξεπατικωμένη προσεκτικά σαν ιχνογραφία από παλιά ξεχασμένα περιοδικά. Η οικοδέσποινα περιεργάζεται τον χώρο, μοιάζει να τον εξερευνά σαν να τον βλέπει για πρώτη φορά. Δεν βιάζεται να μιλήσει κι όταν το κάνει δεν απευθύνεται πουθενά. Μονολογεί, στην αρχή σχεδόν ψιθυριστά, και συναρμολογώντας κομμάτι με κομμάτι θρυμματισμένες αναμνήσεις επαναφέρει στο μυαλό της σε ήπιους τόνους, αργά και επιλεκτικά, ορισμένα τραυματικά περιστατικά από την οικογενειακή της ιστορία.
Οπτασία με σπασμένα κόκαλα
Η περίκλειστη ζωή της αναστατώνεται όμως από την αιφνίδια είσοδο ενός παράξενου επισκέπτη που συστήνεται ως Θόδωρας. Είναι περιπλανώμενος ακροβάτης και ζητά να χρησιμοποιήσει ένα παράθυρο του σπιτιού που βλέπει στην πλατεία για να κάνει το νούμερό του. Δεν πρόκειται να βαδίσει σε τεντωμένο σκοινί αλλά να πετάξει με αυτοσχέδια φτερά, εγχείρημα που έχει πραγματοποιήσει πολλές φορές με άνισα αποτελέσματα αλλά την ίδια πάντα ψυχική σταθερότητα. Ο άγνωστος αυτός, μια οπτασία με σπασμένα κόκαλα, θα μαγέψει με την τέχνη του την ακοινώνητη κυρία και θα της δείξει τον εναέριο δρόμο μιας εξόδου.
Η σκηνοθεσία του Σκουρλέτη, βαφτισμένη στο ίδιο εξωπραγματικό κλίμα που αναδύεται από το έργο του Βιρβιδάκη, δίνει εξαρχής τον τόνο σε τούτο το ονειρικό δράμα. Στην αδέξια εισβολή του ακροβάτη και τη δειλή υποδοχή του από την Ουρανία, στην εξιστόρηση των περιπετειών του και στις ερωτήσεις της γυναίκας, που αγωνιά να ξεπορτίσει από τη χαμοζωή, διακρίνεται η ίδια πινελιά. Το σκίρτημα μίας ενόρμησης που αδράχνεται από τη φαντασία για να αποσπαστεί από τον κόσμο βίαια και λυτρωτικά, η απογείωση στη σφαίρα της εκστατικής μέθης και το απόσταγμα μιας πτήσης με έκβαση άγνωστη μα διεγερτική.
Εξίσου ανάερη με αυτή την αισθητική κατευθυντήρια γραμμή ήταν και η παρουσία της Αμαλίας Μουτούση στον πολυκύμαντο ρόλο της Ουρανίας. Ενσυνειδήτως αφηρημένη, τρεμάμενη και εντέχνως παραισθητική, ρωγμώδης αλλά και εντελώς παράδοξα συνεκτική, η πρωταγωνίστρια ετούτης της αλληγορικής ιστορίας αποδείχθηκε ιδεώδης επιλογή. Δίπλα της, με διαμετρικά αντίθετα σωματοτυπικά χαρακτηριστικά, εμφανίστηκε ο Θανάσης Δόβρης. Βαρύς, στιβαρός, σχεδόν μνημειώδης και εμφατικά δυσκίνητος, καθότι τσακισμένος από τις πολλαπλές του πτώσεις, ενσάρκωσε τον άνθρωπο που για να μάθει να πετά ξέμαθε να περπατά με την πειθώ του αποφασισμένου να φτάσει ως τα άκρα τη θριαμβική του αποκοτιά.
Υβρις ή απελευθέρωση;
Ο μύθος του Ικαρου αναγνωρίζεται ως ένας από τους πλέον επιδραστικούς σε παγκόσμιο επίπεδο και ο Ελληνας αναγνώστης έχει την τύχη να παρακολουθήσει την ιστορία των διαρκών του μεταμορφώσεων στην προσφάτως εκδοθείσα ανθολογία του Κώστα Κουτσουρέλη («Ικαροι», Σμίλη 2024). Ο πληθυντικός στον τίτλο της συλλογής δεν είναι διόλου τυχαίος αλλά επιβεβλημένος γιατί ο αρχετυπικός ελληνικός μύθος γνώρισε κατά τη διαδρομή του, στην ευρωπαϊκή κυρίως λογοτεχνία, τεράστια ποικιλία ερμηνευτικών αποχρώσεων. Στην ελληνορωμαϊκή παράδοση, από τη διήγηση του πλατωνικού Απολλόδωρου ως την οβιδιακή του εκδοχή, ο μύθος ανταποκρίνεται στο αριστοτελικό πνεύμα της μεσότητας και στην αποφυγή κάθε υπερβολής. Είναι σαφώς διδακτικός και έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα προειδοποιώντας για τους κινδύνους της ύβρεως που καραδοκούν στην υπέρβαση του φυσικού μέτρου. Από τη Αναγέννηση και μετά εντούτοις, σ’ ένα ευρύτατο λογοτεχνικό φάσμα που εκτείνεται από τον Ουίλιαμ Ντράμοντ ως τον Μποντλέρ και από τον Ντ’ Ανούντσιο ως τον Γκότφριντ Μπεν, ο τόνος μετατοπίζεται. Η πτήση του Ικαρου εξυμνείται πλέον ως απελευθερωτική και η πτώση του λογίζεται ως ηρωική αντίσταση στον φραγμό της βαρύτητας που, όπως κάθε φραγμός στον νεωτερικό κόσμο, θεωρείται ανυπόφορος και καταδικαστέος.
INF0
Παρασκευή-Δευτέρα bijoux de kant HOOD art space, Πολυκλείτου 21, Μοναστηράκι H παράσταση είναι αφιερωμένη στον Μάνο Χατζιδάκι