Κριτική θεάτρου: «Η σκύλα»

Ξεχωρίζει η Κερασία Σαμαρά στην ηθογραφία της παρακμής του Γάλλου συγγραφέα Ζορζ ντε λα Φουσαρντιέρ, την οποία διασκεύασε για το θέατρο.

Σε ατμόσφαιρα παλκοσένικου, υπό τους ήχους της ερεθιστικά πρωτότυπης μουσικής του Τάκη Μπαρμπέρη και ντυμένοι με τα άψογα κοστούμια εποχής που σχεδίασαν η Εύα Μελά και η Άννα Λουκίδου- Ανδρέου, οι ηθοποιοί της παράστασης δίνουν το στίγμα της από την εναρκτήρια σκηνή με τους ανάλαφρους στίχους ενός τραγουδιού: Αν ήρθατε στο θέατρο διδάγματα να πάρετε, να ψυχαγωγηθείτε, μια στάση ηθική να εμπνευστείτε… θ’ απογοητευτείτε!

Πράγματι το αφηγηματικής δομής μυθιστόρημα του γάλλου συγγραφέα που διασκεύασε για το θέατρο η Κερασία Σαμαρά, δεν είναι παιδαγωγικό. Διαθέτει εντούτοις όλα τα πλεονεκτήματα μίας γλυκόπικρης τέρψης. Το έργο κυκλοφορεί το 1929, μία σημαδιακή χρονιά που σηματοδοτεί την απαρχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης και προοιωνίζεται σαφώς τη βίαιη άνοδο του ναζισμού στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Η πλοκή του είναι παράδοξη αφού ο συγγραφέας δανείζεται τα μορφολογικά του στοιχεία από το κλασικό μπουλβάρ και αντλεί το περιεχόμενό του από τα ξέφτια του αστικού δράματος. Εναρμονίζοντας ωστόσο τα δύο ανεξάρτητα σκέλη σε ενιαίο βηματισμό συνθέτει επιτυχώς μία ηθογραφία της παρακμής.

Κεντρικός ήρωας του έργου είναι ο Μωρίς, ένας συμπαθής και απλοϊκός ιδιωτικός υπάλληλος που ευρισκόμενος σε δυσαρμονία με τη δεσποτική γυναίκα του βρίσκει παρηγοριά στην αγκαλιά της Λουλού μίας πεταλουδίτσας του αγοραίου έρωτα. Τα ζόρικα όμως για τον ήρωά μας αρχίζουν όταν ο Ντεντέ, ο προαγωγός της ερωμένης του, ανακαλύπτει ότι ο Μωρίς έχει και την παράπλευρη με την εργασία του ιδιότητα του ερασιτέχνη ζωγράφου. Τα έργα του υφαρπάζονται δολίως και πλασάρονται, με ψευδώνυμο και εν αγνοία του πάντα, σε μια διάσημη γκαλερί ενώ η όλη κατάσταση περιπλέκεται διασκεδαστικά αλλά και δραματικά με την έκτακτη εμφάνιση του πρώτου άντρα της γυναίκας του που υποτίθεται ότι σκοτώθηκε στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.

Το βιβλίο, οι ταινίες και η παράσταση

Η Κερασία Σαμαρά έστησε την παράστασή της κρατώντας όλες τις αποστάσεις που διαφοροποιούν την οπτική της τόσο από την τριπρόσωπη αφήγηση του πρωτοτύπου όσο και από τις σκοτεινές κινηματογραφικές διασκευές του Ζαν Ρενουάρ (La Chienne, 1931) και του Φριτς Λάνγκ (Scarlet Street, 1945). Στην δική της εκδοχή το έκδηλα αγωνιακό κλίμα του έργου οδηγείται σε αποκορύφωση αλλά τορπιλίζεται συγχρόνως από την αισθητική του παρακμιακού βαριετέ. Η σήψη του μεσοπολέμου, η παθητικότητα των δυτικών κοινωνιών και η κατάπτωση των αξιών τους, διακωμωδούνται ανελέητα μέσα από τη σύνθεση μια σειράς ευτράπελων επεισοδίων. Η απληστία των εμπόρων της τέχνης, όπως εξάλλου ο κυνισμός και η διαφθορά των φερόμενων ως ειδημόνων, φωτίζονται στο κάδρο της χιουμοριστικής τους αποκαθήλωσης. Η ζοφερή εικόνα της γενικής αποκαρδίωσης υπονομεύεται από βαθύ σαρκασμό και η υφέρπουσα μελαγχολία που μαστίζει όλους ανεξαιρέτως τους ήρωες αυτής της παράδοξης περιπέτειας, προικίζεται με τις αιχμές μιας σκωπτικής διάθεσης που υπερβαίνει κατά πολύ την προσωπική τους μοίρα.

Με φόντο την εικαστική απόδοση των πινάκων του Μωρίς από την Εύα Μελά, κάτω από τους πολυποίκιλους φωτισμούς του Βαγγέλη Μούντριχα και αρτιώνοντας τις φιγούρες τους με την χορογραφική επιμέλεια της Ρούλας Κουτρουμπέλη, εμφανίζονται ως σφιχτοδεμένο σύνολο οι ηθοποιοί της παράστασης. Ο Μανώλης Ιωνάς ερμηνεύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Μωρίς αξιοποιώντας πλήρως την έντονη αμφιθυμία και τις διαρκείς μεταπτώσεις του καταπιεσμένου υπαλλήλου από την ευδαιμονία ως την απελπισία και από την αθωότητα ως την δολιότητα. Η Μιράντα Ζαφειροπούλου (Λουλού) ενσαρκώνει την ελαφρών ηθών ηρωίδα της συνδυάζοντας έντεχνα την αφέλεια με τη σκληρότητα. Ο Χρήστος Κασιέρης (Ντεντέ) υποδύεται με τη δέουσα αναλγησία τον προαγωγό που πέφτει θύμα της πλεκτάνης του. Ο Βασίλης Βλάχος (Αλέξις) εικονογραφεί με αμεσότητα τον ξεπεσμένο ήρωα που γυρίζει στο σπίτι του ως κλέφτης. Η Χίλντα Ηλιοπούλου (Αντέλ) αποδίδει με ευκρίνεια την φαινομενικά ψυχρή αλλά και βαθιά πληγωμένη σύζυγο.

Η Κερασία Σαμαρά διαπρέπει στον ρόλο της κεντρικής αφηγήτριας του έργου, καθώς συνδέει με άκρα ετοιμότητα και αλματική ευελιξία τα επιμέρους δρώμενα και εκθέτει, με αιφνίδιες εναλλαγές και παιγνιώδη άνεση, όλες τις πτυχές της ιστορούμενης περιπέτειας. Η ίδια στον παράλληλο ρόλο της ως εμπόρου τέχνης συνθέτει με τον συνέταιρό της Δημήτρη Καραβιώτη ένα απολαυστικό δίδυμο που γελοιογραφεί ως τα όρια του γκροτέσκου τις συνθήκες της αδηφάγου καλλιτεχνικής αγοράς.

Info:

Θέατρο Αλκμήνη
Τετάρτη-Κυριακή