Mια έκθεση–αφιέρωμα στο ακαριαίο συναίσθημα που προκαλούν οι στίχοι του Μανόλη Αναγνωστάκη.
Στη μνήμη του σκηνοθέτη Λάκη Παπαστάθη είναι αφιερωμένο το βιβλίο «Ο μελοποιημένος Μανόλης Αναγνωστάκης. Oμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα» σε επιμέλεια Σπύρου Αραβανή, Ηρακλή Οικονόμου και Θανάση Συλιβού. Ανατρέχοντας στις σελίδες της έκδοσης του πλούσιου και συγκινητικού ειδικού αφιερώματος στον ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη, στάθηκα στη βραδιά της κηδείας του. Στις 23 Ιουνίου 2005, στην Πεύκη, στο σπίτι όπου έζησε για χρόνια ο Θεσσαλονικιός ποιητής, είναι μαζεμένοι οι στενοί φίλοι του για να στηρίξουν ο ένας τον άλλον, τη γυναίκα του Νόρα, τον γιο του Ανέστη, την αδελφή του Λούλα Αναγνωστάκη. Ο Μίλτος Σαχτούρης, αδελφικός φίλος του, δεν είναι εκεί. Εχει προλάβει να φύγει πρώτος, λίγους μήνες πριν. Οι κάμερες αρχίζουν να τραβάνε με την άδεια της οικογένειας και δύο χρόνια μετά, στις 15 Ιουνίου 2007, ο αφηγητής της εκπομπής «Παρασκήνιο» ακούγεται να λέει: « Ο Μανόλης Αναγνωστάκης “ζωντανός” δύο χρόνια μετά τον θάνατό του. Σαν να έχουν συλλάβει οι εικόνες που θα ακολουθήσουν το φως που εξέπεμπε».
Στο αφιέρωμα που είναι ένας αναμνηστικός τόπος τρυφερότητας, γνώσης, ιστορικών ντοκουμέντων και προσωπικών στιγμών, κάθε κρίκος της ανθρώπινης αλυσίδας εκείνων που αγάπησαν τον ποιητή και το έργο του προσθέτει κάτι ακόμη στην εικόνα ενός ανθρώπου που ήταν πολλά παραπάνω από «ποιητής της ήττας», όπως καθιερώθηκε να αναφέρεται από την κρατούσα λογοτεχνική κριτική. Είναι γνωστό ότι ο Αναγνωστάκης αρνήθηκε με πάθος τον χαρακτηρισμό, όπως αρνήθηκε και ότι υπήρξε στρατευμένος ιδεολογικά. «Δεν υπάρχει ποίηση της ήττας. Είναι ένα ιδεολόγημα αυτό το πράγμα, ένα μόρφωμα που έγινε. Ποτέ δεν το παραδέχτηκα. Τι θα πει “της ήττας”; Ας μου προτείνουν την ποίηση της νίκης. Ας μου την πει κάποιος, να δω ποια είναι αυτή η ποίηση. Εγώ αρνούμαι ότι είμαι ποιητής θέσης, αρνούμαι… Ποιητής της στρατευμένης τέχνης… Τι θα πει στρατευμένης; Στρατευμένος σημαίνει είσαι στρατιώτης κάπου. Πιστεύω ότι η ποίησή μου είναι βιωματική, βγαίνει από ένα βίωμα. Δεν βγαίνει από μια στράτευση» θα πει σε συνέντευξή του στο Νάσο Αθανασίου.

«Ο Χάρης δεν πέθανε»
Στο βιβλίο ξεχωρίζουν πολλές αφιερωματικές αναφορές. Αλλες για τις συνθήκες μελοποίησης των στίχων από τους σπουδαιότερους συνθέτες μας, άλλες για τα ιστορικά στοιχεία που παραθέτουν, άλλες για την εμβρίθεια στο ποιητικό έργο του, άλλες για τον προσωπικό τόνο τους. Η Μαρία Ακριτίδου αναφέρει στο χρονολόγιο του Αναγνωστάκη ότι τα πρώτα του ποιήματα γράφτηκαν ήδη από το 1940, ο Αλέξης Βάκης μιλάει για την ευχέρειά του να σκαρώνει στίχους από παιδί, τη φοίτησή του στην Ιατρική Σχολή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, τη σχέση του με την ΕΠΟΝ, την ένταξή στο ΚΚΕ και τη διαγραφή του το 1946, τη σύλληψή του το 1948, την καταδίκη του σε θάνατο και τον εγκλεισμό του στο Γεντί Κουλέ ως την αποφυλάκισή του το 1951.
Η σχέση του Αναγνωστάκη με τον Θάνο Μικρούτσικο, ο οποίος μελοποίησε το 1978 ποιήματά του στα «Τραγούδια της λευτεριάς», στα οποία εμπεριέχονται οι στίχοι «Κι ήθελε ακόμα πολύ φως να ξημερώσει, όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα», αποτυπώνεται στην αποφώνηση της μεταξύ τους συνομιλίας στο Γ΄ Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Ο Σπύρος Αραβανής και ο Γιώργος Μονεμβασίτης γράφουν για τη γνωριμία του ποιητή με τον Μίκη Θεοδωράκη, η οποία ξεκίνησε δι’ αλληλογραφίας όταν κυκλοφόρησε το λογοτεχνικό περιοδικό «Κριτική» και κατέληξε στη μελοποίηση των ποιημάτων «Μιλώ» και «Χάρης» το 1969, όταν ο συνθέτης ήταν εξόριστος στη Ζάτουνα της Αρκαδίας επί χούντας.
«Η σκέψη μου τραβήχτηκε με έναν μαγνήτη. Η ποίησή του μου άρεσε πάντα. Ηταν μελαγχολική στην πρώτη ανάγνωση, όμως έκρυβε μεγάλη δύναμη» γράφει στο «Ημερολόγιο εξορίας-Ζάτουνας». «Μετά το βραδινό φαγητό καθόμαστε με τη Μυρτώ στο μπαλκονάκι. Απέναντί μας η κυρα-Μαριγώ στο χαγιάτι, πλέκει. Δεξιά μας η κυρα-Φωτεινή στο μπαλκονάκι της γνέθει. Ανάμεσά μας οι φρουροί. Ο κόσμος περνά. Είναι ο περίπατος. Μας κρυφοκοιτάζουν. Μας κρυφοχαιρετούν. Με χίλιους τρόπους. Στο τέλος ο δρόμος ερημώνει. –Παίξε μας τον “Χάρη”, κύριε Μίκη, με παρακαλούν οι νεότεροι φρουροί. Μπαίνω μέσα και τους παίζω τον “Χάρη”. Ξαναβγαίνω και τους εξηγώ. Ο Χάρης δεν πέθανε. Γιατί χρειάζεται ακόμα». Αναφέρεται επίσης πώς ο ποιητής έδωσε στον Θεοδωράκη τους στίχους για τις «Μπαλάντες» το 1975, με το τραγούδι «Δρόμοι παλιοί» που κέρδισε τη διαχρονική αγάπη του κοινού.
Ρεαλιστής και ονειρικός
Πολλοί συνθέτες μελοποίησαν στίχους του Αναγνωστάκη. Από τον Μιχάλη Γρηγορίου στον δίσκο «Η αγάπη είναι ο φόβος», που κυκλοφόρησε το 1980, τον Θέμη Ανδρεάδη στο σατιρικό, «Θεόφιλε, Θεόφιλε» το 1982, τον Γιάννη Μαρκόπουλο στον δίσκο του «Φίλοι που φεύγουν» το 1991, τον Χάρη Παπαδόπουλο με το ποίημα «Κάτω απ’ τις ράγες» το 2009 μέχρι το χιπ χοπ συγκρότημα Social Waste που δανείστηκε τον στίχο του ποιητή «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις», αλλά και άλλα ροκ συγκροτήματα και νέους συνθέτες που εμπνέονται μέχρι σήμερα από το «ακαριαίο συναίσθημα» που προκαλούν οι στίχοι του Αναγνωστάκη, όπως περιγράφεται στο βιβλίο.
Το 1997 ο Δημήτρης Παπαδημητρίου υπογράφει τη μουσική της τηλεοπτικής σειράς «Λόγω τιμής» συμπεριλαμβάνοντας μελοποιημένο το διαχρονικό ποίημα «Σκάκι» του Αναγνωστάκη, με τη φωνή του Γεράσιμου Ανδρεάτου. Και γράφει για τον ποιητή στο δικό του αφιέρωμα που εμπεριέχεται στο βιβλίο «Μεγάλος, βαθύς και ειλικρινής. Ρεαλιστής και ονειρικός ταυτόχρονα. Πώς αλλιώς; Η γενιά της ήττας. Της ήττας; Ποιας ήττας; Σκεφτόμουν εγώ ο δούλος της τέχνης. Στην πέννα του η ήττα γινόταν πάλι μια Νίκη και Δόξα και Θρίαμβος σε μια πολύ ανώτερη σφαίρα. Ο ποιητής της ανυπότακτης ποίησης. Του αήττητου προσωπικού ονείρου».
INFO
Το βιβλίο «Ο μελοποιημένος Μανόλης Αναγνωστάκης. Oμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μετρονόμος