Το έργο κάθε καλλιτέχνη που γράφει βαθιά µέσα µας φέρει για καθέναν µας όσα αγαπάει κι όσα του λείπουν. Ο Χατζιδάκις, παρότι απέφευγε την πολλή συνάφεια του κόσµου, χωρίς καν τις τυπικές δικαιολογίες, κατάφερε να γίνει οργανικό µέρος της ύφανσής µας. Ο δικός µου Χατζιδάκις είναι ο «Χορός µε τη σκιά µου» στο «Χαµόγελο της Τζοκόντας». Ενα µειδίαµα που έχει ενσωµατώσει τη µελαγχολία. Μια βάρκα που χορεύει µόνη της στον ελαφρύ κυµατισµό µιας µολυβένιας θάλασσας.
Κρατώ στα χέρια µου τα πολύτιµα βιβλία που περιλαµβάνουν τα κείµενά του. Σήµερα θεωρείται εθνικός θησαυρός, φάρος µες στο σκοτάδι της εποχής µας – «έβλεπε µπροστά από τον καιρό του» όπως λέγεται συχνά. Τα λόγια του γίνονται ποστ στα social media σαν αποστάγµατα σοφίας (αλήθεια, πόσο θα γελούσε ο ίδιος µε όλο αυτό). Τα κείµενα που περιλαµβάνονται στον «Καθρέφτη και το µαχαίρι» (εκδ. Ικαρος) υπενθυµίζουν ωστόσο ότι η σκέψη του απείχε πολύ από το να είναι δηµοφιλής στην εποχή της. Ο Χατζιδάκις µιλούσε ανοιχτά κι έγραφε µε µεγάλο ρίσκο σε περιόδους δύσκολες, κατά τις οποίες όποιος δεν συµπορευόταν µε την κυρίαρχη εξουσία δεχόταν πόλεµο λάσπης – δεν ξεχνάµε τα δηµοσιεύµατα της «Αυριανής», τους «Λεπέν που φορούν τα ρούχα της Ρόζας Λούξεµπουργκ», όπως αποκαλούσε ο ίδιος ένα ολόκληρο σύστηµα που διέπραττε δολοφονία χαρακτήρα εις βάρος του. «Οποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος πάει να πει ότι του µοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώµατος είναι να συνηθίσουµε τη φρίκη, να µας τροµάζει η οµορφιά» γράφει ο Χατζιδάκις τον Ιούλιο του 1978 («Τα σχόλια του Τρίτου», εκδ. Ικαρος). Να θυµηθούµε πόσες φορές έχουν βγει από τα δικά µας χείλη τα λόγια αυτά τις τελευταίες πέντε δεκαετίες;
Στις 23 Οκτωβρίου συµπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννηση του ανθρώπου που η µουσική του κάνει το µέσα µας να θέλει να ανοίξει διάπλατα ώστε να δεχτεί όσο περισσότερο φως γίνεται.

















