Ούτε δημόσιες σχέσεις ούτε σκάνδαλα
ούτε συμπεριφορά ντίβας. Η Ντάιαν Κίτον που
ταυτίστηκε κυρίως με την τριλογία του «Νονού»
αλλά και τις δημιουργίες του Γούντι Άλεν δεν
έδινε δεκάρα για όλα αυτά…
Για την Νταϊάν Κίτον που έφυγε πριν από λίγες μέρες από τη ζωή στα 79 της χρόνια γράφτηκαν μόνο καλά. Όμως τα λόγια των Αλ Πατσίνο και Γούντι Άλεν αποκτούν ειδική βαρύτητα καθώς είναι δύο πρόσωπα που την αγάπησαν πολύ και την γνώριζαν καλύτερα από όλους. «Οδυνηρός αποχαιρετισμός» έγραψε ο Άλεν για την παντοτινή φίλη και μούσα του ενώ ο Αλ Πατσίνο δεν δίστασε να ομολογήσει ότι η Κίτον με την οποία ήταν ζευγάρι σχεδόν μια 20ετία -όχι συνεχώς αλλά με διαλείμματα- ήταν ο «μεγάλος έρωτας της ζωής του» και μετάνιωσε που δεν παντρεύτηκαν ποτέ.
Το 1977 o Γούντι Άλεν έγραψε για εκείνη το «Annie Hall» («Νευρικός εραστής» στην ελληνική διανομή) την ταινία που του χάρισε τα Οσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Η προσωπικότητα και η συμπεριφορά της ηρωίδας ήταν στοιχεία δανεικά από την πραγματική Κίτον, της οποίας το παρατσούκλι ήταν Annie ενώ το πραγματικό της όνομα ήταν Νταϊάν Χολ.
Δεν την άγγιζε η διασημότητα
Εκείνη την εποχή ο Άλεν ήταν ήδη ζευγάρι με την Μία Φάροου αλλά για την Κίτον με την οποία είχε σχέση προ πενταετίας έλεγε μόνο τα καλύτερα. Κυρίως θαύμαζε την χαρά και την ζωντάνια της, ενώ αναγνώριζε τη σωστή κρίση και την ειλικρίνεια της («δεν δίσταζε ακόμη και με τον Σαίξπηρ να τα βάλει αν κάτι δεν της άρεσε» έγραψε στο συγκινητικό γράμμα αποχαιρετισμού του), με αποτέλεσμα να είναι το μοναδικό ίσως άτομο που εμπιστευόταν τυφλά τη γνώμη του. Η ίδια είχε αναφερθεί στον χαρακτήρα της Ανι Χολ με τα εξής λόγια: «Φυσικά και αναγνώρισα τον εαυτό μου στο ρόλο. Ημουν αυτό το είδος αρχάριου που είχε πολλά συναισθήματα αλλά δεν ήξερε πώς να εκφράσει τον εαυτό του, και το βλέπω αυτό στην Άνι».
Το γεγονός πως ήταν διάσημη δεν την άγγιζε, ενώ αντιδρούσε όταν οι ατζέντες της την πίεζαν να πηγαίνει στα πριβέ πάρτι του Χόλιγουντ. «Έχει κάποια καλά το να είσαι γνωστός αλλά τα αρνητικά είναι σαφώς περισσότερα. Πιστεύω ότι οι διασημότητες δυσκολεύονται στις σχέσεις τους καθώς δεν έχουν καταφέρει να αναπτύξουν επαρκώς τις ανθρωπιστικές τους δεξιότητες» έλεγε, ενώ θεωρούσε ότι το χιούμορ ως το πιο γοητευτικό στοιχείο σε έναν άνθρωπο. «Άντρες με χιούμορ. Αυτό είναι το ιδανικό σεξ απίλ για μένα».
Το ίχνος που άφησε η Κίτον στον κινηματογράφο ήταν ανεξίτηλο όχι μόνο ερμηνευτικά –έδωσε μορφή στον όρο διανοούμενη γυναίκα- αλλά και σε άλλα επίπεδα καθώς ήταν ιδιοφυΐα ως προς το πώς απέδιδε τον εκάστοτε ρόλο. Πραγματικά αστεία στις κωμωδίες της αλλά και επώδυνα δραματικά όπως απέδειξε στο σκληρό «Looking for mr Goodbar» του Ρίτσαρντ Μπρουκς (είναι η νεαρή δασκάλα που αντιδρά στις προκαταλήψεις έχοντας μια διπλή ζωή) ή στους «Κόκκινους» του Γουόρεν Μπίτι – με τον οποίο ήταν ζευγάρι τότε- όπου υποδύθηκε τη σύντροφο του αριστερού δημοσιογράφου Τζον Ριντ. Κλασική σκηνή, δείγμα του ταλέντου της, εντοπίζεται και στο δράμα «Διάσταση» του Άλαν Πάρκερ όπου το μόνο που κάνει είναι να καπνίζει ένα τσιγάρο και να σιγοτραγουδάει Beatles στη μπανιέρα του σπιτιού της.
Η Κίτον έλεγε άφοβα την άποψη της ακόμη κι όταν αυτή πήγαινε κόντρα σε όλους. Ακόμη τη θυμόμαστε να είναι η μόνη από τις γυναίκες συνεργάτιδες του που υπερασπίστηκε τον Γούντι Άλεν όταν η υπόθεση περί κακοποίησης της θετής κόρης του Ντίλαν ξαναβγήκε στο προσκήνιο – παρότι η δίκη είχε κλείσει από τα 90s- στα 2019 με αφορμή το #metoo και το ντοκιμαντέρ της Μία Φάροου.
Νέο πρότυπο χειραφέτησης
Αυτή ήταν η Κίτον. Ακόμη και στιλιστικά καθώς ήταν η πρώτη γυναίκα που αφομοίωσε ολοκληρωτικά το αντρικό ντύσιμο (το δρόμο είχε ανοίξει πάντως η Κάθριν Χέπμπορν) σε μια εποχή που κάτι τέτοιο έδειχνε όχι απλώς παράτολμο αλλά σχεδόν εξωγήινο. Με την αφτιασίδωτη γοητεία της κατάφερε να επιβάλλει ένα στιλ που χωρίς να γίνεται αφορμή για πόλεμο μεταξύ των δύο φύλων, έγινε καθολικά αποδεχτό και συνεισέφερε τα μάλα στη δημιουργία ενός νέου πρότυπου χειραφέτησης μακριά από τις αφοριστικές φεμινιστικές κορώνες. Ό,τι κι αν έκανε το έκανε με απλότητα και αφοπλιστική διάθεση σε σημείο που έσβηνε τις εμπρηστικές εστίες αντίδρασης πριν καν οι φλόγες φουντώσουν.
Η Κίτον δεν δίσταζε να χορέψει, να τραγουδήσει ή και να εμφανιστεί ακόμη και γυμνή σε μεγάλη ηλικία όπως έγινε με το «Κάλλιο αργά παρά αργότερα». Και τι έγινε; Έτσι απάντησε σε ερώτηση δημοσιογράφου αν αυτό μπορεί να της προκαλέσει προβλήματα στην καριέρα της, συμπληρώνοντας: «Έχει περάσει ο καιρός που θα μπορούσε να με απασχολεί κάτι τέτοιο». Στο νου μας έρχεται αυτόματα η πρώτη σπουδαία ταινία της, ο «Νονός».
Ο Κόπολα παρότι δεν την γνώριζε προσωπικά, είχε ακούσει για τη ζόρικη και εκκεντρική ηθοποιό του θεάτρου κι αποφάσισε να τη δοκιμάσει. Πήρε με άνεση το ρόλο που της άλλαξε τη ζωή αν και δεν το περίμενε. Όπως είχε πει: «Με τον Αλ τα πίναμε συχνά στα γυρίσματα για να ξεχαστούμε και να ξεπεράσουμε τη στενοχώρια μας για την κινηματογραφική καριέρα μας που θα ήταν τόσο σύντομη αφού θεωρούσαμε ότι το έργο θα είχε παταγώδη αποτυχία».






















