Ν. Μπελαβίλας: Το «αφεντικό» δεν έσωσε τον Πειραιά

Η υποψηφιότητα του Νίκου Μπελαβίλα για τον Δήμο Πειραιά σε συνδυασμό με τις δηλώσεις μετωπικής σύγκρουσης με τον Βαγγέλη Μαρινάκη τάραξαν τα νερά της επικαιρότητας. Ο υποψήφιος δήμαρχος Πειραιά ανοίγει τα χαρτιά του στο Documento αναφερόμενος στο «πραγματικό αφεντικό» του δήμου αλλά και στον δικό του σχεδιασμό για την πόλη.

Γιατί είπατε ότι κύριος πολιτικός στόχος είναι η ανατροπή της γάγγραινας της ολιγαρχίας του Βαγγ. Μαρινάκη, η οποία φτάνει στο σημείο να απειλεί ακόμη και την ίδια τη δημοκρατία;

Να καταλάβουμε πρώτα απ’ όλα ότι αυτό όχι απλώς κινδυνεύει να επεκταθεί, αλλά ότι έχει αρχίσει να επεκτείνεται. Το συναντάμε ακέραιο στον Βόλο με πολύ πιο βίαιο τρόπο. Εμφανίστηκε και στη Νέα Φιλαδέλφεια και δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί. Να σκεφτούμε επίσης ότι πιθανόν να εμφανιστεί και στη Θεσσαλονίκη. Δηλαδή έχουμε το παλαιού τύπου φαινόμενο του Μπερλουσκόνι σε εποχές εξαιρετικά επικίνδυνες, γιατί ο Μπερλουσκόνι αποδείχτηκε φαιδρή φιγούρα που κατάφερε να σύρει την Ιταλία προς την ακροδεξιά. Ο Μπερλουσκόνι δεν ήταν ακροδεξιός, όμως εδώ το χειρότερο είναι ότι μέσα σ’ αυτούς τους τύπους κρύβεται η ακροδεξιά. Το είδαμε στον Πειραιά στις περασμένες εκλογές όταν κατέβηκαν τάγματα μαυροντυμένων με full face για να απειλήσουν την πόλη. Αυτές τις σκηνές δεν θέλουμε να τις ξαναζήσουμε. Αυτό είναι μια πραγματική ιστορία, την ξέρει και τη συζητάει όλη η Ελλάδα. Ο τρόπος για να το αντιμετωπίσουμε είναι η ήττα του φαινομένου ακριβώς εκεί όπου γεννιέται, ακριβώς εκεί όπου επιχειρεί να αποκτήσει το πρώτο εφαλτήριο για να ανεβεί στην εξουσία. Δηλαδή στους δήμους και στις τοπικές ομάδες.

Δεν εντοπίζετε ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής αλλά ούτε και πολιτικοποίηση του ποδοσφαίρου, μιλάτε για κάτι πιο βαθύ;

Περνάμε σ’ άλλο μοντέλο, στο οποίο επιχειρείται να βγει στην άκρη η δημοκρατία. Γι’ αυτό μίλησα για το no politica και για την απόπειρα εφαρμογής άλλης πολιτικής, η οποία θα είναι ολιγαρχική. Δηλαδή το αφεντικό αποφασίζει και ανακοινώνει, ενημερώνει και χειραγωγεί τις μάζες με τα Μέσα. Το αφεντικό θα αποφασίζει με τους δικούς του όρους, με το δικό του σχέδιο για το δικό του συμφέρον προς τα πού θα στρέψει την πολιτική και ποιον θα επιλέξει να βάλει αντ’ αυτού σε ένα δημαρχιακό θώκο και μεθαύριο –αν το αφήσουμε– και σε έναν πρωθυπουργικό.

Έχετε την πεποίθηση ότι η Θύρα 7 έχει ακροδεξιά ροπή με τις ευλογίες του Βαγγ. Μαρινάκη;

Δεν έχω καμία πεποίθηση για καμιά θύρα. Δεν μίλησα για τις θύρες, μιλάω για μαυροντυμένες συμμορίες κουκουλοφόρων οι οποίες κυκλοφόρησαν στην πόλη του Πειραιά.

Το no politica όμως έχει συγκεκριμένη αφετηρία;

Το no politica το είδα στην τηλεόραση, δεν με αφορά και δεν είναι θέμα συζήτησης αν πρόκειται για τη μία ή την άλλη θύρα. Δεν έχω τίποτε να χωρίσω με τους φιλάθλους και το ξαναλέω: μπάλα έμαθα στην αλάνα του Πασαλιμανιού, δίπλα στην Παλιά Λέσχη, αυτή που δυστυχώς δεν λειτουργεί πλέον και που οι λιμενικοί μας κυνήγαγαν γιατί δεν υπήρχε γήπεδο να παίξουν οι πιτσιρικάδες μπάλα. Εκεί γιόρταζαν τις νίκες του Ολυμπιακού στη μεταπολίτευση. Αυτό έχει μέσα έναν σεβασμό στο ποδόσφαιρο, στις αθλητικές ομάδες και στους φιλάθλους και μια βεβαιότητα ότι οι ομάδες, το ποδόσφαιρο και οι φίλαθλοι σέρνονται σε πολύ άσχημο μονοπάτι, χρησιμοποιούνται μέσα στην κρίση, την ανεργία, την ψυχολογική πίεση που ζουν τα παιδιά χωρίς να έχουν μεροκάματο και εκεί έρχεται το αφεντικό, το οποίο μοιράζει πενηντάρικα και ψηφοδέλτια. Το είδαμε κι αυτό στις περασμένες εκλογές. Ερχεται το αφεντικό και υπόσχεται ότι θα ακουμπήσει τα λεφτά του και θα σωθεί η πόλη του Πειραιά. Δεν συνέβη. Το ζήσαμε. Είχε τέσσερα χρόνια τη δυνατότητα να το κάνει. Εχει κάνει τεράστιο πάρκινγκ δίπλα στο Καραϊσκάκη, το οποίο πέρασε με εκείνο τον ιδιόμορφο τρόπο, ουσιαστικά ιδιωτικοποιήθηκε και δεν έχει φυτευτεί ένα δεντράκι. Δεν έχει μπει ένα παγκάκι στην αυλή του Καραϊσκάκη. Εκεί οφείλει κάποιος να πάει και να πει: «Παιδιά, αυτό είναι το στάδιο της πόλης, δεν είναι ιδιωτικό στάδιο, είναι το στάδιο του Ολυμπιακού, δεν είναι στάδιο του αφεντικού του Ολυμπιακού».

Σε πρόσφατη συνέντευξή σας δηλώσατε Ολυμπιακός, υπάρχει σημείο επαφής ανάμεσα σε όσα πρέσβευε ο Ολυμπιακός του Νίκου Γόδα με τη σημερινή ομάδα;

Νομίζω ότι η συναισθηματική σχέση των φιλάθλων του Ολυμπιακού με τον Ολυμπιακό είναι τόσο ισχυρή όσο ήταν και την εποχή του Γιούτσου, του Δεληγιάννη, του Αργυρούδη, του Τριαντάφυλλου. Το ποδόσφαιρο έχει αυτό το πάθος. Ένας κορυφαίος μαρξιστής ιστορικός, ο Ερικ Χομπσμπάουμ, έχει περιγράψει με εξαιρετικό τρόπο το ποδόσφαιρο ως στοιχείο πολιτισμού του 20ού αιώνα. Δεν ενοχλεί το πάθος αν αυτό δεν έχει βία και τραμπουκισμούς. Για να είμαστε ειλικρινείς ξύλο στα γήπεδα έπεφτε και στις παλιές αλάνες, δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Η τρέλα των οργανωμένων συμμοριών είναι πρωτοφανής. Αυτό γεννήθηκε στην Αγγλία των 70s, είναι το «Κουρδιστό πορτοκάλι» και μεταφέρθηκε στη χώρα μας τη δεκαετία του ’90. Ξεκίνησε επί Κοσκωτά περίπου με ανάλογο σχήμα, τον οποίο τότε λάτρευε η κοινωνία γιατί θεωρούσε ότι με τα λεφτά του θα σώσει τον Ολυμπιακό, την πόλη και τη χώρα. Και είδαμε πού κατέληξε…

Τι έχετε να προσάψετε στον νυν δήμαρχο του Πειραιά και ποιες είναι οι προτεραιότητές σας για τον δήμο;

Στον δήμο του Πειραιά νομίζω ότι λείπει ένας ρόλος, είναι ο διεθνής. Το διδάσκουμε, το εξηγούμε, το μελετάμε συνέχεια. Εδώ και κάποια χρόνια έχω συνειδητοποιήσει ότι ο Πειραιάς περνάει από την τρομερή εκείνη φάση της αποβιομηχάνισης και της παρακμής. Ο Πειραιάς ήταν μία από τις συρρικνούμενες πόλεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως και άλλες μεγάλες βιομηχανικές πόλεις της Ευρώπης. Εχει ενδιαφέρον ότι κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, ενώ η Αθήνα μπόρεσε να εκμεταλλευτεί το γεγονός και να έχουμε τα μέσα σταθερής τροχιάς, τις ενοποιήσεις των αρχαιολογικών χώρων, τη βελτίωση των υποδομών, ο Πειραιάς δεν μπόρεσε να κερδίσει τίποτε. Πάμε όμως στη νέα φάση που ξεκίνησε από το 2000. Είτε το θέλουμε είτε όχι έχουμε την πραγματικότητα του νέου λιμανιού. Ημουν από τους ανθρώπους που ήταν κατά της πώλησης του λιμανιού, όπως ήμουν και κατά της πώλησης του Ελληνικού. Τη στιγμή που μπήκε το κρίσιμο δίλημμα «κόβουμε οικόπεδα ή συντάξεις» –και μπήκε και προσωπικά σε όσους ήμασταν μπλεγμένοι– πήραμε την απόφαση να συμφωνήσουμε στις ιδιωτικοποιήσεις για να γλιτώσουμε μισθούς, συντάξεις και απολύσεις, όπως και έγινε. Εκεί υφίσταμαι μια δύσκολη στιγμή, προσπαθώ να βρω τρόπους συζητώντας με ανθρώπους, συντρόφους, με φίλους, με το «Λιμάνι της Αγωνίας» να παρέμβουμε στην καταστροφική έως τότε σύμβαση του λιμανιού και να τη βελτιώσουμε. Τι κατορθώνουμε; Σώζονται τα Λιπασμάτα, γλιτώνει ο Θ. Δρίτσας –και είναι άγνωστο αυτό– 600 στρέμματα του αρχαιολογικού χώρου της Κυνόσουρας Σαλαμίνας και όλα αυτά που προορίζονταν για βιομηχανίες. Δεν θα μπορούσαμε τώρα να σταματήσουμε τους Κινέζους, θα γκρέμιζαν την Κυνόσουρα και τον τύμβο των Σαλαμινομάχων.

Μιλάτε για την περίοδο που ήταν υπουργός Ναυτιλίας ο Θ. Δρίτσας;

Μιλάω για την περίοδο 2015-2016. Και αυτήν τη στιγμή, κυρίως χάρη στην Περιφέρεια Αττικής, έγινε μια πάρα πολύ σκληρή διαπραγμάτευση για το master plan της COSCO. Αλλαξαν πάρα πολλά και θα αλλάξουν ακόμη περισσότερα. Γιατί η επιλογή που κάναμε όσοι ήμασταν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εμπλεκόμενοι σε όλο αυτό ήταν να φέρουμε σε δημόσια θέα αυτές τις συμβάσεις και τα σχέδια. Να μπούνε δηλαδή στο τραπέζι, να αναδειχτούν αντιδράσεις, να αναπτυχθούν συζητήσεις, να ειπωθούν τα θετικά και τα αρνητικά και να περάσουμε στο επόμενο στάδιο. Αυτό είναι κατόρθωμα της τελευταίας τριετίας. Ούτως ή άλλως έχουμε το καινούργιο δεδομένο που σημαίνει 33 εκατ. τουρίστες φέτος. Από αυτούς 20 εκατομμύρια πηγαινοέρχονται μέσω του λιμανιού του Πειραιά. Σαφώς δεν είναι μόνο τουρίστες, είναι και κάτοικοι. Επίσης 2 εκατομμύρια κοντέινερ πηγαινοέρχονται μέσω του λιμανιού του Πειραιά. Εχουμε συνεχή αύξηση της εμπορευματικής κίνησης, θα δούμε αν θα έχουμε και της κρουαζιέρας, υπάρχει ολόκληρη συζήτηση γι’ αυτό. Εχουμε ακόμη την αναζωογόνηση της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας με τα προβλήματα που έχει αυτή, όπως είναι οι συνθήκες εργασίας, η ασφάλεια των εργαζομένων, το πρόβλημα που δημιουργεί στο Πέραμα, το πρόβλημα της ρύπανσης και κ.ο.κ.

Το λιμάνι μεγαλώνει και δεν μπορεί να το αμφισβητήσει κανείς. Αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στην έβδομη θέση ευρωπαϊκά και στην τρίτη θέση στη Μεσόγειο. Δεν είναι δυνατόν σε τέτοιο λιμάνι να διακατέχεσαι από επαρχιωτισμό.

Δηλαδή;

Δηλαδή δεν γίνεται σε διεθνές λιμάνι να έχεις πολιτικές συμπεριφορές και στοχεύσεις, οι οποίες αφορούν μια επιχείρηση που είναι ασήμαντη μπροστά στη COSCO, μια ποδοσφαιρική ομάδα ή σχέδια τα οποία δεν αντιστοιχούν σε αυτά τα μεγάλα που συμβαίνουν. Οταν δηλαδή κάποιος εκπροσωπεί την πόλη προς τα έξω δεν μπορεί να υπάρχουν σκιές σε αυτήν την εκπροσώπηση. Οταν κάποιος πηγαίνει στους διεθνείς οργανισμούς για να συζητήσει, από την Κίνα μέχρι τις ΗΠΑ, οφείλει να είναι πεντακάθαρος, διότι αν δεν είναι πεντακάθαρος τον έχουν στο χέρι και δεν μπορεί να διαπραγματευτεί. Και αυτό δεν αφορά τον νυν δήμαρχο, αφορά το μεγάλο πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τον δήμαρχο. Καταλαβαίνετε πάρα πολύ καλά τι λέω.

Τη μεγάλη εικόνα και στόχευση τη βάλατε. Ποια είναι η μικρή;

Στη μικρή στόχευση έχουμε έναν Πειραιά, ο οποίος στην κλίμακα της πόλης, χάρη σε δύο κατηγορίες έργων, πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση. Πρώτον, τα μέσα σταθερής τροχιάς: τελειώνει το μετρό και ανοίγουν οι βόρειοι σταθμοί. Αυτά δεν είναι σχεδιασμός του Δήμου Πειραιά, δεν παρενέβη ο Δήμος Πειραιά σε αυτό. Ουδέποτε. Επίσης είναι το τραμ. Εκεί να ομολογήσω ότι ο Γιάννης Μόραλης προσπάθησε να επιταχύνει τη διαδικασία που ταλαιπωρούσε όλους μας λόγω της ανικανότητας της εταιρείας να τελειώσει γρήγορα το έργο.

Η δεύτερη κατηγορία των έργων είναι αυτά που χρηματοδότησε και σχεδίασε η Περιφέρεια Αττικής. Τα έργα των ολοκληρωμένων χωρικών επενδύσεων. Είναι δεκάδες εκατομμύρια για τον Δήμο Πειραιά από τα οποία δεν έχει απορροφηθεί ακόμη ούτε ένα ευρώ. Συγκεκριμένα, η υπόθεση των πάρκων της Πειραϊκής, η υπόθεση της αναβάθμισης των συνοικιών, η υπόθεση της διαμόρφωσης του ιστορικού κέντρου τα διεκδικούμε από κοινού οι πάντες. Οσοι τέλος πάντων νοιαστήκαμε για την πόλη και τη σχεδιάσαμε και δεν είχαμε στον νου μας άλλους ρόλους.

Ετσι, λοιπόν, χαίρεται κανείς που προχωράει το Τουρκολίμανο. Τα λεφτά της περιφέρειας δε, περί τα 80 εκατομμύρια ευρώ, θα έπρεπε να έχουν μπει στην αγορά εδώ και δύο χρόνια. Δεν έχουν μπει. Φαντάζομαι στις παραμονές των εκλογών ότι κάποια έργα θα ξεκινήσουν. Δεν μας ενοχλεί, αλλά αν είχαν μπει δύο χρόνια νωρίτερα θα είχε φάει και ο κόσμος ψωμάκι.