Οι ηθοποιοί Πασχάλης Τσαρούχας και Νικόλ Δημητρακοπούλου, που υπήρξαν στενοί συνεργάτες του αγαπητού ηθοποιού, μιλούν στο documentonews.gr για τον ηθοποιό που έφυγε από τη ζωή.
Πασχάλης Τσαρούχας, ηθοποιός
«Μια τεράστια προσωπικότητα»
«Αν πρέπει να μιλήσουμε σοβαρά για τον Νίκο, μιλάμε για μια τεράστια προσωπικότητα. Γλέντησε τη ζωή, τη φχαριστήθηκε και η ζωή του το ανταπέδωσε με τις χάρες που τον στόλισε. Συναντηθήκαμε στη «Λασκαρίνα» όπου συμπρωταγωνιστούσαμε στην ουσία. Ένιωσα σαν να συνάντησα έναν δικό μου άνθρωπο παρότι υπήρχε στο μυαλό μου η εικόνα του απο τις ελληνικές ταινίες. Θυμάμαι πολύ καλά το σημαντικό εξής: Τον σεβασμό και την αποδοχή που έδειχνε με τη συμπεριφορά του, όχι μόνο σε μένα, αλλά και σ’ όλους τους νεότερους. Το πόσο υποστηρικτικός ήταν, αποφεύγοντας τις δασκαλίστικες διορθώσεις και δίνοντας σου τη σιγουριά όμως ότι είναι εκεί αν τον χρειαστείς. Μιλήσαμε πριν από 25 μέρες και έδειχνε αισιόδοξος. Ήταν κεφάτος. Αυτάρκης, περήφανος πολύ και γενναίος άνθρωπος. Δίκαιος και με συλλογική συνείδηση, αφού είχε διατελέσει και πρόεδρος του Διονύσου».
Νικόλ Δημητρακοπούλου, ηθοποιός
«Γοητεία μιας άλλης εποχής»
«Θυμάμαι ήταν τη δεύτερη χρονιά που θα παίζαμε την «Μελωδία της Ευτυχίας» και περιμέναμε στο θέατρο να γνωρίσουμε τον καινούργιο μας Μπαμπά. Και τότε μπήκε μέσα ο Νίκος Γαλανός. Και το θέατρο έμοιαζε να φωτίζεται. Είχε αυτή την -σχεδόν χαμένη πια- γοητεία μιας άλλης εποχής, μια γοητεία εμποτισμένη με ζεστασιά και τρυφερότητα, μια γοητεία που ακόμα και ένα επτάχρονο παιδί μπορεί να αισθανθεί. Στο διάλειμμα της παράστασης καθόμασταν συνήθως στο καμαρίνι του που ήταν δίπλα στης Αλίκης και είχε πάντα την πόρτα ανοιχτή. Τότε δεν μου έκανε εντύπωση, αλλά σήμερα ως ενήλικη αναρωτιέμαι πως άντεχε να μπαινοβγαίνουν τρέχοντας, φωνάζοντας πέντε πιτσιρίκια κάθε βράδυ και εκείνος απλά να χαμογελάει. Ένα Σάββατο βρισκόμασταν στο καμαρίνι της Αλίκης και η τηλεόραση έπαιζε το «Αστείο κορίτσι». Η Αλίκη μας φώναξε στο διάλειμμα να το δούμε όλοι μαζί. Κάποια στιγμή ο Γαλανός γυρνάει και της λέει: “Θυμάσαι αυτή τη σκηνή;”. “Ναι” του απαντάει εκείνη “θυμάμαι πως ήθελα να σε σκοτώσω”. “Μα γιατί;” ρωτάει εκείνος απορημένος. Για να λάβει την απάντηση: “Γιατί μιλούσες σε εμένα στον ενικό και στην Καρέζη στον πληθυντικό”. Θυμάμαι ότι μου είχε κάνει τόση εντύπωση. Όταν εκείνος ήταν στη σκηνή, η Αλίκη γινόταν πάλι νέα… έτσι μου φαινόταν… Σε μια παράσταση -στο Δημοτικό θέατρο Πειραιά ήταν- είχα σκοντάψει στις κουίντες και είχα χτυπήσει το γόνατό μου. Εκείνος ήταν δίπλα μου. Ήθελα να κλάψω αλλά έπρεπε να βγούμε στης σκηνή. Μου ψιθύρισε “είσαι δυνατή, πάμε” και τότε εγώ βγήκα περήφανη σαν το παγόνι που αυτός ο άνθρωπος με πίστευε. Αργότερα που έγινα ηθοποιός και τον ξανασυνάντησα επιβεβαιώθηκε αυτή μου η αίσθηση. Πως ήταν ένας άνθρωπος γεμάτος με τη σιγουριά αυτή που οι ωραίοι άνθρωποι εκπέμπουν και που δίπλα τους μπορείς και εσύ να νιώσεις δυνατός».
