Είναι δεδομένο ότι ο Μάκης Βορίδης είναι πιο τσεκουράτος από τον Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί, αν και οι πάντες γνωρίζουν από πού προέρχεται και τι πρεσβεύει, υπάρχουν πάρα πολλοί που θεωρούν ότι μπορεί να είναι βασικός αρμός ενός κοινοβουλευτικού κόμματος.
Γι’ αυτό ο ακροδεξιότατος δεν έχει πρόβλημα να δηλώνει ότι στόχος των «μεταρρυθμίσεών» τους είναι να μην έρθει ποτέ η Αριστερά στην κυβέρνηση και να εξοστρακιστούν διά παντός οι ιδέες της, στις οποίες προφανώς περιλαμβάνεται ό,τι δημοκρατικό και κοινωνικό θεσπίστηκε μετά τη μεταπολίτευση. Ο Μητσοτάκης κρατάει κάποια προσχήματα, τόσο γιατί το προφίλ που πουλάει είναι φιλοσημιτικό όσο και γιατί δεν θέλει να φιτιλιάζει τον περίγυρο του ΚΚΕ, κάτι που θα υποχρέωνε την ηγεσία του να αντιδράσει. Συνήθως λοιπόν μας παραμυθιάζει με τις «παθογένειες». Αυτό έκανε και εγκαινιάζοντας το έργο ύδρευσης της ανατολικής πλευράς της (βαριά λαβωμένης επί… Μητσοτάκη) Καρδίτσας: άδραξε μια ατάκα του δήμαρχου (άλλος «ανεύθυνος» κι αυτός!) και δήλωσε «κληρονομήσαμε παθογένειες δεκαετιών τις οποίες πρέπει να ξεπεράσουμε». Με άλλα λόγια, ένας πρωθυπουργός που ο ίδιος ή το κόμμα του ή πολιτικά φίλοι του έχουν κυβερνήσει τις τελευταίες δεκαετίες τη χώρα –με την εξαίρεση της τετραετίας του ΣΥΡΙΖΑ– και ένας επί τετραετία δήμαρχος που προηγουμένως ήταν αντιπεριφερειάρχης επί μια δεκαετία έχουν την ίδια δικαιολογία: δεν φταίνε αυτοί, αλλά οι… παθογένειες που κληρονόμησαν.
Βέβαια και του χρόνου και του αντίχρονου και όσο αυτοί παραμένουν στην κυβέρνηση πάλι οι «παθογένειες» θα φταίνε, που ποτέ δεν κατονομάζονται συγκεκριμένα ώστε να παραμένουν εσαεί ως δικαιολογίες, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, που όσο βρίσκεται παραζαλισμένος στη γωνία θα γίνεται στόχος του κάθε καθεστωτικού επιτήδειου. Οπότε, επειδή το πρόβλημα είναι ο εφαρμοσμένος μητσοτακικός νεοφιλελευθερισμός, είτε μιλάμε για έργα στη Θεσσαλία είτε για την ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια, το ζητούμενο είναι να υπάρξει αντιπολίτευση και γρήγορα.