Οι ανοιχτές πληγές μιας εύθραυστης εκεχειρίας

Οι ανοιχτές πληγές μιας εύθραυστης εκεχειρίας

Η αιφνιδιαστική εκεχειρία, η οποία προέκυψε μετά την κλιμάκωση του πολέμου ανάμεσα σε Ισραήλ και Ιράν και την επέμβαση ακολούθως των Ηνωμένων Πολιτειών με το ιρανικό πλήγμα στην αμερικανική βάση Αλ Ουντεΐντ στο Κατάρ ως «απάντηση», αφήνει πίσω της μια σειρά κρίσιμων ερωτημάτων σχετικά με τη στρατηγική πορεία της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ στη Μέση Ανατολή, καθώς και την επόμενη μέρα για το ιρανικό καθεστώς.

Μολονότι η εκεχειρία παραβιάστηκε σχεδόν αμέσως και από τις δύο πλευρές, ο Αμερικανός πρόεδρος καυχήθηκε για το κατόρθωμά του δηλώνοντας ότι αυτή «θα διαρκέσει για πάντα» – ένας τολμηρός ισχυρισμός, αν αναλογιστεί κανείς τη φήμη της Μέσης Ανατολής ως πεδίου δοκιμασίας που έχει αποδειχτεί καταστροφικό για αρκετές αμερικανικές προεδρίες.

Παρά την προσωρινή παύση των εχθροπραξιών, η κατεύθυνση της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή παραμένει ασαφής. Η επανεκκίνηση των συνομιλιών με την Τεχεράνη για το πυρηνικό πρόγραμμά της βρίσκεται στο τραπέζι, όπως και το ενδεχόμενο διπλωματικών πρωτοβουλιών για άλλες εστίες έντασης. Η απάντηση στο βασικό ερώτημα «τι ακολουθεί;» παραμένει άγνωστη, όπως και το κατά πόσο η κατάπαυση του πυρός θα τηρηθεί.

Η ιρανική ηγεσία, από την πλευρά της, παραμένει επιφυλακτική ως προς το ενδεχόμενο ουσιαστικής διαπραγμάτευσης των πυρηνικών δυνατοτήτων της, επιμένοντας ότι δεν επιδιώκει να αποκτήσει πυρηνικό όπλο.

Οι ΗΠΑ διακήρυξαν ότι οι επιδρομές τους σε Ισφαχάν, Νατάνζ και Φουρντού αποτέλεσαν θεαματική επιτυχία (διαψεύδουν CNN, «New York Times» και «Financial Times»), ενώ η Τεχεράνη προσπαθεί να υποβαθμίσει τη ζημιά υποστηρίζοντας ότι είχε ήδη μετακινήσει το πυρηνικό της υλικό και ότι οι επιθέσεις δεν διείσδυσαν στις οχυρωμένες εγκαταστάσεις. Ο Τραμπ αρχικά εξέφρασε την πεποίθηση πως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν «εξαλείφθηκε ολοσχερώς», αλλά στη συνέχεια τα «γύρισε» μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου στη Χάγη, όπου διεξήχθη η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ, λέγοντας ότι οι ΗΠΑ δεν γνωρίζουν αν καταστράφηκαν τα πυρηνικά του Ιράν και πως το Ισραήλ είναι αυτό που θα δώσει τις σχετικές πληροφορίες.

Τα αμερικανικά πλήγματα ωστόσο οδήγησαν το κοινοβούλιο του Ιράν να εγκρίνει την αναστολή της συνεργασίας της χώρας με τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ), με τον πρόεδρο του ιρανικού κοινοβουλίου Μοχαμάντ Μπαγκέρ Γκαλιμπάφ να κατηγορεί τον ΔΟΑΕ ότι «ξεπούλησε τη διεθνή αξιοπιστία του» λόγω του ότι δεν καταδίκασε έστω και στο ελάχιστο την επίθεση εναντίον των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων.

Σύμφωνα με την απόφαση, οι επιθεωρητές του ΔΟΑΕ θα μπορούν να εισέρχονται στο Ιράν μόνο με ρητή έγκριση από το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας και εφόσον ο οργανισμός εγγυάται την ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων της χώρας.

Ριψοκίνδυνο στοίχημα και πολιτική του 5%

Ο Τραμπ, μετά την ανακοίνωση της εκεχειρίας στη Μέση Ανατολή, παρουσιάστηκε στη Σύνοδο Κορυφής της Χάγης ως ο ηγέτης που διασφάλισε την κατάπαυση του πυρός, αναγκάζοντας την ίδια στιγμή τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να δεσμευτούν σε υπερδιπλάσιες αμυντικές δαπάνες. Το σχέδιό του για αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ υιοθετήθηκε ως μακροπρόθεσμος στόχος, χωρίς άμεση εφαρμογή, επιβάλλοντας νέους όρους στο ευρωατλαντικό σύστημα ασφαλείας και χρησιμοποιώντας την υποστήριξη προς την Ουκρανία ως εργαλείο πίεσης για την αύξηση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών προϋπολογισμών.

Ωστόσο, παρά τους πανηγυρισμούς, ο μεγιστάνας διαπίστωσε για άλλη μία φορά ότι οι διεθνείς κρίσεις δεν υπακούν στις προεκλογικές υποσχέσεις του. Αφού δεν κατάφερε να πετύχει μια σταθερή έκβαση στην Ουκρανία, βλέπει τώρα τη Μέση Ανατολή να αντιστέκεται στις διπλωματικές πρωτοβουλίες του. Η εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, που παρουσιάστηκε ως αποτέλεσμα προσωπικής του παρέμβασης, αποδείχτηκε ανθεκτική μόνο στα λόγια: μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα οι δύο πλευρές επανήλθαν σε εχθροπραξίες, αδιαφορώντας στην πράξη για τη μεσολάβηση των ΗΠΑ.

Επιπλέον, η προσέγγιση της Ουάσινγκτον δείχνει να καθορίζεται περισσότερο από τις δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρά από ένα σαφές θεσμικό ή στρατηγικό πλαίσιο. Ούτε καν το Κογκρέσο ήταν ενήμερο για την απόφαση του Τραμπ να πλήξει τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις την περασμένη Κυριακή, καθώς τα κορυφαία μέλη του έλαβαν μόνο επιφανειακές ειδοποιήσεις.

Ο Αμερικανός πρόεδρος έβαλε ένα στοίχημα που θεωρήθηκε ιδιαίτερα ριψοκίνδυνο: να καταστρέψει τα πυρηνικά εργοστάσια του Ιράν χωρίς να βυθίσει τις ΗΠΑ σε νέο αδιέξοδο στη Μέση Ανατολή, παρόμοιο με αυτό του Ιράκ. Μέχρι στιγμής η προσέγγισή του φαίνεται να δικαιώνεται.

Εάν η σύγκρουση παγώσει, ο Τραμπ θα μπορούσε να αποκτήσει σημαντική πολιτική ώθηση –τουλάχιστον εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος– και να αποκαταστήσει τη σχέση με τη βάση του, το κίνημα MAGA, το οποίο είχε υποστεί ρήγμα μετά την αμερικανική εμπλοκή στον πόλεμο Ισραήλ – Ιράν, με κορυφαίες φυσιογνωμίες του να κατηγορούν τον Αμερικανό πρόεδρο ότι αθέτησε την υπόσχεσή του να αποτρέψει νέους πολέμους. Χαρακτηριστικά, ο Στιβ Μπάνον είχε τονίσει ότι η «ανάμειξη στον πόλεμο θα μπορούσε να καταστρέψει τις ΗΠΑ».

Παράλληλα, ο ένοικος του Λευκού Οίκου εμφανίζεται αποφασισμένος να επανέλθει στη διαπραγμάτευση με το Ιράν με στόχο τον τερματισμό του πυρηνικού προγράμματος μέσω συμφωνίας. Ωστόσο, δεν διστάζει να επιδείξει και την αμερικανική στρατιωτική ισχύ δηλώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επέμβουν ξανά εάν το Ιράν αποκαταστήσει το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου.

Προκλήθηκε ρήγμα στο ιρανικό καθεστώς;

Στο εσωτερικό του Ιράν το σοκ του πολέμου, αντί να αποσταθεροποιήσει τη χώρα, φαίνεται να έχει πυροδοτήσει μια διαδικασία συγκέντρωσης εξουσίας στους στρατιωτικούς θεσμούς και ίσως να σηματοδοτεί την αρχή του τέλους για την απόλυτη κυριαρχία των κληρικών. Οι αμερικανικές επιδρομές κατά του Ιράν της 22ας Ιουνίου έχουν ανοίξει μια συζήτηση στην Τεχεράνη για το μέλλον της χώρας και την παραμονή του ανώτατου ηγέτη αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ στην εξουσία.

Ο Χαμενεΐ –που για χρόνια ηγείται με τα συνθήματα «Θάνατος στην Αμερική» και «Θάνατος στο Ισραήλ», αποφεύγοντας όμως τον πόλεμο σε ιρανικό έδαφος– εξαφανίστηκε από το προσκήνιο τις πρώτες ημέρες του πολέμου και απομονώθηκε για λόγους ασφαλείας. Σε διάγγελμά του μετά την ανακοίνωση της εκεχειρίας δήλωσε ότι η Τεχεράνη «βγήκε νικήτρια» και επέκρινε την παρέμβαση των ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας παράλληλα την ιρανική πυραυλική επίθεση εναντίον αμερικανικής βάσης και απειλώντας ότι κάτι τέτοιο «θα μπορούσε να επαναληφθεί στο μέλλον σε περίπτωση επίθεσης».

Η κατάσταση της υγείας του 86άχρονου αποτελεί έναν από τους βασικούς καταλύτες για την επιτάχυνση των εσωτερικών διεργασιών. Εδώ και δύο χρόνια μια τριμελής επιτροπή ανώτερων ιερωμένων επεξεργάζεται σενάρια για την επόμενη μέρα, χωρίς ωστόσο να έχει επιτευχθεί συναίνεση ως προς το πρόσωπο που θα μπορούσε να αναλάβει την ηγεσία. Ενδεικτική των συμβιβασμών και των πολιτικών ισορροπιών που επιχειρούνται στο παρασκήνιο είναι η απουσία του ονόματος του Μοτζταμπά Χαμενεΐ, γιου του ανώτατου ηγέτη, πιθανότατα σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η εντύπωση της οικογενειοκρατίας.

Οι επικρατέστεροι διάδοχοι για την ηγεσία φέρονται να είναι τρεις: ο Αλιρεζά Αραφί, ένας από τους πιο έμπιστους συνεργάτες του Χαμενεΐ, ο οποίος κατέχει υψηλόβαθμες θέσεις, ο Αλί Ασγκάρ Χετζαζί, υπεύθυνος πολιτικής ασφάλειας του Χαμενεΐ, που διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη λήψη στρατηγικών και αμυντικών αποφάσεων, και ο Μοχαμάντ Γκολπαγκεγκανί, επικεφαλής του γραφείου του ανώτατου ηγέτη για δεκαετίες.

Το ίδιο το γεγονός ότι η συζήτηση περί διαδοχής και ενδεχόμενων μεταρρυθμίσεων έχει φτάσει στον σκληρό πυρήνα της ιρανικής ηγεσίας συνιστά ένδειξη ότι το καθεστώς δεν είναι άτρωτο. Η κοινωνική δυσαρέσκεια, οι διεθνείς πιέσεις, τα οικονομικά αδιέξοδα και η φθορά των ιδεολογικών πυλώνων της Ισλαμικής Επανάστασης του 1979 διαμορφώνουν ένα περιβάλλον έντονης ρευστότητας. Σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας τα πάντα είναι πιθανά και ακόμη και το σενάριο μιας σταδιακής αποδόμησης του θεοκρατικού συστήματος δεν μπορεί να αποκλειστεί.

Την ίδια στιγμή, οι Φρουροί της Επανάστασης (Islamic Revolutionary Guard Corps – IRGC), και ειδικά η Δύναμη Κουντς, υπό τον Ισμαήλ Καανί, ενισχύουν συνεχώς την πολιτική και οικονομική επιρροή τους. Σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές, σε ενδεχόμενο μεταβατικό στάδιο είναι πολύ πιθανό να αναλάβουν ρόλο ρυθμιστή και θεματοφύλακα του θεοκρατικού χαρακτήρα του καθεστώτος, αλλά με ενδεχόμενη μετατόπιση προς ένα ακόμη πιο σκληρό μοντέλο εξουσίας, τύπου «θεοκρατικής στρατοκρατίας».

Επίσης, οι Φρουροί ελέγχουν τεράστια τμήματα της ιρανικής οικονομίας, από το πετρέλαιο και τις τηλεπικοινωνίες έως τις κατασκευές και το εμπόριο, ενώ έχουν επεκταθεί σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Αυτό το πλέγμα εξουσίας δυσχεραίνει κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης.

Κινητικότητα όμως εκδηλώνεται και στο εξωτερικό. Ο εξόριστος γιος του τελευταίου σάχη Ρεζά Παχλαβί έχει εντείνει τις παρεμβάσεις του το τελευταίο διάστημα, ζητώντας «ειρηνική μετάβαση στην ελευθερία και τη δημοκρατία» με συμμετοχή του λαού και διεθνή εποπτεία. Αν και δεν ζητά την παλινόρθωση της μοναρχίας, προβάλλεται ως σύμβολο για ένα κοσμικό και δημοκρατικό Ιράν. Ο Παχλαβί, οι υποστηρικτές του οποίου τον αποκαλούν ακόμη «πρίγκιπα του θρόνου του Ιράν», απευθύνθηκε στη διεθνή κοινότητα επικρίνοντας έντονα το θεοκρατικό καθεστώς του Χαμενεΐ.

Το ερώτημα που εγείρεται είναι κατά πόσο η ενδεχόμενη απομάκρυνση του Χαμενεΐ θα επιφέρει πραγματική αλλαγή του θεοκρατικού καθεστώτος. Ο διάδοχός του, όποιος και αν είναι, θα πρέπει να παραμείνει πιστός στις βασικές αρχές του καθεστώτος, ώστε να γίνει αποδεκτός από τα ισχυρά κέντρα εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, είναι αμφίβολο αν η Ρωσία και η Κίνα θα έμεναν θεατές στην προσπάθεια εγκαθίδρυσης φιλοδυτικού καθεστώτος στην Τεχεράνη.

Για ορισμένους ειδικούς, η συγκρατημένη αντίδραση της Μόσχας και του Πεκίνου στην επίθεση κατά του Ιράν δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί ως ένδειξη αδυναμίας. Αν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ ενισχύσουν κάθε μορφή αμφισβήτησης του ισλαμικού καθεστώτος, τότε η Ρωσία και η Κίνα θα μπορούσαν ενδεχομένως να εξαντλήσουν κάθε δυνατό περιθώριο στήριξής του.

Διαβάστε επίσης

Τεχεράνη: Λαοθάλασσα για τις κηδείες των νεκρών στον πόλεμο με το Ισραήλ (Pics)

Το διαβιβαστικό της Ευρ. Εισαγγελίας για ΟΠΕΚΕΠΕ: Δίκτυο με κίνητρο το πολιτικό συμφέρον και την πελατεία

Καρασαρίνης: Στις συνομιλίες για τον ΟΠΕΚΕΠΕ πρώην σύμβουλος του Χαράλαμπου Αθανασίου

Ο Μητσοτάκης ως Βλαντ Τσέπες

Ετικέτες

Documento Newsletter