Οι ετεροχρονισμένες καταγγελίες της Ράικου

Δυόμισι χρόνια… δρόμος ήταν το διάστημα που απαιτήθηκε, καθώς και μια αλλαγή κυβέρνησης, για να αποκτήσει και επίσημα ονοματεπώνυμο ο περιβόητος «Ρασπούτιν» από τη «νονά» του, Ελένη Ράικου.

Η πρώην εισαγγελέας κατά της διαφθοράς επιτέλεσε κι αυτή με τη σειρά της κομβικό ρόλο στην παραπομπή του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής, καθώς έχει καταγγείλει σε βάρος του σημεία και τέρατα, παρά το γεγονός ότι για πολλά χρόνια διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον πάλαι ποτέ προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας και πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης.

Ο τρόπος όμως με τον οποίο κινήθηκε η κ. Ράικου και η σταδιακή κλιμάκωση των ετεροχρονισμένων καταγγελιών της αλλά και κάποιες «γκρίζες ζώνες» στα λεγόμενά της δημιουργούν εύλογα ερωτήματα τόσο για την απόλυτη ακρίβεια των ισχυρισμών της όσο και για τυχόν προθέσεις που κρύβονται πίσω από αυτές.

Ο δρόμος –όπως προαναφέραμε άλλωστε– από τις αρχικές αόριστες καταγγελίες της περί «αίσθησης ότι δεν απολάμβανε της θεσμικής προστασίας που δικαιούτο» μέχρι τις πρώτες αναφορές στον Ρασπούτιν και, τέλος, την πρόσφατη κατάθεσή της που «κλείδωσε» τις κατηγορίες σε βάρος του πρώην συναδέλφου και φίλου της ήταν μακρύς.

Ολα ξεκίνησαν τον Μάρτιο του 2017 όταν η κ. Ράικου ανακοίνωσε ότι παραιτείται από την Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς με αφορμή το διαφημιστικό τρέιλερ για το πρώτο θέμα του Documento, που αποκάλυπτε τότε την αναφορά-καταγγελία ανακρίτριας ότι η κ. Ράικου δεν της παρέδωσε σημαντικά στοιχεία για δικογραφίες που είχαν σχηματιστεί για τον Γιάννο Παπαντωνίου και τον Θωμά Λιακουνάκο και αφορούσαν προμήθειες οπλικών συστημάτων. Η Ελ. Ράικου προτού ακόμη κυκλοφορήσει η εφημερίδα στα περίπτερα ανακοίνωσε την παραίτησή της για να μη μετατραπεί, όπως σημείωνε μεταξύ άλλων, σε «Ιφιγένεια στον βωμό των συμφερόντων των διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών και των μεγάλων συμφερόντων».

Παράπονα

Συνδύαζε δε την «επίθεση» σε βάρος της, που «στηριζόταν σε παράκεντρα», με την έρευνά της για το μεγάλο σκάνδαλο της Novartis, που όμως δεν είχε καμία σχέση με το περιεχόμενο της αποκάλυψης του Documento. Τότε μάλιστα, κι ενώ η έρευνα δεν είχε ακόμη προχωρήσει σε βάθος ούτε υπήρχαν οι καταθέσεις ή τα έγγραφα (π.χ. του FBI) με ενδείξεις για τυχόν εμπλοκή πολιτικών προσώπων, η κ. Ράικου απλώς είχε εκφράσει παράπονα για την «ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης», η οποία, όπως έλεγε, δεν της έδωσε θεσμική κάλυψη στη διερεύνηση της υπόθεσης που από τα λεγόμενά της προέκυπτε ότι είχε μεγάλο «βάθος». Σε τι ακριβώς και για ποιον λόγο δεν έχαιρε της θεσμικής κάλυψης δεν έκανε ούτε καν έμμεση αναφορά. Ούτε προχώρησε σε κάποια θεσμική κίνηση, με αποτέλεσμα ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής να μιλήσει για «παραίτηση διανθιζόμενη με ασύνδετους ισχυρισμούς», επισημαίνοντας πως ο ίδιος είχε τονίσει στην κ. Ράικου ότι είχε απόλυτη στήριξη για τη διερεύνηση και αποκάλυψη του σκανδάλου της Novartis.

Ενάμιση χρόνο αργότερα κι αφού την έρευνα έτρεχε η νέα εισαγγελέας διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη, δημοσιεύματα του Τύπου αποκάλυπταν ότι το όνομα του συζύγου της Ελ. Ράικου είναι στη λίστα των γιατρών που φέρονται να έλαβαν κάποιο ποσό από τη Novartis. Το γεγονός παραδέχτηκε και ο ίδιος ο γιατρός σύζυγός της, εξηγώντας πως το μικροποσό αυτό προέκυπτε από συμμετοχή του σε κάποια έρευνα. Εύλογα βέβαια τότε επισημαίνονταν μια σειρά από ερωτήματα, όπως: όταν η κ. Ράικου ερευνούσε την υπόθεση της Novartis γνώριζε πως το όνομα του συζύγου της περιέχεται στη λίστα (καθώς η αμοιβή του είχε μπει και σε κοινό τους λογαριασμό) και αν γνώριζε, γιατί δεν είχε δηλώσει εξαίρεση αλλά συνέχισε την έρευνα;

Τότε ήταν που μέσω κύκλων της τον Οκτώβριο του 2018 έκανε για πρώτη φορά αναφορά στον «Ρασπούτιν» και προχώρησε σε βαριές καταγγελίες εναντίον του, τις οποίες όμως τόσο καιρό είχε αποσιωπήσει. Υποστήριξε ότι «εκμεταλλευόμενος την πολιτική του ισχύ, με ύφος νταβατζή», της υποδείκνυε «πως πρέπει να διεκπεραιωθούν συγκεκριμένες κρίσιμες υποθέσεις».

«Νονά» του «Ρασπούτιν»

Η κ. Ράικου αλλά και ο σύζυγός της στράφηκαν σε βάρος και της κ. Τουλουπάκη θεωρώντας την υπεύθυνη για τη διαρροή, αλλά όλες οι νομικές κινήσεις που έκαναν έπεσαν στο κενό.

Και φτάσαμε στον περασμένο μήνα, δυόμισι χρόνια μετά την παραίτησή της, για να κατονομάσει η κ. Ράικου τον Δημ. Παπαγγελόπουλο ως τον περιβόητο «Ρασπούτιν».

Μάλιστα στην κατάθεσή της στους αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου που ερευνούν το θέμα περιέγραψε κι έναν διάλογο που, όπως ισχυρίστηκε, είχε με τον Δημ. Παπαγγελόπουλο στο τηλέφωνο.

Παρότι λοιπόν, όπως κι η ίδια παραδέχεται, σε εκείνο το στάδιο η έρευνα ήταν στην αρχή και δεν υπήρχαν στοιχεία για πολιτικά πρόσωπα, εντούτοις εκείνος, υποστηρίζει η κ. Ράικου, της ζητούσε φορτικά να στείλει τη δικογραφία με πολιτικούς στη Βουλή.

Η ίδια του απάντησε πως δεν είχε επαρκή στοιχεία αλλά αυτός επέμενε «στείλ’ τα και θα αναλάβουν άλλοι μετά». Κι όταν η ίδια επέμενε ότι δεν επρόκειτο να το πράξει, καθώς είναι «άλλης σχολής και δεν τα κάνει αυτά», εκείνος την προειδοποίησε «κάτσε τότε και θα δεις αν θα σου βγει σε καλό η σχολή σου».

Εκδοχή που αποκρούει ο κ. Παπαγγελόπουλος, επισημαίνοντας ότι αφού η ίδια δεν είχε επαρκή στοιχεία, πώς εκείνος θα την πίεζε για να στείλει στη Βουλή δικογραφία για πολιτικούς γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι θα ήταν αδύναμη;

Ετικέτες