Σε μείζονα πολιτική δοκιμασία εξελίχθηκε για την Ευρωπαϊκή Ενωση η περασμένη Κυριακή, καθώς κλήθηκαν στις κάλπες οι ψηφοφόροι τριών χωρών, της Πορτογαλίας, της Πολωνίας και της Ρουμανίας. Το μεγάλο διακύβευμα της «Super Sunday» δεν ήταν άλλο από την απειλή της ακροδεξιάς να ριζώσει ακόμη πιο βαθιά στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Στην πρώτη περίπτωση τα κατάφερε, στη δεύτερη πήρε «παράταση» έως την 1η Ιουνίου και στην τρίτη «εξουδετερώθηκε» την τελευταία στιγμή κόντρα σε όλα τα προγνωστικά.
Πριν από δύο χρόνια η ακροδεξιά πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι –το κόμμα της, Αδέλφια της Ιταλίας (Fratelli d’ Italia – FDI), σημείωσε ιστορική νίκη στις βουλευτικές εκλογές του 2022– είχε μόνο έναν ομοϊδεάτη ομόλογο στην Ευρώπη: τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπάν. Πλέον σε εννέα ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είτε περιλαμβάνονται ακροδεξιά κόμματα είτε έχουν σημαντική επιρροή σε αυτές: Ιταλία, Ουγγαρία, Βέλγιο, Ολλανδία, Σλοβακία, Φινλανδία, Σουηδία, Αυστρία, Κροατία. Παράλληλα, στην Τσεχία το λαϊκιστικό κόμμα ANO (σημαίνει «ναι») υπό τον πρώην πρωθυπουργό Αντρέι Μπάμπις προηγείται στις δημοσκοπήσεις ενόψει των βουλευτικών εκλογών στις 3 και 4 Οκτωβρίου.
Κοινό στοιχείο οι μετανάστες
Καθώς ένα ακροδεξιό κύμα σαρώνει την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στη γηραιά ήπειρο οι λαϊκιστές έχουν εξελιχθεί από τα περιθωριακά κινήματα του παρελθόντος σε μια καθοριστική δύναμη που πλέον επηρεάζει κεντρικές πολιτικές αποφάσεις. Προωθώντας τη σκληροπυρηνική ιδεολογία τους με ένα «σύγχρονο» πρόσωπο, υιοθετούν μια φαινομενικά πιο μετριοπαθή οπτική ώστε να διευρύνουν το ακροατήριό τους.
Κοινό στοιχείο των ακροδεξιών μορφωμάτων, παρά τις εκάστοτε διαφορές τους, είναι η έντονη αντίθεση στη μετανάστευση. Πιέζουν συχνά για αυστηρότερους συνοριακούς ελέγχους και σε ορισμένες περιπτώσεις υποστηρίζουν τον επαναπατρισμό των μεταναστών που βρίσκονται ήδη στις χώρες τους. Οι υποστηρικτές των αντιμεταναστευτικών κομμάτων τείνουν να κατατάσσουν το εν λόγω ζήτημα μεταξύ των κορυφαίων πολιτικών και οικονομικών ανησυχιών τους και τάσσονται υπέρ αυστηρότερων πολιτικών. Ως εκ τούτου, η μετανάστευση αποτελεί ενωτικό παράγοντα τόσο για την ηγεσία όσο και για τη βάση αυτών των κομμάτων.
Τη σκυτάλη στην «τραμπoποίηση» της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής πήρε πρόσφατα η Γερμανία. Το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο της χώρας ενέκρινε τον Ιανουάριο ψήφισμα της κοινοβουλευτικής ομάδας των κομμάτων της χριστιανοδημοκρατίας (Χριστιανοδημοκρατική Ενωση και Χριστιανοκοινωνική Ενωση CDU/CSU) –μαζί και με τις ψήφους της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD)– για αναστολή του ασύλου. Το ψήφισμα περιλαμβάνει απώθηση μεταναστών στα γερμανικά σύνορα, συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων άσυλο χωρίς άδεια εισόδου και κράτηση των υπό απέλαση αλλοδαπών.
Παράλληλα, στη Βρετανία, παρόλο που ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Κιρ Στάρμερ όταν ανέλαβε την εξουσία εγκατέλειψε το αμφιλεγόμενο σχέδιο της προηγούμενης συντηρητικής κυβέρνησης για την απέλαση αιτούντων άσυλο και μεταναστών στη Ρουάντα, ο ίδιος ξεκίνησε συνομιλίες για την εγκατάσταση «κέντρων επιστροφής» εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου, πρακτική παρόμοια με αυτήν που εξετάζει
Ο Αλβανός πρωθυπουργός Εντι Ράμα έσπευσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός τέτοιου κέντρου στην Αλβανία, αν και ο ίδιος έχει υπογράψει με την Ιταλία μια συμφωνία για τη λειτουργία δύο τέτοιων κέντρων κράτησης μεταναστών στη χώρα του. Κατά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου 2024 στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις οποίες επικράτησαν οι Εργατικοί, το αντιμεταναστευτικό κόμμα Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ συγκέντρωσε το 14% των ψήφων καταλαμβάνοντας τις πρώτες πέντε έδρες του.
Οι κρίσιμες κάλπες
Η Πορτογαλία ξύπνησε σε ένα νέο πολιτικό τοπίο μετά τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές, όπου η δεξιά Δημοκρατική Συμμαχία (AD) του Λουίς Μοντενέγκρο αναδείχθηκε νικήτρια, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίσει αυτοδυναμία, ενώ την ίδια στιγμή η ακροδεξιά παράταξη Chega («Αρκετά») κατέγραψε θεαματική άνοδο, ξεπερνώντας για πρώτη φορά το 20% και φτάνοντας πολύ κοντά στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ωστόσο, ο Μοντενέγκρο απέκλεισε το ενδεχόμενο συνεργασίας με την ακροδεξιά, η οποία καταγράφηκε στην πολιτική σκηνή με την ίδρυση της Chega το 2019, που απέκτησε βάση ραγδαία «καβαλώντας» το κύμα του μεταναστευτικού, καθώς η… νοσταλγία για τη δικτατορία του Σαλαζάρ, η οποία κατέρρευσε πριν από 51 χρόνια με την Επανάσταση των Γαριφάλων, απλώς δεν υπήρχε. Στον αντίποδα, οι Σοσιαλιστές υπέστησαν βαριά ήττα, γεγονός που οδήγησε τον αρχηγό τους Πέντρο Νούνο Σάντος να παραιτηθεί και να καλέσει σε εσωκομματικές εκλογές, δηλώνοντας ότι δεν θα θέσει ξανά υποψηφιότητα.
Στην Πολωνία η μάχη για την προεδρία παραμένει ανοιχτή και όλα θα κριθούν στον δεύτερο γύρο την 1η Ιουνίου. Ο πρώτος γύρος κατέληξε σε οριακή διαφορά μεταξύ των δύο κορυφαίων υποψηφίων. Πρώτος αναδείχτηκε ο φιλοευρωπαίος δήμαρχος της Βαρσοβίας Ράφαλ Τρασκόφσκι, ο οποίος θα αντιμετωπίσει την 1η Ιουνίου τον εθνικιστή Κάρολ Ναβρότσκι. Μια νίκη του Τρασκόφσκι, εκλεκτού υποψηφίου του πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ, θα επέτρεπε στον τελευταίο και τον φιλοευρωπαϊκό κυβερνητικό συνασπισμό του να βάλουν τέλος στη δύσκολη «συγκατοίκηση» με τον απερχόμενο αρχηγό του κράτους Αντρέι Ντούντα. Από την άλλη, μια επιτυχία του Ναβρότσκι ενδεχομένως να έκανε πιο δύσκολη την κατάσταση και να οδηγούσε εν ευθέτω χρόνω σε πρόωρες εκλογές, σύμφωνα με τους αναλυτές.
Στη Ρουμανία η ραγδαία άνοδος του Τζόρτζε Σιμιόν είχε αναστατώσει τους φιλοευρωπαϊκούς κύκλους. Η εθνικιστική πλατφόρμα του, η οποία επικρίνει ανοιχτά τις Βρυξέλλες και αντιτίθεται σθεναρά στη συνέχιση της βοήθειας προς την Ουκρανία, απείλησε να σύρει τη Ρουμανία στο ενισχυμένο λαϊκιστικό στρατόπεδο της ΕΕ. Ωστόσο, ο κεντρώος δήμαρχος του Βουκουρεστίου Νίκουσορ Νταν επικράτησε τελικά έναντι του «Τραμπ των Καρπαθίων», εμποδίζοντας την ακροδεξιά να πάρει τα σκήπτρα στη Ρουμανία.
Διαβάστε επίσης
Ηλεκτροσόκ τα χρέη για το ρεύμα – Κυβερνητικά σχέδια για mega επενδύσεις στην πλάτη της κοινωνίας
«Αμάρτησαν» για να θρέψουν με παράνομες επιδοτήσεις τα δικά τους παιδιά – Την Κυριακή στο Documento
Καιρός: Κυριακή με καταιγίδες και αφρικανική σκόνη – Ποιες περιοχές αφορούν τα φαινόμενα