Το νέο ντοκιμαντέρ της Cosmote TV «Οι γυναίκες της Κνωσού» έρχεται να ρίξει φως σε μια από τις πλέον γοητευτικές και συνάμα αμφιλεγόμενες πτυχές του αρχαίου κόσμου: τον λεγόμενο «μινωικό» πολιτισμό. Μέσα από μια διεθνή συμπαραγωγή, η οποία αντλεί από αρχαιολογικά δεδομένα, σύγχρονες αναλύσεις και θεατρικοποιημένη αφήγηση, αναβιώνουν η Κνωσός και οι γυναίκες της ως υποτιθέμενα σύμβολα δύναμης, ισότητας και πολιτισμικής ακμής.
Ωστόσο, όσο συναρπαστική και να είναι αυτή η εικόνα, είναι επίσης προϊόν ενός αιώνα παθιασμένης αλλά και συχνά άκριτης ανάγνωσης του μινωικού παρελθόντος – μιας ανάγνωσης που γέννησε αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν πια «κρητομανία».
Η επινόηση του «πρώτου ευρωπαϊκού πολιτισμού»
Ο μινωικός πολιτισμός, όπως τον γνωρίζουμε σήμερα, είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν του έργου του Αρθουρ Εβανς. Ο Βρετανός αρχαιολόγος, ανασκάπτοντας την Κνωσό στις αρχές του 20ού αιώνα, δεν περιορίστηκε απλώς στην αποκάλυψη των υλικών καταλοίπων. Τα ανασύνθεσε –κυριολεκτικά και συμβολικά– χτίζοντας έναν πολιτισμό σύμφωνα με τις προσδοκίες και τις φαντασιώσεις του ευρωπαϊκού πολιτισμένου ανθρώπου των καιρών του. Ονόμασε τον πολιτισμό αυτόν «μινωικό», δανειζόμενος έναν όρο από τον μεταγενέστερο αθηναϊκό μύθο του βασιλιά Μίνωα, και τον ανήγαγε «στον πρώτο προηγμένο πολιτισμό της Ευρώπης». Η ταμπέλα αυτή έκτοτε παρέμεινε, ενισχυμένη από τις εικόνες των πολύχρωμων τοιχογραφιών, των ξαναχτισμένων με σκυρόδεμα ανακτόρων και των περίτεχνων χρυσών κοσμημάτων. Ομως πόσο πραγματικά γνωρίζουμε τους «Μινωίτες» και πόσα από αυτά που πιστεύουμε δεν είναι παρά αντικατοπτρισμοί ενός ανεξέλεγκτου, δυτικού, νεωτερικού φαντασιακού;
Μια από τις πιο επίμονες ερμηνείες του μινωικού κόσμου είναι αυτή της μητριαρχικής κοινωνίας. Οι εικόνες των τοιχογραφιών με τις περίοπτες γυναικείες μορφές, η συχνότητα των θεοτήτων θηλυκού φύλου και η απουσία σαφώς ανδρικής ηγετικής μορφής στις απεικονίσεις οδήγησαν πολλούς –αρχαιολόγους, φεμινίστριες θεωρητικούς, καλλιτέχνες– στην υπόθεση μιας κοινωνίας όπου κυριαρχούσαν οι γυναίκες.
Ομως η αρχαιολογική σκαπάνη δεν τεκμηριώνει σαφώς ένα τέτοιο σύστημα. Αντιθέτως, πολλοί σύγχρονοι αρχαιολόγοι επισημαίνουν ότι οι εικονιστικές απεικονίσεις δεν αντανακλούν απαραίτητα πολιτειακές δομές. Η θρησκευτική λατρεία μπορεί να είχε έντονη θηλυκή παρουσία –όπως και σε άλλους προϊστορικούς πολιτισμούς– αλλά αυτό δεν ισοδυναμεί με κοινωνική μητριαρχία. Επιπλέον, οι πρόσφατες μελέτες σε DNA από ταφές της εποχής δείχνουν πατριαρχικές γραμμές κληρονομικότητας (αν και ορισμένες νεότερες έρευνες φαίνεται να παραπέμπουν και σε εμφανώς μητρογραμμικές εκδοχές της κρητικής πατριαρχίας). Οι τάφοι της υποτιθέμενης ελίτ, όπως στις Αρχάνες ή στα νεκροταφεία των Μαλίων, συχνά ανήκαν σε άνδρες, με γυναίκες να εμφανίζονται κυρίως ως συνοδευτικά μέλη της οικογένειας. Δεν αποκλείεται να υπήρχαν και γυναίκες με κοινωνική ή θρησκευτική ισχύ, αλλά η απόλυτη κυριαρχία τους πιθανόν να αποτελεί σύγχρονη φαντασίωση μάλλον παρά ιστορική αλήθεια.
Η «ειρηνική» ιδεολογία και ο μύθος της ευγένειας
Ενα άλλο αφήγημα που συνοδεύει τον μινωικό πολιτισμό είναι αυτό της ειρηνικής συνύπαρξης, της απουσίας οχυρώσεων, της ευγενικής τέχνης και του εμπορικού μεγαλείου. Η ιδέα ενός πολιτισμού χωρίς πολέμους, χωρίς ιεραρχίες, με οικολογική ευαισθησία και ανοιχτές κοινωνικές δομές είναι πράγματι ελκυστική – και ιδιαίτερα χρήσιμη για την πολιτιστική διπλωματία και τον τουρισμό. Ομως κι αυτή η εικόνα ραγίζει κάτω από το βάρος των νέων δεδομένων. Πολλά μινωικά κέντρα διέθεταν οχυρωματικά έργα (π.χ. Ζάκρος), ενώ η καταστροφή τους γύρω στο 1450 π.Χ. πιθανόν να συνδέεται με εσωτερικές συγκρούσεις ή την επιβολή των Μυκηναίων. Η λεγόμενη «ειρηνική συνύπαρξη» ενδέχεται να είναι περισσότερο καλλιτεχνική έκφραση και λιγότερο κοινωνική πραγματικότητα.
Οι ειδικοί μιλούν και κρατούν αποστάσεις
Το ντοκιμαντέρ έχει το προτέρημα ότι δίνει λόγο σε αρχαιολόγους και επιστήμονες πρώτης γραμμής, με διεθνές κύρος, οι οποίοι προσφέρουν μια ψύχραιμη, επιστημονικά τεκμηριωμένη οπτική. Σημειώνεται ωστόσο πως οι ειδικοί αυτοί δεν ταυτίζονται απαραίτητα με την ερμηνευτική γραμμή που υιοθετεί το ντοκιμαντέρ. Ενώ η αφήγηση επανέρχεται επανειλημμένα στην υπόθεση περί «ανακτόρων» που ασκούσαν πολιτική εξουσία στην Κρήτη της Εποχής του Χαλκού (με βασιλιάδες, βασίλισσες, ευγενείς και αριστοκράτες), οι ερευνητές κάνουν –ψύχραιμα– λόγο κυρίως για «κέντρα», συχνά μάλιστα αποκλειστικά θρησκευτικού χαρακτήρα. Ορισμένες σκηνές, ακόμη, με «αρχαιοπρεπή» θεάματα τύπου «αλά χλαμύδα» αποτελούν εμφανώς αισθητικές επιλογές της σκηνοθεσίας και όχι επιστημονική θέση των συντελεστών.
Γιατί όμως επιμένουμε τόσο πολύ σε αυτήν τη σχεδόν ουτοπική εικόνα των Μινωιτών; Η απάντηση ίσως βρίσκεται λιγότερο στα ευρήματα και περισσότερο στον σύγχρονο πολιτισμό. Σε περιόδους κρίσης, κοινωνικής αποδιοργάνωσης ή πολιτισμικής αβεβαιότητας οι άνθρωποι στρέφονται σε μυθικά παρελθόντα για καθοδήγηση και παρηγοριά. Ο μινωικός πολιτισμός, έτσι όπως έχει ανακατασκευαστεί, προσφέρει ένα όραμα διαφορετικής Ευρώπης: κοσμοπολίτικης, φιλειρηνικής, πνευματικής και –το σημαντικότερο– αυτόχθονης.
Το ντοκιμαντέρ «Οι γυναίκες της Κνωσού» είναι καλοδεχούμενο ως μέσο ευρύτερης διάδοσης της αρχαιολογικής γνώσης και ανανέωσης του ενδιαφέροντος για την προϊστορική Κρήτη. Ομως, καθώς αφηγούμαστε το παρελθόν, οφείλουμε να θυμόμαστε πως η ιστορία δεν είναι καμβάς για τις δικές μας επιθυμίες, αλλά πεδίο «ανασκαφής» της αλήθειας – όσο αινιγματική, σύνθετη ή και σκοτεινή κι αν είναι.
* Ο Δημήτρης Πλάντζος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο ΕΚΠΑ