Μια συζήτηση με τους Μιχάλη Κοτσιράκη και Ορέστη Ζαφειρίου λίγο πριν από τη συναυλία των Playgrounded στην Αθήνα.
Πρωτοεμφανίστηκαν στη δισκογραφία το 2013 με το EP «Athens» κάνοντας πολύ κόσμο να σηκώσει το φρύδι σε μια progressive rock πρόταση με έντονα ηλεκτρονικά στοιχεία. Όλα βέβαια είχαν ξεκινήσει μερικά χρόνια νωρίτερα, όταν δύο φοιτητές γνωρίστηκαν στη λέσχη του Πολυτεχνείου Χανίων ακούγοντας Dream Theater και βρέθηκαν να τζαμάρουν παίζοντας το «Erotomania». Κάπως έτσι μπήκαν τα θεμέλια για τη δημιουργία των Playgrounded οι οποίοι την Παρασκευή 9 Μαΐου θα εμφανιστούν στο Piraeus Club Academy και οι περί ων ο λόγος Μιχάλης Κοτσιράκης (κιθάρα) και Ορέστης Ζαφειρίου (πλήκτρα) μίλησαν στο Documento για το συγκρότημα που γεννήθηκε στην Κρήτη, μετακόμισε στην Ολλανδία και σήμερα βρίσκεται στην Ελλάδα.
Πείτε μας λίγα λόγια για την ιστορία της μπάντας και αν υπάρχει κάποιος συμβολισμός πίσω από το προφανές στο όνομά σας.
Το πρώτο μας όνομα ήταν Playground και ήταν αρκετά αυτοσαρκαστικό αφού όταν τζαμάραμε για πρώτη φορά ήμασταν όντως σαν τα πιτσιρίκια σε παιδική χαρά που κάποιος έπρεπε να τα τιμωρήσει επειδή έκαναν ό,τι τους ερχόταν στο κεφάλι. Θεωρήσαμε όμως ότι ήταν πολύ κλισέ. Ώσπου ένα βράδυ που μετά τα μαθήματα στο Πολυτεχνείο πίναμε ούζα σε ένα μεζεδοπωλείο στα Χανιά, καταλήξαμε στο Playgrounded αφού θεωρήσαμε ότι ταίριαζε σε μια μπάντα που δημιουργήθηκε με πολύ μεγάλη διάθεση αλλά χωρίς συγκεκριμένο πλάνο. Είναι ένα όνομα στο οποίο συναντιούνται τρεις διαφορετικές έννοιες: η βασική που είναι αυτή του παιχνιδιού (play) και άλλες δύο που προκύπτουν από τη λέξη grounded που είναι από τη μία ο τιμωρημένος και από την άλλη αυτός που πατάει στη γη.
Η φοιτητική παρέα που κατέληξε να παίζει μουσική δηλαδή;
Ακριβώς. Τα Χανιά είναι μια πολύ γεμάτη σελίδα στην υπόθεση που λέγεται Playgrounded αφού εκεί περάσαμε τα φοιτητικά μας χρόνια και σε συνδυασμό με την έντονη κινηματική δραστηριότητα σε μια πόλη πολύ ζωντανή, όλο αυτό μας σημάδεψε. Συμμετείχαμε αυθόρμητα σε ό,τι φεστιβάλ γινόταν όπως οι «Αναιρέσεις» ή το Αντιπολεμικό, συνεπώς η μπάντα είναι μια έκφραση και όλης αυτής της κουλτούρας.
Τι ήταν αυτό που σας έκανε να φύγετε στο εξωτερικό και γιατί επιλέξατε το Ρότερνταμ;
Είχαμε κυκλοφορήσει το «Athens» (2013), είχαμε δώσει ήδη κάποιες συναυλίες στον μικρόκοσμό μας βέβαια και κληθήκαμε να δούμε τι θα κάνουμε, αν θα συνεχίσουμε και πώς. Και παρά το γεγονός ότι στη μπάντα υπάρχουν δύο «Ολλανδοί» (σ.σ. η μητέρα του Ορέστη και του Οδυσσέα είναι Ολλανδέζα) τον δρόμο για το Ρότερνταμ τον άνοιξαν ο Μιχάλης με τον Σταύρο (σ.σ. ο τραγουδιστής των Playgrounded) που πήγαν εκεί για δουλειά και ακολούθησε ο Γιώργος (σ.σ. ο ντράμερ) που για να συντονιστεί με εμάς έκανε τις μουσικές σπουδές του στο φημισμένο Codarts. Πήγαμε λίγο χύμα είναι η αλήθεια και το σημαντικότερο πέρα από τη μπάντα που προχωράει είναι ότι η Ολλανδία ήρθε να μας βάλει σε μια τάξη. Η μπάντα στο επίκεντρο, εμείς καταλάβαμε ποιοι είμαστε, ποιοι δεν είμαστε και με ποιο τρόπο έπρεπε να πορευτούμε.
Πόσο πιο σοφούς σας έκανε η παραμονή και η δραστηριοποίησή σας εκεί;
Η Ολλανδία μας έκανε να κοιταχτούμε στον καθρέφτη και να αποφασίσουμε αν θα κάνουμε κάτι σοβαρά ή αν θα πάμε σπίτια μας, καθώς ήμασταν πέντε τριαντάρηδες πλέον που αφήσαμε πίσω τη βολή μας, τους φίλους μας. Μας έδωσε την ευκαιρία να παίξουμε περισσότερο σε μια περίοδο που στην Ελλάδα τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα, σε ένα περιβάλλον που ειδικά σε θέματα οργάνωσης, πληρωμών, συνεννοήσεων είναι πολύ καλύτερο, καθώς πράγματα που εδώ δεν θεωρούνται δεδομένα, εκεί είναι. Δεν χρειάζεται να είσαι γνωστός για να ασχοληθεί σοβαρά κάποιος μαζί σου. Τα venues, οι τεχνικοί και το προσωπικό σε αντιμετωπίζουν με μια άκρως επαγγελματική νοοτροπία, κάτι που βλέπουμε ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται και στην Ελλάδα. Έχουν περάσει οι εποχές που θα πας σε ένα live και θα είναι όλα χάλια. Η διαφορά είναι ότι εκεί υπάρχουν περισσότερα λεφτά και υποστήριξη από το κράτος και τις τοπικές κοινότητες, ακόμα και στις επαρχιακές πόλεις. Από την άλλη, σε θέματα καλλιτεχνικής δημιουργίας, που για εμάς είναι και το ζητούμενο, εδώ υπάρχει πολύ περισσότερο πάθος, ενώ και η σχέση συγκροτημάτων-κοινού είναι πολύ πιο ανθρώπινη.
Το «Rotterdam» μέσα από το τελευταίο σας άλμπουμ «The Death of Death» είναι ένα τραγούδι για τη σχέση σας με την Ολλανδία ή υπάρχει κάποιος άλλος συμβολισμός;
Το «Rotterdam» γράφτηκε σε μια περίοδο που και εμείς σαν Έλληνες πηγαίναμε προς τη Δύση και οι Σύριοι έρχονταν στην Ελλάδα, οπότε με έναν διασταλτικό τρόπο το τραγούδι αυτό συμβολίζει το γεγονός ότι αναζητούμε κάτι που τελικά δεν βρίσκουμε ποτέ. Ότι η Δύση δεν είναι παρά ένα πουκάμισο αδειανό.
Το 2013 στο «Athens» είχατε πει ότι ελπίζατε σε μια κοινωνική και πολιτική αλλαγή. Μετά από 12 χρόνια και έχοντας άλλα δύο άλμπουμ στην πλάτη, κάνετε παρόμοιες σκέψεις;
Στο «Athens» μάς απασχόλησαν τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008. Ήταν κάτι που μας σημάδεψε και θέλαμε να μιλήσουμε για αυτά. Πάντα θα μας απασχολεί όχι μόνο η ανάγκη να εκφραστούμε για όσα συμβαίνουν γύρω μας αλλά και το πώς θα πούμε ό,τι θέλουμε ώστε αυτό να έχει έρεισμα έστω και στον μικρόκοσμό μας. Σε υπαρξιακό επίπεδο οι σκέψεις αυτές είναι εντονότερες από ποτέ. Σήμερα, εμείς είμαστε τώρα εδώ, πίνουμε τα τσίπουρά μας και συζητάμε για το τι κάνανε και τι θα κάνουν οι Playgrounded την ώρα που δίπλα μας συντελείται μια γενοκτονία, μπροστά στην οποία η μουσική μπορεί να φανεί σαν κάτι άνευ σημασίας. Είναι όμως μια δουλειά, μια κοινωνική διεργασία, μια προσπάθεια επικοινωνίας. Εμείς στηλιτεύουμε πάνω στην κουβέντα το γεγονός ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός ανταλλάσσει φιλοφρονήσεις με τον Νετανιάχου, αλλά δεν είναι παρά μια φρικιαστική εικόνα που περνάει από μπροστά μας και φεύγει. Σε ένα καλλιτεχνικό έργο όμως θα υπάρχει ο ίδιος προβληματισμός μόνο που έχεις διαφορετικά μέσα για να τον εκφράσεις, να στοχαστείς σε βάθος για το πού πάμε.
Η ελπίδα και η αλληλεγγύη κατείχαν πάντα περίοπτη θέση στη θεματολογία σας πάντως, έτσι δεν είναι;
Ακόμα και στις πιο σκοτεινές σκέψεις που κάνουμε στα τραγούδια μας πάντα αναζητούμε ένα παράθυρο ελπίδας. Υπό αυτό το πρίσμα των αντιθέσεων και των προβληματισμών άλλωστε γράφουμε και τη μουσική μας. Το «The Death of Death» χαρακτηρίστηκε ως ένας δίσκος που σιγοβράζει. Έχει τις εξάρσεις του, αλλά δεν σε αφήνει να ξεσπάσεις γιατί μια σκοτεινή σκέψη που έρχεται και δένει στιλιστικά με τον τρόπο με τον οποίο συνθέτουμε κουμπώνει καλύτερα πάνω σε επαναλαμβανόμενα μοτίβα.
Εχετε μοιραστεί τη σκηνή με σπουδαία ονόματα του προοδευτικού ήχου, να αναφέρω ενδεικτικά τους Riverside, τους The Ocean, τους Mother of Millions, αλλά σίγουρα αυτή με τους Nine Inch Nails είναι μάλλον η πιο σημαντική στιγμή στο βιογραφικό σας;
Το πιο σημαντικό ήταν το tour με τους The Ocean γιατί νιώσαμε ότι ήμασταν μέρος ενός συνόλου και μεγαλώσαμε πάρα πολύ. Κάναμε 36 συναυλίες μέσα σε 40 μέρες, παίζαμε άλλοτε μπροστά σε εκατοντάδες άτομα και άλλοτε μπροστά σε δεκάδες. Άλλη μπάντα ήμασταν όταν ξεκίνησε η περιοδεία και άλλη όταν τελείωσε. Καβαλήσαμε ένα κύμα που περνούσε από στιγμές απολαυστικές σε στιγμές γεμάτες ένταση και το αντίστροφο. Υπήρχαν μέρες που κάναμε soundcheck δύο λεπτών… Τι να πρωτοθυμηθούμε. Οι Nine Inch Nails ήταν κάτι ξεχωριστό, μια συναυλία με ένα τεράστιο όνομα, αλλά ήταν μια κι έξω.
Εχετε να παίξετε στην Αθήνα 3 χρόνια. Τι να περιμένουμε στη συναυλία της 9ης Μαΐου;
Μια συναυλία στην οποία θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να «συνομιλήσουμε» με το κοινό που θα έρθει να μας δει. Τι σημαίνει αυτό; Καλός ήχος και ξεχωριστά φώτα που θα βάλουν κοινό και μπάντα σε μία ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Είμαστε πολύ καλά προετοιμασμένοι και θέλουμε να πιστεύουμε ότι όλα θα γίνουν όπως πρέπει.
ΙNFO
9 Μαΐου στο Piraeus Club Academy. Τη συναυλία θα ανοίξουν οι Part of the Theory.