«Ολοι επάνω για τον Διαμαντή»

Η έκθεση από τα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού της εξόντωσης του καπετάν Διαμαντή, του θρυλικού υποστράτηγου διοικητή του ΔΣΕ και στελέχους του ΚΚΕ.

Προ καιρού στα αρχεία της ∆ιεύθυνσης Ιστορίας Στρατού εντόπισα το έγγραφο του 602 Τάγµατος Πεζικού «Εκθεσις επί της εξοντώσεως του διοικητού της ΙΙ Κ.Σ.Μ. («κοµµουνιστοσυµµοριτική» µεραρχία) ∆ΙΑΜΑΝΤΗ (21-6-1949)», την οποία υπογράφει (23 Ιουνίου 1949) ο διοικητής του τάγµατος αντισυνταγµατάρχης Ιωάννης Σορόκος.

Σύµφωνα µε την έκθεση, το 602 Τάγµα, που υπαγόταν στην 71η Ταξιαρχία, είχε από τις 4 Ιουνίου 1949 εγκαταστήσει τον σταθµό της διοίκησής του στο χωριό Κολοκυθιά Φθιώτιδας και εξερευνούσε την ευρύτερη περιοχή µε αποστολή τη σύλληψη – εξόντωση των υπολειµµάτων των µέχρι πρότινος ισχυρών δυνάµεων του ∆ΣΕ της Ρούµελης (ΙΙ Μεραρχία ∆ιαµαντή). ∆υτικά της περιοχής του τάγµατος, όπου είναι τα χωριά Νικολίτσι, Κυριακοχώρι, Πλάτανος, Γαρδίκι κ.ά., άρχιζε ο χώρος ευθύνης της 72ης ταξιαρχίας. Oλα τα ηµιορεινά και ορεινά χωριά της Ρούµελης από το τέλος του 1947 περίπου ήταν έρηµα. Οι κάτοικοί τους, «ανταρτόπληκτοι», είχαν µετακινηθεί θέλοντας και µη σε χαµηλότερες περιοχές, σε πόλεις και κωµοπόλεις (Λαµία, Σπερχειάδα κ.ά.), όπου διέµεναν σε άδεια σπίτια, παράγκες και πρόχειρους καταυλισµούς.

Πολλές ενέδρες, µία παράδοση και µία ανάκριση

Στις 20 Ιουνίου το πρωί το τάγµα µε έναν εκ των πλάγιων συνδέσµων πληροφορήθηκε από την 72η Ταξιαρχία ότι µια οµάδα περίπου 40 ανταρτών ενέπεσε βόρεια από το Κυριακοχώρι σε ενέδρα της ταξιαρχίας. Επιπλέον έγινε γνωστό από κάποιους που συνελήφθησαν ότι της συγκεκριµένης οµάδας ηγούνταν ο ∆ιαµαντής (Γιάννης Αλεξάνδρου, γεννηθείς το 1914 στην Κάτω Αγόριανη (Λιλαία) Φωκίδας). Οι πληροφορίες ανέφεραν ότι οι αντάρτες αυτοί, αφού σχηµάτισαν µικρές οµάδες, διέρρευσαν προς το Νικολίτσι.

Μετά την παραπάνω πληροφορία τέθηκαν «όλοι επί ποδός» (Ηµερολόγιο Επιχειρήσεων, 20-6-1949). Εν ολίγοις: «Ολοι επάνω για τον ∆ιαµαντή». Καταρχάς το τάγµα µετατόπισε τη διάταξή του· στην ουσία προωθήθηκε προς βορρά. Επιασε τη γραµµή Ψηλοράχη (µεταξύ των χωριών Αργύρια και Μάρµαρα), Κουβαρά Χωράφια (Β∆ Μαρµάρων) και Τσαχτιλάκα (ΒΑ Μαρµάρων). Παράλληλα εγκατέστησε ενέδρες (λούφες) στα κυριότερα περάσµατα.

Το απόγευµα πέρασαν κοντά σε µια ενέδρα τρεις αντάρτες. Οι στρατιώτες τους καταδίωξαν. Μάλιστα πυροβολώντας τους έπεσε νεκρός ο ένας. Ονοµαζόταν Μπαµπάνης. Οσον αφορά τις υπόλοιπες ενέδρες, τα αποτελέσµατά τους περί το σούρουπο ήταν αρνητικά. Με αυτά υπόψη, τις εσπερινές ώρες της 20ής Ιουνίου η εντύπωση του τάγµατος ήταν ότι πρώτον οι αντάρτες των οποίων ηγούνταν ο ∆ιαµαντής είχαν κρυφτεί στη δασώδη περιοχή βόρεια του ποταµού Βίστριτσα (Ιναχου), κάπου ανάµεσα στα χωριά Γούρνες και Περιβόλι, και δεύτερον ότι ανέµεναν να προχωρήσει αρκετά η νύχτα για να συνεχίσουν την κίνησή τους προς ανατολάς. Οσο για τις δυνάµεις του, το τάγµα τις είχε τοποθετήσει ως εξής: έναν λόχο τον είχε στη θέση Κουβαρά Χωράφια µε µία διµοιρία στην τοποθεσία Τσαχτιλάκα και άλλη µία νότια του χωριού Περιβόλι. Είχε και έναν λόχο ετοιµοκίνητο σε µικρή απόσταση από το χωριό Μάρµαρα. Ακόµη έναν λόχο είχε εγκατεστηµένο στα υψώµατα Ζερελάκι και Πυργάκι (νότια των Μαρµάρων)· ετοιµοκίνητος και αυτός ο λόχος. Ουσιαστικά η περισσότερη δύναµη του τάγµατος ήταν διασκορπισµένη σε 23 ενέδρες.

Η νύχτα 20 προς 21 Ιουνίου πέρασε αρκετά ήρεµα. Το πρωί οι ενέδρες δεν ανέφεραν τίποτε το ουσιώδες. Ετσι το τάγµα τουλάχιστον µέχρι και τις 9 της 21ης Ιουνίου δεν είχε την παραµικρή ένδειξη «περί εχθρού». Στις 9 έφτασε «ασθµαίνων» στη διµοιρία του στην Τσαχτιλάκα ένας λοχίας επικεφαλής µιας ενέδρας και ανέφερε ότι παρατήρησε ίχνη περίπου 20 ανταρτών στην περιοχή Βαρλάµου Σώµα (Βαρλαµωίσιωµα) κατευθυνόµενων από Β∆ προς ΝΑ. Η πληροφορία αυτή δόθηκε αµέσως «δι’ εκτάκτου αγγελιαφόρου» στον λόχο και στο τάγµα. ∆ιαβιβάστηκε και στην ταξιαρχία. Ταυτόχρονα το τάγµα απέστειλε τµήµα µε επικεφαλής ανθυπολοχαγό ονόµατι Κατσιµίχα να «ακολουθήση τα ίχνη». Παράλληλα διέταξε τον 3ο Λόχο που βρισκόταν στην τοποθεσία Κουβαρά Χωράφια να πάει αµέσως στο Βαρλαµωίσιωµα, όπου θα έπαιρνε διαταγές.

Ο Κατσιµίχας µε το τµήµα του, που είχε αποσταλεί να «ακολουθήση τα ίχνη», διαπίστωσε ότι πράγµατι κινούνταν µε κατεύθυνση ΒΑ. Ταυτόχρονα εκτίµησε ότι η γενική κατεύθυνσή τους ήταν προς την Αγία Σοφία (εκκλησάκι προς το Κρανιόρρεµα κοντά). Με τα δεδοµένα αυτά η εντολή που δόθηκε περί ώρα 11 από το τάγµα στον Κατσιµίχα ήταν: «Να µη χάσης τα ίχνη, θα τ’ ακολουθήσης πιστώς, αυτά είναι η κατεύθυνσίς σου». Ετσι κι έγινε. Πάντα µε οδηγό τα ίχνη προχώραγε το τµήµα.

Περίπου στις 12 παραδόθηκε στη διµοιρία του Κατσιµίχα ένας αντάρτης. Ευθύς άρχισε να τον ανακρίνει ο Κατσιµίχας. Μισή ώρα αργότερα ειδοποίησε µε τον ασύρµατο και το τάγµα. Μπήκε µέσω του ασύρµατου δικτύου κι αυτό στην ανάκριση. Ο ανακρινόµενος κατέθεσε –«σαφώς και συγκεκριµένως»– ό,τι γνώριζε περί της οµάδας του ∆ιαµαντή. Συγκεκριµένα: Ο ∆ιαµαντής µε 40-50 άλλους προερχόµενος από δυσµάς, συγκεκριµένα από την περιοχή του χωριού Νικολίτσι, πέρασε χθες τον Βίστριτσα ποταµό –«διά της γεφύρας Περιβολίου εν πλήρει ηµέρα (09.00 ώραν)»– και λούφαζε όλη την ηµέρα κοντά στην τοποθεσία Κουβαρά Χωράφια. Πολύ κοντά στις θέσεις του 3ου Λόχου.

Τη νύχτα (20 προς 21 Ιουνίου) η οµάδα αυτή κινήθηκε προς το Βαρλαµωίσιωµα –«όπου και τα παρατηρηθέντα το πρώτον ίχνη»– και έπειτα µε νοτιοανατολική κατεύθυνση πήρε τις ανατολικές πλαγιές των υψωµάτων, ΒΑ του χωριού Μάρµαρα. Περί ώρα 4 το πρωί η ανταρτοοµάδα σταµάτησε κάπου χαµηλότερα από τον υψοδείκτη 1.103 µέτρα, στη θέση µε συντεταγµένες Υ050-470. Ολοι τους ήταν εξαντληµένοι. Και εξαιτίας της εξάντλησης αλλά και του φόβου µήπως πέσουν σε ενέδρα «δεν έκαµαν µεγαλύτερον άλµα». Σε αυτή την ώρα, µόλις δηλαδή αποκοιµήθηκαν, τους εγκατέλειψε αυτός που παραδόθηκε. Κρύφτηκε εκεί κοντά τους. Ετσι το πρωί περί τις 9 τους αντιλήφτηκε να κινούνται µε κατεύθυνση προς το Κρανιόρρεµα. Σύµφωνα µε την κατάθεσή του, το πλείστον ήταν γυναίκες, το ηθικό τους ήταν πάρα πολύ χαµηλό και δεν διέθεταν φορτηγά ζώα ούτε ασύρµατο.

«Νεκροί Κ.Σ. 2 (µεταξύ τούτων και ∆ιαµαντής)»

Με βάση τις πληροφορίες αυτές το τάγµα συµπέρανε: «Κάπου εκεί πλησίον θα έπρεπε να είχεν αποκρυβεί η συµµορία διότι υπό το φως της ηµέρας και παρουσία τόσων τµηµάτων ήτο αδύνατος η αποµάκρυνσίς της». Ετσι το τάγµα, αφού ενηµέρωσε και την ταξιαρχία, διέταξε τον Κατσιµίχα να κινηθεί «ταχέως», ακολουθώντας «πιστώς» τα ίχνη της οµάδας των ανταρτών, τα οποία διακρίνονταν «χαρακτηριστικώς», χρησιµοποιώντας τον παραδοθέντα «ως οδηγόν». Ταυτόχρονα έστειλε τέσσερα ακόµη τµήµατα, δύο διµοιριών περίπου το καθένα µε επικεφαλής υπολοχαγό ή λοχαγό, να κινηθούν προς τις πλαγιές των υψωµάτων της περιοχής Μαρµάρων που κατεβαίνουν προς το Κρανιόρρεµα. Την όλη επιχείρηση συντόνιζε ο υποδιοικητής του τάγµατος λοχαγός Μπουκουβάλας, ο οποίος ύστερα από διαταγή είχε εγκαταστήσει προωθηµένο παρατηρητήριο λίγο ψηλότερα από τον υψοδείκτη 1.103, κάπου ανάµεσα στη Σεληνόρραχη (υψ. 998) και την Κωστοκόλακκα (υψ. 1.135).

Γύρω στις 2.30 η διµοιρία του Κατσιµίχα, ακολουθώντας πάντα τα ίχνη, έφτασε «ολίγον νοτιώτερον» από τη θέση που µέχρι τις 9 το πρωί ήταν η λούφα της αντάρτικης οµάδας. Συγκεκριµένα έφτασε –µε τρεις στρατιώτες ακροβολισµένους µπροστά– στη θέση µε συντεταγµένες Υ049-471. Ηταν ένα σηµείο µέσα στα έλατα, από όπου όµως οι παρατηρητές αντάρτες έβλεπαν τα πλησιέστερα τµήµατα (είτε τα κινούµενα είτε τα στατικά) του στρατού. Γράφει το τάγµα στην έκθεσή του: «Από της θέσεως ταύτης έβλεπον τον σκοπόν του ακραίου µας φυλακίου, σχολιάσαντες µάλιστα και την “αλλαγήν σκοπού” την γενοµένην προ µεσηµβρίας».

Την ώρα που το τµήµα του Κατσιµίχα έφτασε εκεί, ένα άλλο τµήµα του τάγµατος προσέγγιζε εκείνο το σηµείο κατεβαίνοντας από τον υψοδείκτη 1.103 µέτρα. Οι αντάρτες είχαν στραµµένη την προσοχή τους περισσότερο σε αυτό το τµήµα «και ολιγώτερον ή σχεδόν καθόλου προς τα εκ των νώτων των, ακολουθήσαν τα ίχνη των Τµήµα Ανθυπολοχαγού Κατσιµίχα». Σε µια από τις στιγµές εκείνες οι τρεις στρατιώτες ακροβολιστές του Κατσιµίχα αντιλήφθηκαν µέσα στα πυκνά έλατα και σε απόσταση 40 µέτρων µερικούς αντάρτες. Κατευθείαν έβαλαν εναντίον τους. Ταυτόχρονα µια οµάδα της διµοιρίας τους που ήταν λίγο δυτικότερα αντιλήφτηκε άλλους αντάρτες. Εβαλε τώρα κι αυτή. Αποτέλεσµα των πρώτων πυρών της ήταν και ο φόνος του ∆ιαµαντή.* Ετσι, τόσο απλά.

Οι αντάρτες που αιφνιδιάστηκαν εκ των νώτων «ετράπησαν µέσω του πυκνού δάσους προς την παρακείµενην χαράδραν µη προβάλλοντες ουδεµίαν αντίστασιν. Ο Ανθυπολοχαγός Κατσιµίχας εσυνέχισε την κατά πόδας δίωξιν. Επί του πεδίου της συµπλοκής επλησίασε και το υπό τον Υπολοχαγόν Πολυχρονιάδην τµήµα. Αντιληφθέν και τούτο την υποχώρησιν των Κοµµουνιστο-Συµµοριτών (Κ.Σ.) προς την βαθείαν γραµµήν ετέθη αµέσως εις καταδίωξίν των. Ταυτοχρόνως συνέκλινον και τα υπόλοιπα τµήµατα προς την οδόν υποχωρήσεως των Κ.Σ. Οµάδες – ∆ιµοιρίαι και Λόχοι ηµιλώντο εις την καταδίωξιν. Το εξαιρετικώς δασώδες και δύσβατον έδαφος ηµπόδιζε την απόλυτον εκµετάλλευσιν του αιφνιδιασµού των Κ.Σ. Συγκλίνοντα άπαντα τα τµήµατα συνήντησαν και πάλιν τους υποχωρούντας Κ.Σ. συλλαβόντα αρκετούς τούτων. Εφθασαν ούτω εις Αγίαν Σοφίαν και εκείθεν εις συµβολήν Υ062467 συνεχίσαντα και έτι Νοτιώτερον. Εις Κρανιόρρεµα και Ανατολικάς αντηρίδας Ξηροβουνίου επετεύχθη ο σύνδεσµος των τµηµάτων του Τάγµατος µε τµήµατα 630 Τάγµατος. Οι Κ.Σ. υποχωρούντες ατάκτως ενέπεσαν εις τα Τµήµατα ταύτα του 630 Τάγµατος σχόντα και εκεί απωλείας».

Σύµφωνα µε την έκθεση του 602 Τάγµατος τα «αποτελέσµατα» ήταν τα εξής: «Από της πρώτης εµπλοκής µέχρι και της καταδιώξεως εκ Κρανιορρέµµατος επετεύχθησαν τα ακόλουθα αποτελέσµατα: α) Νεκροί Κ.Σ. 2 (µεταξύ τούτων και ∆ιαµαντής, φονευθείς από τα πυρά της ∆ιµοιρίας Κατσιµίχα). Συλληφθέντες 9 (µεταξύ τούτων ο ∆ιευθυντής ΙΙΙ Γραφείου Μεραρχίας Παπαευσταθίου, ο επιµελητής Κατσόγιαννος και ο αδελφός του ∆ιαµαντή). Παραδοθείς 1. β) Λάφυρα: 2 οπλοπολυβόλα Μπρεν –τα µοναδικά της Συµµορίας–, 4 περίστροφα, 4 τυφέκια, το προσωπικόν αρχείον του ∆ιαµαντή. Απώλειαι ηµετέρων: Ουδεµία».

Ο «επιμελητής» της ΙΙ Μεραρχίας Θύμιος Κατσόγιαννος ισχυρίστηκε στο Στρατοδικείο Λαμίας ότι πυροβόλησε τον Διαμαντή. Ο πρόεδρος του στρατοδικείου όμως του είπε ότι «υπάρχει σχετική έκθεση τμήματος στρατού που βεβαιώνει ότι εκείνο τον σκότωσε». Κώστα Δ. Πεντεδέκα, «88 Μονάδα Χώρου – Διλοχία Γκούρα». Της ΙΙ Μεραρχίας του θρυλικού Διαμαντή, Εντός 2005, σελ. 131-132

Ο Γιάννης Πριόβολος είναι υποστράτηγος ε.α. και συγγραφέας

———————————————

«Μας ξεφτίλισε ζωντανός. Να μη μας ξεφτιλίσει και νεκρός»

H ιστορικός και διδάσκουσα του τμήματος Πολιτικών Επιστημών Βασιλική Λάζου γράφει: Ήταν
21 Ιουνίου 1949 όταν σκοτώθηκε ο «σταυραετός
της Ρούμελης» ο θρυλικός καπετάν
Διαμαντής (Γιάννης Αλεξάνδρου), υποστράτηγος, διοικητής της 2ης Μεραρχίας του ΔΣΕ
και στέλεχος του ΚΚΕ. Λαογέννητος ηγέτης, από τους πρώτους στον ΕΛΑΣ και τον ΔΣΕ, με τεράστιο κύρος, αγαπητός στους μαχητές του, φόβος και τρόμος για τους
εχθρούς του, ο Διαμαντής ήταν ένας ατρόμητος πολεμιστής με πολλά ψυχικά και ηθικά χαρίσματα. Έμπειρος
και ικανός αρχηγός και άριστος γνώστης του χώρου δράσης του έδωσε μάχες σε όλο τον ορεινό όγκο της Ρούμελης με
σημαντικές επιτυχίες. Όταν το άψυχο κορμί του έπεσε στα χέρια τμήματος του
κυβερνητικού στρατού και κάποιοι φανατισμένοι ήθελαν να του αποκόψουν το
κεφάλι για να το διαπομπεύσουν ο
διοικητής τους τους είπε: «Αφήστε τον. Μας ξεφτίλισε ζωντανός. Να μη μας
ξεφτιλίσει και νεκρός». Το νεκρό του σώμα αφού εκτέθηκε σε ένα στρατιωτικό
φορείο έξω από τη Στρατιωτική Αστυνομία Λαμίας, τυλιγμένο με στρατιωτικές
κουβέρτες, δεμένο χειροπόδαρα με συρματόσχοινο, μεταφέρθηκε στο νεκροταφείο Λαμίας
για πρόχειρη ταφή εκτός του περιβόλου.